Η θεωρία
του για... βλαχόφωνους Καραγκούνηδες στην Ακαρνανία, μαζί με μερικές άλλες, μη… «εθνοκεντρικές»,
όπως υπερηφάνως… υποστηρίζουν, ενισχύει τη νέα αντεθνική προπαγάνδα και κοσμοθεωρία των
«Μακεδοαρμάνων» ότι οι… Βλάχοι υπήρχαν και πριν από τη… Ρωμαιοκρατία!!!
Του
Δημήτρη Στεργίου*
Ιδού η θεωρία των κ.κ. Αντώνη Βασιλείου – Ιωάννη Νεραντζή:
«Βασισμένοι,
λοιπόν, και στο σύγγραμμα αυτό του Αντώνη Βασιλείου, μπορούμε τώρα να
υποστηρίξουμε ότι τα Βλάχικα γλωσσικά ιδιώματα ήταν και αρχαιότερα από τη
λατινική γλώσσα και επέδρασαν σ΄ αυτήν εκ των υστέρων για να διαμορφωθεί η
λαϊκή λατινική…»
Ιδού και η κοσμοθεωρία της αντεθνικής
«μακεδοαρμάνικης» προπαγάνδας για «βλάχικη μειονότητα»:
«Οι
Βλάχοι προϋπήρχαν της ρωμαϊκής κατάκτησης του Αίμου και ότι η αρχαία
θρακική/μακεδονική/ φρυγική γλώσσα ήταν τα… βλάχικα»!!!....
Περιμένω
να ολοκληρώσει ο διάσημος καθηγητής, βαλκανολόγος – ρωμανιστής και
πολυγραφότατος (έχει συγγράψει πάνω 200 βλαχολογικά βιβλία στην ελληνική, στη
γαλλική και σε άλλες γλώσσες) κ.
Αχιλλεύς Λαζάρου την κριτική του για το «βιβλιοσύγγραμμα» (ματαίως προσπάθησα
σε όλα τα λεξικά να βρω αυτή τη σύνθετη λέξη του «σοφού» φιλόλογου κ. Ιωάννου
Νεραντζή και τη σημασία της!).
Μέχρι να μου αποσταλεί το κείμενο αυτό από τον
κ. Λαζάρου, θα συνεχίσω να κρατώ τη
δημοσιογραφική «καλαμίδα», την οποία με προτρέπει ο παιδαγωγός να πετάξω, διότι
μου είναι πολύτιμο «εργαλείο» για τις επιστημονικές και δημοσιογραφικές έρευνές
μου.
Και επισημαίνω ότι ο υβριστής μου (ήδη δόθηκε εντολή στο δικηγόρο μου για
τη συνέχεια στα
δικαστήρια για το χαρακτηρισμό ως βλακός!!!)… παιδαγωγός, φιλόλογος (και
στην περίπτωση αυτή βιβλιοκριτικός «βιβλιοσυγγράμματος»!) δεν γνωρίζει ότι άλλο
είναι «καλάμι» και άλλο… «καλαμίδα» ή
«καλαμίδι».
Η καλαμίδα ή καλαμίδι, σύμφωνα με τον κ. Γιώργο Μπαμπινιώτη είναι
μακρύ καλάμι στην άκρη του οποίου είναι προσαρμοσμένη πετονιά με τα αγκίστρια
για να πιάνει ο χειριστής του … ψάρια! Και η λέξη αυτή για… «ψάρια»
ή …«λαβράκια» αποτελεί μέγιστη καταξίωση ενός δημοσιογράφου!!! Δηλαδή,
επισημαίνει και δημοσιεύει συγκλονιστικές ειδήσεις! Και, προς στιγμήν «έπιασα»… δύο: Τον κ. Βασιλείου και τον κ. Νεραντζή!!!
Αυτά εισαγωγικά. Ύστερα, επειδή ο κ. Νεραντζής
επιμένει για «Καραγκούνηδες» στην Ακαρνανία, για τρίγλωσσους, οι οποίοι μπορεί
να γίνουν, με την ίδια «σοφή» λογική του, όλοι οι παλαιοί και ιδιαίτερα οι
σημερινοί νέοι σε ηλικία Έλληνες …
«εκατοντάγλωσσοι», και επειδή επικαλείται και τον μεγάλο αείμνηστο καθηγητή και
ακαδημαϊκό Αντώνη Κεραμόπουλο για να με… «κατατροπώσει», παρασυρθείς από τον κ.
Βασιλείου, ως «βλάξ» θα δώσω τη σκυτάλη στον «βλάκα» Κεραμόπουλο, τον «βλάκα»
Βακαλόπουλο, τον «βλάκα» Κων. Κούμα και άλλους «βλάκες» για να ενημερώσω, όπως έκανα και κάνω επί
σαράντα χρόνια ως δημοσιογράφος και συγγραφέας βιβλίων (και όχι
«βιβλιοσυγγραμάτων»!) τους αναγνώστες μου με επιστημονικά στοιχεία και
ντοκουμέντα. Σημειώνω ότι όλα τα βιβλία των καθηγητών αυτών τα έχω διαβάσει και
τα έχω στη βιβλιοθήκη μου.
Τι
έλεγε ο Αντώνης Δ. Κεραμόπουλος
Στην ομιλία στην παρουσίαση του βιβλίου
«Τοπωνυμικό της Βλαχόφωνης (Καραγκούνικης) περιοχής της Ακαρνανίας» του κ. Αντώνη Βασιλείου, ο κ. Νεραντζής
επισημαίνει, μεταξύ άλλων, τα εξής:
«Το ζήτημα αυτό μπαίνει με τη μορφή του εξής
ερωτήματος: Γιατί τα μέλη της Βλάχικης γλωσσικής ομάδας της Ακαρνανίας, δηλαδή
οι Καραγκούνηδες, μιλούσαν σε παλιότερες εποχές συγχρόνως Βλάχικα, ελληνικά και
αλβανικά;». Και μας «φωτίζει» με την ακόλουθη απάντησή του, για την οποία ισχυρίζεται μάλιστα ότι είναι
της «σύγχρονης ιστορικής έρευνας, η οποία έχει ξεπεράσει την εθνοκεντρική της
ιστορίας», δηλαδή της... «φαντασίας» του, της
έξωθεν προπαγάνδας (ε, όταν δεν είναι εθνοκεντρική, τι είναι, κύριε
Νεραντζή; Δεν είναι .. εξωκεντρική;
Πείτε μας, για όνομα του θεού!!!).
Λέει, λοιπόν, ο μη «εθνοκεντρικός» κ.
Νεραντζής:
«Η απάντηση της σύγχρονης ιστορικής έρευνα, που έχει ξεπεράσει την εθνοκεντρική θεώρηση
της Ιστορίας, στο ερώτημα αυτό δίδεται δια στόματος ενός άλλου ιστορικού, του
Ζάχου Παπαζαχαρίου, στο βιβλίο του «Βαλκανική Κολυμβήθρα ονομάτων» που εκδόθηκε
το 1910, όπου διαβάζουμε τα εξής: «Σύμφωνα με την έρευνα του ακαδημαϊκού Α. Δ.
Κεραμόπουλου, που δημοσιεύθηκε το 1953, η λέξη «Βλάχος» δεν είναι εθνώνυμο! Η
ονομασία «Vlachus» υπάρχει στα λατινικά κείμενα από τον καιρό της κατάληψης της
Αιγύπτου από τους Ρωμαίους, δηλαδή μετά το 48 π.Χ. Συγκεκριμένα, από τότε
Βλάχους ή Φελάχους ονόμασαν αρχικά οι Ρωμαίοι τους limitaneus, τους φύλακες των
συνόρων της Αιγύπτου και αργότερα όλους τους συνοριοφύλακες του ρωμαϊκού
κράτους».
Στο «μη αυτό εθνοκεντρικό σημείο» του, ας μου
επιτρέψει ο «σοφός» κ. Νεραντζής τις ακόλουθες πρώτες (με το μαλακό!!!)
παρατηρήσεις:
Πρώτον, πώς ένα βιβλίο του Ζάχου Παπαζαχαρίου, το οποίο κυκλοφόρησε το 1910, όπως επισημαίνει, αναφέρεται σε μιαν έρευνα του Κεραμόπουλου που κυκλοφόρησε το … 1953, είναι ένα ακόμη … μυστήριο!
Δεύτερον, η αιγυπτιακή λέξη «φελλάχος» δεν
ανταποκρίνεται στην ετυμολόγηση της λέξης «Βλάχος», διότι «φελλάχος» στα αιγυπτιακά
είναι ο αγρότης και όχι … «φύλακας κλεισουρέων».
Στη συνέχεια, αναφέρει στην ίδια ομιλία του τα εξής:
«Βασισμένοι, λοιπόν, και στο σύγγραμμα αυτό
του κ. Αντώνη Βασιλείου, μπορούμε τώρα να υποστηρίξουμε ότι βλάχικα γλωσσικά
ιδιώματα ήταν και αρχαιότερα από τη λατινική γλώσσα και επέδρασαν σ΄ αυτήν εκ
των υστέρων για να διαμορφωθεί η λαϊκή λατινική…»
Η απάντησή μας καταπέλτης: «Συγχαρητήρια, κύριε Βασιλείου, συγχαρητήρια κύριε Νεραντζή! Τα ίδια λένε και οι «Μακεδορμάνοι», η νέα αντεθνική προπαγάνδα και η κομοσθεωρία των «Μακεδοαρμάνων» που λένε ότι η αρχαία /μακεδονική.φρυγική/γλώσσα ήταν… βλάχικη!!! Συγχαρητήρια!!!
Και άλλο ακόμα «σοφό» απόσπασμα από την ομιλία του κ. Νεραντζή:
«Όσο για τη συγγένεια των γλωσσικών ιδιωμάτων όλων των ανά την Βαλκανική
Χερσόνησσο κατοικούντων Βλάχων, αυτή οφείλεται στην αρχαία συγγένεια όλων των
ιλλυρικών ιδιωμάτων της Βαλκανικής από την οποία προέρχονται τα γλωσσικά
ιδιώματα των κατά τόπους Βλάχων, σύμφωνα με την έρευνα του ακαδημαϊκού Α.
Κεραμόπουλου, αν και η μελέτη του αυτή δεν έγινε ευρύτερα γνωστή, ούτε και οι
ίδιοι οι Βλάχοι της Ελλάδας την πρόσεξαν, αλλά και σύμφωνα με το αντίστοιχο
γλωσσικό πόρισμα του Αντώνη Βασιλείου στο βιβλίο του αυτό».
Μια ακόμα παρατήρηση: Όλο το έργο του Κεραμόπουλου είναι γνωστό σε όλους τους επιστήμονες, ειδικούς επιστήμονες, βλαχολόγους, γλωσσολόγους, λαογράφους και εκατοντάδες συγγραφείς. Ο κ. Βασιλείου προφανώς δεν γνώριζε το έργο αυτό και το … ανακάλυψε τώρα!
Μια ακόμα παρατήρηση: Όλο το έργο του Κεραμόπουλου είναι γνωστό σε όλους τους επιστήμονες, ειδικούς επιστήμονες, βλαχολόγους, γλωσσολόγους, λαογράφους και εκατοντάδες συγγραφείς. Ο κ. Βασιλείου προφανώς δεν γνώριζε το έργο αυτό και το … ανακάλυψε τώρα!
Λοιπόν, από το σημείο αυτό παραδίδουμε τη
«σκυτάλη» στον αείμνηστο καθηγητή και ακαδημαϊκό Αντ. Δ. Κεραμόπουλο για να
συντρίψει όλες αυτές τις ανιστόρητες
«διαπιστώσεις». Και για του λόγου το αληθές, θα το καταδείξω παρουσιάζοντας
επιγραμματικά μόνο μερικές επισημάνσεις του, όπως τις καταγράφει αναλυτικά και
με ντοκουμέντα ο κ. Αχιλλεύς Λαζάρου στο ογκώδες τετράτομο έργο «Ελληνισμός και
Λαοί της Νοτιανατολικής Ευρώπης – Διαχρονικές και επιστημονικέ διαδρομές» (Αθήνα
2009). Από το έργο αυτό άνω 3000 σελίδων, για τη συντριβή τέτοιων απόψεων
αναδημοσιεύω ενδεικτικά από τον Α΄ Τόμο τις ακόλουθες επισημάνσεις του Κεραμόπουλο:
Πασίγνωστος ο Κεραμόπουλος
-«Ο «επιμελητής – κατ΄ ευφημισμόν-
προσποιείται άγνοια παλαιοτέρων και συγχρόνων επιστημόνων, Ελλήνων και ξένων ,
ου αποδεικνύουν περίτρανα την αυτοχθονία και την ελληνικότητα των Βλάχων, ή,
αφελέστατα βασίζεται στο ότι κανείς δεν προσέχει και δεν διαβάζει τα Πρακτικά»,
επισημαίνει ο κ. Λαζάρου για κάποιο άλλο «συγγραφέα», που έλεγε τα ίδια για τον
Κεραμόπουλο! Και συνεχίζει: «Ο Μακεδών ακαδημαϊκός είχε την επιστημονική
παρρησία –παλληκαριά για ανάπτυξη των θέσεων με τον προεδρικό λόγο στην
Ακαδημία Αθηνών ενώπιον των συναδέλφων του και επιλέκτων ερευνητών όλων των
Κέντρων του Ιδρύματος, καθώς και καθηγητών του Πανεπιστημίου. Τον επίσημο λόγο
του ο Κεραμόπουλος δημοσιεύει στον ημερήσιο αθηναϊκό Τύπο και εν συνεχεία
ανατυπώνει σε βιβλίο αυτοτελές, μεστό πηγών αρχαίων και μεσαιωνικών, ελληνικών
και λατινικών, συνάμα δε πλούσιας βιβιογραφικής τεκμηριώσεως, οπότε καθίσταται
δύσκολη η κατανόησή του από στερουμένους πανεπιστημιακής παιδείας. Προσιτά
είναι μεταγενέστερα δημοσιεύματά του στην Επιστημονική Επετηρίδα της
Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, της Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών,
Μακεδονικών σπουδών κλπ…».
Οι βλαχόφωνοι είναι μόνο
ελληνικής καταγωγής
-«Τους λατινόφωνους – βλαχόφωνους της Ηπείρου,
Μακεδονίας, Θεσσαλίας δέχονται ελληνικής καταγωγής και άλλοι Έλληνες
πανεπιστημιακοί: Αντ. Δ. Κεραμόπουλος, Στίλπνων Κυριακίδης, Γεώργιος Κόλλας,
Άρης Πουλιανός…».
«Δεν
υπήρχαν Ιλλυριοί στην Αιρωλοακαρνανία»!
-«Εντελώς εσφαλμένα αναζητείται Ιλλυρία προς
την Αιτωλοακαρνανία. Βέβαια, εντοπίζεται πολύ πέραν των βορείων συνόρων της
Βορείου Ηπείρου, όπως με ακρίβεια επισημαίνεται από τους αρχαίους Στράβωνα,
μεσαιωνικούς – βυζαντινούς, Προκόπιο, συγχρόνους μας Αντ. Δ. Κεραμόπουλο…».
«Υπάρχουν
μόνο ηπειρώται Έλληνες και όχι Ιλλυριοί»
-«Πέραν του ποταμού Γενούσου είναι Ιλλυριοί,
εντεύθεν δε είναι ηπειρώται Έλληνες.
Ούτοι, είτε ορθόδοξοι χριστιανοί είναι, είτε μωαμεθανοί Τόσκηδες, είναι
αδιάγνωστοι απ΄ αλλήλων έξω της θρησκείας» (Αντώνη Δ. Κεραμόπουλου, εργασία υπό
τον τίτλο «Ιλλυριοί – Αλβανοί και Αρβανίτες», Πεπραγμένα του Θ΄ Διεθνούς
Βυζαντινολογικού Συνεδρίου, Θεσσαλονίκη 1953, σελίδες 478).
«Οι
λατινόγλωσσοι είχον μόνο εθνικόν αίθημα»
-«Οι λατινόγλωσσοι της Ελλάδος όχι μόνον το
εθνικό αίσθημα διετήρησαν, αλλά και την γοητεία του ελληνικού γλωσσικού οργάνου
ησθάνοντο και ήθελον και εφρόντιζον να ανακτήσουν αυτό ως αισθητόν και έντονον
εθνικόν γνώρισμα, ιδρύοντες ελληνικά σχολεία”.
(Αντ. Δ. Κεραμόπουλος, «Μακεδονικά», 2 (1941 – 1952)514).
Ένα
ακόμα συντριπτικό επιστημονικό γρονθοκόπημα
-Και ιδού κι ένα άλλο, συντριπτικότατο, επιστημονικό γρονθοκόπημα του Κεραμόπουλου
κατά Νεραντζή – Βασιλείου: «Αποικίαι εξ Ιταλίας δεν εστάλησαν εις τον limitem τούτον της Ελληνικής χερσονήσσου, οι κάτοικοι
ήσαν Έλληνες και έγραφον ελληνικά επιγραφάς, ας είχον. Έπειτα, επί Ρωμαίων
γίνονται λατινόγλωσσοι και γράφουν οι ίδιοι λατινικάς επιγραφάς, ας έχομεν…» (Αντ. Δ. Κεραμόπουλος, βλέπε πιο
πάνω «Μακεδονικά).
Βλαχόφωνοι
Καραγκούνηδες; Ε, και βλαχόφωνοι… Εβραίοι!
-Στο βιβλίο του «Τι είναι οι Κοτσόβλαχοι»
(Αθήναι 1939) ο Κεραμόπουλος, σχολιάζοντας
το γνωστό βιβλίο του Ισπανο-Εβραίου περιηγητή Βενιαμίν εκ Τουδέλης, ο
οποίος επισκέφθηκε κατά τον 12ον αιώνα και την Αιτωλοακαρνανία, όπου σε κάθε αναφορά
μετρούσε πόσοι Εβραίοι κατοικούσαν σε διάφορες πόλεις, καταφέρει και ένα άλλο
συντριπτικό γρονθοκόπημα στον κ. Νεραντζή, ο οποίος υποστηρίζει ότι σε κάθε
επαφή ή συμβίωση Ελλήνων με αλλότριους
τους κάνει … πολύγλωσσους ή
Ιλλυριούς ή Αλβανούς ή Λατίνους!!! Γράφει, λοιπόν, ο Κεραμόπουλος ειρωνευόμενους
κάποιο συγγραφέα: «Οι Βλάχοι πρέπει να ήσαν Εβραίοι! Αφού μάλιστα είχον και εβραϊκά ονόματα (Θωμάς, Ιωάννης, Μιχαήλ,
Μαρία, Μαγδαληνή κλπ)».
Κι
άλλο ισχυρό ράπισμα
-Άλλο ράπισμα: «Η λατινογενής γλώσσα, ήν έχουν
σήμερον οι Βλάχοι, επεδήμησεν εις την Μακεδονικήν ή την Ηπειρωτικήν ή
Θεσσαλικήν κοινήν ορεινήν ή την πεδινήν χώραν επί της Ρωμαιοκρατίας» (Αντ. Δ.
Κεραμόπουλος, «Ο Στράβων και οι Βλάχοι της Πίνδου», Επετηρίς Εταιρείας
Βυζαντινών Σπουδών, 23, 1953, 71).
Αρχαίοι
αυτόχθονες Έλληνες οι βλαχόφωνοι
-Και μια ακόμα επισήμανση του Κεραμόπουλου από
το ίδιο βιβλίο, η οποία επιβεβαιώνει και τις δικές μας επιστημονικές
διαπιστώσεις» «Εκ πάντων τούτων συνάγεται ότι εις την Θεσσαλικήν πεδιάδα
κατήρχοντο εκ των γειτονικών ορέων … κτηνοτρόφοι… και διέμενον μετά των κτηνών
των εις την Θεσσαλικήν πεδιάδα κατά την ψυχράν περίοδον του χειμώνος και
επανήρχοντο εις τα όρη περί το έαρ. Ούτος ήτο ο βίος των αρχαίων Περραιβών,
ελληνικής φυλής, λατινογλώσσων όμως…».
Υπάρχει χρεία άλλων ντοκουμέντων, τα οποία
στην περίπτωση αυτή, περιορίζονται σε μερικά που αναφέρει ο Κεραμόπουλος, τον
οποίο επικαλούνται οι κ. Νεραντζής και Βασιλείου. Είμαι σίγουρος ότι κ.
Λαζάρου, θα είναι πιο καταιγιστικός με τα επιστημονικά βέλη που έχει φαρέτρα
του!
Η πολύχρονη σύγχυση στην Αιτωλοακαρνανία για
τους Ριμένους και η ραπιστική απάντηση του Κων. Κουτσομπίνα
Δεν περίμενα ποτέ ότι μια σύγχυση που
διατηρούσαν από άγνοια στην περιοχή μας γύρω από την πραγματική ονομασία και
καταγωγή των Ριμένων – Ελληνόβλαχων της Ακαρνανίας θα γινόταν «επιστημονικό»
φλάμπουρο από Ελληνόβλαχο συγγραφέα και άσχετους άλλους συναδέλφους του. Όπως
μάλιστα καταδείχθηκε από βίντεο που προβλήθηκε πρόσφατα αππό κάποια ομάδα και
αφορούσε στις πολιτιστικές εκδηλώσεις της Παλαιομάνινας το 2006, ένας απλός,
αγράμματος, χωρίς διδακτορικά, αρχιμάγειρας του βλάχικου γαμήλιου φαγητού της
Παλαιομάνινας, κάτοικος της Παλαιομάνινας, απαντούσε συνεχώς, παρά τις επίμονες
«πονηρές» ερωτήσεις, ότι «εμείς είμαστε Βλάχοι και δεν έχουμε καμιά σχέση με
τους Καραγκούνηδες»!!!.
Δικαιολογήστε μου την έκπληξη αυτή για την παράξενη
μάλιστα επιμονή ενός βλαχόφωνου από τα
Όχθια εκπαιδευτικού, (αλήθεια εκείνος μιλάει και … καραγκούνικα;) του συγγραφέα του επίμαχου αυτού βιβλίου, που
χαρακτηρίζει τους βλαχόφωνους της
Ακαρνανίας ως… Καραγκούνηδες, αναφέροντας τα εξής:
Στο τεύχος 48 (Ιανουάριος – Απρίλιος 1976) του περιοδικού «Νιοχώρι» δημοσιεύθηκε ένα άρθρο του Θανάση Κοντοπάνου «Περί Βλάχων – Καραγκούνηδων» στο οποίο ήταν διάχυτη η σύγχυση που κυριαρχούσε κυρίως στη γύρω περιοχή για τους κατοίκους των έξι βλαχοχωριών της Ακαρνανίας, δηλαδή της Παλαιομάνινας, της Στράτου, των Οχθίων, της Γουριώτισσας, των Αγραμπέλων και του Στρογγυλοβουνίου, γύρω από το χαρακτηρισμό τους ως «καραγκούνηδων» και τη… «ρουμανική» καταγωγή τους.
Στο άρθρο αυτό απάντησε με τεκμηριωμένη
επιστολή – ντοκουμέντο ο αείμνηστος Κωσταντίνος Νικολάου Κουτσομπίνας. Ο
Κωνσταντίνος Κουτσομπίνας, γιος του Νίκου Κουτσομπίνα και εγγονός του Θύμιου
Κουτσομπίνα, ιδρυτών της Παλαιομάνινας, ήταν ο δεύτερος γιος της οικογενείας (ο πρώτος ήταν
ο αείμνηστος Φώτης Κουτσομπίνας). Πολυμαθέστατος, πολυδιαβασμένος. Ίσως, επειδή
είχε το χρόνο όλο δικό του καθώς από τα εφηβικά του χρόνια (λίγο μετά την
εισαγωγή στο Πάντειο Πανεπιστήμιο μαζί με το Βασίλη Φίλιππα Νίτσα) ήταν
καθηλωμένος στο αναπηρικό κρεβάτι και καθόταν στο σπίτι που βρισκόταν (και
είναι ακόμα) στην εντυπωσιακή αυλή του αρχοντικού Κουτσομπίνα.
Είχα
την καλή τύχη και την τιμή να συζητάμε
ώρες ολόκληρες με τον Κωνσταντίνο Κουτσομπίνα, ενώ πολλές φορές τον εφοδίαζα
και με δικά μου βιβλία, καθότι, όπως προανέφερα, ήταν δεινός μελετητής. Αυτές
οι επισκέψεις και οι συζητήσεις στο σπίτι του άρχισαν μετά το 1955 (από μαθητής
του Γυμνασίου τη Παλαμαϊκής Σχολής Μεσολογγίου), συνεχίσθηκαν, όταν κατέβαινα
στο χωριό, όταν ήμουν φοιτητής στο πανεπιστήμιο και κορυφώθηκαν μετά το 1969, όταν
ήδη είχε αρχίσει η δημοσιογραφική μου πορεία.
Θυμάμαι, λοιπόν, ότι μετά το Πάσχα του 1976
είχα επισκεφθεί το χωριό μας και, φυσικά, πήγα να δω (όπως έκανα πάντα!) τον
Κωνσταντίνο Κουτσομπίνα, ο οποίος πάντα ρωτούσε τον πατέρα μου (ήταν ο κουρέας
του!) πότε θα κατέβαινα στο χωριό. Με είχε ενημερώσει ο πατέρας μου, λέγοντας
ότι ο «Κωστάκης» (έτσι τον έλεγαν στο χωριό!) σε περιμένει με αγωνία, αλλά δεν
μού είπε τι σε θέλει! Πράγματι, επισκέφθηκα τον Κωνσταντίνο Κουτσομπίνα κι
αμέσως μου έδωσε να διαβάσω το άρθρο που είχε δημοσιευθεί στο περιοδικό
«Νιοχώρι». Για πρώτη φορά διαπίστωσα ότι ήταν εκνευρισμένος. Και εξεπλάγην
διότι ήταν πάντα ήρεμος, γαλήνιος! «Τι κάνω, τώρα Δημητράκη;», μου είπε.
«Απλούστατα, να στείλεις μιαν επιστολή στο περιοδικό, όπου θα παρουσιάζεται η
πραγματικότητα, η οποία είναι πολύ θολή στην περιοχή μας για τους
Ελληνόβλαχους», που δεν είμαστε «Καραγκούνηδες» του απάντησα.
Αμέσως, γαλήνευσε, ηρέμησε. «Την έχω έτοιμη»,
μου είπε! «Διάβασέ την, σε παρακαλώ, και
πες μου τις εντυπώσεις, καθώς εσύ γνωρίζεις την πραγματικότητα, αφού από
φοιτητής συνεργαζόσουνα με τον αδερφό μου, τον Φώτη».
Τη διάβασα την επιστολή και πράγματι θαύμασα
τα άψογα Ελληνικά του συγγραφέα και διαπίστωσα ότι ήταν καταπέλτης όσον αφορά
την τεκμηρίωση της ελληνοβλάχικης (κουτσοβλάχικης …καραγκούνικης!!!)) διαλέκτου ως ελληνικής
και το ράπισμα της προπαγάνδας (δεν έχει παύσει ποτέ) ότι η Κουτσοβλαχική είναι… ρουμανική! Μπορώ να πω ότι ενθουσιάσθηκα από το περιεχόμενο της επιστολής
διότι τα επιχειρήματα που παρετίθεντο σ΄ αυτήν προέρχονταν από έναν άμεσο γόνο
ιδρυτή του χωριού μας, ο οποίος ανέβαινε πολλά χρόνια πριν με τα κοπάδια του στην Ήπειρο για
ξεκαλοκαιριό και κατέβαινε στην Ακαρνανία για χειμαδιό.
Συμπεραίνω, λοιπόν, πέρα από τις γνώσεις που απέκτησε ο Κωνσταντίνος Κουτσομπίνας για το θέμα αυτό από τις συνεχείς μελέτες σχετικών βιβλίων και άλλων πηγών, ένα μέρος προερχόταν από τον πατέρα του Νίκο Κουτσομπίνα και τον παππού του Θύμιο Κουτσομπίνα. Δηλαδή, πρόκειται για πληροφορίες από «πρώτο χέρι». Διαπίστωσα όμως ακόμα ότι, ως άρχοντας και αριστοκράτης που ήταν, εμφανιζόταν στην επιστολή ως πάρα πολύ ευγενικός! Κι έτσι πείσθηκε και δέχθηκε να αλλάξει το κείμενο της επιστολής προς το τέλος! Ικανοποιήθηκε από τη διαβεβαίωση αυτή και τον αποχαιρέτησα τονίζοντας να στείλει την επιστολή αυτή στο περιοδικό «Νιοχώρι».
Συμπεραίνω, λοιπόν, πέρα από τις γνώσεις που απέκτησε ο Κωνσταντίνος Κουτσομπίνας για το θέμα αυτό από τις συνεχείς μελέτες σχετικών βιβλίων και άλλων πηγών, ένα μέρος προερχόταν από τον πατέρα του Νίκο Κουτσομπίνα και τον παππού του Θύμιο Κουτσομπίνα. Δηλαδή, πρόκειται για πληροφορίες από «πρώτο χέρι». Διαπίστωσα όμως ακόμα ότι, ως άρχοντας και αριστοκράτης που ήταν, εμφανιζόταν στην επιστολή ως πάρα πολύ ευγενικός! Κι έτσι πείσθηκε και δέχθηκε να αλλάξει το κείμενο της επιστολής προς το τέλος! Ικανοποιήθηκε από τη διαβεβαίωση αυτή και τον αποχαιρέτησα τονίζοντας να στείλει την επιστολή αυτή στο περιοδικό «Νιοχώρι».
Όπερ
και εγένετο. Υπό ημερομηνία 8 Ιουνίου 1976 ο Κωνσταντίνος Ν. Κουτσομπίνας
έστειλε την επιστολή αυτή στο περιοδικό «Νιοχώρι», η οποία δημοσιεύθηκε στο
επόμενο τεύχος (49/1976) και η οποία είχε ως εξής:
«Κύριε διευθυντά, εις το 48 τεύχος Ιανουαρίου Απριλίου 1976 του έγκριτου και χρήσιμου περιοδικού της Κοινότητας Νεοχωρίου «Νιοχώρι», διάβασα το άρθρο του αξιότιμου κυρίου Θανάση Κοντοπάνου περί Βλάχων – Καραγκούνηδων. Σαν άμεσος απόγονος των αναφερομένων εις το άρθρο τούτο, Θύμιου και Νίκου Κουτσομπίνα (εγγονός του πρώτου και υιός του δεύτερου) θέλω να συγχαρώ τον συγγραφέα του άρθρου για τα τόσον λεπτομερή γεγονότα, τα οποία εκθέτει, όσον αφορά τα δύο προσφιλή μου πρόσωπα των προγόνων μου, ως και για τα ήθη και έθιμά μας. Θα μου επιτρέψει όμως ο κύριος Κοντοπάνος να διαφωνήσω εις το θέμα της καταγωγής μας. Κανείς από τους ομοφύλους μας είτε κατοικούντες εις Ακαρνανίαν είτε εις Ήπειρον και Μακεδονίαν, που γνωρίζουν έστω και ολίγα γράμματα, δεν παραδέχονται ότι κατάγονται από τους Ρουμάνους, διότι γνωρίζουν ότι η γλώσσα μας ομοιάζει περισσότερο με την Ελληνικήν και Ιταλικήν, παρά με την Ρουμανικήν. Όπως δε αναφέρουν εις συγγράμματά των περίφημοι επιστήμονες, όπως ο ακαδημαϊκός ιστοριοδίφης Κεραμόπουλος, ο πρόεδρος της Ανθρωπολογικής Εταιρείας κ. Άρης Πουλιανός και ο εξοχότατος υπουργός Εθνικής Αμύνης κ. Ευάγγελος Αβέρωφ, η φυλή μας, των Κουτσοβλάχων (όχι Βλάχων) είναι η πιο γνήσια ελληνική, όμοια των Σαρακατσαναίων. Όσον αφορά το ζήτημα της διαλέκτου που χρησιμοποιούμεν και η οποία είναι πολύ πτωχή σε λέξεις ξένες (ιταλικές), οι ως άνω ειδήμονες περί την Ιστορίαν, το εξηγούν ως εξής: Γνωρίζομεν ότι μετά τα τέλη του 2ου π.Χ. αιώνος, ήτοι μετά την εν Κυνός Κεφαλαίς μάχη μεταξύ του Μακεδόνος Βασιλέως Φιλίππου Ε΄ και του Ρωμαίου αρχηγού Φλαμενίνου, η Ελλάς υπετάγη εις τους Ρωμαίους, ηττηθέντος του Φιλίππου κατά την ως άνω μάχην. Οι κατακτηταί Ρωμαίοι, προς επικοινωνίαν με τας Αματολικάς επαρχίας, κατασκεύασαν την περίφημον «Εγνατίαν Οδόν», οδικήν αρτηρίαν μεγάλης στρατιωτικής και εμπορικής σημασίας. Η οδός αυτή άρχιζε από το Δυρράχιον επί της Αδριατικής, κατευθύνετο προς Νότον μέχρι των σημερινών συνόρων , περίπου Ελλάδος – Αλβανίας, από εκεί κατευθύνετο προς Ανατολάς μέχρι του Έβρου ποταμού. Μετά την κτίσιν της Κωνσταντινουπόλεως υπό του Μεγάλου Κωνσταντίνου, επεξετάθη μέχρις αυτής. Το μήκος της έφθασε τα 800 περίπου χιλιόμετρα. Λόγω , λοιπόν, της σπουδαιότητός της ήτο ανάγκη να φυλαχθεί η οδική αυτή αρτηρία δια φρουρών. Δια να μην απασχοληθούν δε ρωμαϊκαί δυνάμεις εις την υπηρεσίαν αυτήν, στρατολογούσαν οι Ρωμαίοι μισθοφόρους εκ των ομόρων περιοχών, ήτοι Αλβανίας, Ελλάδος και Σερβίας. Τοιουτοτρόπως, οι μισθοφόροι αυτοί ήταν υποχρεωμένοι να εκμάθουν τις στοιχειώδεις φράσεις των προϊσταμένων τους αξιωματικών εις την επικρατούσαν τότε Ρωμαϊκήν γλώσσαν, η οποία συν τω χρόνω μετεβλήθη σε μητρική τους γλώσσα. Και έτσι έχομεν τους Αρβανιτοβλάχους (Αλβανοί φρουροί), Κουτσόβλαχους, οι απόγονοι των Ελλήνων Φρουρών κλπ. Εις επίρρωσιν των ανωτέρω υπάρχει εν παλαιόν λεξικό της Κουτσοβλαχικής διαλέκτου, συγγραφεύς του οποίου είναι διακεκριμένος Γυμνασιάρχης του οποίου το όνομα δεν ενθυμούμαι, Κουτσόβλαχος την καταγωγήν, δια του οποίου, επιστημονικώς αποδεικνύει ότι εις την Κουτσοβλαχικήν διάλεκτον αι περισσότεραι λέξεις προέρχονται από ρίζας Ελληνικών λέξεων, όπως π.χ. λέμε την κάλτσαν εις την Κουτσοβλαχικήν «περπόντι», ως το αρχαίον Ελληνικό «περιπόδιον». Το πρόβατο το λέμε «όϊ», εκ του Ομηρικού «Όϊς», την χαράν τη λέμε «χαράον», την «παρηγοριάν» «προυγουρίη», το «υποκάμισον «κεμιάσε», το «ποτάμι» «ρέου» εκ των «ρέω» κλπ (Σημείωση: Εννοεί τον Κωνσταντίνο Νικολαίδη, ο οποίος το 1909 κυκλοφόρησε το πολύτιμο ογκώδες «Λεξικό της Κουτσοβλαχικής Γλώσσης»). Όπως έχω διαβάσει σ΄ εφημερίδα, μια Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Αμερικής χαρακτηρίζει την φυλήν των Κουτσοβλάχων Ηπείρου, Στερεάς Ελλάδος, Μακεδονίας και Θράκης ως τους πλέον γνήσιους Έλληνας. Αυτά προς αποκατάστασιν τη αληθείας. Και πάλιν συγχαίρω τον αξιότιμον κύριον Κοντοπάνον δια το περισπούδαστον πόνημά τους περί της φυλής μας, έστω και αν, λόγω των πολλών αντιφατικών γνωμών που υπάρχουν γι΄ αυτήν όσον αφορά την καταγωγή της (πράγμα που συμβαίνει και για την προέλευσιν πολλών λαών και για τους ομιλούντας μόνον την Ελληνικήν Έλληνας, όρα Φαλμεράϊερ), παρασύρθηκε από αβασάνιστες απόψεις μερικών δήθεν επιστημόνων επί το πλείστον από πολιτικές και φυλετικές σκοπιμότητες π.Χ. Ρουμάνων, Ιταλών κλπ. Επίσης, συγχαίρω τον κ. πρόεδρον της Κοινότητας Νεοχωρίου ως και το Κοινοτικόν Συμβούλιον αυτής δια το χρησιμώτατον περιοδικόν «Νιοχώρι», ευχόμενος η έκδοσίς του να είναι παντοτινή και να εύρη μιμητάς και από άλλες κοινότητες.
Με τιμή και συμπατριωτική αγάπη
Κωνσταντίνος Ν. Κουτσομπίνας»
Χρήστος Ευαγγελάτος: «Δεν είστε Καραγκούνηδες,
αλλά Ελληνόβλαχοι»!
Από ένα άρθρο μου δημοσιεύθηκε πρόσφατα (στις
26 Ιουλίου 2012) στη φιλόξενη εφημερίδα «Αιχμή» Αιτωλοακαρνανίας στο πλαίσιο
ενός αφιερώματος στον αείμνηστο δήμαρχο, πολιτικό, συγγραφέα Χρήστο Ευαγγελάτο
υπό τον τίτλο: « διδακτική γνωριμία μου
με τον Χρήστο Ευαγγελάτο», αναδημοσιεύω ένα απόσπασμα, από το οποίο προκύπτει ο
χαρακτηρισμός των Ριμένων της Ακαρνανίας ως «Καραγκούνηδων» είχε γενικευθεί
στην περιοχή από τους άλλους κατοίκους εκτός από τους Ελληνόβλαχους οι οποίοι
αυτοποκαλούνταν μόνον ως «Ριμένοι».
Θέλω, δηλαδή, υπογραμμίσω με την
αναδημοσίευση αυτή ότι θύμα αυτής «παρεξήγησης» είχα πέσει και ο ίδιος πριν από
… πενήντα χρόνια. Τα «μάτια μου άνοιξε» ο αείμνηστος Χρήστο Ευαγγελάτος και από
τότε έβαλα ως στόχο την αποκατάσταση αυτής στρεβλής και ανιστόρητης και αντιεπιστημονικής
πραγματικότητας. Και ιδού πώς. Αναδημοσιεύω το σχετικό απόσπασμα:
«Τη δεύτερη φορά που συναντήθηκα με τον
Χρήστο Ευαγγελάτο ήταν την άνοιξη του 1961. Ήμουνα τότε μαθητής της τελευταίας
(έκτης) τάξεως της Παλαμαϊκής Σχολής. Πήγα να πάρω δανεικά ένα βιβλίο. Μόλις με
είδε με κάλεσε στο γραφείο του! Είχε μπροστά του την τοπική εφημερίδα
«Αιτωλοακαρνανικός και Ευρυτανικός Τύπος» του άξιου δημοσιογράφου Τάκη
Σαλμά. Άνοιξε την εφημερίδα και
σταμάτησε σε μια σελίδα όπου δημοσιευόταν σε συνέχειες μία έρευνά μου υπό τον
τίτλο «Οι Καραγκούνοι και ο Αλή Πασάς». Μολονότι γνώριζε από τον Τάκη Σαλμά ότι
συγγραφέας της έρευνας αυτής είναι ο γράφων, με ρώτησε: «Αυτή η έρευνα είναι
δική σας;». Του απάντησε με συστολή και δέος καταφατικά. Τότε τον είδα να
χαμογελάει για δεύτερη φορά και μου είπε περίπου τα εξής:
«Διαβλέπω ότι έχετε δημοσιογραφική πένα,
δημοσιογραφικό αισθητήριο, δημοσιογραφικές ανησυχίες! Τι σας έκανε και γράψατε
την έρευνα αυτή, για την οποία έχω συγχαρεί τον κ. Τάκη Σαλμά για τη δημοσίευσή
της, μολονότι είναι ενός μαθητή Γυμνασίου;»
Εξήγησα ότι καθώς πήγαινα στην Παλαιομάνινα
το καλοκαίρι μετά το τέλος κάθε σχολικής χρονιάς, συγκέντρωνα τους υπέργηρους
του χωριού και, κερνώντας ένα καφέ ή ουζάκι ή δίνοντας μια χούφτα καπνό που
έπαιρνα από την καπνοσακούλα του πατέρα μου, προσπαθούσα με τις κατάλληλες
ερωτήσεις να μαζεύω ιστορικά και
λαογραφικά στοιχεία για την Παλαιομάνινα. Τα πλούσια αυτά στοιχεία τα
ρίχνω σε ένα μεγάλο φάκελο για να τα αξιοποιήσω όταν θα εμπλουτισθούν και με άλλα και θα έχω αργότερα χρόνο και επιστημονική τεκμηρίωση.
Σε πρώτη φάση και ύστερα από συνεννόηση με τον κ. Σαλμά, έγραψα την έρευνα
αυτή».
Εντυπωσιάσθηκε με όλα αυτά, γιατί έθιξα,
χωρίς να θέλω, μιαν ευαίσθητη χορδή του: το πάθος για την έρευνα και τη
δημοσιογραφία
Με συνεχάρη και, στη συνέχεια, ξεδιπλώνοντας
την ευρυμάθειά του μου είπε:
«Κύριε Στεργίου, επιτρέψτε μου να κάνω μια
διόρθωση: Οι κάτοικοι της Παλαιομάνινας και των άλλων πέντε χωριών της
Ακαρνανίας δεν είναι «Καραγκούνοι», είναι «Ελληνόβλαχοι». Ξέρω ότι έτσι σας
αποκαλούν οι ντόπιοι, δηλαδή ως «Καραγκούνηδες», αλλά δεν είναι ορθός ο
χαρακτηρισμός αυτός. Όταν θα βρείτε περισσότερο χρόνο αργότερα και μέχρι να
τελειώσετε τις σπουδές σας, συγκεντρώστε σχετικά βιβλία ειδικών επιστημόνων και
προσπαθήστε να αποκαταστήσετε την πραγματικότητα. Μια άλλη συμβολή μου είναι να
μην πέσουν οι Ελληνόβλαχοι αυτοί της Ακαρνανίας θύματα της ρουμανικής
προπαγάνδας…»
Έφυγα προβληματισμένος! Ο δήμαρχος
Μεσολογγίου, ο οποίος ήταν δημοσιογράφος επί πολλά χρόνια, ήταν βουλευτής, είχε
διατελέσει υφυπουργός Συντονισμού, γνώριζε για τους Ελληνόβλαχους της
Ακαρνανίας λεπτομέρειες, που δεν γνώριζα, που δεν γνώριζε άλλος κανείς!
Έτσι, από τότε, συγκέντρωνα κι άλλα στοιχεία,
έκανα μια πλούσια βιβλιοθήκη και σε όλα τα βιβλία μου που αναφέρονται στην
ιστορία, τη λαογραφία και τα έθιμα της Παλαιομάνινας δεν υπάρχει πουθενά η
παρεξηγημένη λέξη «Καραγκούνοι», αλλά μόνον «Ελληνόβλαχοι», εξαιτίας της
συμβουλής του Ευαγγελάτου. Τα βιβλία αυτά είναι «Η Παλαιομάνινα από τα βάθη των
αιώνων έως σήμερα», «Τα βλάχικα έθιμα της Παλαιομάνινας με αρχαιοελληνικές
ρίζες» (Εκδόσεις Δ. Παπαδήμα, Αθήνα 2001) και «4.500 μυκηναϊκές , ομηρικές,
βυζαντινές και νεοελληνικές λέξεις στον βλάχικο λόγο» (Εκδόσεις Δ. Παπαδήμα,
Αθήνα 2007).
Στα
τοπωνύμια της Παλαιομάνινας δεν υπάρχει ούτε μια αλβανική ονομασία!
Από τα εκατό περίπου τοπωνύμια της
Παλαιομάνινας, που καταγράφονται στη συνέχεια, κανένα δεν έχει τούρκικη ή
σλάβικη ή αλβανική ονομασία. Όλα σχεδόν είναι στα βλάχικα και πήραν την
ονομασία τους από ξωκλήσια, αρχαιολογικά μνημεία, ιδιοκτήτες των αντίστοιχων
περιοχών, από ζώα (πρόβατα, βόδια, γαϊδούρια), κλέφτες και γεωγραφικό ανάγλυφο.
Όλα αυτά σημαίνουν ότι η περιοχή αυτή της Ακαρνανίας κατοικούνταν και πριν από
την εγκατάστασή των Ριμένων στα σημερινά χωριά τους αποκλειστικά και μόνο από
τους ίδιους Έλληνες βλαχοποιμένες. Υπάρχει ένα μόνο τοπωνύμιο στη σλάβικη
γλώσσα («λούτσα»), αλλά κι αυτή προ πολλού είχε και έχει ενταχθεί στο ελληνικό
λεξιλόγιο.
1.
-Αγία
Παρασκευή (Αγία Παρασκευή). Τοποθεσία όπου υπάρχει ομώνυμο ξωκλήσι
2.
-Άι-
Γιώργη (Άγιος Γεώργιος). Τοποθεσία στη δεξιά όχθη του Αχελώου, όπου
υπήρχε το παλιό νεκροταφείο, υπήρχε και υπάρχει το ομώνυμο ξωκλήσι. Πρόκειται
για ένα ίσως τεχνητό γήλοφο που κρύβει πολλά αρχαιολογικά μυστικά.
3.
-Άι -
Νικόλα (Άγιος Νικόλαος). Τοποθεσία στο υψηλότερο ίσως και
γραφικότερο λόφο του χωριού, όπου υπάρχει και το ομώνυμο ξωκλήσι.
4.
-Αγιελένου
(Αγία Ελένη). Προφανώς εκεί υπήρχε το ομώνυμο ξωκλήσι,
όπως έλεγαν οι παλαιότεροι κάτοικοι.
5.
-Αετοφωλιάο
(Αετοφωλιά). Το υψηλότερο σημείο στον ομώνυμο γραφικό λόφο.
6.
-Αούζου.
Τόπος που «πιάνει νερό».
7.
-Αούζου
α Νάνου. Τοποθεσία από το επώνυμο του ιδιοκτήτη της περιοχής.
8.
-Αούζου
κου Άπε. Άλλη ονομασία βαλτώδους (με νερό) τοποθεσίας.
9.
-Βάϊα.
Τοποθεσία με το επώνυμο του ομώνυμου ιδιοκτήτη (Τάκιας Βάϊας ή Σταμούλης).
10.
-Βουκρόλου
α Μπέκου. Τοποθεσία με βουκόλους ή αγελαδάρηδες του Μπέκου
(επώνυμο του χωριού)
11.
-Βωβόο.
Τοποθεσία που χαρακτηρίζεται για την ησυχία.
12.
-Γαϊδουρόλακα.
Λάκα για γαϊδάρους.
13.
-Γέροντα.
Τοποθεσία από κάποιο ιδιοκτήτη γέροντα ή επώνυμο «Γέροντας».
14.
-Γιαννέλη.
Τοποθεσία από το επώνυμο ομώνυμου ιδιοκτήτη (Γιαννέλης).
15.
-Γκαβιζάκια.
Κλειστή πεδιάδα ή τοποθεσία (λαγκάδα).
16.
-Γκούβα
α Ντελί. Σπηλιά – κρησφύγετο του ληστή Ντελή.
17.
-Γκουφάουα. Τοποθεσία που πήρε το
όνομά της προφανώς από κουφάλα δέντρου.
18.
-Γκούβα
α Φούρου. Σπηλιά – κρησφύγετο του κλέφτη και αρματολού.
19.
-Γκούβες.
«Ψυγεία» ή αρχαίοι σιροί, λαξευμένοι σε πέτρες μέσα στο χώμα. Υπάρχουν
πάμπολλοι στην τοποθεσία της Αγίας Παρασκευής και στο ερειπωμένο ξωκλήσι
(Μπισέρκα τσα Ασπάρτα). Βλέπε πιο κάτω.
20.
-Γκρόπα
α Στε. Λάκα του Στε (ργίου).
21.
-Γκρόπα
κου Γκόρτς. Λάκα με αγραπιδιές.
22.
-Δεκέλα
ή Διχέλι. Προφανώς από το σχήμα της περιοχής (διχάλα).
23.
-Δεξαμενήα.
Δεξαμενή. Τοποθεσία, κοντά στην Κουτσοπόλακα, στο δάσος της Μάνινας, όπου
υπάρχει παλιά τεχνητή λιθόκτιστη υδατοδεξαμενή
24.
-Κάρπινου.
Τοποθεσία όπου ευδοκιμεί ή υπάρχει δέντρο σαν την οξιά, κοινώς γαυρί.
25.
-Κιαπέκου.
Τοποθεσία από ομώνυμο ιδιοκτήτη.
26.
-Κιάφα
α Μίχα. Πέρασμα προφανώς από όνομα ομώνυμου ιδιοκτήτη.
27.
-Κιάφα
α Τσάκαλου. Πέρασμα του τσακαλιού.
28.
-Κιτριτσέλου.
Περιοχή (πλαγιά) κακοτράχαλη με μικρές πέτρες.
29.
-Κουκίστρα.
Τοποθεσία που είναι δύσκολο να ετυμολογηθεί.
30.
-Κούλια.
Τοποθεσία όπου υπάρχει επιβλητικός βυζαντινός πύργος.
31.
-Κουντρί.
Σκληρό, κακοτράχαλο σημείο.
32.
-Κουρπέστια
ή Κορπέϊα α Βιέτσιουρου. Γρέκια των αγελάδων (κοπριά)
33.
-Κουρπέστια
α τσα Σκούμπτα. Γρέκια κρυμμένα.
34.
-Κουπέστια
α Μήλα. Γρέκια του Μήλα.
35.
-Κουτσοπόλακα.
Μικρή λάκα.
36.
-Λα
Ανακαφίε. Τοποθεσία όπου έγιναν αρχαιολογικές ανασκαφές από τον
Κ. Ρωμαίο το 1916.
37.
-Λαγκάδα.
Λαγκάδα.
38.
-Λάκα.
Λάκα.
39.
-Λα
Μόρτου. Τοποθεσία όπου προφανώς είχε σκοτωθεί ή ταφεί κάποιος
πολεμιστής ή ληστής.
40.
-Λα
Πόρτε. Αρχαία επιβλητική Πύλη της αρχαίας πόλης στη δεξιά όχθη
του Αχελώου ποταμού.
41.
-Λα
Ρίπε. Τοποθεσία όπου υπήρχε μεγάλη επικλινής και λεία πέτρα
που χρησιμοποιούνταν από τα παιδιά παλαιότερα ως … τσουλήθρα. Παράγεται από την
αρχαιοελληνική λέξη ροπή = κλίση.
42.
-Λα
Στέρνα Μάρε. Μεγάλη Στέρνα, λαξευμένη σε μεγάλη πέτρα, στην αρχαία
ακρόπολη.
43.
-Λέτσιου.
Τοποθεσία από επώνυμο ή παρώνυμο ιδιοκτήτη.
44.
-Λούτσα.
Τοποθεσία που «έπιανε νερό» (λιμνούλα) το χειμώνα και χρησιμοποιούνταν ως …
γήπεδο το καλοκαίρι.
45.
-Λούτσα
α Νάκα. Λούτσα του Νάκα (επώνυμο)
46.
-Λούτσα
κου Ρουτζιτίνε. Λούτσα (νερόλακος) με ρίζες δέντρων.
47.
-Λούτσα
ντι Τζιάνε. Λούτσα (νερόλακος) πάνω στο λόφο.
48.
-Λούτσα
ντι Χύμε. Η κάτω Λούτσα (νερόλακος).
49.
-Λυγιάο.
Τοποθεσία όπου ευδοκιμεί η λυγαριά ή λυγιά, που έχει κλαριά κατάλληλα για
πλέξιμο καλαθιών.
50.
-Μάϊνα
ή Μένα α Όϊου. Τοποθεσία κατάλληλη για πρόβατα.
51.
-Μάσσου.
Τοποθεσία από τον ομώνυμο ιδιοκτήτη.
52.
-Μήλα ή Λα Ραμπουτίκα. Τοποθεσία μεγάλης
έκτασης στη δεξιά όχθη του Αχελώου ποταμού, όπου υπάρχει και μυκηναϊκός τάφος.
Πήρε το όνομα προφανώς από ομώνυμο ιδιοκτήτη Μήλα και στη, συνέχεια, ο από τον
αρχιτσέλιγγα Ραμπουτίκα που την
εγκατέλειψε με επεισοδιακό τρόπο, με πανουργία του Κουτσομπίνα.
53.
-Μήτρα.
Τοποθεσία από τον ομώνυμο ιδιοκτήτη.
54.
-Μιχάλη.
Τοποθεσία στη δεξιά όχθη του Αχελώου από τον ομώνυμο ιδιοκτήτη.
55.
-Μονόξυλο ή Μινόξινο.
Τοποθεσία όπου προφανώς υπήρχε βάρκα από κοίλωμα δέντρου (μονόξυλο).
56.
-Μπαέμου
α τσα Αγγουρου. Τοποθεσία με αγριαμυγδαλιές ή
πικραμυγδαλιές.
57.
-Μπασιάνα. Τοποθεσία προφανώς από
τον ομώνυμο ιδιοκτήτη.
58.
-Μπασιάνα
α τσα Νίκα. Μικρή σε έκταση τοποθεσία του Μπασιάνα.
59.
-Μπέκου.
Τοποθεσία από το επώνυμο ή παρώνυμο του ιδιοκτήτη.
60.
-Μπερίτσιου
ή Μπιρίτσιου. Μικρή πλαγιά (από τη λέξη «μπέρος»).
61.
-Μπισέρκα
α Μπόμπα. Εκκλησία του Μπόμπα (επώνυμο)
62.
-Μπισέρκα
τσα Ασπάρτα. Ερειπωμένη εκκλησία, όπου υπάρχουν αρχαίοι «σιροί»
(γκούβες).
63.
-Μπουλντέκου.
Προφανώς από το επώνυμο ή παρώνυμο του ιδιοκτήτη.
64.
-Μπουρμουφέτσου.
Τοποθεσία όπου ευδοκιμεί η «μπουρμπουφιάτα» (δεντροκουτσουπιά).
65.
-Ντάρντου.
Τοποθεσία με αχλαδιά.
66.
-Ξυλάκωμα.
Τοποθεσία που αποψιλώθηκε
67.
-Ουντίτσιου.
Τοποθεσία με πανοραμική θέα.
68.
-Όρφινα.
Τοποθεσία που διέμενε (;) ορφανή.
69.
-Παζαράκι.
Τοποθεσία, κοντά στην Αγία Παρασκευή, όπου μέχρι πριν από λίγα χρόνια
διακρίνονταν θεμέλια σπιτιών στη σειρά. Πρόκειται ίσως για αρχαίο οικισμό.
70.
-Παλιοχώρε.
Παλιοχώρι. Τοποθεσία, κοντά στη Λάκα ή κάτω από τον Άγιο Νικόλαο,
όπου υπάρχουν έντονα ίχνη σπιτιών παλιού οικισμού και δύο παλιά επιβλητικά
λιθόκτιστα πηγάδια.
71.
-Παλιοκιλίβι (Παλιοκαλύβια).Τοποθεσία που
χρησιμοποιούνταν από τους βλαχοποιμένες ή σκηνίτες της περιοχής μέχρι το
χτίσιμο των πρώτων σπιτιών στο χωριό (μέσα του 19ου αιώνα).
72.
-Πάντια.
Μεγάλη εύφορη πεδιάδα κάτω από τον Άγιο Νικόλαο.
73.
-Πάντια
α Γουμάρου. Η πεδιάδα του γαϊδάρου, η γαϊδουρόλακα.
74.
-Πάντα
α Κουτσομπίνα. Πεδιάδα , Λάκα του Κουτσομπίνα (επώνυμο).
75.
-Πατσίλια.
Τοποθεσία από επώνυμο ή παρώνυμο ιδιοκτήτη.
76.
-Πηγάδια.
Τοποθεσία όπου υπάρχουν δύο επιβλητικά λιθόκτιστα πηγάδια.
77.
-Πουτσίκου.
Μικρό πηγάδι.
78.
-
Ρέκου. Τοποθεσία από το επώνυμο του ιδιοκτήτη.
79.
-Ρούγκου.
Τοποθεσία με βάτα ή άγριες τριανταφυλλιές.
80.
-Σαλτοβούνι.
Ψηλό βουνό.
81.
-Σερέτου.
Τοποθεσία από το επώνυμο ιδιοκτήτη.
82.
-Σιδέρη.
Τοποθεσία από το επώνυμο ιδιοκτήτη.
83. -Σιούτου.
Γυμνός λόφος.
84.-Σκέμπα
α λι Γιαννούλι. Η Πέτρα από όπου αυτοκτόνησε η Γιαννούλα.
85.
-Σκέμπα
Λούγκα. Ψηλή Πέτρα.
86.
-Σπάρτσε
Κέλιουρι. Σταυροδρόμι (χωρίζουν οι δρόμοι)
87.
-Σπηλιάου. Σπηλιά
88.
-Σπιθάρια.
Πηγάδι (κοίλωμα) λαξευμένο σε πέτρα που «πιάνει νερό».
89.
-Σπιθάρια
α Φούρου. Το Σπιθάρι του Κλέφτη (έπινε νερό).
90.
-Ταμπόρο.
Ταμπούρι, βγάζει ατμούς.
91.
Τρε
Λούτσε. Τρεις Λούτσες, τρεις νερόλακοι.
92.
Τζαμάρα.
Τοποθεσία από τη λέξη «τζαμάρα» (φλογέρα).
93.
Τζιάνα
α Μπόου. Η κορυφή (πλαγιά) του βοδιού (βοϊδοράχη)
94.
Τζιάνα
α Ούσιου. Η πλαγιά του Γέροντα.
95.
Τζιάνα τσα σπένα.
Γυμνή πλαγιά.
96.
Τόνα.
Τοποθεσία από επώνυμο ή παρώνυμο ιδιοκτήτη.
97.
Τράπου
α Μήλα. Η Λαγκάδα του Μήλα.
98.
Τσίλια
α Φώτου. Τοποθεσία του Βασίλη γιου του Φωτίου.
99.
Τσίνου.
Τοποθεσία από επώνυμο ιδιοκτήτη.
100. Τσουγγάρια α Ντόνα Στε. Το
τσουγγάρι (σκληρή ράχη) του Ντόνα (Αντωνίου) Στε (ργίου).
101. Τσουγγάρια α Φωτίκα. Το
Τσουγγάρι του Φωτίκα (επώνυμο)
102. Τσουγγάρια τσα λούγκα. Το
ψηλό τσουγγάρι.
103. Τσούτσια. Τοποθεσία από το
επώνυμο ιδιοκτήτη.
104. Φουγκίε. Άλλη ονομασία της
«Κουτσουπόλακας», που σημαίνει τόπος διαφυγής, κρησφύγετο.
105. Φουγκίε τσα όρφινα.
Τοποθεσία ορφανή (μοναχή).
106. Χολέρα. Τοποθεσία όπου
συγκεντρώνονταν οι πάσχοντες από χολέρα.
107. Ψηλοράχη. Τοποθεσία με την
υψηλότερη κορυφή βουνού.
Δεν
υπάρχει αλβανική ή … καραγκούνικη λέξη
στον ριμένικο λόγο της Παλαιομάνινας
Όπως αναφέρω στο βιβλίο μου «4.500
μυκηναϊκές, ομηρικές, βυζαντινές και νεοελληνικές στον βλάχικο λόγο», δεν
υπάρχει στο ριμένικο λεξιλόγιο της Παλαιομάνινας ούτε μία αλβανική ή …
καραγκούνικη λέξη. Όλες είναι αρχαιοελληνικές και νεοελληνικές. Αντίθετα,
υπάρχουν μερικές σαρακατσάνικες, οι οποίες όμως είναι αρχαιοελληνικές, δηλαδή
έχουν κοινή ρίζα!!!
Επίσης, ο Κων. Νικολαϊδης στο μνημειώδες έργο
του «Ετυμολογικόν Λεξικόν της Κουτσοβλαχικής Γλώσσης» (η οποία συμπίπτει με τη
ριμένικη της Παλαιμάνινας και των άλλων πέντε βλαχοχωριών της περιοχής)
αναφέρει ότι από τις 6.657 κουτσοβλάχικες λέξεις του Λεξικού οι 2.605
κατάγονται από την ελληνική (από δική μας δική μας έρευνα με ντοκουμέντα
προκύπτει ότι μισές από τις λατινικές αυτές λέξεις ή γύρω 1.300, είναι αρχαιοελληνικές (μυκηναϊκές και
ομηρικές, αφού, ως γνωστόν, η Λατινική αντέγραψε απλώς τη μυκηναϊκή και
ομηρική!!!), 3.460 από την ελληνική (και
συνεπώς με την προσθήκη των παραπάνω 1.300 ο αριθμός διαμορφώνεται σε 4.500!), 150 μόνο από την αλβανική και 185 από
τη σλαβική.
*Δημοσιογράφος
από την Παλαιομάνινα. Διετέλεσε διευθυντής του «Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής»,
διευθυντής Σύνταξης του «Οικονομικού Ταχυδρόμου» και της «Απογευματινής» και
στέλεχος – αρθρογράφος επί χρόνια στις
εφημερίδες «Βήμα» και «Νέα»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τι λες γι αυτό αγαπητό Ξηρόμερο