πηγη faebook : Sunday Sk
Πλωτάρχης Λ.Σ-ΕΛ.ΑΚΤ.
Με αφορμή μια ανάρτηση που διάβασα σήμερα, ένιωσα ένα σφίξιμο στην καρδιά. Ήταν σαν να διάβαζα τις δικές μου σκέψεις, τις δικές μου εικόνες, τα δικά μου παιδικά χρόνια. Γιατί κι εγώ, κόρη ψαρά, μεγάλωσα με τη βιντζότρατα, με το καΐκι μας, με την αλμύρα κ τον αγώνα της πρώτης μέρας του Οκτώβρη....
Η 1η Οκτωβρίου δεν ήταν απλώς μια ημερομηνία. Ήταν η αρχή…η έναρξη της αλιευτικής περιόδου. Η μέρα που οι δικοί μου ξυπνούσαν από τα άγρια χαράματα, φορώντας χοντρά ρούχα κ νιτσεράδες, για να προλάβουν τις καλύτερες μαριδοκαλάδες. Ήταν η μέρα που το μεροκάματο είχε αξία, όχι μόνο οικονομική, αλλά κ συναισθηματική. Ήταν η μέρα που ο «Αη Νικόλας» μας, έβγαινε στο πέλαγος σαν πουλί, μαζί με τα υπόλοιπα ψαροκάικα του Αστακού.
Ως μαθήτρια γυμνασίου κ λυκείου, θυμάμαι να στέκομαι στο φάρο κ να χαζεύω τα καΐκια που επέστρεφαν το απόγευμα, φορτωμένα με τελάρα γεμάτα ψάρια κ γλάρους να χορεύουν από πάνω τους. Περίμενα το καΐκι μας να γυρίσει. Και πάντα η ίδια αγωνία: «Πήγε καλά η ψαριά; Βγήκε μεροκάματο;» Το βράδυ, όλος ο Αστακός μοσχοβολούσε μαριδάκι τηγανητό. Δεν υπήρχε σπίτι που να μην είχε τηγάνι στη φωτιά.
Μεγάλωσα μ’ αυτές τις εικόνες. Με έναν πατέρα δυνατό, εργατικό, ψαρά με όλη τη σημασία της λέξης. Έναν άντρα που δεν γύρισε ποτέ με άδεια χέρια. Που δούλεψε σκληρά, με αξιοπρέπεια, για να μη μας λείψει τίποτα. Και μια μάνα δίπλα του, βιοπαλαίστρια κι εκείνη, που πάλευε μαζί του στο καΐκι κ στο σπίτι. Πόσες φορές πήγαμε κ εμείς μαζί τους, εγώ κ ο αδερφός μου, κάποια Σαββατοκύριακα, για να βοηθήσουμε ως «έμπειροι» εργάτες, να ζήσουμε τη θάλασσα, να κερδίσουμε το καλό μεροκάματο που μας έδινε ο πατέρας, να μαζέψουμε χρήματα για να αγοράσουμε κάτι που είχαμε βάλει στόχο.
Σήμερα, ο πατέρας μου δεν μπορεί πια να μπει ούτε σε βάρκα. Ο χρόνος πέρασε. Μα η ψυχή του είναι ακόμα εκεί, στο πέλαγος. Στα Μόδια, στον Πεταλά, στο Καρλονήσι… Κι εγώ, κάθε 1η Οκτώβρη, νιώθω την καρδιά μου να χτυπά όπως τότε. Θέλω τόσο πολύ να γυρίσει ο χρόνος πίσω, να ξαναζήσω εκείνες τις στιγμές. Ξέρω πως δεν θα γυρίσουν, αλλά τις κουβαλώ μέσα μου, σαν φυλαχτό.
Είμαι περήφανη. Περήφανη για τους γονείς μου. Για τον τρόπο που μας μεγάλωσαν. Για την αξιοπρέπεια, την εργατικότητα, την αγάπη τους. Γιατί μας έδωσαν τα πάντα, χωρίς ποτέ να μας λείψει τίποτα.
Καλή αλιευτική περίοδο, φίλοι ψαράδες. Καλές ψαριές. Και να θυμάστε: η θάλασσα δεν είναι μόνο δουλειά. Είναι ζωή. Είναι μνήμη. Είναι οικογένεια.
Κυριακή μου με συγκλόνισες
ΑπάντησηΔιαγραφή