Κυριακή 26 Απριλίου 2015

Φιλοκτήτης Η. Λαμπράκης: ΕΝΑΣ ΒΟΝΙΤΣΑΝΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ (Δ΄ τελευταίο μέρος)

ΑΜΦΙΚΤΙΟΝΙΑ ΑΚΑΡΝΑΝΩΝ
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

      "Με τη δημοσίευση του τέταρτου και τελευταίο μέρους του project «Φιλοκτήτης Λαμπράκης», είναι απαραίτητο να ευχαριστήσουμε όλους όσους με τις συνεντεύξεις τους βοήθησαν στην αποκάλυψη  της πολυσύνθετης μορφής ενός ανθρώπου, ο οποίος στα νεανικά χρόνια της ζωής του πληγώθηκε από την απώλεια της μητέρας του.
       Ο ευγενής Βονιτσιάνος Φιλοκτήτης Λαμπράκης, απόφοιτος της φαρμακευτικής, ποιητής, μουσικός, ζωγράφος, φίλος και υποστηρικτής των τεχνών, ο εφευρέτης παράξενων αρδευτικών μηχανών, ο συνεχώς με βραβεύσεις για τα αγροτικά του προϊόντα, ο δημότης πολλών πόλεων με καταξίωση και κύρος σε αυτές, απλωσε την ζωή του σαν ένα βιβλίο μέσα στην εργασία μας.
         Ήταν για τη νεώτερη γενιά ένας άγνωστος. Στο πρώτο άρθρο οι αναγνώστες μας ανταποκρίθηκαν στο τίτλο «ο ξεχασμένος ποιητής», αλλά η μετέπειτα παρουσίαση της ζωής του συγκίνησε.
     Προσωπικά ευχαριστώ όλους, όσους με τις πολύωρες συνεντεύξεις τους, μας έδωσαν στοιχεία για αυτή την μοναδική, σημαντική  και  αξιόλογη προσωπικότητα. Αυτός ο τόπος, όσα χρόνια και αν περάσουν, μέσα από δύσκολες στιγμές, θα «βγάλει» το κάτι άλλο διαφορετικό από την καθημερινότητα, θα δημιουργήσει ποιητές, ζωγράφους και κυρίως ανθρώπους.
       Ο Φιλοκτήτης αφιέρωσε την ποιητική του συλλογή σε ένα υπέρτατο θεσμό, στη μάνα του ("στη σκιά της μητέρας μου|"). Έδωσε το στίγμα ότι τα αγαπημένα πρόσωπα ποτέ δεν φεύγουν από τη ζωή. Μένει η σκιά τους."

 Με εκτίμηση
Ντίνος Στυλιανός

Project  «Φιλοκτήτης Λαμπράκης»
Τέταρτο (τελευταίο)  μέρος
« Η τραγωδία…»
         Το 1917, η δεύτερη κατά σειρά ηλικίας αδελφή του Φιλοκτήτη, η Ολυμπία, παντρεύτηκε με τον Κίμωνα Καββαδία. Ο Κίμωνας ήταν  καθηγητής θεολογίας. Παιδιά της Ολυμπίας και του Κίμωνα είναι  η Ελισάβετ, ο Χρήστος και η Σένα.
         To 1923 ο Φιλοκτήτης εκδίδει την συλλογή των ποιημάτων του. Τίτλος της συλλογής «Σαν όνειρα και σαν πόθοι». Η συλλογή αφιερώνεται στη μητέρα του με μια  συγκλονιστική φράση «στη σκιά της μητέρας μου». Χρησιμοποιεί ένα ψευδώνυμο, όπως συνηθίζουν οι ποιητές. «Πέτρος Λειμώνας». Προσπαθήσαμε να εντοπίσουμε τι σημαίνει η λέξη Λειμώνας. Η έρευνα μας έδωσε ένα μυθικό πρόσωπο, του οποίου η ιστορία δεν φαίνεται να έχει σχέση με τα βιώματα του Φιλοκτήτη. Δεύτερη έννοια είναι αυτή του παραγωγικού αγρού.  Τελικά η έρευνα δεν είχε το αποτέλεσμα που ήθελε για αυτή την αναζήτηση. Θεωρούμε ότι σε κάποιο άλλο project, σε μια άλλη εργασία, θα υπάρξει κάποιο στοιχείο που θα μας βοηθήσει σε αυτή την έρευνα.

        Στη Βόνιτσα ζούσε και δραστηριοποιούνταν  σαν φαρμακοποιός ο Βασίλειος Κουρκούτας. Εχει νυμφευτεί την Κωνσταντίνα Βασιλάκου.  Ειχαν δύο κόρες, την Ευθαλία και την Δάφνη. Η περιουσία του είναι μεγάλη και σε διάφορα έγγραφα τον βρίσκουμε όχι σαν Φαρμακοποιό αλλά σας «μεγαλοκτηματία». Ο γάμος του με την Κωνσταντίνα Βασιλάκου, δεν του απέδωσε μόνο πρόσθετη περιουσία αλλά και ένα μεγαλύτερο κύρος στη περιοχή της Βόνιτσας. Η οικογένεια Κουρκούτα έμενε σε ένα μοναδικής αρχιτεκτονικής τριώροφο σπίτι, στη πλατεία Ζορμπά. Στο ισόγειο του σπιτιού ήταν το φαρμακείο.
       Ακολουθεί μια μοναδική ιστορική φωτογραφία από το αρχείο της ΑΜΦΙΚΤΙΟΝΙΑΣ ΑΚΑΡΝΑΝΩΝ. Μας παρουσιάζει τα νεοκλασικά σπίτια του «παζαριού» πρίν μετατραπούν σε σύγχρονες κατοικίες. Στο κέντρο της φωτογραφίας το αρχοντικό του Βασιλείου Κουρκούτα, πεθερού του Φιλοκτήτη.
  Σημείωση: Η Πλατεία Ζορμπά, το 1937 μετονομάστηκε σε πλατεία 4ης Αυγούστου. Οι Βονιτσιάνοι δεν ακολούθησαν τη μετονομασία και την αποκαλούσαν πλατεία της Νυχτερίδας. Στη δεκαετία του 1970, ο Δήμαρχος Κωνσταντίνος Δρίβας την μετονόμασε σε πλατεία Σακελλαροπούλου.......



       Το 1925 ο Φιλοκτήτης νυμφεύεται την Ευθαλία Κουρκούτα. Το  προηγούμενο έτος από τον γάμο, η Ευθαλία έχει χάσει την μητέρα της, την Κωνσταντίνα, το γένος Βασιλάκου.
         Το έτος 1926 η οικογένεια του Φιλοκτήτη  ζεί δύο γεγονότα, για τα οποία δεν έχουμε την δυνατότητα να τα τοποθετήσουμε χρονικά στο πιο από τα δύο έχει προηγηθεί. Η γέννηση του γιού του Φιλοκτήτη, του Ηλία και ο θάνατος του πατέρα του Φιλοκτήτη , του Ηλία Λαμπράκη.
          Για την προίκα της Ευθαλίας δεν έχουμε σαφείς πληροφορίες. Όμως για ένα μέρος της προίκας, οι πληροφορίες είναι πληρέστατες. Ο Βασίλειος Κουρκούτας δίνει σαν προίκα στον Φιλοκτήτη το μισό κτήμα που είχε στο Πλατανιά Βόνιτσας. Ο Φιλοκτήτης ήθελε όλο το κτήμα και αντιδρά  με το να αγοράσει μια διπλανή έκταση σαράντα στρεμμάτων δίπλα από το προικώο και να δημιουργήσει ένα αγρόκτημα που τα προϊόντα του θα δίνουν κάθε χρόνο βραβεία.
       Ο Φιλοκτήτης ασχολούνταν  με το κτήμα. Οταν έκλεινε το φαρμακείο, έφευγε από Πρέβεζα και έρχονταν στη Βόνιτσα. Τις Κυριακές προσπαθούσε να βρεθεί με την οικογένειά του στη Βόνιτσα, ενώ τις καθημερινές, οι συνεντεύξεις μας, μας ενημερώνουν ότι με ποδήλατο έφτανε μέχρι το αγρόκτημα. Στο κτήμα υπήρχε αγροικία στην οποία διέμεινε μόνιμα οικογένεια για τις καθημερινές ανάγκες.

      Η αδελφή της Ευθαλίας, η  Δάφνη,  παντρεύτηκε τον Κο Ιωάννη Τσουλούφο. Ο Ιωάννης Τσουλούφος σπούδασε  στην Φαρμακευτική. Όταν κηρύχτηκε ο πόλεμος με τη Τουρκία για τα Μικρασιατικά, ο Ιωάννης Τσουλούφος ήταν ακόμη φοιτητής της Φαρμακευτικής.  Κατατάχθηκε  στην  τότε νεοϊδρυθείσα Χωροφυλακή και απέκτησε  αριθμό μητρώου το 38. Ηταν ο 38ος αξιωματικός της Χωροφυλακής. Εξελίχθηκε  στην ιεραρχία και ο γάμος του με την  Δάφνη Κουρκούτα έγινε  στην Αθήνα. Γιός του  Κου Ιωάννη Τσουλούφου και της Δάφνης, είναι ο Κύριος Ηλίας Τσουλούφος (με τον οποίο είχαμε πολύωρες συνεντεύξεις), με απογόνους  τους Γιάννη, Ανδρέα και Δημήτρη.

       Επανερχόμαστε στην  οικογένεια του Φιλοκτήτη, η οποία αποκτά ακόμη ένα αγόρι  και ένα κορίτσι.   Δεύτερος γιός  του Φιλοκτήτη ήταν ο Δημήτρης και τρίτο παιδί η Ελισάβετ, στο όνομα της μητέρας του Φιλοκτήτη.
      Σε αυτό το σημείο μπορούμε να φανταστούμε τη χαρά του Φιλοκτήτη με την νεοαποκτηθείσα κόρη του. Το όνομα «Ελισάβετ» ξανακούστηκε μέσα στο αρχοντικό, μετά από 30 χρόνια.
        Όμως ένας άλλος θάνατος περιορίζει τη χαρά του Φιλοκτήτη. Η αδελφή του Ολυμπία, το 1929, πεθαίνει και θάβεται στο Αγρίνιο, εκεί όπου υπηρετεί ως καθηγητής ο σύζυγός της. 
      Λίγο μετά ο Κίμωνας Καββαδίας μετατίθεται στη Πρέβεζα και αυτό δίνει το δικαίωμα στο Φιλοκτήτη να βλέπει και  να χαίρεται με τα παιδιά της αδελφής του.

       Η Ελισάβετ και η Σένα Καββαδία μας μίλησαν για τη ζωή τους με τον Θείο τους στη Πρέβεζα, αλλά και για τις σπουδές των τριών παιδιών του Φιλοκτήτη. Το φαρμακείο του Φιλοκτήτη πλέον στεγάζεται στο ισόγειο ενός  νεόδμητου κτιρίου στο κέντρο της Πρέβεζας. Στο όροφο του ίδιου κτιρίου διαμένει  η οικογένειά του. Στη φωτογραφία που ακολουθεί είναι πρόσφατη. Εμφανίζεται ο όροφος του κτιρίου στο οποίο έμενε η οικογένεια Φιλοκτήτη. Σήμερα στο ισόγειό του λειτουργεί φαρμακείο.
          Εξετάσαμε τη περίπτωση για την τυχόν ιδιοκτησία επί του κτιρίου, αλλά ο κύριος Χρήστος Καββαδίας μας ενημέρωσε ότι τόσο το φαρμακείο όσο και η οικία ήταν με ενοίκιο.  Σήμερα σε αυτό το νεοκλασικό κτίριο εκτός των πολλών άλλων επιχειρήσεων, υπάρχει και το κατάστημα πώλησης παγωτών Chil-box του κυρίου Γεώργιου Δημητρίου.

        Τα καλοκαίρια η οικογένεια έκανε  τις διακοπές της στο νησί Κέφαλος μέσα στον Αμβρακικό κόλπο.
          Ο Φιλοκτήτης εκτός από τις νότες που έγραφε  για δικές του μελωδίες με βιολί και μαντολίνο, παρουσίασε και μια άλλη πλευρά του. Ζωγράφιζε πάνω σε μουσαμά και σε φέτες από κορμούς δέντρων. Οι πίνακες εχουν φανταχτερά χρώματα και τα θέματα είναι από την αγροτική ζωή.
       Παρουσιάζουμε τους πίνακες που σήμερα ανήκουν στον κύριο Ηλία Τσουλούφο. Είναι ότι απέμεινε μετά την αφαίμαξη που πραγματοποίησε οίκος-γκαλερί των Αθηνών, στο εγκαταλειμμένο αρχοντικό του Λαμπράκη.
        Αν κάποιος από τους αναγνώστες του άρθρου, παρατηρήσει σε κάποια γκαλερί ή σε σπίτι, κάποιο πίνακα που έχει στο κάτω δεξιό άκρο του την μονογραφή του Φιλοκτήτη Λαμπράκη, ας τον φωτογραφήσει για να εμπλουτιστεί το φωτογραφικό αρχείο μας, με τα έργα του Φιλοκτήτη. 






         Μέσα σε όλα τα θέματα ζωγραφικής που έχουν σωθεί, υπάρχει ένα θέμα πάνω σε κορμό δέντρου, που απεικονίζει τη παραλία της Βόνιτσας με έναρξη από το σημείο που σήμερα λειτουργεί το ξενοδοχείο «ΒΟΝΙΤΣΑ». Στο βάθος η Χώρα με το Κάστρο. Σε κανένα σημείο της ζωγραφιάς δεν υπάρχει η ενημέρωση για το έτος που ο Φιλοκτήτης την φιλοτέχνησε. Μας προκαλεί ερώτηση η μεγάλη παραλία από τη περιοχή Άγιος Δημήτριος μέχρι και τα Ραυτάκια (σαν να είναι υπερβολικά τραβηγμένη η θάλασσα). Επίσης στο βάθος και προς τη Χώρα (ανάμεσα στον βόρειο προμαχώνα και τη Χώρα) εμφανίζεται ένα μεγάλο κτίριο που μέχρι σήμερα δεν γνωρίζουμε τίποτα για την ύπαρξή του. Δεν μπορούμε να ταυτοποιήσουμε αυτή την ύπαρξη ή αν το  εμφανιζόμενο κτίριο είναι μέσα στην ανάγκη του καλλιτέχνη για ένα πρόσθετο δικό του σημείο, σε μια γωνιά του πίνακα. Εμείς το κρατούμε σαν μια σημείωση και σε κάθε άλλη ιστορική έρευνα αν το ξανασυναντήσουμε, τότε  θα ανοίξει ένα νέο θέμα έρευνας.



        Το 1934 η οικογένεια συγκλονίζεται από τον θάνατο του Βασιλείου Κουρκούτα. Ο όρος «συγκλονίζεται» δεν αφορά μόνο τον «χαμό» του πατέρα της Ευθαλίας αλλά και τα προβλήματα της διαχείρισης της μεγάλης περιουσίας του. Όταν ζούσε ο Βασίλειος Κουρκούτας, είχε χρησιμοποιήσει ένα σοβαρό μέρος της περιουσίας του για δωρεές. Από στοιχεία που έχει συγκεντρώσει ο Αρχιμανδρίτης Δέλλας Γεώργιος, φέρεται ο Β. Κουρκούτας ως δωρητής του μεγάλου οικοπέδου στο οποίο σήμερα υπάρχουν τα κτίρια του δημοτικού σχολείου Βόνιτσας.
       Επίσης ο Βασίλειος Κουρκούτας είχε παραχωρήσει ένα μεγάλο μέρος από τη περιουσία του και είχε δημιουργήσει ένα κληροδότημα. Η διαχείρηση του κληροδοτήματος γίνονταν από επιτροπή προσώπων, με έλεγχο από τον εκάστοτε τοπικό  Ειρηνοδίκη.
Από το  φύλλο της εφημερίδας «ΑΝΑΚΤΟΡΙΟ»  του έτους 1938, παρουσιάζουμε ένα άρθρο που αναφέρεται στο «Κληροδότημα Β. Κουρκούτα», το οποίο προικοδοτούσε άπορες κοπέλες.

        Παρά τις πολλές δωρεές, η περιουσία του θανόντα Βασίλειου Κουρκούτα ήταν σοβαρής αξίας. Για την λειτουργία του φαρμακείου, κλήθηκε ο Κορίνθιος Χρήστος Μπελεσιώτης. Πρόκειται για τον πατέρα του Γιώργου και της Αντωνίας Μπελεσιώτη. Αργότερα, μετά από αρκετά χρόνια, η κυρία Ευθαλία θα παραδώσει το φαρμακείο στην ιδιοκτησία του Χρ. Μπελεσιώτη.

       Πλέον φτάνουμε στο πόλεμο του 1940. Οι Ιταλοί βομβαρδίζουν τη Πρέβεζα. Πολλοί Πρεβεζιάνοι ζητούν στέγη στη Βόνιτσα, σε συγγενικά τους σπίτια. Ο Φιλοκτήτης μεταφέρει την οικογένεια στο αρχοντικό του στη Βόνιτσα, ενώ αυτός συνεχίσει το επάγγελμά του στη Πρέβεζα. Με την κατάληψη της Πρέβεζας από τους Ιταλούς και την ομαλοποίηση της καθημερινής ζωής, η οικογένεια του Φιλοκτήτη επιστρέφει στη Πρέβεζα. Η οικογένεια θα ξαναεπιστρέψει στη Βόνιτσα όταν οι Άγγλοι θα βομβαρδίσουν την Ιταλική πλέον Πρέβεζα.

       Σε όλη την διάρκεια του πολέμου και της περιόδου που την έχουμε ταυτίσει με την «κατοχή» ο Φιλοκτήτης πουλούσε τα φάρμακα με τη τιμή της κρατικής διατίμησης. Ποτέ δεν ενήργησε ως  «μαυραγορίτης» με ακριβές πωλήσεις φαρμάκων. Αυτή την παρατήρηση μας την έθεσαν με μεγάλη προσοχή, οι κόρες του Κίμωνα Καβαδία, οι οποίες έζησαν από κοντά στην οικογένεια του Φιλοκτήτη.
      Επίσης μας είπαν πόσο θαύμαζαν την εξυπνάδα των παιδιών του Φιλοκτήτη, τις σπουδές που είχαν αλλά και τον ευγενικό τρόπο της συμπεριφοράς τους.
      Ο Φιλοκτήτης είναι μόνιμα στα έδρανα του κακουργιοδικείου Πρέβεζας, ως ένορκος. Η ζωή του και ο ίδιος αποκτούν τον σεβασμό της κοινωνίας της Πρέβεζας. Το φαρμακείο του, δεν είναι μόνο σημείο πώλησης φαρμάκων αλλά είχε μετατραπεί στο στέκι όλων των καλλιτεχνών και φιλολόγων της Πρέβεζας.
 Ηταν μέλος του φαρμακευτικού συλλόγου Πρέβεζας και εκλεγμένος στο διοικητικό συμβούλιο του συλλόγου. Από το βιβλίο «η διαφήμιση στη Πρέβεζα στο διάστημα του μεσοπολέμου», μια έκδοση του Ιδρύματος Ακτια-Νικόπολη, λαμβάνουμε τις πληροφορίες για τη δραστηριότητα και τη συμμετοχή του Φιλοκτήτη Λαμπράκη στο Φαρμακευτικό σύλλογο.



        Όμως η τραγωδία δεν θέλει να αφήσει το υπόλοιπο της ζωής του Φιλοκτήτη, χωρίς συνεχή κτυπήματα. Διέγνωσε, ο ίδιος, ότι πάσχει από δυσεντερία. Από το 1934, η δυσεντερία, ήταν μια ασθένεια που έχει «θέριζε» τη περιοχή με τις ίδιες αξιώσεις που είχε και η βρογχοπνευμονία. Με φαρμακευτική αγωγή προσπάθησε να αντιμετωπίσει τη πάθηση, αλλά στις 15 Νοεμβρίου του 1942, στις 5μμ, η επιδείνωση που παρουσίασε, τον οδήγησε  στο θάνατο. Η κηδεία του έγινε την επόμενη ημέρα , 16 Νοεμβρίου 1942 στη Πρέβεζα.
         Από την ληξιαρχική πράξη θανάτου (ληξιαρχείο Πρέβεζας) μαθαίνουμε ότι την διαδικασία της αναγγελίας του γεγονότος στο ληξιαρχείο το είχε αναλάβει ο Θεόδωρος Νικάκης, επαγγέλματος έμπορος. Από την Ελισάβετ Καβαδία πληροφορηθήκαμε ότι ο Θ. Νικάκης ήταν αρχικά υπάλληλος στο Φαρμακείο και μετά με την βοήθεια του Φιλοκτήτη, άνοιξε δικό του κατάστημα με είδη αρωματοποιίας.
    Πλέον η Πρέβεζα εκτός από τον φίλο των γραμμάτων και των τεχνών, έχασε και το φιλολογικό στέκι στο φαρμακείο
       Μετά το θάνατο του Φιλοκτήτη, η κυρία Ευθαλία συνεχίζει να ζεί στη Πρέβεζα και να λειτουργεί το φαρμακείο με υπάλληλο που είχε προσλάβει.
       Η έρευνα μας απέδωσε πληροφορίες, ότι μετά τον θάνατο του Φιλοκτήτη, η κυρία Ευθαλία, βρέθηκε για ένα διάστημα πάλι στο αρχοντικό στη Βόνιτσα. Ας δούμε την ανάπτυξη αυτής της πληροφορίας:

         Το ισόγειο του αρχοντικού στη Βόνιτσα, οι Γερμανοί, το είχαν επιτάξει και σε αυτό στεγάστηκε η επονομαζόμενη «Πρώτη καταγής». Στις συνεντεύξεις τους οι κυρίες Βάσω Παρθένη-Περδικάρη και Γλυκερία Αποστολοπούλου-Διακογιάννη μας περιέγραψαν την για ένα χρόνο φοίτησή τους στο ισόγειο του αρχοντικού Λαμπράκη. Δασκάλα είχαν την Χρυσούλα Διαμάντη με καταγωγή από τη Ζαβέρδα. Μάλιστα θυμούνται ότι στα διαλλείματα, ανέβαιναν τις σκάλες του αρχοντικού και από τα παράθυρα του ορόφου έβλεπαν την κυρία Ευθαλία με τα υπέροχα φορέματά της.
           Η έρευνα για το τι είδους σχολείο ήταν η «πρώτη καταγής» (όρος που χρησιμοποίησαν οι από τότε και σήμερα φίλες, Βάσω και Γλυκερία) καταλήξαμε ότι μπορεί να ήταν ένα είδος σημερινού νηπιαγωγείου. Πάντως η φοίτηση στη «πρώτη καταγής» τελείωσε άδοξα, όταν η  δασκάλα, η Χρυσούλα Διαμάντη, τυχαία κτυπήθηκε μέσα στο λεωφορείο της γραμμής, από σφαίρες Γερμανών, σε ένα επεισόδιο.
     Από συνέντευξη με τον Θεόδωρο Πανταζόπουλο, ενημερωθήκαμε ότι το αρχοντικό του Δερσοβίτη (του Παππού του) το είχαν επιτάξει οι Γερμανοί. Το αρχοντικό του Δερσοβίτη απέχει από το σημείο που ήταν το αρχοντικό Λαμπράκη, μια απόσταση μικρότερη από 100 μέτρα. Τότε μετέφεραν το ρουχισμό τους στο αρχοντικό του Λαμπράκη και έμειναν για ένα μικρό διάστημα σε αυτό. Από τη τότε διαβίωσή του εκεί, θυμάται το αρχοντικό, τη πολυτέλειά του, τις μεγάλες πλάκες (σαν γρανίτη) που είχε ο μπόντζος. Στα ανατολικά του αρχοντικού, θυμάται ακόμα, τους κλειστούς με συνεχόμενα παράθυρα εξώστες, για να μπορεί η οικογένεια να ευχαριστείται τον ήλιο τις κρύες μέρες του χειμώνα.
     Από τη συνέντευξη του Θεόδωρου Πανταζόπουλου, συμπεραίνουμε ότι η κυρία Ευθαλία, μετά το θάνατο του Φιλοκτήτη και τη μικρή παραμονή της  στο αρχοντικό, επέστρεψε στη Πρέβεζα.

      Από αυτό το σημείο και μετά, χρειάζεται η ενημέρωση των αναγνωστών του άρθρου, για τα γεγονότα της Πρέβεζας, τόσο στη γερμανική κατοχή, όσο και στα χρόνια της απελευθέρωσης με τις διαδοχικές κυριαρχίες των δύο οργανώσεων, του ΕΔΕΣ και του ΕΛΑΣ.
        Είναι απαραίτητη η γνώση της τότε κατάστασης, ώστε να νοιώσουμε τις εναλλαγές της εξουσίας στην Πρέβεζα, εκείνη την περίοδο, γιατί μόνο μέσα από αυτή τη γνώση θα αντιληφθούμε την ατυχή ενέργεια της Κας Ευθαλίας, μιας επιλογής που θα σημαδεύσει με θλιβερά γεγονότα, στη ροή της τραγωδίας.

Στα γεγονότα της Πρέβεζας, τη περίοδο του Δεκεμβρίου 1944, μαζί με τον Ναπολέοντα Ζέρβα, εισήλθε στη Πρέβεζα και ο από την μητέρα μου Θείος Θανάσης Ζέρβας, αξιωματικός του ΕΔΕΣ.
Χρόνια αργότερα, σε μια από τις επισκέψεις του στη Βόνιτσα, μάλιστα σε αυτή μετά την απώλεια του πατέρα μου, μας μίλησε για τις τελευταίες μέρες του ΕΔΕΣ στη Πρέβεζα, για την επιστολή Πλαστήρα, για τα γεγονότα του εμφυλίου. Επίσης στη τελευταία επίσκεψή του στη Βόνιτσα, μαζί με τον γιό του και εξάδελφό μου τον Γιώργο, αφού επισκεφτήκαμε τα «κονάκια» μας στο Σούλι, φτάσαμε στη Πρέβεζα. Εκεί μας μίλησε αναλυτικά για τα γεγονότα της αποχώρησης του ΕΔΕΣ από τη Πρέβεζα.
Στο αρχείο του θανόντα πλέον Θείου μου, υπάρχουν σημειώσεις αλλά και έγγραφα του αδελφού του, του Γεώργιου Ζέρβα, ο οποίος τότε ήταν συνταγματάρχης στον ΕΛΑΣ (ο λευκός καβαλάρης). Η επεξεργασία των δύο αρχείων θα μας δώσουν μια πληρέστερη εικόνα εκείνων των ημερών στη Πρέβεζα, αφού ο Θείος Θανάσης Ζέρβας ήταν ο εκ των εμπίστων του Ναπολέοντα, ενώ ο Θείος Γιώργος Ζέρβας (από πλευράς του ΕΛΑΣ) είχε στην ευθύνη του την ευρύτερη περιοχή Βάλτου-Βόνιτσας και Λευκάδας.  Για την αξία του αρχείου θα καταθέσουμε μια μοναδική και άγνωστη σε όλους πληροφορία. Η υλοποίηση της συμφωνίας της Βάρκιζας, στη Λευκάδα,  από πλευράς του ΕΛΑΣ, έγινε από τον Γιώργο Ζέρβα, το δε κείμενο της παράδοσης των όπλων φέρει την υπογραφή του.  Αυτό το ντοκουμέντο αλλά και πλήθος άλλων εγγράφων και σημειώσεων, των δύο αδελφιών, σύντομα  θα επεξεργαστούν και θα πραγματοποιηθεί ανακοίνωση μέσω βιβλίου.          `
Για  τα γεγονότα της Πρέβεζας, κυρίως αυτά πρίν τα Δεκεμβριανά (σημαντικά για την οικογένεια του Φιλοκτήτη) , όσα θα περιγράψουμε, θα έχουμε κύριο κορμό το βιβλίο του Χαράλαμπου Γκούβα «Η ιστορία της Πρέβεζας» αλλά και συνεντεύξεις από Πρεβεζιάνους και Λευκαδίτες.`

Η συμφωνία της Πλάκας, στις 29 Φεβρουαρίου 1943, η οποία υπογράφθηκε μεταξύ των οργανώσεων ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, ΕΔΕΣ, ΕΚΚΑ και με την παρουσίαση και συνυπογραφή από τους Βρετανούς, σταματούσε την εμφύλια διαμάχη των ελληνικών αντιστασιακών οργανώσεων. Η συμφωνία αυτή αρχικά δοκιμάστηκε στα επεισόδια του Μαρτίου 1943  στη Κρανιά της Πρέβεζας και «έσπασε» με τη εμφύλια μάχη στις 20/6/1944 στο Ζάλογγο.
Στις 5 Σεπτεμβρίου 1944 οι Γερμανοί αποχωρούν από τη Βόνιτσα. Ο ΕΛΑΣ εισέρχεται στη Βόνιτσα και άμεσα καταλαμβάνει θέσεις σε όλη την ακτή μέχρι το Ακτιο. Ο ΕΔΕΣ βρίσκεται με όλες τις δυνάμεις του στα ορεινά της Πρέβεζας. Οι δύο οργανώσεις αναμένουν την αποχώρηση των Γερμανών από τη Πρέβεζα. Από πλευράς ΕΛΑΣ υπήρξε σχέδιο για να κυκλωθούν οι Γερμανοί, αλλά από τα μέλη της οργάνωσης ΕΑΜ-ΕΛΑΣ  Πρέβεζας, υπήρξε η άποψη (που τελικά έγινε σεβαστή) να μην επιχειρηθεί επίθεση για να αποφευχθούν τα αντίποινα των Γερμανών σε βάρος των πολιτών της Πρέβεζας.
Στις 14 Σεπτεμβρίου 1944 οι Γερμανοί αποχωρούν από τη Πρέβεζα, και τα ένοπλα σώματα ΕΛΑΣ και ΕΔΕΣ πραγματοποιούν κοινή παρέλαση. Με την είσοδο μεγάλων δυνάμεων του ΕΛΑΣ, η Πρέβεζα, πέρασε στον έλεγχο του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Στις 17/9/1944 εισέρχεται στη Πρέβεζα μεγάλο σώμα του ΕΔΕΣ και ζητά την αποχώρηση του ΕΛΑΣ. Δυστυχώς η εμφύλια σύγκρουση στις 18 έως και 22 Σεπτεμβρίου 1944 αφήνει πίσω της τις εκτελέσεις σημαντικών πολιτών και νεολαίων της Πρέβεζας (με το αιτιολογικό ότι ήταν μέλη ή συμπαθούντες το ΕΑΜ) στη  Παργινόσκαλα, ένα γεγονός που αργότερα και το ίδιο το ΕΔΕΣ το καταδίκασε.
Η συμφωνία της Καζέρτας στις 26 Σεπτεμβρίου 1944, σταματά την εμφύλια σύγκρουση στη Πρέβεζα και  οι του ΕΛΑΣ αποσύρονται στο Ακτιο, αλλά ο φόβος της εκδίκησης μένει.
Στις 23 Δεκεμβρίου ο Ναπολέοντας Ζέρβας εισέρχεται στη Πρέβεζα και δίνει την εντολή να υπάρξει απόσυρση όλων των στρατευμάτων του ΕΔΕΣ στη Κέρκυρα. Μάλιστα συμβούλευσε κατοίκους της Πρέβεζας που φοβούνταν τα αντίποινα από τον ΕΛΑΣ, να επιβιβαστούν στα πλοία και να τους ακολουθήσουν.

        Εδώ σε αυτό το χρονικό σημείο η Ευθαλία Κουρκούτα, χήρα του Φιλοκτήτη, παίρνει μια παράξενη απόφαση. Ενώ δεν έχει κανένα λόγο να φοβηθεί από την αναμενόμενη είσοδο του ΕΛΑΣ στη Πρέβεζα, ενεργεί ώστε να εγκαταλείψει την Πρέβεζα και να συνταξιδεύσει με άλλους Πρεβεζιάνους για την Κέρκυρα.
       Θα πρέπει να θυμίσουμε ότι ο Φιλοκτήτης ήταν Βενιζελικός και είχε διατηρήσει  τη πολιτική του πεποίθηση.  Δεν υπήρχε κανένας λόγος η κυρία Ευθαλία να αποχωρήσει από τη Πρέβεζα. Όμως, αυτή, πήρε την απόφαση της φυγής. Μιας φυγής χωρίς νόημα και χωρίς τις ανάλογες ετοιμασίες που θα είχε κάνει ένας άνθρωπος ο οποίος θα είχε τον φόβο της εκδίκησης. Όπως θα δούμε δεν πήρε μαζί της κανένα φορητό περιουσιακό στοιχείο. Τα άφησε όλα, ενώ είχε στη διάθεσή της πάνω από ένα εικοσιτετράωρο.

      Μέσα σε αυτή την αναστάτωση και για άγνωστους λόγους, η χήρα του Φιλοκτήτη παίρνει τα τρία παιδιά της και επιβιβάζεται στο πλοίο ΙΕΡΑΞ , μαζί με άλλους δεξιούς, για προορισμό την Κέρκυρα. Δεν παίρνει μαζί της τίποτα παρά μόνο μια «αμπόλια (πετσέτα φαγητού) με ψωμί και τυρί». Την προηγούμενη ημέρα της φυγής στη Κέρκυρα, στο φαρμακείο είχαν φτάσει μεγάλες παρτίδες φαρμάκων.  Η Ευθαλία, άφησε τα φάρμακα στο φαρμακείο και έφυγε χωρίς να πάρει μια μικρή ποσότητα, για τις ανάγκες της οικογένειας  ή για την πώλησή τους στην Κέρκυρα.
         Η οικογένεια του Φιλοκτήτη έμεινε για ένα πεντάμηνο με έξι μήνες, στη Κέρκυρα, σε άθλιες συνθήκες. Σύντομα εκεί βρέθηκε ο σύζυγος της αδελφής του Φιλοκτήτη, ο Κίμων Καββαδίας, που της ζήτησε να επιστρέψει ή να του δώσει τουλάχιστον την μικρή Ελισάβετ. Η άρνηση της Ευθαλίας δεν παρέτεινε μόνο την παραμονή της οικογένειας  στις δυσμενείς καταστάσεις της Κέρκυρας, αλλά εκεί η Ελισάβετ κτυπήθηκε από την φυματίωση.
      Η επιστροφή  στη Πρέβεζα, μαζί με όλους τους άλλους Πρεβεζιάνους, έγινε αργά για την υγεία και των άλλων μελών της οικογένειας.  Παρά την επιβαρυντική κατάσταση της Ελισάβετ, δεν υπήρχε η επιμέλεια για τον περιορισμό της, ώστε να μην μολυνθούν και τα άλλα μέλη της οικογένειας.

      Την Τρίτη 13  Απριλίου του 1946, στη Πρέβεζα, στις 2 το μεσημέρι, ο δεκαενιάχρονος Δημήτρης Λαμπράκης του Φιλοκτήτη, χάνει τη μάχη με το θάνατο.  Η ασθένεια που τον ταλαιπωρεί από τον προηγούμενο χρόνο, τον έχει καταβάλλει. Το γεγονός ότι στη κηδεία του, τοποθετούνται στο τάφο του και τα οστά του Φιλοκτήτη, σημαίνει ότι το τέλος του είχε προδιαγραφεί από ημέρες και αναμένονταν το μοιραίο γεγονός.
       Το πρωί της επόμενης ημέρας του θανάτου, Τετάρτη 14 Απριλίου 1946, στις 9 πμ, ο Βασίλειος  Βασιλάκος αναγγέλλει τον θάνατο, πρώτα με το κτύπημα της καμπάνας του Αγίου Σπυρίδωνα και με τη παρουσία του στο ληξιαρχείο της Βόνιτσας.
       Η εξόδιος ακολουθία  γίνεται  στον Άγιο Σπυρίδωνα της  Βόνιτσας και η ταφή στο νεκροταφείο του Αγίου Δημητρίου.  Το άψυχο κορμί του νεαρού Δημήτρη, τοποθετείται στο τάφο της γιαγιάς του, της Ελισάβετ Λαμπράκη, το γένος Δρίβα. Στο τάφο τοποθετούνται και τα οστά του Φιλοκτήτη, ο οποίος είχε αποβιώσει και είχε θαφτεί στη Πρέβεζα.

         Στο σημείο αυτό χρειάζεται να ενημερώσουμε τους αναγνώστες του άρθρου, ότι με βάση την εργασία «οι ενετικές κοντράδες της Βόνιτσας» οι ενορίες της Βόνιτσας από το 1905 αρχίζουν να αδρανοποιούνται, ενώ για λόγους υγιεινής σταδιακά είχαν καταργηθεί τα  νεκροταφεία του Αγίου Σπυρίδωνα, του Αγίου Νικολάου, των Αγίων Αποστόλων και του Αγίου Παντελεήμονα. Τα μόνα νεκροταφεία που εξυπηρετούν τις ανάγκες ταφής είναι του Αγίου Δημητρίου(Νεοχώρι) και Αγίου Αθανασίου (Κόκκινος).  Για εξαιρετικές περιπτώσεις υπάρχει και το νεκροταφείο της Παναγίας της Χώρας.  Οι προσπάθειες για δημιουργία νεκροταφείων στους Αγιους Ταξιάρχες (1937)  ή στον Άγιο Γεώργιο (1929) αποτυγχάνουν για λόγους που αναλυτικά παρατίθενται στην εργασία «ενετικές κοντράδες της Βόνιτσας», η οποία προβλέπεται να ολοκληρωθεί εντός της προσεχούς διετίας.
Η ταφή της μητέρας του Φιλοκτήτη, το 1903, πρέπει να έγινε στο νεκροταφείο του Αγίου Σπυρίδωνα και με την αδρανοποίηση που έγινε μετά, να μεταφέρθηκαν τα οστά της  σε τάφο στον Αγιο Δημήτριο. Η μεταφορά πρέπει να έγινε με το γεγονός της ταφής του Ηλία Λαμπράκη (πατέρα του Φιλοκτήτη). Σε αυτό τον τάφο του Αγίου Δημητρίου, είχαν μεταφερθεί από το Αγρίνιο και τα οστά της Ολυμπίας Λαμπράκη, αδελφής του Φιλοκτήτη.

         Με την αναφορά που κάναμε για τη τοποθεσία ταφής της μητέρας του Φιλοκτήτη, της Ελισάβετ Λαμπράκη, χρειάζεται να παραθέσουμε στοιχεία που αφορούν ένα από τα ποιήματα. Στο ποίημα για τον πλάτανο του Αγίου Σπυρίδωνα, η τελευταία φράση, αυτή που έπεται των αποσιωπητικών, μας έχει δημιουργήσει αρκετά ερωτηματικά για τον τρόπο μιας ιδιόμορφης έκφρασης που περιέχει. Ας δούμε τις δύο  τελευταίες γραμμές του ποιήματος με παρουσίαση του ποιήματος όπως αυτό υπάρχει στην εφημερίδα Ανακτόριο (κυκλοφορία 1937-1938, αρχείο ΑΜΦΙΚΤΙΟΝΙΑΣ ΑΚΑΡΝΑΝΩΝ):



        «Στο πλάτανο του Αγίου Σπυρίδωνα» είναι το τελευταίο ποίημα που συντάσσει ο Φιλοκτήτης για την υπό έκδοση συλλογή.  Από τα ποιήματα του 1908, περίοδο που ο Φιλοκτήτης μαθαίνει μετά από έξι χρόνια τον θάνατο της αγαπημένης μητέρας του, μέχρι και λίγο πρίν τα ποιήματα που έγραψε μετά τον Εθνικό διχασμό, ο τρόπος γραφής είναι ο ίδιος  και χαρακτηριστικός. Η τελευταία γραμμή ανήκει στην ανάμνηση της μητέρας του. Ας δούμε ανά φράση, μια παράξενη ροή:
         Την  αύρα την απόβραδη, μα μόνος σύ. Μια γραμμή πρίν το τέλος του ποιήματος, ο Φιλοκτήτης «φέρνει» το ποίημα στη γνωστή κατάληξη. Οι μοναξιές του 1908-1909, τα κρύα βράδια της ψυχής του παιδιού που στερήθηκε τη ζεστασιά της μάνας του, ξανάρχονται. Όμως τώρα ο στίχος με τη λέξη αύρα «ντύνεται» με τη ζεστασιά της ζωής, μια ζεστασιά που μπορεί να «έκτισε» ο χρόνος ή να είναι το χρονικό σημείο που όλα αυτά που έχει ζήσει (ο πόλεμος του 1912-1913, η μικρασιατική καταστροφή, η συναναστροφή με το άλλο φύλο, η ώρα να λάβει την μεγάλη απόφαση για τη δική του οικογένεια) κρατούν σεβαστή την «σκιά της μητέρας του» αλλά θέτουν την ανάγκη για την άλλη σελίδα της ζωής.
-Τι κρίμα-. Ένα ζύγιασμα της ψυχικής κατάστασης του 1908-1909 και της σημερινής. Ενας αναλογισμός στη διαπίστωση πόσο ο χρόνος και οι καταστάσεις αλλιώνουν το αρχικό συναίσθημα, το οποίο συνεχίζει να υπάρχει αλλά δεν έχει την δύναμη της τότε απελπισίας.
Με δάκρυ ήσυχο θρηνείς. Πόσες ώρες – μέρες –χρόνια , ο Φιλοκτήτης δεν πέρασε δίπλα στο μνήμα της μάνας του. Ακόμα και όταν βρίσκονταν στο σπίτι, τα κρύα βράδια, με τους αγέρηδες να κτυπάνε αλύπητα, η ψυχή του Φιλοκτήτη ήταν δίπλα στο μνήμα της μητέρας του. Οι στίχοι του, σε αυτές τις ψυχικές στιγμές, είναι μοναδικοί  και αυτή η ιδιομορφία έχει κατατάξει τα ποιήματα αυτής της χρονικής περιόδου, σε μια άξια και σημαντική κατηγορία έκφρασης του ψυχικού κόσμου, ενός ανθρώπου που παλεύει ανάμεσα στη δική του ζωή και στην σκιά της μητέρας του.
Τα αποσιωπητικά. «». Πρέπει να μελετήσουμε για άλλη μια φορά τα ποιήματα της συλλογής, για να ερευνήσουμε το πότε και το γιατί ο Φιλοκτήτης χρησιμοποιεί τα αποσιωπητικά. Πήραμε πάλι ένα-ένα τα ποιήματα, τα θέσαμε σε σχέση με τη χρονική στιγμή της γραφής τους, τα συσχετίσαμε και προσπαθήσαμε να κατανοήσουμε τη χρήση των αποσιωπητικών όταν αυτά χρησιμοποιούνταν από το τον Φιλοκτήτη.

      Ηταν μια ακόμα επαφή με τη συλλογή των ποιημάτων. Νιώσαμε για άλλη μια φορά τη ψυχική κατάσταση του Φιλοκτήτη. Με κριτήριο τη χρήση των αποσιωπητικών , διακρίναμε το σημείο «πρό της έκρηξης» και το σημείο της προσπάθειάς του,  να κρατηθεί «στα εγκόσμια».
    Στο προτελευταίο στίχο, ο Φιλοκτήτης αναφέρει τη λέξη που κυριαρχούσε στα ποιήματα του 1908 και 1909. «Μόνος». Άμεσα παραθέτει τη μεγάλη διαφορά του τότε (1908-1909) που η ζωή του ήταν ένα συνεχές κλάμα. Τώρα ονομάζει τη κατάσταση που ζεί «με δάκρυ ήσυχο θρηνείς» και μετά σαν να μην θέλει να συνεχίσει τη ψυχική του διάθεση, θέτει αποσιωπητικά και μιλά για «του Στρατηγού το μνήμα»  Ενας στρατηγός που έχει για αυτόν μεγάλη αξία. Ενας στρατηγός με « Σ» κεφαλαίο.

 Στην έκδοση της συλλογής το 1923, το ποίημα για τον πλάτανο του Αγίου Σπυρίδωνα έχει την πιο κάτω εικόνα:

       Η σημείωση «υπό την σκιάν του πλατάνου ευρίσκεται το μνήμα του Δ. Γρίβα» φέρει μπροστά από το «σημ.» ένα χαρακτήρα «*». Στο σώμα του ποιήματος (στην εκδοθείσα συλλογή) δεν υπάρχει πουθενά ο χαρακτήρας «*» για να υπάρξει η αντιστοίχηση.
       Στη παρουσίαση του ποιήματος από τον Δημήτριο Παπαγαλάνη, εκδότη της εφημερίδας ΑΝΑΚΤΟΡΙΟ, υπάρχει η αντιστοίχιση του χαρακτήρα «*».
      Η διαφορά είναι σημαντική. Με την χρήση δύο «*» , ο Δ.Παπαγαλάνης αντιστοιχεί την σημείωση  στη λέξη «μνήμα».
 Ο Φιλοκτήτης δεν έχει κάνει καμιά τέτοια αντιστοίχηση. Η υπόθεση να υπάρχει τυπογραφικό λάθος και να μην συμπεριλήφθηκε το «*» στο σώμα της ποιήματος, δεν μπορεί να ευσταθεί καθόσον στη σελίδα 103 υπάρχει μόνο για τρία σημεία η «διόρθωσις ημαρτημένων», στα οποία δεν συμπεριλαμβάνεται η αντιστοίχιση του χαρακτήρα «*».
        Εμείς στην έρευνά μας, λαμβάνουμε υπόψη μας ότι έχει εκδοθεί στην συλλογή των ποιημάτων και όχι την παράθεση του ποιήματος από την  εφημερίδα ΑΝΑΚΤΟΡΙΟ.
     Η δική μας άποψη, για τις  δύο τελευταίες γραμμές του ποιήματος, είναι ότι αυτές αναφέρονται με ένα άλλο διαφορετικό πλέον τρόπο, στη μητέρα του, της οποίας ο τάφος ήταν και αυτός κάτω από τη σκιά του πλάτανου.
    Το ποίημα «Ο πλάτανος του Αγίου Σπυρίδωνα» είναι το τελευταίο, χρονολογικά, της συλλογής. Είναι εμφανής η διαφορά με τα άλλα ποιήματα, είναι η αλλαγή μιας σελίδας ζωής. Λίγο μετά ο Φιλοκτήτης νυμφεύεται και φτιάχνει την δική του οικογένεια.
     Μια άλλη παράμετρος, η οποία χρειάζεται να εξεταστεί είναι αυτή της ημερομηνίας σύνταξης του ποιήματος «Στο πλάτανο του Αγίου Σπυρίδωνα». Είναι η 3 Ιουλίου 1923. Αν παρατηρήσουμε το εισηγητικό σημείωμα του ποιητή στην 5η σελίδα του βιβλίου, διαπιστώνουμε ότι αυτό συντάχθηκε στις 22 Απριλίου 1923, δηλ. δυόμιση μήνες πρίν την σύνταξη του χρονολογικά τελευταίου ποιήματος της συλλογής.
       Το ποίημα αυτό δεν έχει μόνο τις δύο παραπάνω ιδιομορφίες. Είναι και το μοναδικό που παρουσιάζεται έξω από την σχετική χρονολογική σειρά. Ενώ έχει γραφεί τελευταίο, έχει θέση στην 10η σελίδα, εκεί που αρχίζει χρονολογικά η παρουσίαση της κρίσιμης  περιόδου 1908-1909. Ας δούμε το εισηγητικό σημείωμα της συλλογής, με τίτλο «Πρόλογος».

      Μετά την αναδρομή που κάναμε , προχωρούμε χρονολογικά και βρισκόμαστε πάλι στο χρονικό σημείο του 1946.
      Μετά το θάνατο του Δημήτρη, η οικογένεια μετακομίζει στη Βόνιτσα, με εμφανή τα προβλήματα της φυματίωσης στα εναπομείναντα μέλη αυτής.
       Η αγαπημένη κόρη του  Φιλοκτήτη, η Ελισάβετ, είναι σε άσχημη κατάσταση. Η φυματίωση την έχει καταβάλλει. Από τη συνέντευξη του Θεόδωρου Πανταζόπουλου, βλέπουμε την Ελισάβετ συνεχώς μέσα στη μεγάλη κλειστή τζαμαρία στα ανατολικά του αρχοντικού. Ηταν πανέμορφη παρά την καταβολή που είχε από την ασθένεια. Ήρεμες κινήσεις, ευγενική παρουσία, μια υπέροχη κόρη.
      Η δεκαοκτάχρονη Ελισάβετ δεν αντέχει την επιδείνωση της ασθένειας και στις 11 το βράδυ της 12ης Οκτωβρίου του 1948, παραδίδει το πνεύμα της. Η καμπάνα του Αγίου Σπυρίδωνα ξανακτυπά για την οικογένεια του Φιλοκτήτη. Αυτή τη φορά, ο πατέρας του Βασίλη Βασιλάκου, ο Νικόλαος, αναλαμβάνει την αναγγελία στο ληξιαρχείο της Βόνιτσας στις 9 το πρωί της 13ης Οκτωβρίου.
       Σε αυτό το σημείο πρέπει να υπενθυμίσουμε στους αναγνώστες του άρθρου ότι η Ευθαλία χήρα Φιλοκτήτη ήταν κόρη της Κων/νας Κουρκούτα, το γένος Βασιλάκου.  Γιαυτό τον λόγο τις αναγγελίες του θανάτου και τις ετοιμασίες της ταφής τις είχαν αναλάβει οι Νίκος και Βασίλης Βασιλάκος.

     Το κλίμα πλέον είναι βαρύ. Ο πρωτότοκος γιός, ο Ηλίας κτυπημένος και αυτός από την αρρώστια, αλλά και η μητέρα του η Κυρία Ευθαλία, παρακολουθούν την  συνέχιση της τραγωδίας.
     Στα χρόνια που ακολουθούν, η ιατρική επιστήμη έχει προοδεύσει από πλευράς φαρμάκων για τη φυματίωση. Τόσο η Ευθαλία , όσο και ο Ηλίας ακολουθούν μια φαρμακευτική θεραπεία, που για μεν την Ευθαλία υπάρχει το αποτέλεσμα , για δεν τον Ηλία, μπορεί να περιορίζει τον κίνδυνο, όμως δεν τον εξαλείφει.

     Ο κύριος Ηλίας Τσουλούφος μας περιγράφει την κατάσταση : «Ο Ηλίας δεν πρόσεχε, για μεγάλα διαστήματα δεν έπαιρνε τα φάρμακά του, έκανε ζωή με ξενύχτια, και κάπνιζε αρκετά».
      Ο Παντελής Σουρτζής μας περιγράφει τις ιδιομορφίες του Ηλία: Κατέβαινε στο μαγαζί για καφέ. Ηταν ντυμένος με το κουστούμι του, λίγο αδύνατος και πάντα κοινωνικός. Τον καφέ τον έπινε βαρύ γλυκό. Κάπνιζε άσσο σκέτο. Δεν αγόραζε τσιγάρα από τα δυό περίπτερα της πλατείας, επειδή κατά την άποψή του, ο ήλιος που κτυπούσε τα πακέτα των τσιγάρων έκανε ξηρό τον καπνό. Προτιμούσε για τα τσιγάρα του τον μπάρπα Μήτσο τον Γαλανό, του οποίου το μαγαζί ήταν εστεγασμένο.»
       Ο Νίκανδρος Ιωάννου μας μετέφερε την εικόνα του Ηλία να περνά καθημερινά από το κατάστημα και οι εκεί υπάλληλοι να του βάφουν τα παπούτσια. Το τελευταίο χειμώνα φορούσε μια υπέροχη μπεζ καμπαρτίνα, ενώ το κουστούμι του ήταν πάντα περιποιημένο.
     Ο Ηλίας ήταν φοιτητής της Παντείου. Το 1963, ο  Ηλίας εμφανίζει πάλι τα συμπτώματα της φυματίωσης και η κατάσταση της υγείας του είναι άσχημη. Νοσηλεύεται στην Αθήνα, όπου εκεί πεθαίνει. Ο Νίκανδρος Ιωάννου μας είπε για αυτή την μέρα της κηδείας του: «Τον Ηλία τον γνώριζα καλά. Ερχονταν στο κατάστημα του πατέρα μου , περιποιημένος πάντα. Την ημέρα της κηδείας του, στάλθηκε από την Αθήνα το πτυχίο του από τη Πάντειο. Το βάλανε μαζί του στο φέρετρο».
Ηταν μια κηδεία που ότι και να γραφεί σε χαρτί δεν μπορεί να περιγράψει τις τότε εικόνες.

      Πλέον η κυρία Ευθαλία έμεινε μόνη της. Παρατηρεί άσχημα ιατρικά προβλήματα και φοβάται την φυματίωση. Φεύγει από τη Βόνιτσα και ανεβαίνει την Αθήνα, στην αδελφή της την Δάφνη. Η διάγνωση είναι καρκίνος. Βέβαια η επιβάρυνση της υγείας της, απο την φυματίωση που είχε περάσει, επιδεινώνει την κατάσταση. Μετά από λίγα χρόνια, το 1973 πεθαίνει στην Αθήνα, κλείνοντας το κύκλο της τραγωδίας. Η κηδεία της γίνεται στη Βόνιτσα, κλείνοντας το κύκλο στη μεγάλη τραγωδία .






Για την Αμφικτιονία Ακαρνάνων

ΝΤΙΝΟΣ Στυλιανός

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τι λες γι αυτό αγαπητό Ξηρόμερο