Για το νομοσχέδιο του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων μίλησε στη Βουλή ο βουλευτής Αιτωλοακαρνανίας με τον ΣΥ.ΡΙΖ.Α. – Προοδευτική Συμμαχία, Θάνος Μωραΐτης.
Ξεκινώντας την ομιλία του, σχολίασε το πρόβλημα των παράνομων ελληνοποιήσεων, «το οποίο», όπως είπε, «αντιμετωπίζεται μόνο με την ενίσχυση των μηχανισμών ελέγχου».
Έκανε ιδιαίτερη μνεία στους ελαιοπαραγωγούς, που «είναι σε οριακή κατάσταση και δεν έχουν δει καμία από τις άμεσες ενισχύσεις που περιμένουν».
«Μάλιστα», συνέχισε, «στο νομό Αιτωλοακαρνανίας η βρώσιμη ελιά παραμένει αδιάθετη σε ποσοστά που αγγίζουν το 70%, ενώ, ένα μέρος της φετινής παραγωγής καταστράφηκε από τις απότομες καιρικές εναλλαγές».
«Ο κανονισμός του ΕΛΓΑ πράγματι χρειάζεται προσαρμογή», είπε ο βουλευτής, «και ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. είχε ξεκινήσει τη διαδικασία οργανωμένης αλλαγής του, με την ανάθεση αναλογιστικής μελέτης, η οποία πάγωσε». Όπως τόνισε, «το Υπουργείο και η κυβέρνηση οφείλουν να δώσουν εξήγηση γιατί πάγωσε, γιατί υπάρχει αυτή η απαξίωση και γιατί δεν προχώρησαν σε προσλήψεις». Παράλληλα, υπογράμμισε το παράδοξο «της αύξησης του ασφαλίστρου κατά 58-60%, τη στιγμή που η τιμή της ελιάς είναι στα κατώτερα επίπεδά της».
Ο κ. Μωραΐτης περιέγραψε το «αδιέξοδο μπροστά στο οποίο βρίσκονται οι κτηνοτρόφοι», οι οποίοι «πούλησαν τα αρνιά τους μέσα σε λίγες μέρες, για να αποφύγουν την απόλυτη καταστροφή, επειδή ο Υπουργός Ανάπτυξης είπε ότι ‘φέτος δε θα σουβλίσουμε’». Όπως επεσήμανε, «ξεπουλιούνται μικρές κτηνοτροφικές μονάδες», ενώ οι κτηνοτρόφοι «ακόμα περιμένουν την πλήρη καταγραφή της κατάστασης και την έκτακτη ενίσχυση 23 εκατ. ευρώ που τους υποσχέθηκε η κυβέρνηση».
Δεν παρέλειψε να αναφερθεί και στους παραγωγούς νωπών προϊόντων», οι οποίοι «βρίσκονται στην κορύφωση της παραγωγής τους, με μεγάλη αβεβαιότητα για τη διάθεση των προϊόντων τους, λόγω της κάμψης του τουρισμού».
Παράλληλα, τόνισε τη δεινή θέση στην οποία έχουν περιέλθει οι μελισσοκόμοι, «που τα τελευταία χρόνια, αλλά και εν μέσω καραντίνας, επλήγησαν έντονα». Μάλιστα, όπως δήλωσε, «αν θέλουμε να σταθούμε δίπλα τους, πρέπει να επιδοτήσουμε τη βιολογική μελισσοκομία και την επικονίαση, όπως ήδη συμβαίνει σε όλες τις χώρες ΕΕ».
Σε ό, τι αφορά το ακανθώδες ζήτημα της ελληνοποίησης του μελιού, υπογράμμισε πως «υπάρχουν δύο λύσεις: Να γίνει αποδεκτή η μέθοδος της γυρεοσκοπικής ανάλυσης και να προωθηθεί η ιχνηλασιμότητα των τιμολογίων». Επιπλέον, επεσήμανε ότι «πρέπει να γίνουν πιο ευέλικτα τα κριτήρια με τις ομάδες παραγωγών, να πάμε στις ομάδες πέντε ατόμων και να ξεπεράσουμε τα όρια του νομού». Κλείνοντας την αναφορά του στους μελισσοκόμους, είπε πως «ειδικά φέτος, που είναι μια κακή χρονιά γι’ αυτούς, λόγω κακών καιρικών συνθηκών και κορωνοϊού, πρέπει να ενισχυθούν με επιδότηση ανά κυψέλη, μέσω του προγράμματος de minimis».
Επιπλέον, σχετικά «με τους περιορισμούς που επιβάλλει η κυβέρνηση στην καλλιέργεια κλωστικής- βιομηχανικής κάνναβης», τόνισε ότι «επιφέρει πλήγμα στους μικρούς παραγωγούς».
Στη συνέχεια της ομιλίας του, ο κ. Μωραΐτης αναφέρθηκε στο πρόβλημα διαχείρισης του νερού, το οποίο, «για να λυθεί οριστικά, τόσο στην Αιτωλοακαρνανία, όπου δεν αρδεύονται περιοχές δίπλα σε λίμνες και ποτάμια, όσο και σε όλη τη χώρα, χρειάζεται ένα ολοκληρωμένο στρατηγικό σχέδιο επενδύσεων».
Επιπρόσθετα, ζήτησε από την κυβέρνηση να «δει με σοβαρότητα την επιστροφή των 446 εκατ. ευρώ στη χώρα μας, μετά τη σχετική απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για τα βοσκοτόπια», τα οποία χρήματα «πρέπει να κατευθυνθούν στον πρωτογενή τομέα, όπου και ανήκουν».
Κλείνοντας την ομιλία του, τόνισε ότι «η κυβέρνηση και ο Πρωθυπουργός έχουν την ευθύνη για την ολοκληρωμένη στρατηγική ενίσχυσης της πρωτογενούς παραγωγής», για την οποία «απαιτούνται άμεσα και εμπροσθοβαρή μέτρα, αλλά και στρατηγική για το μέλλον, ώστε να μη χαθεί το στοίχημα της νέας ΚΑΠ».
Ξεκινώντας την ομιλία του, σχολίασε το πρόβλημα των παράνομων ελληνοποιήσεων, «το οποίο», όπως είπε, «αντιμετωπίζεται μόνο με την ενίσχυση των μηχανισμών ελέγχου».
Έκανε ιδιαίτερη μνεία στους ελαιοπαραγωγούς, που «είναι σε οριακή κατάσταση και δεν έχουν δει καμία από τις άμεσες ενισχύσεις που περιμένουν».
«Μάλιστα», συνέχισε, «στο νομό Αιτωλοακαρνανίας η βρώσιμη ελιά παραμένει αδιάθετη σε ποσοστά που αγγίζουν το 70%, ενώ, ένα μέρος της φετινής παραγωγής καταστράφηκε από τις απότομες καιρικές εναλλαγές».
«Ο κανονισμός του ΕΛΓΑ πράγματι χρειάζεται προσαρμογή», είπε ο βουλευτής, «και ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. είχε ξεκινήσει τη διαδικασία οργανωμένης αλλαγής του, με την ανάθεση αναλογιστικής μελέτης, η οποία πάγωσε». Όπως τόνισε, «το Υπουργείο και η κυβέρνηση οφείλουν να δώσουν εξήγηση γιατί πάγωσε, γιατί υπάρχει αυτή η απαξίωση και γιατί δεν προχώρησαν σε προσλήψεις». Παράλληλα, υπογράμμισε το παράδοξο «της αύξησης του ασφαλίστρου κατά 58-60%, τη στιγμή που η τιμή της ελιάς είναι στα κατώτερα επίπεδά της».
Ο κ. Μωραΐτης περιέγραψε το «αδιέξοδο μπροστά στο οποίο βρίσκονται οι κτηνοτρόφοι», οι οποίοι «πούλησαν τα αρνιά τους μέσα σε λίγες μέρες, για να αποφύγουν την απόλυτη καταστροφή, επειδή ο Υπουργός Ανάπτυξης είπε ότι ‘φέτος δε θα σουβλίσουμε’». Όπως επεσήμανε, «ξεπουλιούνται μικρές κτηνοτροφικές μονάδες», ενώ οι κτηνοτρόφοι «ακόμα περιμένουν την πλήρη καταγραφή της κατάστασης και την έκτακτη ενίσχυση 23 εκατ. ευρώ που τους υποσχέθηκε η κυβέρνηση».
Δεν παρέλειψε να αναφερθεί και στους παραγωγούς νωπών προϊόντων», οι οποίοι «βρίσκονται στην κορύφωση της παραγωγής τους, με μεγάλη αβεβαιότητα για τη διάθεση των προϊόντων τους, λόγω της κάμψης του τουρισμού».
Παράλληλα, τόνισε τη δεινή θέση στην οποία έχουν περιέλθει οι μελισσοκόμοι, «που τα τελευταία χρόνια, αλλά και εν μέσω καραντίνας, επλήγησαν έντονα». Μάλιστα, όπως δήλωσε, «αν θέλουμε να σταθούμε δίπλα τους, πρέπει να επιδοτήσουμε τη βιολογική μελισσοκομία και την επικονίαση, όπως ήδη συμβαίνει σε όλες τις χώρες ΕΕ».
Σε ό, τι αφορά το ακανθώδες ζήτημα της ελληνοποίησης του μελιού, υπογράμμισε πως «υπάρχουν δύο λύσεις: Να γίνει αποδεκτή η μέθοδος της γυρεοσκοπικής ανάλυσης και να προωθηθεί η ιχνηλασιμότητα των τιμολογίων». Επιπλέον, επεσήμανε ότι «πρέπει να γίνουν πιο ευέλικτα τα κριτήρια με τις ομάδες παραγωγών, να πάμε στις ομάδες πέντε ατόμων και να ξεπεράσουμε τα όρια του νομού». Κλείνοντας την αναφορά του στους μελισσοκόμους, είπε πως «ειδικά φέτος, που είναι μια κακή χρονιά γι’ αυτούς, λόγω κακών καιρικών συνθηκών και κορωνοϊού, πρέπει να ενισχυθούν με επιδότηση ανά κυψέλη, μέσω του προγράμματος de minimis».
Επιπλέον, σχετικά «με τους περιορισμούς που επιβάλλει η κυβέρνηση στην καλλιέργεια κλωστικής- βιομηχανικής κάνναβης», τόνισε ότι «επιφέρει πλήγμα στους μικρούς παραγωγούς».
Στη συνέχεια της ομιλίας του, ο κ. Μωραΐτης αναφέρθηκε στο πρόβλημα διαχείρισης του νερού, το οποίο, «για να λυθεί οριστικά, τόσο στην Αιτωλοακαρνανία, όπου δεν αρδεύονται περιοχές δίπλα σε λίμνες και ποτάμια, όσο και σε όλη τη χώρα, χρειάζεται ένα ολοκληρωμένο στρατηγικό σχέδιο επενδύσεων».
Επιπρόσθετα, ζήτησε από την κυβέρνηση να «δει με σοβαρότητα την επιστροφή των 446 εκατ. ευρώ στη χώρα μας, μετά τη σχετική απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για τα βοσκοτόπια», τα οποία χρήματα «πρέπει να κατευθυνθούν στον πρωτογενή τομέα, όπου και ανήκουν».
Κλείνοντας την ομιλία του, τόνισε ότι «η κυβέρνηση και ο Πρωθυπουργός έχουν την ευθύνη για την ολοκληρωμένη στρατηγική ενίσχυσης της πρωτογενούς παραγωγής», για την οποία «απαιτούνται άμεσα και εμπροσθοβαρή μέτρα, αλλά και στρατηγική για το μέλλον, ώστε να μη χαθεί το στοίχημα της νέας ΚΑΠ».
Δείτε την τοποθέτηση:
Ο πρωτογενης τομεας δεν ειναι απλα στην εντατικη.πεθανε δυστυχως εδω κ χρονια.ηθελα να δω ομως οταν εκλειψει εντελως..τοτε να δω τι θα γινει
ΑπάντησηΔιαγραφή