Παρασκευή 8 Ιουλίου 2011

Καλοκαίρι και Καταχνιά!



  ή αλλιώς Μυρωμένοι Στίχοι 
Αφιερωμένο στη γενιά της μεταπολίτευσης

Γράφει ο: Δημήτρης Αρβανίτης
      Mέρες του Ιούλη, ο καιρός ζεστός αλλά όχι καυτός. Μάλλον ευχάριστος. Τελειώνοντας τις δουλειές της ημέρας, έκανα ένα γρήγορο σερφάρισμα στο διαδίκτυο. Κυριαρχούν τα πολιτικά και οικονομικά θέματα. Θλίψη, μιζέρια, απογοήτευση... Τι να σχολιάσεις  και  τι να γράψεις...


      Με τρελλαίνει η ιδέα πως μια πολλά υποσχόμενη γενιά, αυτή  του Πολυτεχνείου και της μεταπολίτευσης, η γενιά των ιδεών και των ιδανικών, η νεολαία του αγώνα για την ελευθερία και τη Δημοκρατία, κατάφερε τελικά ότι χειρότερο στη νεώτερη ιστορία της χώρας
    Τι να πεις στους σημερινούς νέους; Τι να ομολογήσεις και τι να κρύψεις; Τη διαφθορά; Τη λαιμαργία, τη σήψη; Το νεποτισμό, τη καμαρίλα; Τη προδοσία; Την ανικανότητα της πολιτικής τάξης; Δε ξέρω, ειλικρεινά δεν ξέρω.  Δεν ξέρω...

 ..Δεν ξέρω τι να παίξω στα παιδιά
μα ούτε και στους μεγάλους
πάει καιρός που έχω μάθει ξαφνικά 
πως είμαι ασχημοπαπαγάλος.

Πώς να κρυφτείς απ' τα παιδιά;
Έτσι κι αλλιώς τα ξέρουν όλα. 
Και μας κοιτάζουν με μάτια σαν κι αυτά 
όταν ξυπνούν στις δύο η ώρα. 

Ζούμε μέσα σ' ένα όνειρο που τρίζει
σαν το ξύλινο ποδάρι της γιαγιάς μας 
μα ο χρόνος ο αληθινός 
σαν μικρό παιδί είναι εξόριστος
μα ο χρόνος ο αληθινός 
είναι ο γιος μας ο μεγάλος κι ο μικρός..

   [Ακόμα κι ο δημοφιλής –τότε- για τους αγώνες του Νιόνιος (Σαββόπουλος) που έγραψε τους πιο πάνω εκπληκτικούς στίχους συμβιβάστηκε και σαν αποτέλεσμα  έχασε  και  την έμπνευσή του]

      Έχω μέρες να γράψω και είμαι σε φάση που δε θέλω να σχολιάζω. Υπάρχουν μέρες, που θέλω να πάρω ανάσες, να μην αναφερθώ σε αυτά που με εξοργίζουν και που  καθημερινά  με τρελαίνουν  Είμαι σίγουρος ότι η καυστική μου διάθεση κριτικής και σχολίων θα επανέλθει γρήγορα.
     Προς το παρόν να αφορίσω τα πάντα «γύρω μου κι εντός μου» με   τους μυρωμένους στίχους του τόσο σύγχρονου Γεωργίου Σουρή, τους οποίους αφιερώνω στη γενιά της μεταπολίτευσης, δηλαδή τη γενιά μου:

 Μυρωμένοι Στίχοι

Τίποτε δεν απόμεινε στον κόσμο πια για μένα,
όλα βρωμούν τριγύρω μου και φαίνονται χεσμένα.
Όλα σκατά γενήκανε και ο δικός μου κώλος 
σκατά εγίνηκε κι αυτός, σκατά ο κόσμος όλος.

Μόνο σκατά φυτρώνουνε στον τόπο αυτό τον άγονο
κι όλοι χεσμένοι είμαστε, σκατάδες στο τετράγωνο.
Μας έρχεται κάθε σκατάς, θαρρούμε πως σωθήκαμε, 
μα μόλις φύγει βλέπομε πως αποσκατωθήκαμε.

Σκατά βρωμάει τούτος δω, σκατά βρωμά κι εκείνος,
σκατά βρωμάει το σκατό, σκατά βρωμά κι ο κρίνος. 
Σκατά κι εγώ, μες στα σκατά, και με χαρτί χεσμένο 
ό,τι κι αν γράψω σαν σκατό προβάλλει σκατωμένο.

Σκατά τα πάντα θεωρώ και χωρίς πια να απορώ,
σκατά μασώ, σκατά ρουφώ, σκατά πάω να χέσω, 
απ’ τα σκατά θα σηκωθώ και στα σκατά θα πέσω.

Όταν πεθάνω χέστε με, τα κόλλυβά μου φάτε
Και πάλι ξαναχέστε με και πάλι ξαναφάτε,
μα απ’ τα γέλια τα πολλά κοντεύω ν’ αρρωστήσω
και δεν μπορώ να κρατηθώ, μου φεύγουν από πίσω.

Σκατά ο μεν, σκατά ο δε, σκατά ο κόσμος όλος
κι απ’ το πολύ το χέσιμο μου πόνεσε ο κώλος!

Με τις υγείες σας! Καληνύχτα!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τι λες γι αυτό αγαπητό Ξηρόμερο