Παρασκευή 12 Αυγούστου 2016

ΣΤΗ ΒΟΝΙΤΣΑ ΚΑΠΟΤΕ: Ένα σημείωμα φόνου στην περίοδο της «Βυθισμένης Βόνδιτζας», 1200 μχ- 1232 μχ

ΑΜΦΙΚΤΙΟΝΙΑ ΑΚΑΡΝΑΝΩΝ
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

Ένα σημείωμα φόνου
στην περίοδο της «Βυθισμένης Βόνδιτζας», 1200 μχ- 1232 μχ

Μέρος 1ο  (παράθεση των γεγονότων)
-Ιστορική έρευνα από τον Γεώργιο Δέλλα, Αρχιμανδρίτη του Οικουμενικού Θρόνου και τον Στυλιανό Ντίνο, Αντιπρόεδρο της Αμφικτιονίας Ακαρνάνων.
-Μετάφραση αρχαίων κειμένων, από την φιλόλογο Μπογόρδου Γεωργία.


Από αριστερά προς δεξιά: Γεώργιος Δέλλας Αρχιμανδρίτης του Οικουμενικού Θρόνου, Στυλιανός Ντίνος Αντιπρόεδρος της Αμφικτιονίας, Νικόλας Βερνίκος καθηγητής Πανεπιστημίου Αιγαίου, Σοφία Δασκαλοπούλου πρώην Αντιπρύτανης Πανεπιστημίου Αιγαίου.

Πρόλογος
       Η Αμφικτιονία Ακαρνάνων έχει ονοματίσει το έτος 2016 ως έτος «Απόκαυκου» λόγω της επικέντρωσης των ιστορικών ερευνών, στην σημαντική αλληλογραφία που είχε ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου Απόκαυκος, με τους τρείς κατά σειρά επισκόπους, της πρώτης στην τάξη των επισκοπών, αυτή της Βονδίτζης.
       Μέχρι σήμερα η Αμφικτιονία έχει δώσει σε ανάγνωση ακριβείς μεταφράσεις από δύο επιστολές του Απόκαυκου. Η πρώτη ήταν προς τον επίσκοπο Νικόλαο και με έτος συγγραφής το 1222, ενώ η δεύτερη απευθύνονταν στον επίσκοπο Βονδίτζης Ιωάννη με αντικείμενο την Μονή Σωτήρος των Σφετών. Και οι δύο επιστολές (αρχαίο κείμενο – μετάφραση και στοιχεία έρευνας, τις έχουμε  ανηρτημένες στο διαδίκτυο......



   Οι υπόλοιπες επιστολές του Απόκαυκου (αυτές που σχετίζονται με τη επισκοπή Βονδίτζης) έχουν δοθεί για μεταφράσεις στις Λευκαδίτισσες φιλολόγους Μπογόρδου Γεωργία και  κα Αντωνίου, καθώς και στις Βονιτσιάνες φιλόλογους  Ειρήνη Βασιλάκου, Μαίρη Σπαθή και Δέσποινα Καλέντζου.
   Στην πρόσφατη συνεδρίαση της Αμφικτιονίας, παρουσιάστηκε το σημείο των ιστορικών ερευνών του  έργου «Απόκαυκος και η επισκοπή Βονδίτζης» και αποφασίστηκε να δοθεί η ευθύνη διαχείρισης του εν λόγω έργου στον Γεώργιο Δέλλα, Αρχιμανδρίτη του Οικουμενικού θρόνου. Όπως θα διαπιστώσετε, με την ανάγνωση των δύο μερών του σημειώματος φόνου, στα κείμενα του Απόκαυκου υπάρχει μεγάλη ονοματολογία των αξιωμάτων στα Βυζαντινά χρόνια, αλλά και ανάγκες ερμηνείας θρησκευτικών θεμάτων. Έγινε η πρόταση στον Αρχιμανδίτη Γεώργιο Δέλλα, ο οποίος όχι μόνο αποδέχθηκε αλλά ανέλαβε άμεσα τα καθήκοντα-ευθύνες του σημαντικού έργου.  Αποτέλεσμα της πρώτης συνεργασίας είναι το άρθρο που θα αμέσως ακολουθεί και θα μελετήσετε. 


Ιστορικό:
      Σε ένα σημείωμα του ο Απόκαυκος1  μας γνωρίζει μια σειρά από γεγονότα των οποίων η κατάληξη ήταν να σκοτωθεί από ξυλοδαρμό ο Θεόδωρος2. Οι δράστες του θανάσιμου ξυλοδαρμού ήταν ο Ταρανώπουλος Γεώργιος και ο Κωνσταντίνος Σαλαγάρης, ενώ εκεί κοντά βρίσκονταν και τρίτο πρόσωπο, ο Στρατιωτόπουλος3, ο οποίος παρακολουθούσε και δεν αντέδρασε στο φονικό. 
      Ο Απόκαυκος, πρίν αποδώσει το επιτίμιο (τιμωρία) στους τρείς δράστες, παραθέτει όλα τα γεγονότα που έγιναν, μέχρι να συμβεί ο φόνος.
       Μας γνωρίζει ότι πλησίον της πόλης Βόνδιτζα, τον Ιούνιο του 1228 μχ, υπήρχε βελανιδόδασος του οποίου τα βελανίδια λόγω της  καλής ποιότητάς τους, χρησιμοποιούνταν για τροφή σε βασιλικούς χοίρους4
       Οι τρείς δράστες του φόνου, ήταν φρουροί του δάσους των βελανιδιών και εκτός της φύλαξης του δάσους, έργο είχαν την φύλαξη  των «βασιλικών καρπών των βελανιδιών» και την φύλαξη των βασιλικών χοίρων που ήταν εκεί για πάχυνση. 
     Κατάγονταν από ένα χωριό με όνομα Λόγγος της περιοχής Βελκόνοβο5.  
    Η εντολή φύλαξης είχε δοθεί από τον Στρατιώπουλο Ιωαννίκιο6

       Εκείνο το έτος, οι τρείς φρουροί αντιλήφθησαν ότι τα ζώα (μεταξύ των οποίων και πρόβατα) ενός τοπικού ηγεμόνα, του κόμη Γρηγορίου εξ Αρμενίας, έμπαιναν ανεξέλεγκτα στο δάσος των βελανιδιών και τρέφονταν με τους καρπούς των δέντρων. Παρά τις παρατηρήσεις που δέχθηκε ο βοσκός των προβάτων και παρά την κατά πολλές φορές απομάκρυνση – εκδίωξη του κοπαδιού, η παράνομη βοσκή των προβάτων συνεχίζονταν.
       Σε μια τέτοια παράνομη βοσκή, οι τρείς φρουροί, εκδίωξαν πάλι το κοπάδι των ζώων και κράτησαν ως απόδειξη της παράνομης βοσκής, ένα από τα πρόβατα. Τότε ο βοσκός απευθύνθηκε στον ηγεμόνα του και του μετέφερε την ψευδή πληροφορία ότι οι τρείς φρουροί κράτησαν ένα πρόβατο και το έφαγαν.

     Ο τοπικός ηγεμόνας (Κόμης Γρηγόριος εξ Αρμενίων) εξέφρασε τα παράπονά του στον αντιπρόσωπο του πρωτοβεστιάριου7 του Αλυάτου8, τον Παπά Νικόλαον, για να επέμβει και να τιμωρήσει τους κλέφτες9.
       Αυτός10  έλαβε μαζί του δεκαπέντε άνδρες και κίνησε να βρει τους τρείς φρουρούς-κλέπτες. Όταν τους συνάντησε χωρίς να υπάρξει απολογία αυτών τους τιμώρησε (ετιμωρήσατο ημάς ουκ ολίγα). Όταν όμως ο Παπά Νικόλαος αντίκρισε το κλεμμένο πρόβατο, το οποίο δεν είχε σφαγεί για φαγητό αλλά ήταν ως απόδειξη της παράνομης βοσκής, σταμάτησε η τιμωρία των τριών φρουρών.

     Τις επόμενες ημέρες και αφού είχαν ηρεμίσει τα πράγματα, στην περιοχή παρουσιάστηκε ο «Κατεπάνω» της Βόνδιτζας11 μαζί με τον Γεώργιο τον γυναικαδελφού του Κόμητα Γρηγόριου του εξ Αρμενίων. Αυτοί υποστήριξαν τον βοσκό των προβάτων, παρά την ψευδή καταγγελία που έκανε στον αφέντη του (δηλ. ότι οι τρείς φρουροί έκλεψαν ένα πρόβατο από το κοπάδι για να το φάνε).
      Τα πρόβατα του Κόμη Γρηγόριου μπήκαν πάλι στο δάσος των Βελανιδιών και οι τρείς φρουροί προσπάθησαν να αφαιρέσουν όσα πρόβατα μπορούσαν από το κοπάδι, για να τα έχουν ως απόδειξη της παράνομης βόσκησης. 

     Εκεί όμως άρχισε μια συμπλοκή μεταξύ των τριών φρουρών και του πλήθους που είχε συγκεντρώσει ο Κόμης Γρηγόριος.  Στην ομάδα του Κόμη Γρηγόριου ήταν και ο γυναικαδελφός του ο Θεόδωρος. Αυτός πρώτος άρχισε την βιαιοπραγία κτυπώντας με ένα ραβδί τον Βλαχοάνδρα12. Τότε ο Βλαχοάνδρας αντέδρασε και κτύπησε στο κεφάλι τον Θεόδωρο και τον έρριψε στο έδαφος. Αμέσως επάνω του έπεσαν και τον κτυπούσαν με δύναμη οι Σαλαγάρης και Ταρωνόπουλος, ενώ ο Στρατιωτόπουλος  παρακολουθούσε τον ξυλοδαρμό χωρίς να επέμβει για να τον σταματήσει,
   Από τον ξυλοδαρμό, προήλθε ο θάνατος του Θεόδωρου.

  Τώρα ο Απόκαυκος, ο καθ΄ύλην και δικαιοδοσία αρμόδιος, κλήθηκε να επιβάλλει την ποινή, δηλαδή το επιτίμιο:
...............
1*Ο Απόκαυκος ήταν Μητροπολίτης Ναυπάκτου 1200-1232. Στην δικαιοδοσία της Ναυπάκτου ανήκε και η επισκοπή Βονδίτσης, η οποία σύμφωνα με μια σημαντική ομάδα ιστορικών, ήταν η πρώτη στην τάξη των επισκοπών.
2*Ο Θεόδωρος ήταν γυναικοαδελφός του κόμη Γρηγορίου εξ Αρμενίων.
3*Στην αρχή του κειμένου του ,  ο Απόκαυκος, δεν μας δίνει το μικρό όνομα του τρίτου φρουρού, αργότερα όμως τον ονομάζει Γεώργιο.
4*Αυτές οι πληροφορίες μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι οι βελανιδιές πρέπει να ήταν ειδικής ποικιλίας και μπορεί να ήταν από αυτές που συγγράμματα μας αναφέρουν ότι ο καρπός τους ήταν ισάξιος του αμυγδάλου. Ο προσδιορισμός «βασιλικοί χοίροι» πρέπει να αναφέρεται σε κοπάδια χοίρων για τους  τότε άρχοντες Κομνηνοί Δούκα
5*Το Βελκόνοβο δεν το συναντάμε στη σημερινή ονομασία περιοχών. Δυστυχώς έχει αλλάξει ονομασία. Από την Σέρβικη και Βουλγάρικη γλώσσα η λέξη αυτή προσδιορίζει περιοχή σαν «νέο μεγάλο χωριό».
6*Από το σημείωμα δεν διευκρινίζεται αν το δάσος των βελανιδιών ανήκε στον Ιωαννίκιο Στρατιώπουλο ή αν αυτός ήταν ο από τους Κομνηνούς Δούκα εξουσιοδοτημένος. Παρατηρούμε όμως ότι ο Ιωαννίκιος έχει το ίδιο επίθετο με τον Γεώργιο, τον τρίτο φρουρό του δάσους των βελανιδιών.
7*ο πρωτοβεστιάριος ήταν ένας τιμητικός τίτλος και αξίωμα, το οποίο κατά την ύστερη βυζαντινή περίοδο δινόταν σε ανώτατους αξιωματούχους και μελλοντικούς αυτοκράτορες. Αρχικά προοριζόταν για ευνούχους.  Ο πρωτοβεστιάριος σταδιακά εξελίχτηκε σε σημαντικό αξίωμα, φτάνοντας να έπεται μόνο του παρακοιμώμενου (του πρώτου την τάξη στα αξιώματα της βασιλικής αυλής) . Τον 11ο αιώνα οι  πρωτοβεστιάριοι συνήθως  τοποθεντούνταν επικεφαλής στρατού.
8*Η έκφραση Πρωτοβεστιάριος του Αλυάτου μας οδηγεί στην σκέψη ότι η Αλύατος πρέπει να ήταν περιοχή και η χρήση της στην παραπάνω έκφραση να είναι γεωγραφικός προσδιορισμός. Η σκέψη αυτή είναι παράτολμος αφού δεν μπορεί να τεκμηριωθεί και την θέτουμε ώστε από τους αναγνώστες του άρθρου, αν υπάρξουν γνώστες της έκφρασης, να μας δοθούν οι απαραίτητες πληροφορίες. Εμείς το μόνο που θα προσθέσουμε είναι αυτή την ίδια έκφραση δηλ. «του Αλυάτου» , την συναντούμε στην ονομασία ενός άρχων ψάλτη του ναού της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη, λίγο πριν την πτώση της Βασιλεύουσας. Ήταν ο Γρηγόριος  Μπούνης Αλυάτου. Στην Βυζαντινή μουσική έχει συγγράψει τα δυσκολότερα «κρατήματα».  Τα κρατήματα ήταν ένα είδος ψαλμών που χρησιμοποιούνταν όταν ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου είχε καθυστερήσει να εισέλθει στον ναό και δεν έπρεπε να υπάρχει κενό στην θεία λειτουργία.
9*Από μια άλλη επιστολή του Απόκαυκου, αυτή για τον Σωτήρα των Σφετών (βλέπε σχετική εργασία) είχαμε την ενημέρωση ότι στην Βόνδιτζα υπήρχε Καστελάνος και μάλιστα ονομαστός στρατηγός των Κομνηνών. Με  βάση την σημερινή παρουσίαση σημειώματος φόνου, ο Απόκαυκος μας διευκρινίζει ότι για τις ποινικές –αστικές υποθέσεις δεν ζητούνταν η επέμβαση του Καστελάνου αλλά του αντιπροσώπου του Πρωτοβεστιάριου. Αυτή η διαφοροποίηση μας εξηγεί καλύτερα την σημασία της επιστολής του Απόκαυκου στον επίσκοπο Βονδίτζης Ιωάννη, με τη οποία του συνιστά να ζητήσει και όχι να απαιτήσει την παρουσία του καστελάνου στο μοναστήρι των Σφετών.
10*Η έκφραση «αυτός», μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η έδρα του δεν μπορεί να ήταν μακριά από την περιοχή του δάσους των Βελανιδιών και μάλλον πρέπει να την τοποθετήσουμε στην Βόνδιτζα.
11*Ο Κατεπάνω ήταν Βυζαντινός τίτλος που αντιστοιχούσε στον ανώτερο πολιτικό και στρατιωτικό άρχοντα της περιοχής η οποία ονομάζονταν  «Κατεπανίκιο». Το Κατεπανίκιο μπορεί να ισοδυναμούσε με την έννοια  « θέμα»-επαρχία  και στην ιεραρχική κλίμακα ο «Κατεπάνω» βρισκόταν αμέσως μετά τον «δούκα» και πριν το αξίωμα  του στρατηγού.
12*Για άλλη μια φορά ο Απόκαυκος μας ενημερώνει για την σοβαρή πληθυσμιακή παρουσία των Βλάχων στην περιοχή της Βονδίτζης. Μόνο που σε αυτή την περιγραφή με την λέξη «Βλαχοάνδρα» ο Απόκαυκος, μάλλον λόγω της τότε γνώσης των ονομάτων, δεν μας προσδιορίζει ακριβώς ποιόν από τους τρείς φρουρούς θεωρεί Βλάχο, ή αν και οι τρείς φρουροί ήταν βλάχοι.


Αρχαίο Κείμενο


Μετάφραση αρχαίου κειμένου:

    Τρείς άνδρες από το χωριό Λόγγο της περιοχής Βελκόνοβα, οι  Ταρανώπουλος Γεώργιος,  ο Κωνσταντίνος Σαλαγάρης και ο Στρατιωτόπουλος, αφού έπεσαν σε έγκλημα φόνου, ερχόμενοι στην δικιά μας Αγιότατη Εκκλησία μίλησαν έτσι:
      Είπαν ότι παραδόθηκε σε αυτούς δάσος με βαλανιδιές για φύλαξη από τον Ιωαννίκιο Στρατιωτόπουλο, ώστε με τα βελανίδια  να τρέφονται οι Βασιλικοί χοίροι για πάχυνση.
     Άνθρωπος του Κόμητος Γρηγορίου από την Αρμενία, οδήγησε μέσα ζώα του κυρίου του και με αυτά κατασπαταλούσε τα βελανίδια. Μια φορά και δύο , επειδή μπήκαν μέσα αυτά, σε αναστολή της ζημιάς αφού πήραμε ένα πρόβατο από αυτά του Κόμητος, τοποθετηθήκαμε την φύλαξη αυτού για να «μαζέψουμε» την βλάβη που έγινε από τα ζώα του Κόμητος, στο δάσος.
     Γυρίζοντας όμως εκείνος στον Κύριό του κατήγγειλε ότι φαγώθηκε από εμάς το κατασχεμένο ζώο και εκείνος έστειλε μήνυμα στον άνθρωπο (τον αντιπρόσωπο) του Πρωτοβεστιάριου του Αλυάτου, τον Παπά Νικόλαο, για να μας τιμωρήσει.
    Εκείνος αφού πήρε δεκαπέντε ανθρώπους και αφού ήλθε σε εμάς μας τιμώρησε αρκετά. Εκείνος όταν είδε ότι ζει το πρόβατο που κρατήθηκε (ως μάζεμα) μας περιέβαλε με αγάπη.
    Πέρασαν πολλές ημέρες από τότε και αφού ηρεμίσαμε φυλάγαμε το δάσος ως συνήθως, έφτασε σε εμάς από εκεί ο Κατεπάνω  της Βόνδιτζας μαζί με τον Γεώργιο τον γυναικάδελφο του Κόμητα (Γρηγορίου του εξ Αρμενίων). Αυτοί οι δύο υπερασπίστηκαν τον βοσκό που είχε συκοφαντήσει τους τρείς φρουρούς, ακολούθως έφυγαν για την περιοχή Ρουπακειάς με κάποια συνοδεία, για να αφαιρέσουν (αφελέσθαι) τα σφαχτά του Κόμητα.
     Επειδή από τους ανθρώπους του Κόμητα εμποδίζονταν η απαγωγή των ζώων, έγινε συμπλοκή.  Πρώτος ο γυναικάδελφος του Κόμητος, ο Θεόδωρος, κτύπησε με ραβδί τον Βλαχοάνδρα. Αυτός (ο Βλαχοάνδρας) κτύπησε τον Θεόδωρο στο κεφάλι και τον έριξε κάτω. Οι δύο πρώτοι αναφερόμενοι φρουροί έπεσαν κάτω στο έδαφος, με την άδεια του τρίτου φρουρού, κτύπησαν τον πεσόντα (Θεόδωρο) και τον σκότωσαν.
     Αυτά αφού διηγήθηκαν (οι τρείς φρουροί), κρίθηκαν με την θέλησή τους φονιάδες. Αυτοί οι ίδιοι κτύπησαν (οι δύο φρουροί)  και αυτός (ο τρίτος φρουρός) που συμφώνησε με το κτύπημα, με την έννοια ότι ήταν πρέπον.
   Αυτούς (εννοεί τους Ταρανώπουλο Γεώργιο και ο Κωνσταντίνο Σαλαγάρη) επειδή κτύπησαν τόσο απάνθρωπα τον άνθρωπο (Θεόδωρο) και τον Στρατιωτόπουλο που δεν εμπόδισε τα κτυπήματα της ράβδου και τα επέτρεψε, υποβλήθηκαν σε εκκλησιαστικά επιτίμια, τα οποία είναι: ……………………………….

Η συνέχεια στο Β’ μέρος.
    Στο δεύτερο μέρος του άρθρου, θα αναπτυχθεί το επιτίμιο δηλ. η τιμωρία που τους επιβλήθηκε από τον Μητροπολίτη Ναυπάκτου Ιωάννη Απόκαυκο. Σημειωτέον ότι την εποχή εκείνη, ο Μητροπολίτης και οι επίσκοποι ασκούσαν δικαστική εξουσία στα αστικά και ποινικά αδικήματα. Δεν υπήρχαν φυλακές και η τιμωρία (επιτίμιο) επιβάλλονταν για την μεταμέλεια και τον σωφρονισμό των παραβατών.
     Όπως θα μελετήσετε στο β΄μέρος του άρθρου το επιτίμιο δίνονταν τόσο στους παραβάτες όσο και στους αξιωματούχους της περιοχής για να υπάρχει η γνώση και η επιτήρηση για την σωστή εφαρμογή του επιτίμιου. Σε όλη αυτή την περίοδο του επιτίμιου κανείς δεν είχε το δικαίωμα να ενοχλήσει με οποιοδήποτε τρόπο τους παραβάτες, αν αυτοί βέβαια τηρούσαν επακριβώς τους όρους του επιτιμίου.

      Σε λίγες ημέρες θα αναρτηθεί το άρθρο (β’ μέρος) με τις συγκλονιστικές περιγραφές του επιτίμιου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τι λες γι αυτό αγαπητό Ξηρόμερο