Ρίχαρντ Τσώρτς (Richard Church)
ο απελευθερωτής της Ακαρνανίας στα 1828-1829.
Γράφει ο Νίκος Μήτσης
Ως γνωστόν η Τρίτη Εθνική των Ελλήνων Συνέλευση ή πιο απλά Γ΄ Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας (19 Μαρτίου – 5 Μαΐου 1827), που πραγματοποιήθηκε μετά από την αναβολή της Συνέλευσης της Επιδαύρου (6 -16 Απρ.1826) η οποία είχε διακοπεί λόγω πολεμικών γεγονότων ( Έξοδος του Μεσολογγίου 10 Απρ.1826) και της εν Ερμιόνη (19 Μαρτ.-5 Μαΐου 1827) που και σ’ αυτή υπήρχαν διαφωνίες και δεν είχε πληρότητα παραστατών, συνήλθε τελικά στην Τροιζήνα του Πόρου με σκοπό την ολοκλήρωση των εργασιών αυτής της Επιδαύρου που είχε διακοπεί όπως προείπαμε λόγω πολεμικών γεγονότων. Τη Συνέλευση αυτή στην Τροιζήνα την απάρτιζαν 225 πληρεξούσιοι βουλευτές απ’ όλη την Ελλάδα με πρόεδρο τον Γεώργιο Σισίνη και γραμματέα τον Νικόλαο Σπηλιάδη και εξέδωσε συνολικά 24 ψηφίσματα.
Το κυριότερο από αυτά τα ψηφίσματα ήταν ότι συνέταξε και επικύρωσε τον πρώτο οριστικό καταστατικό χάρτη της Ελλάδος, το Πολιτικόν Σύνταγμα της Ελλάδος. .........
Επίσης η Συνέλευση της Τροιζήνας με το ψήφισμα ΣΤ΄ (3 Απριλίου 1827) εξέλεξε ως πρώτο κυβερνήτη της Ελλάδος τον Ιωάννη Αντ. Καποδίστρια και με τα ψηφίσματα Ε΄ (27 Μαρτίου) και Ζ΄ (3 Απριλίου) εξέλεξε επίσης τους: Τόμας Κόχραν ως αρχηγό των ναυτικών ελληνικών δυνάμεων στη θέση του Ανδρέα Μιαούλη και, τον Ρίχαρντ Τσώρτς αρχηγό απασών των κατά την Ελλάδα στρατιωτικών δυνάμεων στη θέση του Γεωργίου Καραϊσκάκη.
Δηλαδή οι ξένες δυνάμεις επέβαλαν και με πλουσιοπάροχες αμοιβές ως επικεφαλής των ναυτικών και χερσαίων δυνάμεων, ανθρώπους οι οποίοι αγνοούσαν παντελώς το ελληνικό έδαφος και κυρίως την ψυχολογική στρατιωτική δράση των Ελλήνων εκείνης της εποχής.
Η εκλογή του Ιωάννη Αντ. Καποδίστρια ως Κυβερνήτη της Ελλάδος δια επτά έτη από την Γ΄ Εθνική των Ελλήνων Συνέλευση της Τροιζήνας που ψηφίστηκε ομόφωνα από 225 Πληρεξουσίους παραστάτες στις 2 Απριλίου 1827 με το ΣΤ Ψήφισμα της Συνέλευσης. Από την επαρχία Βονίτσης και Ξηρομέρου Πληρεξούσιοι παραστάτες ήταν οι: Τάτζης Μαγγίνας (Δραγαμέστο- Αστακός), Γεώργιος Μαυρομμάτης (Κατούνα), Πάνος Μοναστηριώτης (Μοναστηράκι –Βόνιτσα) και Κωνσταντής Βέρρης (Μύτικας) ως εκπρόσωπος των όπλων & Πληρεξούσιος του Γεωργίου Καραϊσκάκη και από τον Βάλτο οι: Γεώργιος Βαλτινός και Χρήστος Γεροθανάσης,
Μάλιστα για τον Τόμας Κόχραν οι εγγυήτριες τότε δυνάμεις (Ρωσία, Αγγλία, Γαλλία) έπεισαν την ελληνική αντιπροσωπεία να υπογράψει συμβόλαιο μαζί του, σύμφωνα με το οποίο θα εισέπραττε αμοιβή 57.000 λιρών Αγγλίας. Ο Κόχραν δέχτηκε την πρόσκληση από την Ελλάδα για την ανάληψη της διοίκησης των θαλάσσιων δυνάμεών της, αποβλέποντας σε μια επικερδή σταδιοδρομία.
Αφού ορκίστηκε, ανέλαβε τα καθήκοντα του στολάρχου, αλλά τελικά δεν μπόρεσε να σημειώσει αξιόλογες επιτυχίες κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Ελλάδα.
Η συμπεριφορά του, εξάλλου, προς την ελληνική κυβέρνηση υπήρξε ανάρμοστη και αλαζονική, αφού δεν συμμορφωνόταν με τις διαταγές της και δεν λάμβανε υπόψη του τη γνώμη των άλλων ναυάρχων.
Και εντελώς απροσδόκητα , στις 28 Δεκεμβρίου 1827, ο « Ναύαρχος » Κόχραν αφού πήρε την προκαταβολή και τους μισθούς του ύψους 37.000 λιρών φεύγει από την Ελλάδα με το πλοίο « Μονόκερως » κρυφά....!
Τελικός απολογισμός της δεκάμηνης παραμονής του στην Ελλάδα ήταν, εκτός από τον παχυλό μισθό του, τις τριάντα επτά χιλιάδες λίρες που του δόθηκαν, άφησε πίσω του πάνω από 3.000 νεκρούς , τραυματίες και αιχμαλώτους , ανυπολόγιστες υλικές ζημίες , στάχτη και αίμα κυρίως στην μάχη του Αναλάτου στις 24 Απριλίου 1827 στην οποία ήταν ο κύριος υπεύθυνος αυτής της πανωλεθρίας .
Ο Διον. Κόκκινος σε αρκετά σημεία του έργου του « Η Ελληνική Επανάστασις » (έκδοση « Μέλισσα », Αθήνα, 1974,6ος τόμος , βραβείο Ακαδημίας Αθηνών) κατηγορεί ευθέως τον Κόχραν ότι , με τη νοοτροπία του να υπόσχεται έκτακτα χρηματικά έπαθλα, με επιλεκτικό τρόπο σε επί μέρους ομάδες Ελλήνων μαχητών, οι οποίοι έως τότε ήταν συνηθισμένοι να πολεμούν ανιδιοτελώς (πέρα από τα τροφεία τους) για την απελευθέρωση της πατρίδας τους, τους διέφθειρε και επιπλέον έσπειρε, άθελά του, έριδες και άσκοπους ανταγωνισμούς. Φτάνει δε, ο συγγραφέας, έως του σημείου να τον χαρακτηρίσει ως «πομπώδη τσαρλατάνο».
Έξι μήνες μετά και οκτώ ημέρες πριν έρθει ο Καποδίστριας στην Ελλάδα, τέλος Δεκεμβρίου 1827, αποφάσισε να φύγει, χωρίς να ειδοποιήσει την Κυβέρνηση, αφού είχε λάβει προκαταβολικά 37.000 λίρες. Προκειμένου να μην του ζητήσει το ελληνικό δημόσιο πίσω τα λεφτά, αφού «έσπασε » το συμβόλαιο, προσποιήθηκε ότι παραιτείται από τις υπόλοιπες 20.000 λίρες.
Ο Καποδίστριας , τότε , χειρίστηκε διπλωματικά το θέμα , ώστε να αποφύγει τη διηνεκή ανάμειξη του Κόχραν στα ναυτικά ζητήματα της Ελλάδας και ανακοίνωσε στους αξιωματικούς του Ελληνικού Ναυτικού ότι ο Κόχραν «εγκατέλειψε την Ελλάδα άνευ διαταγής ή αδείας της Κυβερνήσεως , αυτός ό άδρώς μισθωθείς και τους μισθούς λαβών εκ προκαταβολής…»
Για τον Ρίχαρντ Τσώρτς (Richard Church), τον αρχηγό απασών των εν Ελλάδι στρατιωτικών δυνάμεων σύμφωνα μες την απόφαση της Γ΄ Εθνοσυνέλευσης της Τροιζήνας (4 Απρ. 1827), τα πράγματα είχαν διαφορετική εξέλιξη και με πορεία, θα έλεγα για την Δυτική Ελλάδα, καθαρά εθνοφελή.
Το πρακτικό διορισμού του Ρίχαρντ Τζώρτς ως Αρχιστρατήγου και Διευθυντή απασών των κατά ξηράν δυνάμεων της Ελλάδος με ημερομηνία 4 Απριλίου 1827 και , δια υπογραφής του προέδρου της Γ΄ Εθνοσυνέλευσης Γεωργίου Σισίνη και του Γραμματέως αυτής , Νικ. Σπηλιάδη { Αντικ. Επιτρ.φ.216 }
Το δίπλωμα προαγωγής του Ρίχαρντ Τσώρτς σε Αρχιστράτηγο και Διευθυντή απασών των κατά ξηράν δυνάμεων της Ελλάδος με ημερομηνία 9 Απριλίου 1827 και, δια υπογραφής της Αντικυβερνητικής Επιτροπής: Γεωργίου Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, Ιωάννη Μαρκή Μιλαΐτη, Ιωάννη Νάκου και του Γραμματέα αυτής Γεωργίου Γλαράκη { Γεν. Γραμ. φ. 211 }
Κάτω από αυτές τις πολιτικοστρατιωτικές συνθήκες, ο αρχιστράτηγος των ελληνικών δυνάμεων Ρίχαρντ Τσώρτς, εντέλλεται με απόφαση του υπουργού Στρατιωτικών Αλέξη Βλαχόπουλου [Πολ. Φάκ. 211] και έρχεται στις 17 Νοεμβρίου 1827 στον Δραγαμέστο (Αστακός Ξηρομέρου), διώχνει την τουρκική φρουρά που υπήρχε στο χωριό και στρατοπεδεύει γύρω από το μοναστήρι του Προφήτη Ηλία, δηλαδή εκεί που τον Αύγουστο ως και τον Νοέμβριο του 1825 είχε στρατόπεδο και ο αρχιστράτηγος Γεώργιος Καραϊσκάκης [Πολ. Φάκ. 76].
Η απ την Αίγινα διαταγή του υπουργού πολέμου , Αλέξη Βλαχόπουλου, στις 27 Οκτωβρίου 1827, για να εκστρατεύσει ο Ρίχαρντ Τσώρτς στη Δυτική Ελλάδα, ενισχυόμενος οικονομικά για την εκστρατεία αυτή με το ποσό των 145.000 γροσίων, αρκετά πολεμοφόδια και 5.400 κιλά τροφές κλπ αναγκαιούντα για την εκστρατεία ( πολ.φ.211)
Αναλαμβάνοντας ο Τσώρτς την αρχηγία του στρατοπέδου της Δυτικής Ελλάδος, στρατοπέδευσε αρχικά στο Δραγαμέστο Ξηρομέρου, μετά στον Μύτικα (θέση Παλιομάγαζα), ακολούθως στη Ζαβέρδα (θέση Κόλυμπος), στη Βόνιτσα (θέση Κονιδάρι), στο Λουτράκι Κατούνας και τέλος στο Μακρυνόρος του Βάλτου, απ’ όπου και απελευθερώνει εν τέλει: Το Ξηρόμερο (Φεβρ. 1828), τη Βόνιτσα (15 Μαρτ. 1828), τον Μαχαλά Ξηρομέρου (19 Μαρτ. 1829), το Μακρυνόρος (14-20 Μαρτίου 1829), τον Καρβασαρά (26 Μαρτ. /8 Απριλίου 1829) και όλη την Ακαρνανία.
Η απόφαση του Καποδίστρια στις 28 Μαρτίου 1828 δια της οποίας ορίζεται ο Ρίχαρντ Τσώρτς ( Richard Church) αρχηγός των στρατευμάτων της Δυτικής Ελλάδος με εντολή να διοργανώσει τον στρατό στη Δυτική Ελλάδα , έχοντας παράλληλα και την εποπτεία του Γενικού Φροντιστηρίου των οικονομικών στο στράτευμα { Γεν. Γραμ. φάκ.38 }, υπήρξε σημαντικός καθοριστικός σταθμός στην καριέρα του, αλλά και γενικότερα για την απελευθέρωση της Δυτικής Ελλάδος. Η εντολή που είχε, ήταν να έλθει στο Δραγαμέστο Ξηρομέρου και να ηγηθεί της εκστρατείας της απελευθέρωσης της Δυτικής Ελλάδος. Πράγμα που και το έπραξε.
Στο Δραγαμέστο (Αστακός) ο Ρίχαρντ Τζώρτς, ήρθε στις 17 Νοεμβρίου 1827 «απεβιβάσθησαν την 18 εις Δραγαμέστον και με άλλους οπλαρχηγούς, ήτοι τους: Κώστα Βλαχόπουλο, Νικ. Πετμεζά, Βελισάριο Καλόγηρο, Διον. Ευμορφόπουλο, Γερ. Φωκά, Αναστ. Χορμόβα και άλλους με συνολική δύναμη οχτακοσίων περίπου ανδρών και στις 21 Νοεμβρίου έφθασε και ο Κώστας Μπότσαρης και ο Γενικός Φροντιστής του αρχιστρατήγου, Γεώργιος Βαλτινός» {Ν. Σπηλιάδη τ. Γ, σελ. 457}.
Στο Δραγαμέστο τον υποδέχτηκαν οι «απροσκύνητοι» δυτικοελλαδίτες στρατηγοί, Δημήτριος Μακρής, Δήμος Τσέλιος, Θοδωρής Μαγγίνας «με τους υπό την οδηγίαν των στρατιώτας με ανέκφραστον χαράν και αγαλλίαση» μας αναφέρει συν τοις άλλοις ο Αλεξάκης Βλαχόπουλος {Γενική, φ.84 /14-12-1827, σελ. 338}, καθώς και ο στρατηγός Γεώργιος Τσόγκας που τον πρόσμενε με 1.000 περίπου άνδρες δια να ενωθεί μαζί του. Επίσης ο στρατηγός Ιωάννης Ράγκος, το Σώμα του Γεωργίου Καραϊσκάκη, οι προαναφερθέντες οπλαρχηγοί κλπ δυτικοελλαδίτες μικροπλαρχηγοί (Εφημερ. ΓΕΝΙΚΗ ,Φ. 82/ 7 Δεκ. 1827, σελ. 330).
Προγενέστερα όπως προαναφέραμε, είχε προηγηθεί και σχετική απόφαση - διαταγή του υπουργού Πολέμου (Στρατιωτικών) Αλέξη Βλαχόπουλου, με την οποία ο Ρίχαρντ Τσώρτς, εντέλλονταν στις 29 Οκτωβ. 1827, να εκστρατεύσει στη Στερεά Ελλάδα και δή στην Δυτική, ενισχυόμενος παράλληλα και οικονομικά με ποσό 145.000 γρόσια, αλλά και με τροφές (σίτος, άλευρα, παξιμάδι) αποτελούμενες συνολικά σε 5. 400 κιλά, καθώς και λοιπά αναγκαιούντα που θα χρειάζονταν τότε στο στρατόπεδο και γενικότερα η εκστρατεία.{Πολ.φ. 211(014)}. Και σε είκοσι περίπου ημέρες από την ως άνω διαταγή έρχεται ο Τσώρτς στο Δραγαμέστο Ξηρομέρου.
Στη Δυτική Ελλάδα, τότε, επικρατούσε πλήρης έρεβος και επιφυλακτικότητα ως προς τα στρατιωτικά γεγονότα που συντελούνταν. Σημαντικοί και επιφανείς δυτικοελλαδίτες οπλαρχηγοί όπως οι στρατηγοί Γεώργιος Νικολού Βαρνακιώτης, Γεώργιος Τσόγκας, Ανδρέας Ίσκος, Γιαννάκης Ράγκος, Σωτήρης και Νικόλαος Στράτος, Ιω. Στάϊκος και Ιω. Γιολδάσης, ήταν πλήρως αποστασιοποιημένοι …
Στις 18 του Νοεμβρίου του 1827 έρχεται λοιπόν ο Τσώρτς στο Δραγαμέστο Ξηρομέρου και στρατοπεδεύει στον χώρο αυτό που το 1825 είχε στρατοπεδεύσει και ο Γεώργιος Καραϊσκάκης ως αρχηγός αρμάτων του Ξηρομέρου {πολ. φ. 76 (133)}, εκδίδοντας ο Τσώρτς, ως Αρχηγείο, αναρίθμητες στρατιωτικές διαταγές που φέρουν το όνομα και την υπογραφή του. {Εφημ. Γενική. φ. 86 / 1827 }.
Ακολούθως ο Ρίχαρντ Τζώρτσ, από το Δραγαμέστο, έστειλε προσωπικές ημερήσιες διαταγές σε αρκετούς δυτικοελλαδίτες οπλαρχηγούς, να ενεργοποιηθούν για τον αγώνα. Παράλληλα ο Τσώρτς, πραγματοποιεί τον πρώτο διοργανισμό του στρατού (οργανισμό υπηρεσίας) στο Δραγαμέστο, διορίζοντας στις Χιλιαρχίες της δυτικής Ελλάδος, τους έχοντας τα απαραίτητα προσόντα, απ΄ το αξίωμα του Πένταρχου ως και τον ανώτερο βαθμό, που ήταν αυτός του Χιλίαρχου, {Πένταρχος, Δέκαρχος, Δωδέκαρχος, Εικοσιπένταρχος, Πενήνταρχος, Εκατόνταρχος, Πεντακοσίαρχος, Χιλίαρχος} και προσπαθεί να φτιάξει συντεταγμένο Τακτικό Στρατό. Το πέτυχε και τελικά απελευθερώνει, όπως θα δούμε πιο κάτω, ολόκληρη την Ακαρνανία.
Από το Δραγαμέστο με στρατιωτικές διαταγές προς τους δυτικοελλαδίτες οπλαρχηγούς, όπως τους: Γεωργάκης Μήτζενας (αντιστράτηγος, Βάρνακας), Φώτης Κουσουρής (χιλίαρχος, Βάρνακας), Αποστόλης Καρατζογιάννης (χιλίαρχος, Νεοχώρι Οινιαδών), Σπύρος Καρπούζης (αντιστράτηγοςς, Βάρνακας), Σταθάκης Τζιμπουράκης (χιλίαρχος , Αιτωλικό), τους ανέφερε ότι: « …Πεποιθώς εις τον ζήλον σας και πατριωτισμόν σας είμαι εύελπις ότι θέλετε τρέξει προθύμως να ευαρεστήσητε την Πατρίδα. Και τούτο θέλετε το κάμει άνευ της παραμικράς αναβολής» {Αρχείο Τσώρτς Add Mss 3567, Νιοχώρι, τ.35, σελ.158}. Επίσης από το Δραγαμέστο στις 25 Νοεμβρίου 1827 απευθύνεται και προς τον στρατηγό, Γιαννάκη Ράγκο να κινηθεί να καταλάβει το μοναστήρι Λιγοβίτσι στο Ξηρόμερο. {Αρχ. Ράγκου Αθήνα 1982, σελ. 234 }. Παρόμοια κρούση έκανε και προς τον στρατηγό Γεώργιο Τσόγκα, αναφέροντας του τα ακόλουθα: «Η γενναιότης σας, καθώς πάντοτε εφάνητε πρόθυμος εις την υπηρεσίαν της Πατρίδος , ούτω και τώρα θέλετε δείξει τον πατριωτισμόν σας και θέλετε δώσει προς τον ρηθέντα στρατηγόν Ράγκον πάσαν βοήθειαν εν καιρώ ανάγκης δια να αποκρούση τον εχθρόν αν κινηθή κατ΄ αυτού, και να φέρη εις έκβασιν όσα διετάχθη παρ΄ εμού υπέρ της Πατρίδος » {Αρχείο , Τσώρτς σελ. 3567-71}.
Παρεμφερή επιστολή και προς χάρη της στρατιωτικής συνοχής στέλνει και στον στρατηγό Δήμο Τσέλιο, αναφέροντάς του τα εξής: «Στρατηγέ. Είμαι πολλά ευχάριστος από μέρους σας δια την οποίαν είχετε φροντίδα να φυλάξετε την θέσιν σας εις Λεσίνι. Προσπαθήσατε με όλους τους δυνατούς τρόπους να χρησιμεύσητε και ήδη εις την Πατρίδα και να προσφέρητε τας προς αυτήν δουλεύσεις σας…» , αλλά και στον στρατηγό Δημήτρη Μακρή στέλνει στις 4 Νοεμβρίου 1827 τα ακόλουθα: «Στρατηγέ. Ευχαρίστως λαμβάνω ταύτην την ευκαιρίαν να Σας γράψω και να σας είπω ότι ο κομιστής του παρόντος μου Καπετάν Παπαλουκάς αποστέλλεται παρ΄ εμού επιφορτισμένος να σας ομιλήσει περί πολλών πραγμάτων. Θέλει λοιπόν δώσετε προσοχήν και θέλετε συνεργήσει μετ΄ αυτού εις τα αφορώντα το καλόν της Πατρίδος. Έρωσθε. Ταύτα λέγω και προς τους λοιπούς οπλαρχηγούς μέσου εσάς» .
Η έλευση του Ρίχαρντ Τσώρτς, ως γεγονός από μόνο του, αναντίρρητα, σήμαινε εγερτήριο σάλπισμα στη Δυτική Ελλάδα και απ΄ τις πρώτες κιόλας ημέρες προκήρυσσε γενικό προσκλητήριο στις 27 Νοεμβρίου 1827, λέγοντας ένθεν και ένθεν :
« Αι τωριναί της πατρίδας σας περιστάσεις , χάρις εις την θείαν πρόνοιαν, είναι καλύτεραι παρ΄ αλλοτέποτε. Όθεν από σας τους ιδίους κρέμαται ή να ελευθερωθήτε, ή να μείνετε σκλάβοι των Τούρκων με μεγάλην ατιμίαν. Τρέξατε λοιπόν να φανήτε άξιοι της ενδόξου ελευθερίας, την οποίαν τόσοι ανδρείοι και ενάρετοι συμπατριώται σας ηγόρασαν με το αίμά των. Τα συμβάντα έως τώρα πολεμικά και πολιτικά σας έγιναν πλέον γνωστά. Δράξατε τα όπλα και τρέξατε να πιάσετε τας θέσεις εκείνας , από τας οποίας εμπορείτε να προφυλάξετε τους τόπους σας, τα πράγματά σας , υποστατικά και ζωντανά σας και έσεσθε βέβαιοι ότι θέλω σας βοηθήσει μ΄ όλους τους τρόπους να κερδίσετε την ελευθερίαν σας. Μη χάνετε την καλήν ταύτην ευκαιρίαν, μην υποφέρετε να είσθε δούλοι εις τον τόπον οπού έπρεπε να τον εξουσιάζετε μόνοι σας. Δράξατε λοιπόν το γρηγορώτερον τα όπλα. Διακηρύττω προς πάντας , ότι λησμονώ όλα τ΄ απερασμένα , αναγνωρίζω ως πατριώτας όλους τους Έλληνας , όσοι ενωθούν εις αυτήν την στιγμήν με τας σημαίας της πατρίδος , θέλω προστατεύει και προφυλάξει τα υπάρχοντα όλων , δεν θέλω συγχωρήσει εις κανένα να αρπάση το παραμικρόν , εκτός εκείνων , αν θα φανούν τοιούτοι διεστραμμένοι, όσοι μείνουν με τον εχθρόν ύστερα από αυτήν την προκήρυξιν. Εις τον ίδιον καιρόν σας συσταίνω τους Αλβανίτας , όσοι πιασθούν αιχμάλωτοι , να τους μεταχειρισθείτε μόλην την φιλανθρωπίαν. Θέλει λαμβάνει αρκετήν αμοιβήν εκείνος , οπού φυλάττει την ζωήν των αιχμαλώτων. Εις τα όπλα λοπόν , πολεμισταί Έλληνες , όσοι κατοικείτε εις τα ωραία ταύτα μέρη , αυτοί οι τόποι είναι εδικοί σας και εις το χέρι σας είναι να αποφασίσητε , αν πρέπει να τρώτε το πικρό ψωμί της σκλαβιάς βρεγμένον με τα δάκρυά σας , ή αν πρέπει ν΄ απολαμβάνητε μ΄αφθονίαν τα καλά της ελευθερίας.
Εκ του Αρχηστρατηγείου Δραγαμέστου
Τη 26 Νοεμβρίου 1827
ο Αρχιστράτγηγος Ρίχαρντ Τσώρτς »
Παρά το από 26 Νοεμβρίου 1827 πρώτο προσκλητήριο του Αρχιστράτηγου Τσώρτς, προς τους δυτικοελλαδίτες, δυστυχώς εξακολουθεί εκείνη την περίοδο να επικρατεί πλήρες έρεβος στη Δυτική Ελλάδα, καθότι σημαντικοί οπλαρχηγοί ήταν όπως προείπαμε αποστασιοποιημένοι και επιφυλακτικοί μετά τον θάνατο του Καραϊσκάκη ( 23 Απρ. 1827) και ο κόσμος δεν έδειχνε την ανταπόκριση που επεδίωκε ο Τσώρτς. Έδειξαν ανταπόκριση και μάλιστα ομόθυμη , μετά την δεύτερη Διακήρυξη του Τσώρτς που υπογράφεται από τον ίδιο στο Δραγαμέστο στις 1 Ιανουαρίου του 1828.
Ιδού και η δεύτερη , αλλά και σημαντικότερη προς τους Δυτικοελλαδίτες οπλαρχηγούς , διακήρυξη του Τσώρτς {Βλαχ. Γραμ.φ. 80}, όπως την « αλιεύσαμε » και την διερμηνεύσαμε, στην επί τριακονταετή και πλέον αέναη ερευνά μας σε κρατικά ιστορικά αρχεία και αντίστοιχες ιστορικές πηγές και δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο βιβλίο μας με τίτλο «Μάχες στη Βόνιτσα και η απελευθέρωση της Δυτ. Ελλάδας στα 1828-1829, εκδ. 2021».
« Εκ του Αρχιστρατηγείου Δραγαμέστο : τη 1η Ιανουαρίου 1828
κάτοικοι της Δυτικής Ελλάδος Οι περιστάσεις της πατρίδος σας είναι τόσον δεξιά και αρμόδιος εις το να ελευθερωθείτε από τον βαρύν Ζυγόν της Οθωμανικής πόρτας , ώστε καθείς εξ υμών δεν ημπορεί να γίνει πλέον σκλάβος του Σουλτάνου , εκτός αν γίνει από ιδίαν του θέλησιν. Δεν ημπορώ να συγχωρήσω περισσότερον εις κανέναν οποιονδήποτε έν τοιούτον άτομον και εν τούτω εναντίον των αληθινών συμφερόντων του , αλλά και των συμφερόντων της Πατρίδος , φέρσιμον .
Διακηρύττω , ότι , κάθε Οπλαρχηγός Έλλην , όστις δεν κινηθεί υπέρ της Πατρίδος και δεν έλθει αυτοπροσώπως , είτε ( όταν οι περιστάσεις τον εμποδίζουν ) δια απεσταλμένων του να λάβη τας διαταγάς μου , ο τοιούτος μετά δέκα ημέρας από σήμερον θέλει διακηρύσσετε εχθρός και προδότης της Πατρίδος , το όνομά του θα δημοσιεύεται καθ΄ όλην την Ευρώπην ως τοιούτον και τα υπάρχοντά του θα δημοσιωστώνται .
Δυτικοελλαδίται πάσης τάξεως ! Οι ένοπλοι συμπατριώτες σας εις τα πολυάριθμα στρατεύματα , όπου είναι εις τον τόπον σας, εφύλαξαν και φυλάτουν την μεγαλυτέραν ευταξίαν. Οι γενναίοι Συντοπίται σας στρατιώται δεν επήραξαν τίποτα από τα υπάρχοντα και ζωντανά μείτε εκείνων των Γραικών όπου και έως την σήμερον είναι με τον εχθρόν.
Κάτοικοι της πατρίδος των ηρώων και των φιλοπατριωτών ! μην ακούγεται πλέον τους απατηλούς λόγους των ολίγων χαμερπών, όσοι θέλουν να είναι όργανα της τυραννίας και προσπαθούν δια τα ίδίαν των. Τέλος να σας κρατούν σκλάβους του αιμοβόρου τυράννου , ο οποίος , χάρις εις τον Ύψιστον , φοβερίζεται εις ταύτην την στιγμήν να αφανισθή εξ ολοκλήρου ; Τρέξατε υπό τας Σημαίας της Πατρίδος σας και αφήσατε τους αχόρταγους και απίστους , οπού σας γελούν. Επειδή αν ακόμη μείνετε μαζί των , χωρίς αμφιβολίαν θα χαθείτε .
Διότι αφού και εκ δευτέρου σας ειδοποιώ και σας κράζω να επιστρέψετε εις την Πατρίδα , σας λέγω , ότι , αν δεν υπακούσητε , θέλει δώσω άδειαν μετά δέκα ημέρας από σήμερον εις τα υπό την οδηγίαν μου στρατεύματα να σας πάρουν όλα τα υπάρχοντα σας ζωντανά και άλλα και σας μεταχειρισθούν όχι ως τους φανερούς εχθρούς ( εις τους οποίους θέλει δείχνουν την δυνατήν φιλάνθρωπον περιποίησιν καθώς προκήρυξα ) αλλ΄ πατραλίας και εχθρούς εξανισταμένους κατά τας ιδίας φύσεως , ων προδότας των ιεροτέρων χρεών .
Διότι κανένα άλλο χρήσιμον είναι ιερώτερον από το εις την Πατρίδα χρέος σας.
Στρατιώται και κάτοικοι της Δυτικής Ελλάδος όσοι ακόμη δεν κατατάχθητε υπό τας Σημαίας της Πατρίδος ! Αύτη είναι η όλο υστερνή από μέρους μου ειδοποίησις δια να ενωθήτε με τους ελεύθερους Έλληνες . Αν δεν ακούσετε εις τας συμβουλάς μου , αι οποίαι δεν έχουν άλλον σκοπόν , παρά το καλόν σας , σας καρτερεί η Μάχαιρα της προδομένης και υβριζομένης Πατρίδος .
Ελπίζω όμως ότι το θείον πύρ του πατριωτισμού και της ελευθερίας , οπού θερμαίνει τας καρδίας των γενναίων πολεμιστών της Ελλάδος , να μην έσβησαν εις τας ιδικάς σας και ότι θέλει σας είδω γρήγορα ενωμένους με τους αδελφούς σας και ότι ο αψυχόμενος δικός σας χρόνος θέλει σημειώσει με την ευτυχίαν σας και με την εις την Πατρίδαν επιστροφήν σας εις αφιέρωσιν .
Ο Αρχιστράτηγος
Ρίχαρντ Τσώρτς »
Διακήρυξη του Ρίχαρντ Τσώρτς προς τους Δυτικοελλαδίτες οπλαρχηγούς εκ του Αρχιστρατηγείου του Δραγαμέστον στις 1η Ιανουαρίου 1828
Μετά την διακήρυξη του Ρίχαρντ Τσώρτς από το Δραγαμέστο στις 1ης Ιανουαρίου 1828 , οι Ακαρνάνες ανταποκρίθηκαν με λαχτάρα , παρά την αποστασιοποίηση των πρώτων τους καπετάνιων ( Γεώργιος Βαρνακιώτης , Γεώργιος Τσόγκας , Ανδρέας Ίσκος , Γιαννάκης Ράγκος , Σωτήρης και Νικόλαος Στράτος , Ιω. Στάϊκος ) και πρόθυμα πρόστρεχαν και πολλοί Επτανήσιοι (Διονύσιος Ευμορφόπουλος , Γερ. Φωκάς), μεταξύ των οποίων και ο εικοσιεπτάχρονος Γεώργιος Τερτσέτης , ο οποίος υπηρέτησε το 1828 -1829 ως Γραμματεύς του Αρχιστράτηγου Ρίχαρντ Τσώρτς μαζί με τον επίσης προσωπικό Γραμματέα του Τσώρτς , Αναγνώστη Ν. Μόστρα καταγόμενο από το Πέτα της Άρτας . { Κ. Ράδου , ΄Αστιγξ και το έργο του εν Ελλάδι, εκδ. 1928 } και τον επίσης έτερο Γραμματέα του , Δημήτριο Χοΐδά , του οποίου η προαναφερθείσα διακήρυξη είναι γραμμένη δια χειρός του. {Γεν. Γραμ.φ.225(273)}.
Στις 17 Ιανουαρίου 1828 , ο Αρχιστράτηγος Τσώρτς , ευρισκόμενος στο Δραγαμέστο Ξηρομέρου, με το όλον υπό τις οδηγίες του ελληνικό στρατιωτικό του Σώμα το οποίο αποτελούνταν από τρείς χιλιάδες και πλέον άνδρες. Οχυρώθηκε στο Δραγαμέστο διττώς, δηλ. έκοψαν με χανδάκι και οχύρωσαν μία μικρά αμμώδη τοποθεσία πλησίον της θαλάσσης όπου είναι δύο μαγαζιά και έπειτα έκαμε δεύτερο χανδάκι και οχύρωμα , που συμπεριλάμβανε την κούλια του Καρούσου και λοιπά κτίρια , όσα είναι εις το Σκάλωμα του Δραγαμέστου. Όπισθεν δε της κούλιας του Καρούσου προς τον ανήφορο του βουνού, όπου αναβρύζει και νερό, έκαμε ένα καστέλι πέτρινο και όλα τα οχυρώματα τα ενδυνάμωσε με κανόνια, όσα είχε μαζί του και με μερικά εκ των όσων ευρέθησαν στο Βασιλάδι, μας αναφέρει ο Διον. Μιτάκης { ο στρατηγός ΔΗΜΟΤΣΕΛΙΟΣ, σελ. 418, εκδ.2003 }.
Ένα μήνα πρωτύτερα από τον Γεώργιο Νικολού Βαρνακιώτη, δηλαδή 28 Ιανουαρίου 1828 , επέστρεψε στον εθνικό αγώνα και ο Γεώργιος Τσόγκας , ο οποίος , να πως σε μια αναφορά του δικαιολογεί το εικοσάμηνο περίπου « προσκύνημά » του στους Τούρκους , αναφορά απευθυνόμενη προς τον Ρίχαρντ Τσώρτς , με ημερομηνία 5 Νοεμβρίου 1829 : «…τον δε Ιούνιον (1826) ήλθα και εγώ οπού επεριφερόμουν εδώ και εκεί καθώς με διέταξεν η ελληνική Κυβέρνησις και ομιλήσαμεν με αυτούς, οι οποίοι με είπαν και μάλιστα με επαρακίνησαν τόσον περισσότερον , λέγοντές μου , ότι είναι καλόν πράγμα να βάλωμεν ένα κοινόν καπάκι με τους Τούρκους , όσοι επαρχιώτες ήταν εδώ. Έτσι λοιπόν ακολούθησα κι εγώ….εις τα τέλη του Σεπτεμβρίου (1827) ετελείωσε και ο Μπεκήρ Τζογαδόρος. Εις αυτό όμως το διάστημα δεν απέρασεν ουδ΄ ένας ήμισυ μήνας , οπού εσυστήθη στρατόπεδον εις Δραγαμέστον . Τότε λοιπόν εκυβερνήθηκα και εγώ κατά τα έγγραφα και διαταγάς του Αρχιστρατήγου Τζιώρτζ . Αυτή είναι η γυμνή αλήθεια…» {Γεν. Γραμ. φ. 227 }.
Ενώ σε άλλη , προς τον Κυβερνήτη , Ιωάννη Καποδίστρια , επιστολή των Γεωργίου Τσόγκα και Γιαννάκη Ράγκου , διαβάζουμε για τα προς τον Καποδίστρια διαπιστευτήρια τους , τα ακόλουθα. « Επειδή και αι περιστάσεις της πατρίδος μας υποχρέωσαν να λύπωμεν εις αυτή την περίστασιν από αυτού, καθ΄ ήν το ελληνικόν Έθνος πανηγυρικώς εδέχθη την Εξοχότητά Σας, δια να προσφέρωμεν και ημείς προσωπικώς την απόδειξιν των αισθημάτων μας, δια τούτο σπεύδομεν ήδη δια της παρούσης μας να εκπληρώσωμεν αυτό το χρέος μας και να σας βεβαιώσωμεν ενταύθα , ότι ημείς οι Δυτικοελλαδίτες καθώς απ΄ αρχής είχομεν τας ελπίδας μας προς την Εξοχότητά Σας, ούτως και τώρα με απαραδειγμάτιστον ζήλον προσφέρομεν τον εαυτόν μας προθυμοτέρως ευπειθέστατα εις τας σεβαστάς ημίν οποιασδήποτε διαταγές Σας .
Περί δε των πραγμάτων μας ενταύθα, και των όσων νέων έχομεν άχρι της παρούσης ώρας, θέλει σας πληροφορήσει δια στόματος ο Κύριος Αθανάσιος Λοιδωρίκης , όταν ευαρεστηθείτε να τον ερωτήσετε, επειδή ήτον αυτόπτης των πραγμάτω , και ειδήμων .
Εν τοσούτω δε μένωμεν με σέβας βαθύτατον.
τη 29 Φεβρουαρίου 1828
Οι ευπειθέστατοι πατριώτες και δούλοι Σας
Από το Σκάλωμα του Δραγαμέστου
Γιαννάκης Ράγκος και Γεώργιος Τσόγκας» { Γεν. Γραμ. φ.22}.
Ο Αρχιστράτηγος Ρίχαρντ Τσώρτς, αφού κατέστησε το Δραγαμέστο κεντρικό ορμητήριο των επιχειρήσεών του, συγκρότησε τέσσερα στρατιωτικά μάχιμα σώματα , το πρώτο και το κυριότερο των οποίων επικεφαλής έθεσε τον χιλίαρχο Κώστα Μπότσαρη { αδελφός του Μάρκου Μπότσαρη } με τους: Δήμο Τσέλιο , Κ. Βλαχόπουλο, Βελ. Καλόγηρο και Διονύσιο Ευμορφόπουλο αποτελούμενο από 1.000 περίπου άνδρες. Το δεύτερο σώμα, τελούσε υπό τον Γιαννάκη Ράγκο με έδρα την Χρυσοβίτσα Ξηρομέρου και με 300 άνδρες, ενώ το τρίτο που το συνιστούσαν τα μικροσώματα των οπλαρχηγών του Ξηρομέρου {Γεώργιος Μήτζενας , Φώτης Κουσουρής , Σπύρος Καρπούζη , Θοδωρής Μαγγίνας, Δημήτρης Χασάπης , Κωστούλας Χασάπη , Στάθης Χεινόπωρος-Πεταλιάς, Γαλάνης Μεγαπάνος, Τσάμης Γριβογιώργος, Κωνσταντής Βαλιανάκης, Νικόλαος Μπαμπινιώτης, ο Γερ. Φωκάς με 100 άνδρες στον Μύτικα} τελούσε υπό τις διαταγές του Τσώρτς με 500 περίπου άνδρες. Και το τέταρτο σώμα, τελούσε υπό τον Γεώργιο Τσόγκα με 500 άνδρες. Τα στρατεύματά αυτά ήταν εφοδιασμένα με 24 κανόνια εκ των οποίων τα έξι (6) βρίσκονταν στο Δραγαμέστο Ξηρομέρου.
Με αυτές τις στρατιωτικές δυνάμεις συντελέστηκαν σημαντικές μάχες στη Δυτική Ελλάδα , όπως π. χ η μάχη της Παπαδάτου Ξηρομέρου (1 Φεβρ. 1828 ) με επικεφαλής τον Κώστα Μπότσαρη , της Πόρτας στην Μπαμπίνη Ξηρομέρου ( 8 Φεβ. 1828) , της Μάνινας (12 Φεβρ. 1828), της Βόνιτσας (15 Δεκ. 1828), του Μαχαλά – Λιγοβίτσι (19 Μαρ. 1829), του Μακρυνόρους (Μαρτ. 1829) και του Καρβασαρά (8 Απρ. 1829).
Μάχη στην Παπαδάτου Ξηρομέρου
Στη μάχη αυτή , στην οποία αρίστευσε ο Δήμος Τσέλιος , σκοτώθηκαν 37 Τούρκοι και εκ των Ελλήνων δύο , ήτοι : ο Γεώργιος Βαρόπουλος από το σώμα του Θοδωρή Μαγγίνα { Γεν. Φροντ. φ. 10 } και ο Αναστάσιος Γιώτης από το σώμα του Κ. Μπότσαρη . Η μάχη αυτή διεξήχθη στις 1 Φεβρουαρίου 1828 μεταξύ των τουρκικών και ελληνικών δυνάμεων. Τις ελληνικές δυνάμεις που απαρτίζονταν από 1400 περίπου άνδρες τις αποτελούσαν τα σώματα των : Κώστα Μπότσαρη , Κώστα Βλαχόπουλου , Δήμου Τσέλιου , Αναστ. Χορμόβα , Θοδωρή Κ. Μαγγίνα , Νικ. Πετμεζά , Γερ. Φωκά , Βελισάριο Καλογήρου και Διον. Ευμορφόπουλο. Με αυτό το ελληνικό εκστρατευτικό σώμα ενώθηκαν κι άλλες Αιτωλοακαρνανικές δυνάμεις που δρούσαν κοντά , με αρχηγούς τους: Γιαννάκη Ράγκο και τον Γεώργιο Τσόγκα. Επιτελικά και επικεφαλής των προαναφερόμενων δυνάμεων υπήρξε ο Αρχιστράτηγος Δυτικής Ελλάδος Ρίχαρντ Τσώρτς και αρχηγός των δυνάμεων που απελευθέρωσε την Παπαδάτου Ξηρομέρου ήταν ο Κώστας Μπότσαρης, αδελφός του Μάρκου Μπότσαρη. Η μάχη που δόθηκε τότε έγινε στην τοποθεσία που σήμερα είναι το νεκροταφείο του χωριού Παπαδάτου και η εκκλησία « Παναγία η Μαυρομάτα ».
Η απελευθέρωση της Παπαδάτου έγινε στις 1 Φεβρ. 1828, ενώ του Μαχαλά Ξηρομέρου έγινε ένα χρόνο αργότερα στις 19 Μαρτίου 1829 από τον Γεώργιο Βαρνακιώτη , λόγω του ότι υπήρχε στο χωριό ισχυρή τουρκική φρουρά , η οποία αποτελούσε σημαντικό τουρκικό σταθμό στο κεντρικό Ξηρόμερο μαζί με αυτόν της Κανδήλας .
Η ημερήσια διαταγή του Ρίχαρντ Τσώρτς στις 6 Φεβρουαρίου 1828 μας αναφέρει λεπτομερώς για την μάχη της Παπαδάτου , τους συμμετέχοντες αξιωματικούς και την ανδρεία που επέδειξαν κατά τη διεξαγωγή της μάχης. «…ο στρατηγός Δήμο Τσέλιος αρίστευσεν » αναφέρει ο αρχιστράτηγος Ρίχαρντ Τσώρτς στην αναφοράν του , η οποία έχει ως ακολούθως { Γεν. Γραμ. φάκ. 12 ( 61) } .
« Εκ του Αρχιστρατηγείου Δραγαμέστω : τη 6 / 18 Φεβρουαρίου 1828
Εξοχώτατε . Λαμβάνω την τιμή να σας αναγγείλω ότι , μαθών ότι οι κατά το χωρίον Παπαδάτες , και τα πέριξ αυτού Χριστιανικαί οικογένειαι επιθύμουν να αποσπασθώσιν από την καταδυναστείαν των Τουρκών , διέταξα τον Στρατηγόν Βότζαρην να τους συνδράμη . Την 1/13 ισταμένου ο Στρατηγός Μπότζαρης διηύθυνε μέρος των υπ΄ αυτόν δυνάμεων κατά του ρηθέντος χωρίου , και μέρος κατά των περί το χωρίον Μαχαλά θέσεων, δια να επασχολούν τους περί ταύτας εχθρούς, ώστε να αποσπάσουν την προσοχήν από τους Παπαδάτες .
Το κατά τους Παπαδάτες κίνημα επέτυχε καθ΄ όλον τον προσκείμενον σκοπόν. Οι εν αυτή τη θέσει εχθροί εφυγαδεύθησαν , και πεντήκοντα Χριστιανικαί οικογένειαι απεσπάσθησαν από τας εχθρικάς χείρας.
Οι κατά τον Μαχαλά κινηθέντες , παρ΄ ολίγον δεν εκυρίευσαν το χωρίον τούτο , διότι οι κατ΄ αυτού διευθυνθέντες αξιωματικοί και στρατιώται Έλληνες επολέμησαν με θαυμάσιον ηρωϊσμόν . Καθ΄ όν καιρόν οι εχθροί είχαν φυγαδευθή από τας περισσοτέρας οικίας , αι οποίοι ήσαν ολότρυπαι δια τουφεκισμών , φθάνει προς αυτούς επικουρία από Σφήνα και Καρβασαρά , και αναγκάζει τον Στρατηγόν Μπότζαρην να ανακαλέση τους προσβαλλόντας κατά του Μαχαλά . Εις την ταύτην έχασαν οι Τούρκοι τριανταεπτά φονευμένους και πληγωμένους , εκ των ημετέρων εφονεύθησαν δύο και άλλοι δύο επληγώθησαν ακινδύνως . Εκ των φονευθέντων είν΄ ο ανδρείος Αναστάσιος Γιώτης , Σουλιώτης , όστις εισεπήδησεν εις τα οχυρά του εχθρού τείχη και απέθανεν ενδόξως .
Και εκ του Σώματος των Ακαρνάνων, ο Γεωργάκης Αστακιώτης [ Γεωργάκης Βαρόπουλος , Αστακιώτης ( Ξιώτης) ] , όστις ερρίφθη να αρπάση την εχθρικήν σημαίαν , καθ΄ην ώραν ήρχετο η τουρκική επικουρία.
Ο Στρατηγός Δημοτζέλιος ηρίστευσεν αξιοτίμως . Αν το υπό τον Στρατηγόν Ράγκον Σώμα δεν εμποδίζετο από την ακατάπαυστον και ραγδαίαν βροχήν να φθάση εν καιρώ από το οποίον παρηγγέλθη μέρος , ο εχθρός ήθελε φυγαδευθή από τον Μαχαλά καθώς και από τους Παπαδάτες εφυγαδεύθη. Προς τας σωθείσας δυστυχείς οικογενείας εδόθησαν κατά διαταγήν μου μερικαί τροφαί .
Ο Αρχιστράτηγος
Richard Church ( Ριχάρδος Τσώρτς ) »
Μάχη της Παπαδάτου- Μαχαλάς 1 Φεβρουαρίου 1828 . Ημερήσια Διαταγή του Ρίχαρντ Τσώρτς προς τον Κυβερνήτη , Ιωάννη Καποδίστρια { Γεν. Γραμ. φ. 12}.
Στις 13 Φεβρουαρίου ο αρχιστράτηγος , Ρίχαρντ Τσώρτς, γράφει προς τον Ιω. Καποδίστρια και για άλλη μια μάχη που διεξήχθη στη Δυτική Ελλάδα , ήτοι , αυτή στην Πόρτα της Μπαμπίνης ( Μοναστήρι Άγιος Γεώργιος ) και, ότι προχωρεί αδιακόπτως η οχυροματοποίηση του Δραγαμέστου και του Μύτικα Ξηρομέρου . { Βλαχ. Γραμ. φ. 80 } .
«Την 8 τρέχοντος ο στρατηγός Κώστας Μπότσαρης εδίωξε με τας εις κίνησιν δυνάμεις του στρατοπέδου της Δυτικής Ελλάδος τους κατά το οχυρόν Μοναστήριον Τούρκους ( κατά τες Πόρτες) και κατέστη κύριος της θέσεως .Τα κινήματα μας ήδη γίνονται δια να συγκεντρωθώσι επί του προς τον Καρβασαράν δρόμον τα πρώτιστα σώματα τούτου του στρατού , τα σώματα δηλαδή του Μπότζαρη , Τσόγκα, Ράγκου, Δημοτζέλιου , Ευμορφόπουλου , Κ. Βλαχόπουλου , Βελισάριου Καλόγερου και το των Ξηρομεριτών . Η υμετέρα εξοχότης βλέπει εκ ταύτης της αναφοράς ότι είμεθα Κύριοι ( εκτός του φρουρίου Πούντας και Βονίτσης ) όλης της ωραίας Ακαρνανίας και μεγάλου μέρους της Αιτωλίας . Η οχυροποίησις των Στρατοπέδων Δραγαμέστου και Μύτικα προχωρεί αδιακόπως , μοι είναι όμως ουσιωδώς αναγκαίον να έχω συμπράτουσαν και μιαν ναυτικήν δύναμιν , καθώς έχω χροία και από την οποίαν προσμένω Γολέταν , η οποία πρέπει να ταχθεί υπό την άμεσον οδηγίαν μου ………Ως χρεωστώ μεγάλην την χάριν εις τον γενικόν Φροντιστήν , Γεώργιον Βαλτινόν , δια την μετά ζήλου και ακριβείας ενέργειαν του σπουδαίου και με ολιγας προσοχάς επαγγέλματος » .
Και στις 13 Φεβρουαρίου 1828 , ο Ρίχαρντ Τσώρτς , απευθύνει προς τον Κυβερνήτη της Ελλάδος Ιωάννη Καποδίστρια και άλλη αναφορά με νεότερα γεγονότα που αφορούν την μάχη στον Άγιο Νικόλαο της Μάνινας (Παλαιομάνινα ) Ξηρομέρου, γεγονότα που εξάρει επίσης και η εφημερίδα ΓΕΝΙΚΗ στις 3 Μαρτίου 1828 , φ. 16 , αλλά και ο ιστορικός Γιάννης Βλαχογιάννης. { Βλαχ. Γραμ . φ. 80 } . Ιδού και η ημερήσια αναφορά του Ρίχαρντ Τσώρτς που αφορούσε την Μάχη στον Άγιο Νικόλαο της Μάνινας κοντά στην Παλιομάνινα Ξηρομέρου.
« Εκ του Αρχιστρατηγείου Δραγαμέστω τη 13 Φεβρουαρίου 1828
Εξοχότατε. Την 11 μεσούντος μαθών ότι ο εχθρός ήνωνε τας δυνάμεις του δια να κινηθή κατά την οδόν την μεταξύ Καρβασαρά και Αχελώου δια να ασφαλίση την με το Μεσολόγγι κοινωνίαν του και ότι είχεν αποβιβάσει στρατεύματα εις Καρβασαρά , διέταξε τα ευκίνητα τάγματα να καταλάβωσι τας επάνω του δρόμου θέσεις . Τη 12 προς τα ξημερώματα προσέβαλεν ο εχθρός μεθ΄ ορμής τας περί τον Άγιον Νικόλαο Μάνινας δυνάμεις μας , αλλ΄ απεκρούσθη. Τας προσέβαλε και δεύτερον , αφού έλαβε νέαν επικουρίαν, αλλ΄ απεκρούσθη και αύθις με επαισθητήν ζημίαν του. Περί την μεσημβρίαν προσέβαλε και τρίτον , αλλ΄ ουχ ήττον αποκρουσθείς απεσύρθη.
Η δύναμις του εχθρού συνεποσούντο εις 1300 ενόπλους οδηγουμένους από τον εν Πρεβέζη Βελήμπεη. Ο εχθρός έχασε φονευμένους και πληγωμένους περί τους εκατόν . { η ΓΕΝΙΚΗ εφημερίδα γράφει ότι φονεύθηκαν 150 άνδρες }. Η εδική μας ζημία συνίσταται εις δύο φονευμένους και οκτώ ακινδύνως πληγωμένους . Δυσαρέστως προσαναγγέλω ότι σήμερον το πρωί τα στρατεύματα , τα οποία καταπολέμησαν γενναίως τον εχθρόν παραίτησαν άνευ διαταγής την θέσιν των και ηνώθησαν με το ου πολύ μακράν αυτών εφεδρεύον λοιπόν σώμα . Τα στρατεύματα ταύτα ήσαν εκτεθειμένα χωρίς καπότες ολόκληρα δύο νυχθήμερα εις αδιάκοπον και ραγδαίαν βροχήν . Είχον εξοδεύσει όλα των τα πολεμοφόδια.
Αι μεγάλαι βροχαί , αι οποίαι εξακολουθούν ένα μήνα ακατάπαυστα , έκαμαν αδιαβάτους σχεδόν τους δρόμους , ώστε τα στελλόμενα με τροφάς και πολεμοφόδια ζώα δεν ημπόρεσαν να φθάσουν εν καιρώ εις την θέσιν. Το ασυγχώρητον τούτο φέρσιμον , αν και πρέπει να ομολογηθή ότι ο καιρός ήτον πολλάς αχρείος , μας εστέρησεν τον καρπόν της οποίας κατά του εχθρού εκερδίσαμεν μάχης .
Ελπίζω ότι τα στρατεύματα , τα οποία έκαμαν αυτό το σφάλμα ότι θέλει το διορθώσουν εν τάχει , διότι κινούνται από πνεύμα πατριωτισμού και φιλοτιμίας και καθ΄ όλας τας περιστάσεις δεικνύουν αξιοθαύμαστον γενναιότητα . Η διαγωγή όλων εν γένει των αξιωματικών είναι κατά δίκαιον λόγον αξιέπαινος .
Ο Στρατηγός Τσόγκας έστειλε προθύμως έν μέρος των υπό την οδηγίαν του εις επικουρίαν των κατά τον Άγιον Νικόλαον πολεμούντων και έχει την καλυτέραν διάθεσιν να φανή όσον ένεστιν επωφελής εις την Πατρίδα. Οφείλω να προσθέσω ότι , αν κατά τινα μέρη είχομεν συμπράττουσαν την θάλασσιον δύναμιν, την οποίαν πολλάκις εζήτησα προ του φθασίματος της Υμετέρας Εξοχότητος , ηθέλομεν έχει έως τώρα ολοτελώς απεστερημένον το Μεσολόγγι από τροφάς.
Ο Αρχιστράτηγος
Richard Church »
Η μάχη στον Άγιο Νικόλαο της Μάνινας έγινε στις 12 Φεβρουαρίου 1828 υπό τις οδηγίες του αρχηγού των ελληνικών δυνάμεων στη δυτική Ελλάδα, Ριχάρδου Τσώρτς και τη συμμετοχή των χιλίαρχων και πεντακοσίαρχων : Δημήτρη Μακρή , Χρήστου Μακρή, Γεωργίου Τσόγκα , Δήμου Τσέλιου , Κωνσταντή Βαλιανάκη , Κ. Βλαχόπουλου, Θοδωρή Κ. Μαγγίνα κ.λπ. Των τουρκικών δυνάμεων επικεφαλής ήταν ο διοικητής της Πρέβεζας Βελή Μπέης με δύναμη 1.300 ανδρών έναντι 450 των Ελλήνων. Ιδού πώς περιγράφει αυτή την μάχη στην Μάνινα Ξηρομέρου η εφημερίδα « Γενική Εφημερίς της Ελλάδος » στις 3 Μαρτίου 1828 από το Ναύπλιο : «… Οι Έλληνες εν γένει ετήρησαν διαγωγήν αξιέπαινον, καταπολεμήσαντες ηρωικώς και γενναίως τον εχθρόν. Έμειναν εκτεθειμένοι, χωρίς κάπας, επί δύο ημερονύκτια υπό αδιάκοπον και ραγδαίαν βροχήν. Είχαν εξοδεύσει όλα των τα πολεμοφόδια. Αι μεγάλαι, από μηνός σχεδόν, συνεχιζόμεναι βροχαί είχαν κάμει αδιαβάτους τους δρόμους, ώστε τα σταλέντα με τροφάς και πολεμοφόδια ζώα δεν ηδυνήθησαν να φθάσουν εγκαίρως εις την θέσιν εκείνην. Εν τούτοις τα πάντα υπέμειναν και ηνάγκσαν τον εχθρόν ν’ αποσυρθή, αφού η προξενηθείσα εις αυτόν ζημία ανήλθεν εις εκατόν περίπου νεκρούς και τραυματίας, ενώ εκ των Ελλήνων εφονεύθησαν δύο και επληγώθησαν ακινδύνως οκτώ…»
Άξιο σημειώσεως σ΄ αυτή την ένδοξο μάχη είναι ο πραγματικός γυρισμός του στρατηγού Γεωργίου Τσόγκα στα ελληνικά στρατεύματα και η ενεργός συμμετοχή του στην μάχη του Αγ. Νικολάου Μάνινας και στον απελευθερωτικό αγώνα στα 1828-1829. Απουσίαζαν παντελώς από αυτή την μάχη, το νεοσύστατο Ξηρομερίτικο σώμα ( άνδρες , κυρίως από τον τ. Δήμο Σολλίου ) και ο Γιαννάκης Ράγκος με τους υπ΄ αυτόν άνδρες του. Στις 10 Μαρτίου 1828 η εφημερίδα ΓΕΝΙΚΗ / φ.17/ 10-3-1828 , κάνει πάλι αναφορά για τα γεγονότα που διεξήχθησαν πέριξ του Μαχαλά - Παπαδάτου – Λιγοβιτσίου και της Πόρτας Μπαμπίνης, αλλά και για τις στρατηγικές θέσεις που είχαν καταλάβει οι : Γιαννάκης Ράγκος και Κώστας Μπότσαρης, όπως και προαναγγέλεται και ο γυρισμός του στρατηγού Γεωργίου Νικολού Βαρνακιώτη στο ελληνικό στράτευμα.
Ιδού και η περί ης ο λόγος αναφορά της εφημερίδας ΓΕΝΙΚΗ/ φ.17/10-3-1828.
Όμως η έλλειψη τροφών, πολεμοφοδίων και η βαρυχειμωνιά, προβλημάτισαν τον Ρίχαρντ Τσώρτς και στέλνει νέα ημερήσια διαταγή στις 28 Φεβρουαρίου 1828 προς τον κυβερνήτη , Ιωάννη Καποδίστρια, αναφέροντας του τα εξής : « Ο υπό την οδηγίαν μου στρατός στερούμενος απ΄ όλα καταδυστυχεί. Οι στρατιώται υπέφεραν με θαυμάσιον καρτερίαν όλας τας ελλείψεις. Οι αξιωματικοί τους υπεστήριξαν και τους ενψύχωσαν καθ΄ όσον ήτο της δυνάμεώς των . Η ώρα ήτον έως τώρα πολλά χειμερινή και παρ΄ άλλοτε ποτέ υετώδης. Μ΄ όλον τούτο οι στρατιώται υπέφεραν αγογγύστως την δριμύτητα του χειμώνος και ηγωνίσθησαν γενναιότατα . Έχουν όμως ανάγκη παραμυθίας και είναι άξιοι τόσον της Υ.Ε ευνοίας και προνοίας, καθώς και της του Έθνους. Από τα εδώ στρατεύματα είμαι πολλά ευχαρισατημένος , και αν οι εν Πελοποννήσω συνάδελφοι των εμιμούντο το παράδειγμά των ηθέλαμεν έχει έως τώρα εις την εξουσίαν μας όλα τα παράλια μέρη του κόλπου της Άρτας…» {Γεν. Γραμ. φ.22}.
Η ημερήσιος διαταγή του Τσώρτς από το Δραγαμέστο στην οποία περιγράφει προς τον Κυβερνήτη Ιω. Καποδίστρια την δεινή κατάσταση του στρατεύματος
Παράλληλα αυτή την χρονική περίοδο, όπως είδαμε στην εφημερίδα ΓΕΝΙΚΗ ( Φ.17/10-3-1828) λάβαινε χώρα ένα βαρυσήμαντο γεγονός. Ο Γεώργιος Νικολού Βαρνακιώτης γύριζε στο εθνικό στρατόπεδο. Ο Ρίχαρντ Τσώρτς σε σχετική επιστολή , απαντά προς τον Γεώργιο Νικολού Βαρνακιώτη , ως ακολούθως .
« Εκ του Αρχιστρατηγείου Προς τον Καπετάν Γεώργιον Βαρνακιώτη εις Κανδήλαν
Δραγαμέστο τη 29 Φεβρουαρίου 1828
Ευχαρίστως έλαβα το γράμμα σας, και με μεγάλην ευχαρίστησιν έμαθα το φθάσημον σας εις τας αγκάλας των συγγενών σας και της Πατρίδος , προσμένω να σας ιδώ δια να σας δώσω όλα τα δείγματα της από μέρους μου καλής υποδοχής και της βεβαιώσεως της προς υμάς εγκαρδίου αγάπης μου.
Ο Αρχιστράτηγος
R. CHURCH »
Παράλληλα την ίδια ημερομηνία, αναγγέλλει το χαρμόσυνο γεγονός προς τον Κυβερνήτη και παλαιό φίλο του Γεωργίου Βαρνακιώτη , τον Ιωάννη Καποδίστρια , στον οποίο του αναφέρει τα εξής {Γεν. Γραμ. φάκ. 22 }:
« Εκ του Αρχιστρατηγείου Εν Δραγαμέστω τη 29 Φεβρουαρίου 1828
Εξοχώτατε. Λαμβάνω την τιμήν να αναγγείλω προς την Υ.Ε. ότι ο στρατηγός Γεώργιος Βαρνακιώτης με τον αδελφόν του και τας οικογενείας των, με τον Κύριον Γαλάνην Μεγαπάνον και πολλάς άλλας γραικικάς οικογενείας, ομού με ικανούς στρατιώτας παραίτησαν τον εχθρόν, ηνώθησαν με τους αδελφούς των υπό τας ελληνικάς σημαίας και ετάχθησαν υπό την οδηγίαν μου. Δια να μην κάμω άδικον προς τον στρατηγόν Βαρνακιώτην, οφείλω να φανερώσω προς την Υ.Ε. ότι ούτος συντέλεσε μεγάλως εις την δημόσιον υπηρεσίαν , αφ’ ου καιρού μετέβην εις την Δυτικήν Ελλάδα , και εκπλήρωσεν ακριβώς όσας μόλις φθάσαντα ενταύθα μ’ έδωκεν υποσχέσεις Ευθύς ως μ’ εκοινοποίησε τον σκοπόν του έλαβα τα απαιτούμενα μέτρα δια να προφυλάξω τόσον αυτόν, καθώς και τας οικογενείας, όταν απεσπάσθησαν από τον εχθρόν. Τα κατά τούτο μέτρα επέτυχαν εντελέστατα.Ελπίζω ότι το του πατριωτισμού τούτο παράδειγμα να το μιμηθώσι πολλοί και εκ των οπλαρχηγών και εκ των κατοίκων του μέρους τούτου, όσοι είναι μακράς από τας αγκάλας της πατρίδος.
Ο Αρχιστράτηγος R. Church »
Η συμφιλίωση των οπλαρχηγών, που όχι λίγη ευθύνη έχουν για τον κατατρεγμό του τραγικού οπλαρχηγού, με τον Βαρνακιώτη, όπως του Δημήτρη Μακρή και του Γεωργίου Τσόγκα, δεν είναι άσχετη με την παρουσία του Καποδίστρια, του οποίου γνώριζαν τις άριστες διαθέσεις απέναντι στον Βαρνακιώτη. Γνώριζαν, επίσης, ότι ο Καποδίστριας έθετε τέρμα στις ραδιουργίες του Μαυροκορδάτου και των εγκαθέτων του. Αλλά και ο Γεώργιος Βαρνακιώτης έδειξε χριστιανική συγκατάβαση, τα ξέχασε όλα αναλογιζόμενος τις κρισιμότατες περιστάσεις. Ο αγώνας συνεχιζόταν. Η Δυτική Στερεά Ελλάδα ήταν στα χέρια του εχθρού και πάση θυσία έπρεπε να ελευθερωθεί.
Η επιστροφή του Γεωργίου Νικολού Βαρνακιώτη στο ελληνικό στράτευμα, προκάλεσε αλαλαγμούς χαράς σε όλη την τότε επαναστατημένη Ελλάδα.
Στις 6 Μαρτίου 1828, από τον Δραγαμέστο Ξηρομέρου , ο αρχιστράτηγος Ρίχαρντ Τσώρτς απευθυνόμενος προς τον Γεώργιο Νικολού Βαρνακιώτη, του ζητάει να πάρει υπό την οδηγίαν του ορισμένους Ξηρομερίτες οπλαρχηγούς «Επιστολές Ν. Φυσεντζίδου, εκδ. 1893» για να συντονισθεί πιο ανώδυνα ο αγώνας του 1828 – 1829 στη Δυτική Ελλάδα, πράγμα το οποίο και πράττει.
Η διαταγή του Ρίχαρντ Τσώρτς προς τον Γεώργιο Βαρνακιώτη είναι η ακόλουθη .
« Εκ του Αρχιστρατηγείου. Εν Δραγαμέστω τη 18 Μαρτίου 1828
Προς τον Στρατηγό κύριον Γεωργάκη Βαρνακιώτη
Τους υπό τη οδηγίαν σας, οπλαρχηγούς Ξηρομερίτας, Θεοδ. Μαγγίναν, Γαλάνην Μέγα Πάνου, Σπύρο Καρπούζην, Νικόλαον Μπαμπινιώτην, Νικολόν Βασιλάκην, Παναγήν Παπαναστάση, Κωσταντήν Λάπαν, Γριβογεωργάκην Κωσταντή , Γιαν. Καραμήτζου και Γεωργ. Μήτζηνας τους διέταξα να παραλάβουν τους υπό την οδηγίαν των στρατιώτας και ν’ απελθώσι να καταλάβωσι την θέσιν της Χρυσοβίτζας έως νέας μου διαταγής. Ειδοποιώ λοιπόν περί τούτου και την γενναιότητά του.
Ο ΑρχιστράτηγοςR. CHURCH ( Ρίχαρντ Τσώρτς ) ».
Και με άλλη επιστολή του ο Ρίχαρντ Τσώρτς, δίνει εντολή στον Γεώργιο Βαρνακιώτη να ρυθμίζει τα στρατηγικά πόστα στο Ξηρόμερο με τους αντίστοιχους τοπικούς οπλαρχηγούς.
« Εκ του Αρχιστρατηγείου Εν Δραγαμέστω τη 22 Μαρτίου 1828
Στρατηγέ. Διορίζεσθε δια της παρούσης να διατάξητε τους υπό την εις οδηγίαν σας εις Χρυσοβίτζαν ν΄ αφήσωσι την θέσιν εκείνη και να καταλάβωσι την θέσιν του αγίου Ηλία, εις το Λυκοδόντι θέλει διαταχθή ν’ απέλθη εις τους υπό την οδηγίαν του ο Καπ. Κουντούρης και των Βλιζανών προς διατήρησιν της θέσεως του Δραγαμέστου το μοναστήριον της Ζαμπατίνας, την Ζάβιτσαν και το Ασσάνι προς διατήρησιν της θέσεως του Μύτικα, και θέλετε αναφερθή επομένως προς τον Αρχιστράτηγον περί των πρακτέων σας.
Εξ επιταγής της αυτού εξοχότητος
του Αρχιστρατήγου
Sir RICHARD CHURCH
ο Αρχηγός των της ανωτέρας τάξεως, Στρατηγός ΔΕΝΤΖΕΛ »
Αναντίρρητα στον επανερχομό του Γεωργίου Βαρνακιώτη στα ελληνικά στρατεύματα συντέλεσαν αλυσίδα περιστατικών και γεγονότων, αλλά και προσώπων ,όπως : η Ναυμαχία στο Ναυαρίνο ( 20 Οκτ.1827 ) , η γενικότερη τροπή των πραγμάτων, ο Ρίχαρντ Τσώρτς και κατ΄ εξοχήν ο ερχομός του Καποδίστρια στην Ελλάδα ως Κυβερνήτη, του από παλιά γνωστού του, Καποδίστρια.
Ο γυρισμός του Γεωργίου Βαρνακιώτη στο ελληνικό στράτευμα χαιρετίστηκε ευρύτερα ως εξαιρετικής σημασίας γεγονός , ενώ ευθύς του προσφέρθηκε εν λευκώ το Ξηρομερίτικο σώμα αποτελούμενο από γνωστούς οπλαρχηγούς όπως τους καταγόμενους από το χωριό Βάρνακα: Γεώργιος Μήτζενας, Σπύρος Καρπούζης , Σταμούλης Καρπούζης, Νικόλαος Κόπελος, Στάθης Κόπελος, Φώτης και Πάνος Κουσουρής, από το χωριό Βάτος τους αδελφούς: Χρήστο και Δημήτρη Παλιογιάννη ,από τη Ζάβιτσα τους: Στάθη Χεινόπωρο - Πεταλιά , Παναγή Παπαναστάση και Χρήστο Δρακά ή Κρίθυμο, από τον Αετό τον Κωνσταντή Βαλιανάκη, από την Κωνωπίνα τους αδελφούς Δημήτρη και Κωνσταντή Γριβογιώργο, από την Κατούνα τους Ανδρέα Στούπα και Ιωάννη Πετιμέζη , από το Δραγαμέστο τους Χασαπαίους ( Κωστούλα , Δημήτρη , Αναστάσιο), τον Νικόλαο Τσέλιο ή Δραγαμεστινό ,τον Θοδωρή Κ. Μαγγίνα και τον Φίλη Κασσιανό , από τον Μαχαλά τους : Γαλάνη Μεγαπάνο και τον Παναγή Βασ. Γαλάνη , από την Παπαδάτου τον Σπύρο Χαλδούπη και Δημήτρη Γερόλυμο , από την Μπαμπίνη τον Νικόλαο Μπαμπινιώτη , από την Κανδήλα τον Σπύρο Περδίκη , Γιάννο Λύτρα και Αθαν. Καρδάρα κλπ , οι οποίοι κατά την διάρκεια του αγώνα 1825-1826 ήταν αντιστράτηγοι και χιλίαρχοι οι περισσότεροι .
Ιδού και η ημερήσια διαταγή του Τσώρτς προς τον Βαρνακιώτη , με την οποία του εκχωρούσε την αρχηγία στο Ξηρομερίτικο σώμα.{Φυσεντζίδου επιστολές , σελ.331}.
«Προς τον Κύριον Γεώργιον Βαρνακιώτην
Αποδεχόμενος την δι΄ αναφοράς αίτησιν των διαφόρων οπλαρχηγών του Ξηρομέρου περί υμών , και πληροφορημένος δια τον πατριωτικόν σας ζήλον και την στρατιωτικήν σας εμπειρίαν και αξιότητα σας διατάττω δια της παρούσης , ήτις θέλει σας χρησιμεύσει έως νέας μου διαταγής να συνάξητε και παραλάβητε υπό την οδηγίαν σας όλους τους οπλαρχηγούς του Ξηρομέρου, των οποίων σας περικλείω κατάλογον. Είμαι βέβαιος ότι οι Γενναίοι ούτοι πολεμισταί, έχοντες δι΄ αρχηγόν των άνδρα εγνωσμένον δια την φρόνησιν του και δια το εμπειροπόλεμον του, θέλουν προσπαθήσει να φανώσι τοιούτοι, ώστε και την υπόληψιν του αρχηγού και την ιδικήν τους ν΄αυξήσωσι και εις την Πατρίδα να προξενήσωσι μεγάλα καλά.
Εν Δραγαμέστω τη 6 Μαρτίου 1828
Ο Αρχιστράτηγος Ρίχαρντ Τσώρτς » .
Και στις 6 Μαρτίου 1828 ο αντιναύαρχος Γεώργιος Σαχτούρης διατάχθηκε από τον Ιωάννη Καποδίστρια να στείλει στο Δραγαμέστο Ξηρομέρου ένα ικανό αριθμό κανονιοφόρων βαρκών και άλλων ενίπλων πλοιαρίων και να συνθέσει εξ αυτών στολίσκο και να τον διευθύνει στο Δραγαμέστο Ξηρομέρου όπου να τεθεί υπό τας αμέσως διαταγάς του Αρχιστρατήγου, Ρίχαρντ Τσώρτς . { Βλαχ. Γραμ. φ. 102 }.
Το θέρος του 1828 στη θέση Παλιομάγαζα κοντά στον Μύτικα, βρίσκονταν το στρατόπεδο με 2.500 και επέκεινα στρατιώτες και, το Αρχιστρατηγείο με τον Ρίχαρντ Τσώρτς και το Επιτελείο του στεγάζονταν στην Κανδήλα Ξηρομέρου, απ΄ όπου εκδίδονταν σχετικές ημερήσιες αναφορές, όπως π.χ το Διάταγμα στην Κανδήλα {Φροντ. φ.1} με το οποίο ο Ιωάννης Καποδίστριας όταν επισκέφτηκε στις 30 Ιουνίου 1828 τον Μύτικα και την Κανδήλα, έδιδε διαταγή ο Γενικός Φροντιστής του στρατοπέδου Γεώργιος Σπανιολάκης να πληρώσει ένα ήμισυ του μηνιαίου μισθού των τεσσάρων μηνών οφειλόμενων χρημάτων στους στρατιώτες και τους αξ/κούς του στρατοπέδου του Μύτικα. Και με άλλο διάταγμα δημιούργησε τις γνωστές Χιλιαρχίες στην Δυτ. Ελλάδα με τις οποίες και την απελευθέρωσε {Γεν. Φροντ.φ.41}.
Ο αναγνώστης που θα ενδιαφέρονταν, μπορεί να μελετήσει αρκετά διατάγματα που υπογράφθηκαν από την Κανδήλα Ξηρομέρου στις 30 Ιουνίου 1828 ως και 3 Ιουλίου 1828 που βρίσκονταν στην Κανδήλα ο Ιωάννης Καποδίστριας και ο πρωθυπουργός Σπυρίδων Τρικούπης {Γεν. Γραμ. φ. 89 }, καθότι σε σχετικό του έγγραφο προς την Επιτροπή Διοικήσεως { Γεν. Γραμ. φ. 89 , έγγραφο 28 } αναφέρει ότι αύριο αναχωρώ για Ναύπλιον, όπως και στις 9 Ιουλίου 1828 είχε υπογράψει σχετικό διάταγμα (έγγραφο 109) που αναφέρονταν ως τόπος της υπογραφής του η Ζάκυνθος, « Εν Λιμένι Ζακύνθου » { Γεν. Γραμ. φ. 89}.
Αφού διαπίστωσε ο κυβερνήτης ιδίοις όμματι την κατάσταση που επικρατούσε στη Δυτική Ελλάδα, αφού είδε τις καταστροφές και τα ερείπια από τον μακροχρόνιο πόλεμο, αφού είδε τον άμαχο πληθυσμό που είχαν καταφύγει απέναντι στο νησί Κάλαμος Λευκάδος (μόλις περίπου 2 μίλια από τις ακτές της Ακαρνανίας), τους τόνωσε το ηθικό να τους αναπτερώσει τις ελπίδες και τους έδειξε ότι δεν υπήρχε πλέον κράτος ικανό να τους απαλύνει τον πόνο τους. Πόνος που αποτυπώθηκε και εγγράφως από τους προκρίτους και τους επιφανείς οπλαρχηγούς που είδαν και συζήτησαν μαζί με τον Καποδίστρια όταν επισκέφτηκε το Ξηρόμερο στα 1828.
Κι έφυγε ο Καποδίστριας από την Κανδήλα Ξηρομέρου που είχε συναντηθεί με τον Ρίχαρντ Τσώρτς και είχαν καταστρώσει τα σχέδια δια την εκπόρθηση του Αμβρακικού και την απελευθέρωση της Δυτικής Ελλάδος (Καρβασαρά, Μαχαλάς, Αιτωλικό, Μεσολόγγι, Ναύπακτος) και λήξας τις τετραήμερες συνομιλίες με τον Αρχιστράτηγο, επέστρεψε στον Μύτικα και εκείθεν διεκπεραιώθηκε στον Κάλαμο όπου μοίρασε χρήματα εις τους δυστυχούντες πρόσφυγες, τους έδωσε κουράγιο και κατόπιν κατευθύνθηκε προς το λιμάνι του Δραγαμέστου (Σκάλωμα δηλ. τον σημερινό Αστακό).
Στο λιμάνι του Δραγαμέστου, στον βραχύ χρόνο που βρέθηκε, ούτε το ήμισυ της ημέρας, καθότι αναχώρησε και, ξημερώματα την 4η Ιουλίου 1828 βρίσκονταν στη Ζάκυνθο, ενεθάρρυνε τους Ξηρομερίτες που βρίσκονταν στα παράλιατου Αστακού και τον ανέμεναν, τους έδωσε ελπίδα και νέα πνοή και κάποιοι δισταχτικοί και αποστασιοποιημένοι από τα τεκταινόμενα του αγώνα, που ήδη είχε ξεκινήσει ο Τσώρτς από τις 17 Νοεμβρίου 1827 που βρίσκονταν στο Δραγαμέστο, επανάκαμψαν στο ελληνικό στρατόπεδο και ο Καποδίστριας αναχώρησε με το πλοίο Αζώφ για τη Ζάκυνθο δίχως να επισκεφτεί το χωριό Δραγαμέστο, παρά όπως προείπαμε επισκέφτηκε μόνον το Σκάλωμα αυτού, δηλαδή τον σημερινό Αστακό Ξηρομέρου.
Κατά τον Νοέμβριο του 1828 το στρατόπεδο μεταφέρθηκε από την Κανδύλα - Μύτικα (Παλιομάγαζα) και, εγκαταστάθηκε στη Ζαβέρδα στη θέση Κόλυμπος. Ο χειμώνας προμηνύονταν τσουχτερός για τους γυμνούς και ξυπόλυτους και επί τέσσερες μήνες απλήρωτους στρατιώτες, πράγμα που ανάγκασαν επιφανείς αξιωματικούς όπως τους Κώστα Μπότσαρη, Γεώργιο Τσόγκα, Δήμο Τσέλιο, Γαρδικιώτη Γρίβα, Γιώτη Βαρνακιώτη, Κώστα Βλαχόπουλο και Διαμαντή Ζέρβα , να υπογράψουν αναφορά στις 4 Νοεμβρίου 1828, την οποίαν θα έδιναν στον Ρίχαρντ Τσώρτς οι εκπρόσωποί τους, Πεντακοσίαρχοι: Γιάννης Λαμπρόπουλος, Βελησάρης Καλόγηρος και Γ.Λ.Ζέρβας. Την αναφορά συνόδευε ο Τσώρτς με διαβιβαστικό, το οποίο χρονολογούνταν στις 5 Νοεμβρίου 1828 κι έδειχνε ως τόπο την Ζαβέρδα, όπου ήταν, τότε, προωθημένο το Αρχιστρατηγείο.
Ακολούθως το στρατόπεδο, από την Ζαβέρδα, μετακόμισε στη Βόνιτσα και στη θέση Κονιδάρι ήταν το στρατόπεδο και στο Παραδείσι (Μοναστηράκι Βονίτσης) το Αρχιστρατηγείο, όπου και πραγματοποίησε την περίτρανη και περιφανή μάχη της Βόνιτσας στις 15 Δεκεμβρίου 1828 και απελευθέρωσε την πόλη διώχνοντας τους Τούρκους παντελώς από το Ξηρόμερο στις 5 Μαρτίου 1829. Ας παρακολουθήσουμε τα πρακτέα της λαμπρότατης μάχης της Βόνιτσας η οποία διεξήχθη στις 15 Δεκ.1828.
Η μάχη της Βόνιτσας στις 15 Δεκεμβρίου 1828
Η μάχη αυτή είναι η κυριότερη από στρατηγικής και στρατιωτικής πλευράς που διεξήχθη στη δυτική Ελλάδα το 1828 και η σημαντικότερη για τη δυτική Ελλάδα, μετά από αυτήν της Εξόδου του Μεσολογγίου (10 Απριλ. 1826) και της μάχης του Αετού ( 9 Αυγούστου 1822 ). Για τη μάχη της Βόνιτσας (15 Δεκ. 1828), κρίνεται σκόπιμο από ιστορικής πλευράς και όχι μόνο, να την παρουσιάσουμε και να την αναλύσουμε διεξοδικά στο πόνημά μας, ώστε οι αναγνώστες να δουν εκ του σύνεγγυς τη σημασία αυτής της μάχης. Αναντίρρητα η μάχη της Βόνιτσας στις 15 Δεκεμβρίου 1828 έχει μεγίστη ιστορική σημασία καθότι: α. Είχε αρχηγό τον Ρίχαρντ Τσώρτς (αρχιστράτηγος των ελληνικών δυνάμεων στη Δυτ. Ελλάδα με ομόφωνη απόφαση της Γ΄ Εθνικής Συνέλευσης της Τροιζήνας το 1827). β. Είχε εμπειροπόλεμους αξιωματικούς με εμπειρία οχτώ (8) χρόνων συνεχών αγώνων με τους Τούρκους, καθώς και ναυτική υποστήριξη από τον Αμβρακικό κόλπο με τους πλοιάρχους: Ανδρέα Κωφό, Αναστάσιο Παρασκευά, Κων/νο Θεοφάνη, Γεώργιο Θεοφίλη, Ανδρέα Τενεκέ, Ιωάννη Μαρίνη και Αντώνη Κριεζή γ. Οι αξιωματικοί ήταν ντόπιοι και γνώστες του πεδίου της μάχης όπως π. χ. οι Χιλίαρχοι: Γεώργιος Τσόγκας, Γιώτης Βαρνακιώτης, Δήμος Τσέλιος, Γαρδικιώτης Γρίβας, Στάθης Κατσικογιάννης, Κώστας Βλαχόπουλος, Νικόλαος και Διαμαντής Ζέρβας, Αθαν. Κουτσονίκας και πολλοί άλλοι αξιωματικοί με βαθμό του Πεντακοσίαρχου και κάτω, όπως οι: Ιωάννης Λαμπρόπουλος, Βελησάριος Καλογήρου, Γ.Λ. Ζέρβας, Γιάννης Κώνστας, Τσάμης Γριβογιώργος (Κωνωπίνα), Κωνσταντής Βαλιανάκης (Αετός), Στάθης Χεινόπωρος (Ζάβιτσα), Αθανάσιος Καρδαράς (Κανδήλα), Βασίλης Γέννειας (Μοναστηράκι), Νικ. Μαυρομμάτης (Κατούνα), Μήτρος Σμπόνιας (Βόνιτσα), Γαλάνης Μεγαπάνος (Μαχαλά), Σταμούλης Χονδρός (Ζαβέρδα), Νικόλαος Τσέλιος (Δραγαμέστο), Ανδρέας Στούπας (Κατούνα), Γιαννάκης Πετιμέζης (Κατούνα), Παναγής Βασ. Γαλάνης (Μαχαλάς), Σπύρος και Σταμούλης Καρπούζης (Βάρνακας), Χρήστος Τσαούσης (Πλαγιά), Κώστας Καπογιωργάκης (Πλαγιά), Δημ. Σφελάγγης (Ζαβέρδα) κ.λ.π δ. Καταστρώθηκε με στρατιωτικό σχέδιο μάχης έχοντας ως κέντρο επιχείρησης και ανεφοδιασμού το χωριό Παραδείσι (το σημερινό Μοναστηράκι) «… Διορίζεσαι να παραλάβεις την Χιλιαρχίαν σου και να απέλθεις εις την θέσιν Παραδείσι την σήμερον, όπου θέλεις σταθεί και όπου διορίσθησαν όλα τα στρατεύματα να απέλθωσι…» αναφέρει προς το Δήμο Τσέλιο ο Αρχιστράτηγος Ρίχαρντ Τσώρτς στην ημερησία διαταγή του στις 16 Νοεμβρίου 1828 από την Ζαβέρδα που έδρευε τότε η Αρχιστρατηγία. Από την περιγραφή του Αρχιστράτηγου που δημοσιεύει η εφημερίδα ΓΕΝΙΚΗ, φ. 6 /Δ/19-1-1829 γίνεται αντιληπτή η αγωνιστικότητα των σωμάτων, η μαχητικότητα του Δήμου Τσέλιου και του υπαρχηγού του Κωνσταντή Βαλιανάκη από τον Αετό Ξηρομέρου, καθώς και αυτή των: Τσόγκα, Βλαχόπουλου, Ν. Ζέρβα. Την επομένη της νίκης ο Τσώρτς, εκφράστηκε προς τους νικητές με αρχιστρατηγική ευαρέσκεια, εκφράζοντας τις ειλικρινείς ευχαριστήσεις του προς τους Αξιωματικούς και τους στρατιώτες και του στολίσκου που ηγείτο, τότε, ο πλοίαρχος Ανδρέας Τενεκές, αναφέροντας στην Ημερήσια Διαταγή του τα εξής.
τη 15 Δεκεμβρίου 1828
Ημερήσια Διαταγή
Ο Αρχιστράτηγος αισθάνεται την πλέον ζωηράν χαράν εις το να προσφέρη τας πλέον ειλικρινείς ευχαριστήσεις του προς τους Αξιωματικούς, στρατιώτας και θαλασσίους των στρατευμάτων της ξηράς και του στολίσκου, το φέρσιμον των οποίων εις την νικήτριαν χθεσινήν ημέραν της εφόδου και της κυριεύσεως της πόλεως της Βονίτσης και της ελευθερώσεως απο την δουλείαν πεντακοσίων Ελλήνων φαμελιών, αξίζει τα υψηλά εγκώμια της Πατρίδος. Στρατιώται και ναύται εδείχθησαν παρομοίως ανδρείοι και φιλάνθρωποι και άμα έστησαν τας Ελληνικάς Σημαίας εις την πόλιν και ήρπασαν εκείνας των εχθρών εφάνησαν οι πολεμισταί χριστιανοί οδηγώντας με όλην την δυνατήν φιλανθρωπίαν τους τρέμοντας εγκατοίκους γυναίκας και παιδία εις τόπους ασφαλείς και μακράν παντός κινδύνου, σεβάζοντας αυτούς και ότι εις αυτούς απαπαρθένευαν εις τας ιδίας οικογενείας των.
Ας δοξασθώσι λοιπόν οι πολεμισταί, οίτινες ηξεύρουν να νικώσιν τον εχθρόν δια να ελευθερώσωσι ένα λαόν και ας δοξασθώσι όχι ολιγώτερον οπού ηξεύρουν να σεβασθώσι την ιδιοκτησίαν του και αληθώς να τον λυτρώσωσι. Ο αρχιστράτηγος προσφέρει διπλασίως τας πλέον ζωηράς και ειλικρινείς ευχαριστήσεις του εις τους Αρχηγούς των Σωμάτων εις τους Αξιωματικούς και εις τους απλούς στρατιώτας της ξηράς , εις τον Αρχηγόν Ανδρέαν Τενεκέ, εις τους Αξιωματικούς και στρατιώτας του στολίσκου εις τον Αμβρακικόν κόλπον.
Η νίκη αύτη ετελειοποιήθη δια την άκραν συμφωνίαν οπού υπάρχει μεταξύ των θαλασσίων και των της ξηράς πολεμιστών και πολεμώντας πάντοτε ούτω με καρδίαν και βραχίονας ηνωμένοι καθώς εις την έφοδον και κυρίευσιν της Βονίτσης, ο Θεός χωρίς αμφιβολίαν θέλει στεφανώσει πάντοτε τας Ελληνικάς σημαίας και νίκας.
Ο Αρχιστράτηγος Ρίχαρντ Τσώρτ »
{Ν. Σπηλιάδη, τ. Δ, σελ. 105, Σπ. Τρικούπη. τ. Δ / σελ. 316, Ευδοξίας Κουμουτσοπούλου, ο στρατηγός Δήμος Τσέλιος. Αθήνα 1930, σελ. 129 }.
Συνολικά η στρατιωτική δύναμη που στρατονίζονταν τέλος του 1828 αρχές του 1829 στη Βόνιτσα ήταν της τάξεως των 5.056 ανδρών μαζί με τους 57 επιτελικούς αξιωματικούς του Στρατηγείου της Βόνιτσας .
Τέλος ο Αρχιστράτηγος είχε στραμμένη την προσοχή του στο Φρούριο Βονίτσης , το οποίο πολιορκεί στενά , έπειτα από την αποτυχία του Βελήμπεη να το εφοδιάσει. Και στις 25 Φεβρουαρίου 1829 με ημερήσια διαταγή του , προσφέρει μεγάλες ευχαριστίες στους Αρχηγούς των σωμάτων, Αξιωματικούς και στρατιώτες πού εστάθηκαν στις προσδιορισμένες θέσεις του αποκλεισμού του φρουρίου της Βόνιτσας.
Μετά από οχτώ ημέρες ο Ρίχαρντ Τσώρτς αναγγέλλει την παράδοση του Φρουρίου, με την ακόλουθη Ημερήσια Διαταγή του στις 5 Μαρτίου 1829 .
« Εκ του κατά την Βόνιτσαν Γενικού Στρατοπέδου
τη 5 Μαρτίου 1829 Ημερήσιος Διαταγή
Ο Αρχιστράτηγος ετελείωσε χθες μίαν συνθήκη μετά των Τούρκων της Φρουράς Βονίτσης , δυνάμει της οποίας η φρουρά αυτή μέλλει να εύγη σήμερον. Τούτο το ευτυχές αποτέλεσμα σταφανώνει τους εντίμους κόπους του στρατεύματος και της θαλασσίου δυνάμεως με την απόκτησιν του τόσον προς ημάς αναγκαίου Φρουρίου .
Ο Αρχιστράτηγος ελπίζει ότι το εύγαλμα της αυτής φρουράς θέλει εκτελεσθεί από τα στρατεύματα και θαλασσίους με το πλέον εύτακτον τρόπον και σέβας προς τους στρατιωτικούς εκείνους , όπού η τύχη του πολέμου έφεραν εις χείρας μας και εμπιστεύεται εις το στράτευμα τόσον της ξηράς καθώς και της θαλάσσσης , δια να τιμηθώσι τόσοι εις ταύτην την περίπτωσιν οπού οι ίδιοι νικημένοι να μας εγκωμιάζουν προς τους συμπατριώτας των , όταν φθάσωσιν εις την πατρίδα των . Αυτό θέλει μας προξενήσει δόξαν εις την Ελλάδα και εις την Ευρώπην.
Κατά συνέπειαν της διαταγής ταύτης η Τουρκική φρουρά θέλει συντροφευθεί από τους ακολούθους ανωτέρους Αξιωματικούς, Γεώργιον Κίτσο, Γιώτη Βαρνακιώτη, Ευστάθιον Κατσικογιάννην και Νικόλαον Ζέρβαν . Και εκτός αυτών από έναν αξιωματικόν με τριάκοντα στρατιώτας από το κάθε σώμα και δύο καπεταναίοι με είκοσι ναύτας εκ του στολίσκου. Διορίζονται όλα τα λοιπά στρατεύματα να σταθώσι εις τας προσδιωρισμένας θέσεις των δια να ίδωσι και οι ίδιοι Τούρκοι την ευταξίαν όπου βασιλεύει εις το Στρατόπεδόν μας.
Και τελειώνοντας ευτυχώς σήμερον ταύτην την υπηρεσίαν αύριον θέλει γίνει μία απόδοσις ευχαριστήσεων προς τον Θεόν εις την αρχαιοτέραν εκκλησίαν της Βονίτσης συνδροφευμένη με κανοβολισμούς εκ της ξηράς και της θαλάσσης .
Ο Αρχιστράτηγος Ρίχαρντ Τσώρτς »
{ Ευδοξίας Κουμουτσοπούλου , ο στρατηγός Δήμος Τσέλιος Αθήνα 1930 , σελ.135}.
Άρα η συνθήκη έγινε στις 4 Μαρτίου 1829 , η παράδοση της Βόνιτσας στις 5 Μαρτίου 1829 και η ευχαριστία στον Ύψιστο στις 6 Μαρτίου 1829 , σύμφωνα και με την ακόλουθη διαταγή προς τον στρατιωτικό ιερέα του Στρατηγείου Δυτ. Ελλάδος , Παπά Γιώργη Ν. Σπύρου , ο οποίος και το 1822 υπήρξε στρατιωτικός ιερέας στη Βόνιτσα κοντά στον στρατηγό Γεώργιο Τσόγκα . {Εκτελ. φάκ.. 4 }.
«Προς τον Καθηγούμενον Πλαγιάς, Ιερέα του Γενικού Στρατηγείου
5 Μαρτίου 1829 Αγριλοβούνι
Σας δίδω την χαροποιάν είδησιν οπού σήμερον επεριλάβαμεν το Φρούριον Βονίτζης εις την εξουσίαν μας και τους Τούρκους τους εστείλαμε εις Πρέβεζα. Σε παρακαλώ να πάρης τα ιερά σου και να έλθης αύριον πολλά πρωί εις Βόνιτζα , να διαβάσωμεν μίαν απόδοσιν ευχαριστήσεων προς τον Ύψιστον οπού με ηξίωσε της χάριτος ταύτης. Εκεί θέλεις με προσμένει και εμέ έως ότου να έλθω να γίνη το διάβασμα
Ο Αρχιστράτηγος, Ρίχαρντ Τσώρτς» { Βλαχ. Φροντ. φ.101}.
Η μάχη της Βόνιτσας 15 Δεκ. 1828 σε σχετική απεικόνιση του Δ. Ζωγράφου , όπως την αφηγήθηκε ο στρατηγός Γιάννης Μακρυγιάννης
Η ειδοποίηση του Τσώρτς προς τον παπά Γιώργη στις 5 Μαρτ. 1829 να ετοιμασθεί για την δέηση στον Ύψιστο που έγινε πάνω στο κάστρο της Βόνιτσας { Βλαχ. Φροντ. φ.101}
Τελικά οι ευχαριστίες και η δοξολογία προς τον Ύψιστον, θα αναπεμφθούν από το Φρούριο της Βόνιτσας, σύμφωνα με την ημερήσια Διαταγή του Αρχιστράτηγου Ρίχαρντ Τσώρτς .
“ Εκ του κατά την Βόνιτζα Γενικού Στρατοπέδου
τη 6 Μαρτίου 1829 Ημερήσιος Διαταγή
Κατά συνέπειαν της χθεσινής ημερουσίου διαταγής , ο Αρχιστράτηγος προσκαλεί τους Αρχηγούς και Αξιωματικούς των σωμάτων , καθώς και τον Αρχηγόν και τους αξιωματικούς του στολίσκου , να έλθωσιν εις το Φρούριον Βονίτσης , όπου σήμερον εις τας επτά ώρας θέλει έλθει και ο ίδιος ίνα διαβασθή παράκλησις και απόδοσις ευχαριστήσεων προς τον Ύψιστον Θεόν , οπού υπερασπιζόμενος την Ελλάδα εστεφάνωσε χθές τους κόπους μας με την απόκτησιν του Φρουρίου αυτού. Η παράκλησις θέλει είναι συντροφευμένη με κανοβολισμούς απο το Φρούριον και από τον στολίσκον .Οι στρατιώται ας ησυχάσωσι εις τας θέσεις των , εάν δεν είναι ο καιρός καλός και ντουφεκισμός δεν θέλει γένει δια την οικονομίαν των πολεμοφοδίων .
Ο Αρχιστράτηγος Ρίχαρντ Τσώρτς »
Επίσης στις 6 Μαρτίου 1829 ο Ρίχαρντ Τσώρτσ ανήγγειλε την είδηση και προς τον κυβερνήτη , Ιωάννη Καποδίστρια. Η δε είδηση δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΓΕΝΙΚΗ , φ. 21-22 / 16 Μαρτίου 1829 και αναφέρει τα ακόλουθα .
« Εκ του εν Βονίτση Στρατηγείου την 6 / 18 Μαρτίου 1829
Εξοχώτατε . Έχω την τιμήν να σας ειδοποιήσω ότι χτές την 5 του μηνός το Φρούριον της Βονίτσης εις τας υπό τας αμέσους διαταγάς μου Ελληνικά στρατεύματα , και περί μεσημβρίαν εξελθούσης της Τουρκικής Φρουράς εισήλθεν έν τμήμα του στρατεύματος , και ανεπετάσθη εις αυτό η Ελληνική Σημαία . Σεβασθείς την γενναίαν υπεράσπισιν , την οποίαν είχον δείξει εν αυτώ υπό τας διαταγάς του Νακά Αγά Τοπτσή φρονούντες Τουρκαλβανοί , αναγκασθέντες να φάγωσι τους πλειωτέρους των ίππων των δια την των τροφών έλλειψιν , τους εσυγχώρησα να εξέλθωσι μετά των όπλων και αποσκευών των , και να υπάγωσι ελευθέρως εις Πρέβεζαν. Ασμένως δε προσθέτω ότι τα της ξηράς και θαλάσσης στρατεύματα απέδειξαν αμοιβαίαν άμιλλαν εις τήρησιν του οποίου είχον δώσει λόγον εις τους αιχμαλώτους Τούρκους τους να τους φέρω δηλαδή χωρίς της ελαχίστης ύβρεως μέχρι της παρά την Πρέβεζας πρώτην εχθρικήν φυλακήν , το οποίον και εξετελέσθη απαράτρεπτα. Επτά των ανωτέρω Ελλήνων αξιωματικών και δύο πλοίαρχοι του Ναυτικού ελθόντες οικιοθελώς εν μέσω αυτών , ως όμηροι , τους συνόδευσαν μέχρι του προσδιορισθέντος τόπου , ενώ αι αποσκευαί των μετεκομίσθησαν δια θαλάσσης επί τεσσάρων κανονοφόρων ολκάδων των στολίσκων. Τοιουτοτρόπως η θεία Πρόνοια εβράβευσε τους αγώνας των υπό την οδηγίαν μου στρατευμάτων, άτινα κατά γην και κατά θάλασσαν εκτεθειμένα εις όλην την δριμύτητα αυστηροτάτου χειμώνος επολιόρκησαν στενώς το Φρούριον τούτο και απέκρουσαν με την γενναιότητα και νηφαλιότητα των όλας τας παρά του εχθρού γενομένας επιχειρήσεις δια να το εφοδιάσωσι και να μας βιάσωσι να λύσωμεν την πολιορκίαν .
Δεν θέλω λείψει να αναφέρω προς την Υ. Ε και ετέρας λεπτομερείας περί της αλώσεως του αξιολόγου τούτου Φρουρίου , αρκούμενος δια της παρούσης μου εις την ειδοποίησιν μόνην της παραδόσεως αυτού. Έχω την τιμήν κτλ.
ΡΙΧΑΡΝΤ ΤΣΩΡΤΣ »
Ο δε Ιωάννης Καποδίστριας , απάντησε στον Ρίχαρντ Τσώρτς, λέγοντάς του ότι :
« Η παράδοσις του Φρουρίου Βονίτσης είναι πρώτον τι ευτύχημα αξιολογότατον επί των ενεστώτων δια τα εξ αυτού ελπιζόμενα . Όθεν και σας συγχαίρομεν , κύριε Στρατηγέ. Ελπίδας τρέφοντας ότι μετ΄ ού πολύ και άλλα θέλετε μας αναγγείλει επίσης αίσια την τύχη της Δυτικής Ελλάδος » { Διον. Κόκκινου , τ. 12, σελ. 117 } .
Μετά την Βόνιτσα , το στρατόπεδο μετακόμισε και εγκαταστάθηκε στο Λουτράκι Κατούνας , απ΄ όπου ο Αρχιστράτηγος Ρίχαρντ Τσώρτσ είχε βλέψεις για εκκαθάριση του Καρβασαρά ( Αμφιλοχία ) και του Μακρυνόρους. Πλην όμως δεν ήταν καθόλου απλή υπόθεση καθότι ο στρατηγός Ανδρέας Ίσκος κλπ Βαλτινοί οπλαρχηγοί τελούσαν υπό τους Τούρκους και ο οποίος Ίσκος , διαπραγματεύονταν τον γυρισμό του, εφόσον γύρισε στο ελληνικό στράτευμα στις 28 Φεβρουαρίου 1828 και ο Γεώργιος Βαρνακιώτης. Εκτός από τον Ίσκο, μεγάλο πρόβλημα υπήρξε και με τους Σωτήρη και Νικόλαο Στράτο οι οποίοι και αυτοί ήταν αποστασιοποιημένοι. Ενώ αντίθετα, ο εξάδελφός του Γιαννάκης Στράτος και αδελφός με τον Νικόλαο , ήταν πάντα στο ελληνικό στράτευμα και αρχηγός της Γ΄ Χιλιαρχίας δρών στην ανατολική Ελλάδα υπό τις οδηγίες του αρχιστράτηγου Δημητρίου Υψηλάντη , καθώς και μετέπειτα με τον Ρίχαρντ Τσώρτς στη Δυτική Ελλάδα.
Από το Λουτράκι ( θέση Ζευγαράκι ) αρχές του 1829 ο αρχιστράτηγος Ρίχαρντ Τσώρτς εκστρατεύει για το Μακρυνόρος. Ιδρύει , ο Τσώρτς , αυτή την περίοδο ( Μάρτιος του 1829), Πολεμικό Συμβούλιο ( στρατιωτικό Δικαστήριο) αποτελούμενο από τον Γεώργιο Βαρνακιώτη ως Πρόεδρο και με Μέλη αυτού, τους : Ν. Τζαβέλα , Ανδρέας Ίσκο , Ευστάθιο Κατσικογιάννη , Ιω. Κουτσονίκα, , Δήμο Τσέλιο , Διαμαντή Ζέρβα και ο Γ. Λ. Ζέρβα. Επίτροπος Κυβερνήσεως και Γραμματέας αυτού ορίστηκε ο Γεώργιος Γαζής , αναφέρεται σε σχετικό έγγραφο των ΓΑΚ : « θέλετε πληρώσει εις τον Γραμματέαν του Πολεμικού Συμβουλίου της Δυτικής Ελλάδος Γεώργιον Γαζήν, φοίνικας διακοσίους ογδόντα. 280 δια τα μισθοσιτηρέσια του βαθμού του δια Ιούνιον και Ιούλιον, λαμβάνοντες εις την παρούσαν την απαιτούμενην ένδειξιν. Εν Βονίτση τη 19 Αυγούστου 1830. Ο Γεν. Επιθεωρητής των στρατευμάτων της Δυτ. Ελλάδος Αναγνώστης. Παπασταθόπουλος ». { Γραμ. Στρατ. φ .119 }. Υπήρχαν τότε άλλα δύο πολεμικά δικαστήρια, ένα στην ανατολική Ελλάδα ( Σάλωνα ) με πρόεδρο τον Νότη Μπότσαρη και το άλλο στο Άργος με πρόεδρο τον Δημήτρη Πλαπούτα { Γεν. Εφημ. φ. 100 /1830 } .
Εν τω μεταξύ επιστρέφει στο ελληνικό στράτευμα μέσα Μαρτίου του 1829 και ο Ανδρέας Ίσκος μαζί με άλλους υπ΄ αυτόν μικροπλαρχηγούς του Βάλτου. Κυριεύεται έτσι το Μακρυνόρος και αιχμαλωτίζονται 300 Τούρκοι. Η κατάληψη αυτού του σημείου και η επιστροφή του Ανδρέα Ίσκου στο ελληνικό στράτευμα , σήμανε την αρχή του τέλους του πολέμου στη Δυτική Ελλάδα, γιατί έτσι χάθηκε πια κάθε ελπίδα ανεφοδιασμού των αποκλεισμένων τουρκικών φρουρών στην Ακαρνανία
Και από το Μενίδι του Βάλτου, ο Αρχιστράτηγος Ρίχαρντ Τσώρτς , στις 20 Μαρτίου 1829 , αναφέρει προς τους αξιωματικούς του τα παρακάτω ,
« ...ότι το καλόν παράδειγμα Βονίτσης , επαρεκίνησεν και τους εις Κούλιαν εχθρούς να παραδοθώσι με συνθήκην και είμαι βέβαιος ότι και εκείνοι του Καρβασαρά θέλουν κάμει το ίδιον. Ειδοποιούνται όλοι περί τούτου δια να φυλάξωσι την ιδίαν ευταξίαν της Βονίτσης προς αυτούς δια το παράδειγμα και άλλων μεγαλυτέρων επακολούθων » .
Την ημέρα που ο Τσώρτς έγραφε αυτά προς τους αξιωματικούς του , ο Γεώργιος Νικολού Βαρνακιώτης , έγραψε στις 20 Μαρτίου 1829 από την Κανδήλα Ξηρομέρου προς τον Πληρεξούσιο Τοποτηρητή στη Δυτ. Ελλάδα , Αυγουστίνο Καποδίστρια, ότι είχε επιτελέσει και άλλο ένα αξιόλογο έργο, ότι δηλαδή είχε πάει στον Μαχαλά Ξηρομέρου και συνέστησε στους εκεί Τούρκους να παραδοθούν, οι οποίοι στις 19 Μαρτίου 1829 τον ειδοποίησαν : «ότι και συνήχθησαν όλοι εις Καρβασαράν όπου περιμένουσι να ασφαλίσω την διάβασίν των. Με το να μας χρησιμεύση λοιπόν μια τοιαύτη πολιτική, πηγαίνω σήμερον εις Βόνιτζαν και εκείθεν απερνώ εις Μακρυνόρος, να συνομιλήσω με τον Αρχιστράτηγον και να ενεργήσωμεν όσον συντομώτερον την διάβασίν των από Καρβασαράν ». Ιδού και η επιστολή του Βαρνακιώτη προς τον Αυγουστίνο Καποδίστρια όπως την μεταφράσαμε, επί λέξει, με πολύ κόπο και προσοχή.{ Πληρεξ. Τοποτ. φάκ .117(68)}.
η επιστολή του Γεωργίου Βαρνακιώτη προς τον Πληρεξούσιο Τοποτηρητή Στερεάς Ελλάδος, Αυγουστίνο Καποδίστρια, υπογεγραμμένη από την Κανδήλα Ξηρομέρου στις 20 Μαρτίου 1829.
« Εξοχότατε
Διευθύνοντος του Αρχιστρατήγου το Στρατόπεδον εις Μακρυνόρος , εξήλθον κι εγώ εις Μαχαλάν , δια να ελευθερώσω τας φαμελίας των Χριστιανών οπού ευρίσκοντο εκεί υπό τας χείρας των εχθρών και να εμποδίσω οπωσούν και τους ιδίους εις τας θέσεις να μη δυνηθώσι να δώσωσι βοήθειαν εις Καρβασαράν και Μακρυνόρος.Καθώς και με το φθάσιμόν μου ηλευθέρωσα ευθύς τον Ηγούμενον Λιγοβιτσίου και όλας τας φαμελίας όπου ευρίσκοντο εκεί , ομοίως και εις Πόρταν { τοποθεσία του Ξηρομέρου , νοτιοδυτικώς του Μαχαλά με την γνωστή Ιερά Μονή του Αγίου Γεωργίου Μπαμπίνης }, και τους μετέφερον ενταύθα.
Έμειναν δε εκείναι του Μαχαλά με το να προεδόθησαν αφ΄ εαυτού των , και προέλαβον οι Τούρκοι και τας έκλεισαν εις τας μάνδρας , και επειδή η θέσις αύτη δυνατή, και είχον και ολίγην δύναμιν μαζί μου, δεν εκτύπησα τους Τούρκους , δια να μη βλάψω περισσότερον εκείνους τους χριστιανούς οπού έμειναν εις χείρας των.
Όθεν έγραψα προς τους σημαντικούς των , συμβουλεύσαντες τους , ότι , αν αγαπώσι να αναχωρήσωσι με την υπόληψίν των και με τα άρματά των , να συναγροικηθώσι με όλας τας πέριξ θέσεις και να με ειδοποιήσωσι να οικονομήσω την ασφάλειάν των , όπου ευχαριστούνται , ή από το μέρος της Πούντας { το Άκτιον} ή προς το Κομπότι { χωριό κοντά στην Άρτα }.
Κατά την χτες λοιπόν μοι έστειλαν τον Προεστόν του Μαχαλά με ετέρους δυο χριστιανούς με δύο γράμματά των , εκ των οποίων σας εγκλείω απαράλακτα τα ίσα , παραγγέλοντές μοι και προφορικώς , με τους ιδίους , ότι ευκαίρωσαν όλας τας θέσεις , και συνήχθησαν όλοι εις Καρβασαράν όπου περιμένουσι να ασφαλίσω την διάβασίν των. Με τους ιδίους μοι παρήγγειλαν προς τούτοις ότι εκείνοι οπού ήτον εις Μποδολοβίτσαν και Γουριάν απέρασαν εις Ανατολικόν και Μεσολόγγιον , προσμένουσι το φθάσιμον σας δια να εμπιστευθώσι την ασφάλειαν των και να αναχωρήσωσι.
Με το να μας χρησιμεύση λοιπόν μία τοιαύτη πολιτική , πηγαίνω σήμερον εις Βόνιτζαν και εκείθεν απερνώ εις Μακρυνόρος , να συνομιλήσω με τον Αρχιστράτηγον και να ενεργήσωμεν όσον το συντομώτερον την διάβασίν από Καρβασαράν , όπου ευκολύνη , δια να μείνωσιν έπειτα και το Μακρυνόρος και όλα τα ενταύθα μέρη ελεύθερα και ανά χείρας μας , τα οποία απ΄ αρχής οπού ήλθον κατά τα σχέδιά μου , εάν εγίνοντο δεκταί αι γνώμαι μου, ήθελον ήτον έκτοτε εις χείρας μας .
Με την παρουσίαν σας όμως θέλει ανανεώσω τας περιστάσεις μου εις την αγαθήν σας ψυχήν και φρόνησιν , η οποία θέλει μεταφέρει τα πράγματα εις βελτίωσιν και ευταξίαν. Και επειδή εις μίαν τοιαύτην κρισιμωτάτην εποχήν είναι αναγκαιότατον το φθάσιμόν σας , αν είναι δυνατόν να επιταχυνθή , διότι όσον συντομώτερον , τοσούτον και σωτηριωδέστερον .
Και με το ανήκον Σέβας υποσημειούμαι. Της εξοχότητά σας ολοπρόθυμος των επιταγών .
1829 Μαρτίου 20 Κανδήλα. Γεωργάκης Νικολού »
Απελευθερώνεται τουτέστιν, αναίμακτα και ο Μαχαλάς Ξηρομέρου , με ενέργειες του Γεωργίου Βαρνακιώτη. Ο Καρβασαράς τελικά παραδόθηκε στις 26 Μαρτίου / 8 Απριλίου 1829 με συνθήκη που υπογράφηκε και αυτή από τον Γεώργιο Νικολού Βαρνακιώτη .
Στις προαναφερόμενες χιλιαρχίες τον Μάϊο του 1829 στο Μακρυνόρος, που συνέβαλαν τα μέγιστα στην απελευθέρωση τόσο του Μακρυνόρους όσο και του Καρβασαρά ( Αμφιλοχία ), συγκαταλέγονταν και επιφανείς, τότε, αλλά και μετέπειτα αξιωματικοί από το Ξηρόμερο, τους οποίους και προαναφέραμε, καθώς και εκατοντάδες στρατιώτες, των οποίων το στράτευμα μαζί και με τα Βαλτινά και Σουλιώτικα Σώματα υπερέβαιναν τις 4.500 άνδρες .
Εν τω μεταξύ την χρονική περίοδο που ο Βαρνακιώτης με τον Ρίχαρντ Τσώρτς πολεμούσαν και απελευθέρωσαν το Μακρυνόρος και τον Καρβασαρά , ο Πληρεξούσιος Τοποτηρητής στη Στερεά Ελλάδα (Γενική. Φ. 12/ 2 Φεβρ. 1829), Αυγουστίνος Καποδίστριας δραστηριοποιόταν παράλληλα προς τα νοτιοανατολικά παράλια του Αιτωλικού με ισχυρές ένοπλες δυνάμεις υπό τους : Κίτζο Τζαβέλλα , Χριστόδουλο Χατζηπέτρου , Γιαννάκη Στράτο, Ιωάννη Ραζηκώτσικα και με τους Ξηρομερίτες αξιωματικούς, ήτοι τους: Κωνσταντή Βέρρη και τους εκατόνταρχους: Νικόλαο Κόπελο, Δημήτρη Γερόλυμο , Δημήτριο Τσόγκα και τον Χρήστο Παλιογιάννη από το Απόκουρο Τριχωνίδας κλπ , αλλά και με θαλάσσιες δυνάμεις υπό τον Ανδρέα Μιαούλη .
Ο Αρχιστράτηγος Τσώρτς αφήνοντας στο Διόνι τον Κώστα Μπότσαρη , έπλευσε προς το Βασιλάδι και τον Άγιο Σώστη απ΄ όπου στις 9 Απρίλη 1829 καταστρώνει πολιορκητικά σχέδια με στρατεύματα των : Νάση Κουτζονίκα , του Παύλου Καραϊσκάκη , των Πελοποννήσιων Χρύσανθου Σισίνη , Κων/νο Μαυρομιχάλη και Αναγνώστη Παπασταθόπουλου , των Επτανήσιων Διον. Ευμορφόπουλου και Γερ. Φωκά , καθώς και τοπικοί Αιτωλικιώτες , όπως και ο Αγρινιώτης χιλίαρχος Γιαννάκης Στάικος. Παράλληλα με ναυτική δύναμη αποτελούμενη από μίστικα και βαρκακανονιέρας τα οποία συνέλεξε στο Δραγαμέστο, το βρίκι του Γιάννη Χ. Αλεξανδρή και τη γολέτα του Καπ. Γιάννη Δεληγιάννη , πραγματοποίησαν απόβαση στον Ντολμά, αναφέρει σχετικά ο Διον. Μιτάκης (Δημοτσέλιος , εκδ.2003, σελ.440).
Ακολούθως ο Τσώρτς εκθέτει στον Αυγουστίνο Καποδίστρια διάφορες πολιορκητικές ενέργειες όπως π.χ το έργο των θαλασσόλυκων Αλεξανδρή, Δεληγιάννη και Θεοφίλου που με τα πλεούμενα τους μπήκαν εντός του τοίχου, μολονότι έπεφτε πύρ από το Αιτωλικό και τον Πόρο. Ειδική μνεία προς τον Αυγουστίνο Καποδίστρια κάνει επίσης και για τη δράση των οπλαρχηγών Δημ. Μακρή, Πέτρου Τσερπέλη, Μακρυγιάννη Αποκουρίτη και Γιαννάκη Ράγκου.
Στις 15 Απρίλη φτάνει στο Αιτωλικό και ο Κώστας Βλαχόπουλος και αργότερα φτάνουν και οι Ξηρομερίτες χιλίαρχοι Γεώργιος Τσόγκας και Δήμος Τσέλιος .
Άξιο σημειώσεως είναι, ότι ο Πληρεξούσιος Τοποτηρητής στη Δυτική Ελλάδα, Αυγουστίνος Καποδίστριας, στις μετέπειτα πολεμικές και διπλωματικές του ενέργειες, δεν συμπεριέλαβε κάν ως συνομιλητή του, τον αρχιστράτηγο Ρίχαρντ Τσώρτς, με αποτέλεσμα η απελευθέρωση του Αντιρρίου στις 13 Μαρτίου 1829, της Ναυπάκτου 18 Απριλίου 1829, αλλά και αυτής του Μεσολογγίου 2 Μαΐου 1829, να γίνει δίχως τον Ρίχαρντ Τσώρτς που εκείνη την περίοδο ήταν ο επικεφαλής των στρατιωτικών δυνάμεων στη Δυτική Ελλάδα. Είχε παραγκονιστεί ο Τσώρτς πλήρως από τον Αυγουστίνο Καποδίστρια στα τεκταινόμενα του Μεσολογγίου και της Ναυπάκτου.
Στις 25 Ιουλίου 1829 ο Ρίχαρντ Τσώρτς παραιτήθηκε από το αξίωμα του αρχιστράτηγου, κατόπιν παραγκωνισμού του και από τους αγγλόφρονες , αλλά και τη διαφωνία του με τον Πληρεξούσιο Τοποτηρητή Δυτικής Ελλάδος Αυγουστίνο Καποδίστρια , και τη θέση του την ανέλαβε ο βοηθός του, Γάλλος στην καταγωγή, Λουίς Δένζελ ( Luis Denzel ).
Και στις 6 Ιανουαρίου 1830 ανέλαβε επισήμως, αρχηγός του στρατού στη Δυτική Ελλάδα , ο Βικέντιος Πίζας { Γεν. Γραμ. φ. 229} .
Η παραίτηση από αρχιστράτηγος του Ρίχαρντ Τσώρτς (25 Ιουλίου 1829) προς την Δ΄ των Ελλήνων Εθνική Συνέλευση στο Άργος (Γεν. Γραμ.φ. 211)
Η απόφαση του Ιω. Καποδίστρια που διορίζει αρχηγό του Στρατού στη Δυτ. Ελλάδα τον Βικέντιο Πίζα.
Αργότερα το 1835 ο Τσώρτς διορίζεται από τον βασιλιά Όθωνα, Σύμβουλος Επικρατείας και Γενικός Αρχηγός Στερεάς Ελλάδος (ΦΕΚ 10 /1836 ) και ακολούθως Γερουσιαστής (ΦΕΚ 15 /1835 και ΦΕΚ 20/16 Ιουν. 1840) αλλά και Σύμβουλος Επικρατείας ξανά το έτος 1843 (ΦΕΚ 31/1843). Στην Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου του 1843 ο Τσώρτς επιλέχθηκε ανάμεσα από τους Συμβούλους της Επικράτειας που ήταν επαναστάτες να έχει διαμεσολαβητικό ρόλο μεταξύ αυτών και του Όθωνα και συνυπέγραψε την επόμενη ημέρα την προκήρυξη του Συμβουλίου της Επικράτειας που ευχαριστούσε το λαό και τη φρουρά των Αθηνών για τη συμπεριφορά τους και ανακήρυσσε την 3η Σεπτεμβρίου ως εθνική εορτή.
Ήταν ο τέταρτος υπογράφων μετά τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, τον Γεώργιο Κουντουριώτη και τον Πανούτσο Νοταρά ( E.M. Church, σελ 322).
Ένα μήνα μετά εκλέχθηκε πληρεξούσιος βουλευτής Ζυγού Αιτωλίας στην Γ’ Σεπτεμβρίου εν Αθήναις Εθνική των Ελλήνων Συνέλευση, αντιπροσωπεύοντας μια περιοχή από τα μέρη της Δυτικής Ελλάδας που απελευθέρωσε το 1828-1829 και επιλέχθηκε στη Γερουσία. Ως μέλος της Εθνοσυνέλευσης τάχθηκε με την πλευρά των ετεροχθόνων. Θρυλική έχει μείνει η αγόρευσή του για το ζήτημα αυτό, διότι περιείχε μόνο μια λέξη: «Γκαϊντούρια!», αγανακτισμένος από τη στάση των αυτοχθονιστών βουλευτών που τον θεωρούσαν ετερόχθονα παρά το ότι ο ίδιος είχε λάβει την ελληνική υπηκοότητα.
Τον ίδιο χρόνο, το 1844, ο Όθωνας αποφάσισε την απομάκρυνση του Τσώρτς από τη θέση του Γενικού Επιθεωρητή και διορίζει στη θέση του τον Βονιτσάνο στρατηγό Θεόδωρο Γρίβα. Ο Τσώρτς παραιτήθηκε από το στρατό και στην ουσία τελειώνει τη στρατιωτική του καριέρα σε ηλικία 60 ετών, παραμένοντας στη Γερουσία. Το 1861 ονομάστηκε ξανά Γερουσιαστής (ΦΕΚ/ 39/1861) και ως τον θάνατό του έφερε τον βαθμό του στρατηγού (ΦΕΚ / 4/1868).
Πολιτεύθηκε δε «φιλελευθέρως και ειλικρινώς». Κατόπιν, προήχθη στη θέση του στρατηγού και διατήρησε τη θέση αυτή ως αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού έως την εποχή του βασιλιά Γεωργίου Α΄, ο οποίος δε , εκτίμησε τις υπηρεσίες του δεόντως.
Η αναφορά στο παρόν πόνημά μας για τον φιλέλληνα Ριχάρδο Τσώρτς, γίνεται, εις ένδειξη τιμής και ευγνωμοσύνης για την προσφορά του, ως αρχιστράτηγος, στις εκκαθαρίσεις κατά των Τούρκων το 1828 – 1829 στην Δυτική Ελλάδα, όπου υπό τις οδηγίες του πολέμησαν όλοι οι οπλαρχηγοί και στρατιώτες από την Ακαρνανία (Ξηρόμερο, Βόνιτσα και Βάλτος) και το κυριότερο, για αρκετό καιρό είχε το στρατόπεδο του στο Δραγαμέστο, στον Μύτικα στη θέση Παλιομάγαζα και, το επιτελείο – στρατηγείο του αρχικώς στον Δραγαμέστο (Αστακός) και έπειτα στην Κανδήλα της Ακαρνανίας, μετέπειτα στη Ζαβέρδα, στη Βόνιτσα, στο Λουτράκι Κατούνας και τέλος στο Μακρυνόρος.
Πέθανε στις 8 Μαρτίου του 1873 στην Αθήνα , κηδεύτηκε στο Α’ Κοιμητήριο του Δήμου Αθηναίων και ο τάφος του βρίσκεται έμπροσθεν του ναού του Αγ. Λαζάρου (2ο/τάφος 28) εντός του Α΄ Κοιμητηρίου της Αθήνας .
7 Ιανουαρίου 2022
Νίκος Θεοδ. Μήτσης
Αρχοντοχώρι ( Ζάβιτσα) Ξηρομέρου
το πόσο σημαντική ήταν η μάχη της Βόνιτσας για την Δυτική Ελλάδα έχει καταγραφεί από τους ιστορικούς. Καμία αναγνώριση απ'το ελληνικό κράτος, ούτε κάποιος δρόμος στην ΑΘήνα, αν εξαιρέσουμε ένα στενάκι που υπάρχει, ούτε το όνομα πλοίου, ούτε καν μαούνας από το πολεμικό ναυτικό δεν δόθηκε!
ΑπάντησηΔιαγραφή