Κυριακή 12 Μαρτίου 2023

Κυρ-Ηλία, ένα γλυκό, «λίγο από όλα» Γράφει η Μπάζιου Αγγελική

 ΑΜΦΙΚΤΙΟΝΙΑ ΑΚΑΡΝΑΝΩΝ
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ



Κυρ-Ηλία, ένα γλυκό, «λίγο από όλα»

Γράφει η Μπάζιου Αγγελική


ΓΑΛΑΚΤΟΠΩΛΕΙΟ  _  ΖΑΧΑΡΟΠΛΑΣΤΕΙΟ
Η ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ
ΗΛΙΑΣ    ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ    ΜΠΑΖΙΟΣ

  

      Ο Ηλίας  Μπάζιος  γεννήθηκε στο Συρράκο, ένα βλαχόφωνο χωριό της Πίνδου. Από παιδί άρχισε να βοηθάει στο ζαχαροπλαστείο του Κατσή στη Πρέβεζα.  Ενδιαφέρθηκε για τις εργασίες ετοιμασίας των γλυκών και ο Κατσής του έμαθε τα μυστικά του γλυκού........

 

Οι στρατιωτικές υποχρεώσεις τον απομάκρυναν από τη Πρέβεζα και  το εργαστήριο της ζαχαροπλαστικής.  Αμέσως μετά την αποστράτευσή του έρχεται στην Βόνιτσα. Είναι το έτος 1959. Νοικιάζει μια μικρή κάμαρη σε ένα σπίτι ψηλά προς το κάστρο. στη Βόνιτσα  

Στη κεντρική πλατεία της Βόνιτσας υπήρχε το ξενοδοχείο  ύπνου του Παντελή Πρίφτη. Τα δωμάτια ύπνου ήταν στον όροφο καθώς και στο πίσω μέρος του ισόγειου. Στο μπροστινό μέρος του ισογείου, ο κυρ-Παντελής το είχε για εστιατόριο. Όμως τα τελευταία χρόνια η χρήση του ήταν αποκλειστικά για τους πελάτες του ξενοδοχείου. 

Ο κυρ-Παντελής, ηπειρώτης και αυτός, ήρθε σε επικοινωνία με τον Ηλία και συμφώνησαν στην ενοικίαση αυτού του χώρου και μετατροπή του σε ζαχαροπλαστείο.  Το μαγαζί  ήταν μικρό. Βάζει πέντε τραπέζια ,ένα ψυγείο, και μια μεγάλη βιτρίνα ,επάνω του τοποθετημένα τα  γλυκά ταψιού. Στην πίσω πλευρά του μαγαζιού έστησε το εργαστήριο.



Καταπιάστηκε με το λουκούμι, τα παγωτά, τα γλυκά ταψιού (μπακλαβάς, κοπεγχάγη, ραβανί, κανταΐφι). Οι δουλειές πάνε καλά και καλεί και τους  γονείς του. Αυξάνει τα είδη των γλυκών με την παραγωγή  κώκ, πορφιτερόλ,  κουραμπιέδες και τα ξακουστά αμυγδαλωτά. Σε συμπαγείς χάρτινους δίσκους έχτιζε τα γλυκά και τα κάλυπτε με χρωματιστά σελοφάν όταν χρειαζόταν να τα κάνει πακέτο.

    Για πολλά χρόνια δεν είχε φούρνο και τα ταψιά  τα έστελνε για ψήσιμο στο φούρνο του Ντάρδη και του Στραγάλη, στη πλατεία. Τα πρώτα χρόνια έπαιρνε τσουβάλια  αμύγδαλα και η θεία Μήτσαινα,  η μάνα του,  με την κυρά Μαρία, τη γυναίκα του,  τα έσπαγαν στην αυλή του σπιτιού (οικία Παπαγαλάνη,  στο βόρειο δυτικό μέρος της πλατείας). Βοηθός στο εργαστήριο η σύζυγός του, η κυρία Μαρία, η οποία πρίν τον γάμο της ασχολούνταν με την ασημουργία στα Ιωάννινα. Ήταν μία από τις πρώτες γυναίκες ασημουργούς. 

 

    Το καλοκαίρι αυξανόταν η κίνηση.  Οι παραθεριστές τιμούσαν τα αμυγδαλωτά και φεύγοντας έπαιρναν κιλά μαζί τους.  Σερβίριζε γλυκά στο μαγαζί .Θυμάμαι να λέει, ότι στις αρχές  του 60,   οι Βονιτσάνοι ήταν  διστακτικοί στο να βγούν για να πάνε να φάνε γλυκό! Είχε πολλούς πελάτες από τα γύρω χωριά. Στα τραπέζια του μικρού μαγαζιού γίνονταν  ανταμώματα και  προξενιά. Έδιναν  λόγο και έφευγαν με δίσκους γλυκά. Περνούσαν μετά από το χρυσοχοείο του Χούσου για να πάρουν τα  χρυσαφικά και να  παραγγείλουν τις βέρες! 

 Ήταν για πολλά  χρόνια το μοναδικό ζαχαροπλαστείο  στην περιοχή. Ακόμη  έφτιαχνε με μεράκι απλάδες  για τα μνημόσυνα. Μάλιστα  δεχόταν  παραγγελίες εκτός  από την Βόνιτσα και από τα γύρω χωριά, αλλά πολλές φορές και από Πρέβεζα και Λευκάδα. 

      Με τον πατέρα του,  τον μπάρμπα Μήτσο,  που είχε κάνει τον καστανά για λίγα χρόνια στην Αθήνα και έπειτα τον τυροκόμο  σε μπατζαριά στη Λάρισα,  ξεκίνησε να παίρνει από γαλακτοπαραγωγούς καθημερινά γάλα φρέσκο πρόβειο και να φτιάχνει γιαουρτάκια. Κάθε Σεπτέμβριο έκλεινε συμφωνία με κάποιο παραγωγό για να προμηθεύεται γάλα καθημερινά. Έτσι κάθε πρωί ξεκινούσε με το μηχανάκι φορτωμένο τα δύο γκιγούμια, για να παραλάβει το γάλα από τα μαντριά. Όλη  η ετοιμασία γινόταν το πρωί. Νωρίς το απόγευμα ήταν έτοιμα να πουληθούν. Τότε δεν υπήρχαν καπάκια για τα πλαστικά παδελάκια. Έκανε αυτοσχέδια με λαδόκολλα.

      Μετά από είκοσι επτά  χρόνια λειτουργίας μεταφέρθηκε σε ιδιόκτητο οίκημα, δίπλα στα σκαλιά που οδηγούν στο κάστρο. Έκλεισε οριστικά 1997.

Οι παιδικές μας γεύσεις κυρίως από το κωκ και το αμυγδαλωτό, παραμένουν. 

Οι μνήμες συχνά  ανασύρονται, και μας δένουν με τον τόπο και τους ανθρώπους.

Μπάζιου Αγγελική 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τι λες γι αυτό αγαπητό Ξηρόμερο