Σάββατο 20 Φεβρουαρίου 2021

Μαρία Ν. Αγγέλη : ΤΣΟΠΑΝΟΣΚΥΛΟ ΚΑΙ ΛΥΚΟΣ. Φύλακας και εχθρός του κοπαδιού…


ΤΣΟΠΑΝΟΣΚΥΛΟ ΚΑΙ ΛΥΚΟΣ.
«Φίλοι ποτέ δε γίνονται μαντρόσκυλα και λύκοι»
 
Γράφει η δρ Μαρία Ν. Αγγέλη
e-mail:agelimaria@yahoo.gr 



Α) Tσοπανόσκυλο. Απαραίτητος φύλακας του κοπαδιού και πιστός σύντροφος του τσοπάνη.

Αποκοιμήθ’ ο πιστικός
 
Αποκοιμήθ’ ο πιστικός μες στο ραβδί τ’ απάνω
Και χάνει χίλια πρόβατα και δυο χιλιάδες γίδια
Και πήρε μια ’ρημόστρατα, ’να έρμο μονοπάτι
Γερόλυκον απάντησε, στέκει και τον ρωτάει:
-Λύκο, μην είδες πρόβατα, λύκο μην είδες γίδια;....
-Εκεί, στο πέρα το βουνό, στο πέρα και στο δώθε,
Στο πέρα βόσκουν πρόβατα, στο δώθε βόσκουν γίδια.
Πήγα κι εγώ να φάγ’ αρνί και τρυφερό κατσίκι,
Με παίρν’ η σκύλα η κολοβή και το σκυλί το ζάβο,
Μου τσάκισαν τα δυο πλευρά και την τρανή κοκκάλα.

(Ι.Ν.Κουφού, Τα Ελληνικά Δημοτικά Τραγούδια, 
Αθήνα 1970,σελίδα 228).

        Το τσοπανόσκυλο στην παραδοσιακή κτηνοτροφία ήταν  μόνιμος φύλακας του κοπαδιού. Είναι ιδιαίτερη ράτσα, γερό, μεγαλόσωμο, μαλλιαρό, με αστραφτερά μάτια και γοργά πόδια. Ικανό να κινείται όλη μέρα σε αντίξοες συνθήκες και δύσβατες περιοχές. Η παρουσία του στο κοπάδι δεν ενοχλoύσε τα ζώα. Αναπτύσσει σχέσεις αρμονικής συμβίωσης και ένστικτο προστασίας. Γνωρίζει τα ζώα του κοπαδιού και τα φυλάει με αφοσίωση.  Από πολύ μικρό συνηθίζει κοντά στο κοπάδι και εκπαιδεύεται να κυνηγάει ζουλάπια… Περιμένει άγρυπνο κάθε ύποπτη κίνηση και αγριμιού πέρασμα. Με το αλύχτημα και το ουρλιαχτό του μεταφέρει ανάλογα μηνύματα στον τσοπάνη.

Ένα καλό τσοπανόσκυλο δεν εξαρτάται μόνο από την καλή ράτσα. Εξαρτάται και από την εκπαίδευση που θα πάρει κοντά στο κοπάδι και στον τσοπάνη. Από  μικρό κουταβάκι το έκλειναν μέσα στον τσάρκο με τα μικρά κατσίκια ή αρνιά. Ο τσοπάνης το εκπαίδευε, το ενθάρρυνε να γαυγίζει και να επιτίθεται στον εχθρό. Ο ίδιος καταλάβαινε και εξηγούσε το αλύχτημα, το ουρλιαχτό του. Γνώριζε τη «γλώσσα» του σκύλου του και κατανοούσε το μήνυμα που του έστελνε κάθε φορά. Για τις υπηρεσίες του  το επιβράβευε και το αντάμειβε με καλό φαγητό, φροντίδα και πολλή αγάπη. Ήταν ο πιστός σύντροφός του.

Το φαγητό του τσοπανόσκυλου ήταν ζυμωμένα ειδικά ψωμάκια από πίτουρα και ψημένα στη χόβολη. «Σκυλοψώματα» ή σωστότερα «σκλουψώματα», όπως τα λέγανε στο Ξηρόμερο.  Επίσης, γάλα από το άρμεγμα και τυρόγαλα μετά την παρασκευή του τυριού στο «πατζαριό» δίπλα στη στρούγκα. Ακόμα ψωμί από το καρβέλι, κόκκαλα από το κρέας που έτρωγε ο ίδιος ο τσοπάνης… Το γάλα και τυρόγαλο του τα έριχνε στον «κορύτο ή κουρύτο» του. Ήταν ένας μικρός κορμός δένδρου, από πουρνάρι ή πλατάνι, σκαλισμένος βαθιά ώστε να δημιουργεί μια λακκούβα. Εκεί μέσα στη λακκούβα έπεφτε το ρόφημα του σκύλου. Γνωρίζει ο τσοπάνης την παροιμία: «Όποιος δεν ταΐζει σκυλί, κλέφτη ταΐζει»…

Το καλό τσοπανόσκυλο, αν τύχει και πλησιάσει κάποιος ξένος  στη στάνη, είναι έτοιμο να του επιτεθεί άγρια. Ηρεμεί μόνο όταν ο τσοπάνης το καθησυχάσει και του ζητήσει να σωπάσει.

Σε παλιότερες εποχές ,τότε που υπήρχαν πολλοί ζωοκλέφτες, εκπαίδευαν τα τσοπανόσκυλα να ορμούν, «να χυμάνε» στους ανθρώπους. Η προτροπή συνήθως ήταν «πάρτο  ωρέεε»! Δεν πήγαινε άνθρωπος σε μαντρί, χωρίς να φωνάξει από μακριά για να βγει κάποιος από τη στάνη, να τον συνοδέψει και να τον ξεπροβοδίσει μετά…

Ο σκύλος νιώθει σαν άνθρωπος την αγάπη και τη φροντίδα του τσοπάνη. Έχει ανάγκη έναν καλό λόγο, μια επιβράβευση και φυσικά τροφή. Ο τσοπάνης αναγνωρίζει και εκτιμά τη σημασία και την προσφορά του σκύλου του και ενδιαφέρεται πολύ γι’ αυτόν.

 Είναι ιδιαίτερη η συμπεριφορά του σκύλου προς τις γίδες που ξεκόβουν από το κοπάδι και γεννούν σε κάποιο μέρος. Το τσοπανόσκυλο πάει κοντά τους και τις φυλάει. Με το γάβγισμά του «ειδοποιεί» τον τσοπάνη για το γεγονός της γέννας. Εκείνος υποψιάζεται πως κάτι συμβαίνει και κατευθύνεται προς το σημείο. Ακόμα κι αν η γίδα απομακρυνθεί από το μικρό της, συμβαίνει σε κάποιες πρωτόγεννες, το σκυλί κάθεται δίπλα του φύλακας του νεογέννητου.

Ο Γιάννης Τσέβρεχος, τσοπάνης ο ίδιος, καταγράφει ένα παράδειγμα. Μια περίπτωση φροντίδας του τσοπανόσκυλου σε νεογέννητα κατσικάκια, σαν να ήταν η μάνα τους. Παραθέτω το απόσπασμα: «Αθάνατες ιστοριούλες που άλλες κουβαλούνε μια δόση υπερβολής, όταν έχει να κάνει με ανδραγαθήματα σκύλων. Ωστόσο από προσωπική εμπειρία, άδειασα τον τρουβά μου και ό,τι φαγητό είχα, το έδωσα σε κάποιο σκύλο ενός ξαδέρφου μου που τον βρήκα να φυλάει δυο μικρά νεογέννητα όλη τη νύχτα. Και δεν ήταν απλό φύλαγμα, αλλά τον βρήκα ξαπλωμένο έτσι ώστε τα κατσικάκια να είναι ξαπλωμένα στο κορμί του κοντά στην κοιλιά του.Είναι που λέμε αυτά τα σκυλιά που συνειδητοποιούν για ποιο λόγο τρώνε το ψωμί και που όταν παθαίνει ζημιά το κοπάδι από το λύκο, δεν πλησιάζουν να τους δώσεις ψωμί».(Γ.Τσέβρεχος, Το κοπάδι,έκδοση Έλλα, 2005, σελίδες 129-130).

 

Ο θάνατος ενός σκύλου. Το σκυλί είναι ο πιο πιστός σύντροφος του τσοπάνη, όπως αναφέραμε. Η απώλειά του στοιχίζει πολύ στον τσοπάνη και την οικογένειά του. Παραθέτω ενδεικτικό περιστατικό: «Όταν αναγκάστηκε ο πατέρας να πουλήσει το κοπάδι, «να κρεμάσει την αγκλίτσα», που λέμε, δώσαμε μαζί και το σκυλί μας. Το Μούρκο, καλή ράτσα. Μαθαίναμε από τον τσοπάνη που τα πήρε για να αβγατίσει το κοπάδι του, ότι το σκυλί αλύχταγε και δεν άφηνε να ενωθεί το παλιό με το νέο κοπάδι. Να «μπλουκιάσουν μαζί». Εξακολουθούσε να ξεχωρίζει  και να φυλάει το δικό του κοπάδι! Σκεφτήκαμε, μετά από μήνες, να πάμε να πάρουμε το σκυλί και να το φροντίσουμε εμείς στο χωριό. Στον κήπο, εκεί που ήταν μια ελιά. Είχαμε μετανιώσει κιόλας που δεν το κρατήσαμε από την αρχή… Ξεκίνησα μια μέρα εγώ να το φέρω. Πήγα στα Βρύστιανα, βρήκα  το κοπάδι, δεν είδα το σκυλί. Ρωτάω τον τσοπάνη, πού είναι το σκυλί; «Έχει καιρό να φανεί. Δεν ξέρω προς τα πού να πήγε!», μου λέει… Από την έκφρασή του κατάλαβα ότι μάλλον το είχαν «κρεμάσει»… Ο Μούρκος εμπόδιζε την ενοποίηση του κοπαδιού. Το σίγουρο είναι, ότι εμείς και ιδιαίτερα ο πατέρας, στενοχωρηθήκαμε πολύ για το σκυλί μας…». (Προφορική αφήγηση Δημήτρη Ν. Αγγέλη).

Μια λαϊκή παράδοση αναφέρει ότι ο σκύλος είναι δημιούργημα του Θεού:

«Λύκος δεν ύπαρχε μια φορά στον κόσμο. Παρουσιάστηκε ο διάβολος κι είπε στο θεό: θα φκειάσω  γω ένα ζουλάπι, που να μην αφήνει σφαχτό πουθενά.Τι λες; Μου δίνεις την άδεια; Ο θεός του την έδωσε. Ο διάβολος έφκειασε το λύκο. Είδε ο θεός τι θερίο ήταν αυτό το ζώο, τι κακό μπορεί να κάνει στα πράματα και θέλεσε να βρει το φάρμακό του. Θα φκειάσω είπε στο διάβολο, κι εγώ ένα άλλο ζώο που να κυνηγάει το λύκο σου σ’ όλα τα κοντόραχα ή όπου αλλού κι αν τον βρίσκει. Έφκειασε το σκύλο…».( Λουκόπουλου Δ., Ποιμενικά της Ρούμελης, Εκδόσεις Δωδώνη ,σελίδα  149).

 


Β). Λύκος. Ο μεγαλύτερος εχθρός του κοπαδιού.


Ήλιε μου, τ’ είδες σήμερα κι αργείς να βασιλέψεις;
Το θάμα που είδα σήμερα κι αργώ να βασιλέψω,
δεν έχω στόμα να το ειπώ και να τ’ ομολογήσω.
Που πήρ’ ο λύκος το παιδί, απ’ την ποδιά της μάνας,
που φύλαγε τα πρόβατα και τ’ αρνοκάτσικά της.
Άφησε λύκο μ’ το παιδί μ’ και φάε εμέ τη μάνα.
 (Δημοτικό. Από: Β. Λαμνάτου, Η βλαχοζωή στα βουνά
 και στους κάμπους, Έκδοση Δωδώνη, Αθήνα 2005, σελ.306).

       Ο λύκος θεωρείται ο μεγαλύτερος εχθρός του κοπαδιού και οι τσοπάνηδες έτρεμαν το πέρασμά του από τα μέρη τους…Η παράδοση αναφέρει ότι είναι δημιούργημα του διαβόλου.

Ο Στέφανος Γρανίτσας γράφει: «Άμα ο Χριστός έπλασε τα πρόβατα και βγήκε στα βουνά να τα βοσκήση, τόσο χάρηκεν η ψυχή του, που έκοψε ένα ξύλο, το έφτιασε μια μεγάλη φλογέρα κι άρχισε να λαλή. Άκουσε ο Σατανάς τα λαλήματα και τα βελάσματα, πήγε κοντά είδε τα πρόβατα και μαύρισε η ψυχή του.

Τι παράμορφα πλάσματα είναι τούτα πούκαμε ο Χριστός! Κι ο νους του πήγε πώς να του τα χαλάση. Παραμέρισε στο λόγγο, έκοψε μια αγραπιδιά κι άρχισε να φκιάνη το λύκο.Γι’ αυτό που ’ναι φτιασμένο απ’ αγραπιδιά δεν λυγίζει καθόλου αυτό το πλάσμα του Σατανά.Μα άμα τον απόφκιασε το λύκο και πήγε να τον στήσει, είδε πως δεν μπορούσε να σταθή στα ποδάρια του το έργο του. Αφού είδε και απόειδε πως δεν θα στηλώση το λύκο, πήγε στο Χριστό, γονάτισε μπροστά του και είπε:

Αφέντη, θέλησα κι εγώ να κάμω ένα πλάσμα σαν τα δικά σου, μα γιατί δεν στέκει στα πόδια του; Αξίωσέ με να το δω όρθιο και θα προσκυνώ τ’ όνομά σου.

Ο Χριστός του είπε:

Πήγαινε να του φωνάξης: Σήκω έργο μου και κάμε ό,τι πρόσταξε ο Χριστός.

Ο Σατανάς γνοιάστηκε. «Κι αν το πρόσταξε ο Χριστός να με φάη», είπε. Πήγε γρήγορα, έκαμε ένα λάκκο κοντά στο λύκο και κρύφτηκε μέσα αφήνοντας έξω το ένα ποδάρι του μόνο φώναξε:

Σήκω έργο μου και κάμε ό,τι πρόσταξε ο Χριστός.

Ο λύκος πήδησεν επάνω, άρπαξε το ποδάρι του Σατανά και το έφαγε.Γι’ αυτό λένε ότι ο αρχιδαίμονας είναι κουτσός».

Ο λύκος συνήθως στο πέρασμά του «κόβει» πολλά ζώα.Τα πνίγει, ρουφάει το αίμα τους και μετά χάνεται μέσα στο λόγγο. Χαρακτηρίζεται ως αιμοβόρο ζώο. Κάποιες φορές ορμούσε στο κοπάδι αγέλη λύκων. Οι τσοπάνηδες παλιά γνώριζαν τη συμπεριφορά του λύκου γι’ αυτό δεν το «κουνούσαν ρούπι» από τη φύλαξη του κοπαδιού. Ήταν μέρα και νύχτα κοντά στα ζώα.Ενθάρρυναν με τον τρόπο τους τα τσοπανόσκυλα, «χουχούταγαν», άναβαν φωτιές κ.λπ. Έκαναν ότι μπορούσαν για να προστατέψουν το βιος τους. Έσταιναν κάποτε και «λυκοσίδερα ή λυκοδόκανα», όπως τα λένε, δηλαδή παγίδες για να πιάσουν το λύκο.

Κάποιες φορές συνεννοούνταν οι τσοπάνηδες και έβγαιναν «παγάνα» με το τουφέκι τους. Έπιαναν τα καρτέρια. Κάποιοι χτυπούσαν τενεκέδες, κουδούνια, ξύλα για να σηκωθεί το αγρίμι από τη «μονιά» του, τη φωλιά του. Όταν ο λύκος πέσει σε κάποιο καρτέρι τότε αρχίζει το τουφεκίδι. Και όταν τον σκοτώσουν νιώθουν χαρά, ικανοποίηση και επιτέλους ανακούφιση…

Πέρσι,καλοκαίρι 2020,μετά από πολλά χρόνια, «έπεσε λύκος» στο χωριό Βλυζιανά Ξηρομέρου! Οι τσοπάνηδες αναστατώθηκαν. Έφαγε, «έκοψε» αρκετά ζώα από τα κοπάδια τους. Σήμερα οι νέοι κτηνοτρόφοι δεν μένουν κοντά στο κοπάδι, όπως οι παλιοί.Τα τσοπανόσκυλα δεν είναι εκπαιδευμένα στο κυνήγι λύκων… Ο λύκος ανενόχλητος μπορεί να «κόψει» με την ησυχία του όσα ζώα μπορεί…

Η έλλειψη του  λύκου οδήγησε στο να χάσει το τσοπανόσκυλο το βασικό στοιχείο της ταυτότητάς του: το κυνήγι του άγριου αυτού ζουλαπιού και άλλων. Και το κοπάδι επίσης ξεσυνήθισε το γαύγισμα του σκύλου που ήταν μόνιμος φύλακάς του  σε προηγούμενες εποχές, και φοβάται από αυτόν!

Έτυχε να επισκεφτώ τα Βλυζιανά εκείνες τις μέρες και διαπίστωσα η ίδια, , την αγωνία και το φόβο των νεαρών κτηνοτρόφων. Πώς να προστατευτούν από αυτό το ζουλάπι; Είχε δεκαετίες να «πέσει» λύκος στην περιοχή. Τα βράδια κάποιοι τσοπάνηδες έστηναν καρτέρια με τα κυνηγητικά τουφέκια τους για να προστατέψουν τα ζώα. Πληροφορήθηκα, μήνες αργότερα, ότι τον εξόντωσαν…

Λυκοχαβιά: χαβιά, λέγεται το δέρμα από την περίμετρο του στόματος, το άνοιγμα του στόματος. Η χαβιά του σκοτωμένου λύκου κόβεται με προσοχή, ξεραίνεται και φέρεται περασμένη στο λαιμό από έναν κατηγορούμενο κατά τη διεξαγωγή της δίκης. Κατά τη λαϊκή παράδοση έχει αποτρεπτική δύναμη. «Χαβώνει» τους δικαστές και αθωώνουν ή επιβάλλουν μικρή ποινή. Το ρήμα «χαβώνω» στο ξηρομερίτικο ιδίωμα σημαίνει εξαπατώ, ασκώ υποβολή. Το χρησιμοποιούσαν στα χωριά του Ξηρομέρου για να αποδώσουν την ικανότητα κυρίως μιας γύφτισσας, που μπορούσε να κλέψει κάτι, χωρίς να γίνει αντιληπτή από τη νοικοκυρά. «Με χάβωσε», έλεγε χαρακτηριστικά η γυναίκα μετά το πάθημά της…

Τοπωνύμια που προέκυψαν από το πέρασμα του λύκου: Λυκόρεμα, Λυκότρυπα, Λυκοδόντι, Λυκόραχη, Λυκοπάτημα, Λυκοβούνι, Λυκάλωνο, Λυκόστρατα, Λυκόβραχος,Λυκόβρυση κ.λπ.

 

Άλλοι εχθροί του κοπαδιού είναι το τσακάλι, η αλεπού, ο αετός, το γεράκι κ.λπ.

Τσακάλι: οι τσοπάνηδες με φωνές και χουχουτήματα και με τα τσοπανόσκυλα προσπαθούσαν να το απομακρύνουν. Αυτό φοβάται κυρίως τη φωτιά. Γι’ αυτό άναβαν φωτιές γύρω από τη στάνη το βράδυ και το τσακάλι δεν τολμούσε να ζυγώσει τα ζωντανά…

Αλεπού: έχει προτίμηση στα μικρά αρνάκια και κατσικάκια. Οι τσοπάνηδες την κυνηγούσαν με το τουφέκι, την έπιαναν με το δόκανο και γλύτωναν τα ζώα τους.

Αετός: αυτό το περήφανο πουλί κατεβαίνει αρπάζει με τα νύχια του ένα αρνάκι ή κατσικάκι και το ανεβάζει ψηλά. Από εκεί το πετάει κάτω. Πέφτει το μικρό και γίνεται κομμάτια. Κατεβαίνει τότε ο αετός και τρώει το κρέας του, αφήνει μόνο τα κόκκαλα…

Γεράκι: αυτό το αρπακτικό πουλί κατεβαίνει μπήχνει τα νύχια του στα μάτια του ζώου, το τυφλώνει και μετά το τρώει…

Τοπωνύμια που προέκυψαν από το πέρασμα των αρπακτικών στα κοπάδια των ζώων :  Αλπότρυπα, Αλποφωλιά, Αϊτοφωλιά, Αϊτοράχη, Αϊτοβούνι, Αϊτόπετρα, Αϊτόρεμα,  Γερακοβούνι κ.λπ.

4 σχόλια:

  1. 'Ενας ύμνος στη ποιμενική ζωή. 'Ενας ύμνος στους γονείς μας, οι οποίοι μας μεγάλωσαν, μας σπούδασαν με πολλές προσπάθειες και πολλούς κόπους κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες. Από καρδιάς ένα μεγάλο ευχαριστώ για αυτά που έκαναν για εμάς.

    Μαρία να είσαι καλά. Με συγκίνησες με το άρθρο σου.

    Κώστας Θ Τριαντακωνσταντής
    Μαθηματικός

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Κάθε φορά, τα γραπτά σου έχουν ενδιαφέρον και συγκινούν νοσταλγικά όσους πρόλαβαν εκείνες τις δύσκολες όμορφες εποχές. Να είσαι πάντα καλά.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Ευχαριστώ πολύ, αγαπητοί συμπατριώτες μου!!!
    Να είμαστε όλοι καλά και να θυμόμαστε την παράδοσή μας...

    Με εκτίμηση,
    Μαρία Αγγέλη

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Ήθελα να είχα 300 στη βουλή σαν και εσένα!!!! Αχαριστία,χρήμα και υποκριτική μας έφαγαν! Να είσαι πάντα καλά και να θυμίζεις στον κοσμο(σε αυτούς τους λιγοστούς) πως να συμπεριφορονται. Παλαιρο.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Τι λες γι αυτό αγαπητό Ξηρόμερο