Είναι πια κοινός τόπος ότι στο Ανατολικό μας Μέτωπο ζούμε μια σύγκρουση την οποία ούτε θελήσαμε, ούτε προκαλέσαμε. Σύγκρουση που -και ο πιο κακόπιστος αναγνωρίζει- προκλήθηκε από την τουρκική επιθετικότητα απέναντί μας, η οποία έχει ξεπεράσει πια κάθε όριο. Τα όρια της νομιμότητας, εδώ και χρόνια, χαρακτηρίζοντας ως αιτία πολέμου την επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης μας στο Αιγαίο στα 12 ναυτικά μίλια. Τα όρια της προχειρότητάς μας με το κοινό ανακοινωθέν του Νταβός, το οποία και ανακάλεσε ο ίδιος ο Ανδρέας Παπανδρέου με δημόσιο mea culpa. Αυτά της ανεπάρκειας μας στα Ίμια, με ένα γκριζάρισμα το οποίο δεν έχουμε λευκάνει μέχρι στιγμής. Και τέλος, της ελαφρότητάς μας με το κοινό ανακοινωθέν της Μαδρίτης, το οποίο και υπερβήκαμε μέσω της συμφωνίας του Ελσίνκι.
Ο πρόσφατος παροξυσμός εντάσεων και προκλήσεων στο Αιγαίο, την Θράκη και την Κύπρο όμως είναι μια δοκιμασία του ενστίκτου αυτοσυντήρησής μας, ως κυρίαρχου εθνικού κράτους. Οι βεβιασμένες κινήσεις του κυρίου Ερντογάν δείχνουν να έχουν ενεργοποιήσει αυτό το ανακλαστικό μας. Ήρθε το λάθος του γείτονα δηλαδή, να αναπληρώσει την αδυναμία του δικού μας κατεστημένου να πείσει ότι χωρίς αυτοεκτίμηση δεν πάμε πουθενά.
Χωρίς λοιπόν να αποκλείονται νεότερα επεισόδια, αποδείξαμε ήδη, ότι, με στρατιωτικά μέσα, μπορούμε να αποτρέπουμε τετελεσμένα. Ότι έχουμε και την θέληση και την δυνατότητα να απαντάμε στις προκλήσεις. Και στην συγκυρία αυτή γίναμε αποδέκτες πρόσκλησης σε διάλογο με μεσολάβηση. Επιθυμία όλων μας είναι η εκπροσώπησή μας να αξιοποιήσει αυτή την διαδικασία υπέρ των εθνικών μας συμφερόντων ή, τουλάχιστον, να μην ισοφαρίσει τα λάθη της άλλης πλευράς με δικές της αστοχίες.
Παραδείγματος χάριν, άστοχη, ουσιαστικά και νομικά, υπήρξε , η κριτική της επέκτασης της αιγιαλίτιδας ζώνης μας στο Ιόνιο ως, εξ αντιδιαστολής, αποδεικτικής περιορισμένης ελληνικής κυριαρχίας στο Αιγαίο. Όπως έσπευσε να ισχυριστεί άλλωστε και η, αδιάφορη πια, για την εγκυρότητά της, Τουρκία η οποία και ασφαλώς θα λάβει τεκμηριωμένη απάντηση. Χωρίς η αστοχία αυτή να δικαιώνει τις κυβερνητικές πρωτοβουλίες οριοθέτησης της ΑΟΖ με την Ιταλία πρώτα και την επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης μας στην συνέχεια. Κινήσεις που ως αποδεικτικά (προς ποιόν άραγε;) δικής μας καλής θέλησης περισσεύουν, ενώ ως εξυπηρετικές θεματικών μας συμφερόντων αμφιλεγόμενες στην καλύτερη περίπτωση.
Η υπενθύμιση αυτών των γεγονότων είναι απαραίτητη, για ένα και μόνο λόγο: η ευθύνη των εξελίξεων βρίσκεται (όπως πάντα στην πραγματικότητα) αποκλειστικά στο γήπεδο της πολιτικής. Οι οδηγίες της κυβέρνησης προς την διπλωματία μας, όπως και οι κανόνες εμπλοκής προς την στρατιωτική ιεραρχία, πρέπει να είναι πιο καθαρές από ποτέ. Εξ ίσου ή περισσότερο καθαρές οι θέσεις της αντιπολίτευσης. Και πιο καθαρή απ’ όλα, η ομόθυμη απόφαση του κατεστημένου μας να προασπίσει τα συμφέροντά μας, ακριβώς όπως υπαγορεύει η δημοκρατική τάξη και τίποτα λιγότερο ή διαφορετικό.
Το Βερολίνο βέβαια ανέλαβε αυτή την μεσολαβητική πρωτοβουλία για δικούς του λόγους. Της οποίας η αξία όμως επηρεάζεται καθοριστικά από τις εκλογές στις Η.Π.Α. και τον συμφωνημένα «αμοιβαία συμπληρωματικό» ρόλο της Γαλλίας στην Ανατολική Μεσόγειο, τουλάχιστον. Σε κάθε περίπτωση, καλό είναι η μεσολαβήτρια δύναμη να διαμηνύσει εισαγωγικά ότι οι τουρκικές απειλές περί αποστολής εκατομμυρίων μεταναστών και προσφύγων σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι εκβιασμός τον οποίον η Ένωση απορρίπτει και να καλέσει την Άγκυρα να τον αποσύρει.
Ασφαλώς η συζήτηση δεν μπορεί παρά να ξεκινήσει από την ανάγκη τήρησης της διεθνούς νομιμότητας, χωρίς την αυταπάτη ότι η επίκλησή της αρκεί για την ανάσχεση της επιθετικότητας του γείτονα, Αυταπάτη η οποία καταρρίφθηκε πλήρως, ακριβώς λόγω του πρόσφατου παροξυσμού της. Όπως επίσης, επανάληψη δηλώσεων σεβασμού του Διεθνούς Δικαίου οι οποίες διαψεύδονται στην συνέχεια δεν είναι πια δεκτές. Απαιτούνται συγκεκριμένες πράξεις, όπως η άρση του casus belli από την τουρκική εθνοσυνέλευση για την επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης μας στα 12 ναυτικά μίλια.
Έξω από το πλαίσιο αυτό, ουσιαστική πρόοδος δεν μπορεί να υπάρξει. Και αν, παρά ταύτα, επιχειρηθεί διεύρυνση ή και εκτροπή της ημερήσιας διάταξης του διαλόγου (στο όνομα της σταθερότητας στην ευρύτερη περιοχή), τότε το πρώτο θέμα δεν μπορεί να είναι άλλο από το Κυπριακό. Το, κατ’ εξοχήν αποσταθεροποιητικό, διεθνές έγκλημα εισβολής, κατοχής και εποικισμού το οποίο διαιωνίζεται. Χωρίς απελευθέρωση του νησιού και αυτοδιάθεση των Κυπρίων η σταθερότητα στην Ανατολική Μεσόγειο είναι, προφανώς, ανέφικτη. Με τις ευρωτουρκικές σχέσεις καταδικασμένες να πηγαίνουν από το κακό στο χειρότερο.
Αν ακολουθήσουμε αυτή την γραμμή πλεύσης, η Ελλάδα, η Ευρώπη (αλλά και η Τουρκία, γιατί όχι;) μπορούμε να αποκομίσουμε από τον διάλογο αυτό, αν μη τι άλλο, ένα κοινό συμπέρασμα: η Ανατολική Μεσόγειος δεν προσφέρεται για ψάρεμα στα θολά νερά. Και αυτό θα είναι ένα εξαιρετικό νεότερο από το Ανατολικό μας Μέτωπο!
Ο πρόσφατος παροξυσμός εντάσεων και προκλήσεων στο Αιγαίο, την Θράκη και την Κύπρο όμως είναι μια δοκιμασία του ενστίκτου αυτοσυντήρησής μας, ως κυρίαρχου εθνικού κράτους. Οι βεβιασμένες κινήσεις του κυρίου Ερντογάν δείχνουν να έχουν ενεργοποιήσει αυτό το ανακλαστικό μας. Ήρθε το λάθος του γείτονα δηλαδή, να αναπληρώσει την αδυναμία του δικού μας κατεστημένου να πείσει ότι χωρίς αυτοεκτίμηση δεν πάμε πουθενά.
Χωρίς λοιπόν να αποκλείονται νεότερα επεισόδια, αποδείξαμε ήδη, ότι, με στρατιωτικά μέσα, μπορούμε να αποτρέπουμε τετελεσμένα. Ότι έχουμε και την θέληση και την δυνατότητα να απαντάμε στις προκλήσεις. Και στην συγκυρία αυτή γίναμε αποδέκτες πρόσκλησης σε διάλογο με μεσολάβηση. Επιθυμία όλων μας είναι η εκπροσώπησή μας να αξιοποιήσει αυτή την διαδικασία υπέρ των εθνικών μας συμφερόντων ή, τουλάχιστον, να μην ισοφαρίσει τα λάθη της άλλης πλευράς με δικές της αστοχίες.
Παραδείγματος χάριν, άστοχη, ουσιαστικά και νομικά, υπήρξε , η κριτική της επέκτασης της αιγιαλίτιδας ζώνης μας στο Ιόνιο ως, εξ αντιδιαστολής, αποδεικτικής περιορισμένης ελληνικής κυριαρχίας στο Αιγαίο. Όπως έσπευσε να ισχυριστεί άλλωστε και η, αδιάφορη πια, για την εγκυρότητά της, Τουρκία η οποία και ασφαλώς θα λάβει τεκμηριωμένη απάντηση. Χωρίς η αστοχία αυτή να δικαιώνει τις κυβερνητικές πρωτοβουλίες οριοθέτησης της ΑΟΖ με την Ιταλία πρώτα και την επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης μας στην συνέχεια. Κινήσεις που ως αποδεικτικά (προς ποιόν άραγε;) δικής μας καλής θέλησης περισσεύουν, ενώ ως εξυπηρετικές θεματικών μας συμφερόντων αμφιλεγόμενες στην καλύτερη περίπτωση.
Η υπενθύμιση αυτών των γεγονότων είναι απαραίτητη, για ένα και μόνο λόγο: η ευθύνη των εξελίξεων βρίσκεται (όπως πάντα στην πραγματικότητα) αποκλειστικά στο γήπεδο της πολιτικής. Οι οδηγίες της κυβέρνησης προς την διπλωματία μας, όπως και οι κανόνες εμπλοκής προς την στρατιωτική ιεραρχία, πρέπει να είναι πιο καθαρές από ποτέ. Εξ ίσου ή περισσότερο καθαρές οι θέσεις της αντιπολίτευσης. Και πιο καθαρή απ’ όλα, η ομόθυμη απόφαση του κατεστημένου μας να προασπίσει τα συμφέροντά μας, ακριβώς όπως υπαγορεύει η δημοκρατική τάξη και τίποτα λιγότερο ή διαφορετικό.
Το Βερολίνο βέβαια ανέλαβε αυτή την μεσολαβητική πρωτοβουλία για δικούς του λόγους. Της οποίας η αξία όμως επηρεάζεται καθοριστικά από τις εκλογές στις Η.Π.Α. και τον συμφωνημένα «αμοιβαία συμπληρωματικό» ρόλο της Γαλλίας στην Ανατολική Μεσόγειο, τουλάχιστον. Σε κάθε περίπτωση, καλό είναι η μεσολαβήτρια δύναμη να διαμηνύσει εισαγωγικά ότι οι τουρκικές απειλές περί αποστολής εκατομμυρίων μεταναστών και προσφύγων σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι εκβιασμός τον οποίον η Ένωση απορρίπτει και να καλέσει την Άγκυρα να τον αποσύρει.
Ασφαλώς η συζήτηση δεν μπορεί παρά να ξεκινήσει από την ανάγκη τήρησης της διεθνούς νομιμότητας, χωρίς την αυταπάτη ότι η επίκλησή της αρκεί για την ανάσχεση της επιθετικότητας του γείτονα, Αυταπάτη η οποία καταρρίφθηκε πλήρως, ακριβώς λόγω του πρόσφατου παροξυσμού της. Όπως επίσης, επανάληψη δηλώσεων σεβασμού του Διεθνούς Δικαίου οι οποίες διαψεύδονται στην συνέχεια δεν είναι πια δεκτές. Απαιτούνται συγκεκριμένες πράξεις, όπως η άρση του casus belli από την τουρκική εθνοσυνέλευση για την επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης μας στα 12 ναυτικά μίλια.
Έξω από το πλαίσιο αυτό, ουσιαστική πρόοδος δεν μπορεί να υπάρξει. Και αν, παρά ταύτα, επιχειρηθεί διεύρυνση ή και εκτροπή της ημερήσιας διάταξης του διαλόγου (στο όνομα της σταθερότητας στην ευρύτερη περιοχή), τότε το πρώτο θέμα δεν μπορεί να είναι άλλο από το Κυπριακό. Το, κατ’ εξοχήν αποσταθεροποιητικό, διεθνές έγκλημα εισβολής, κατοχής και εποικισμού το οποίο διαιωνίζεται. Χωρίς απελευθέρωση του νησιού και αυτοδιάθεση των Κυπρίων η σταθερότητα στην Ανατολική Μεσόγειο είναι, προφανώς, ανέφικτη. Με τις ευρωτουρκικές σχέσεις καταδικασμένες να πηγαίνουν από το κακό στο χειρότερο.
Αν ακολουθήσουμε αυτή την γραμμή πλεύσης, η Ελλάδα, η Ευρώπη (αλλά και η Τουρκία, γιατί όχι;) μπορούμε να αποκομίσουμε από τον διάλογο αυτό, αν μη τι άλλο, ένα κοινό συμπέρασμα: η Ανατολική Μεσόγειος δεν προσφέρεται για ψάρεμα στα θολά νερά. Και αυτό θα είναι ένα εξαιρετικό νεότερο από το Ανατολικό μας Μέτωπο!
Όποιος κατάλαβε κατάλαβε!!
ΑπάντησηΔιαγραφή