Ένα
ποίημα του ΜΟΥΝΤΟΥΡΗ ΑΝΔΡΕΑ
Τ.
εφοριακός – συγγραφέας
E-mail: a.moudouris@gmail.com
ΜΙΑ ΣΥΓΚΙΝΗΣΗ
ΠΟΥ ΘΥΜΙΖΕΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑ
Στην
πορεία του άπληστου χρόνου απαριθμώ
τα
γράμματα που έγραψα για σένα,
τα τσιγάρα
που κάπνισα για να ξεχάσω
το πόνο
της απουσίας σου,
τα
πρωινά τεντώματα που μαρτυρούσαν
πως
ποτέ δεν ξεγέλασα τη νύχτα,
τα
απροειδοποίητα βουρκώματα μιας συγκίνησης
που
έκαναν τις κόρες των ματιών μου να λάμπουν,
καθώς
χαμένος στις αναμνήσεις μου αναζητούσα
το
ιλαρό φώς της ελπίδας!.............
Τώρα
μέσα απ’ τις ανασφάλειες, που φέρνουν
τα
χρόνια σαν περνούν, κι ενίοτε μ’ εκείνη
τη
θλιβερή ιδιότητα του μελλοθάνατου,
βλέπω
να περνάει μπροστά απ’ τα μάτια μου,
καρέ-καρέ,
όλη μου η αγάπη για σένα και με πιάνει
μια
συγκίνηση που θυμίζει μετάνοια.
Θέλω να
σταματήσω σε κείνο το μοιραίο τηλεφώνημα,
ήταν το
τελευταίο μας και κράτησε όσο μια ανάσα.
Μου
είπες : «κλείσε είμαι πολλή απασχολημένη».
Ήταν
ολοφάνερο, δεν ήθελες πια να συνεχίσεις.
Σεβάστηκα
την απόφασή σου και δε σε ξαναπήρα.
Όμως
λυπάμαι, ούτε συγνώμη δεν πρόλαβα να πώ!
Το
αμετάκλητο πάλι…… αυτό που το βάζεις;
Έφυγα ο
ανόητος κι έκλεισα για καλά την πόρτα
πίσω μου, πετώντας το κλειδί σ’ έναν υπόνομο,
τον
πρώτον που συνάντησα στο δρόμο μου δηλαδή.
Αδύνατη
πλέον κάθε επιστροφή.
Που να
ψάχνεις μέσα στους υπονόμους, για ένα κλειδί,
που εξάλλου, δεν ήταν δικό σου;
Εκ των
υστέρων αναρωτιέμαι, τελικά,
τι ήταν
ο έρωτάς μου, για σένα, αυτά που έζησα
ή αυτά
που φαντάστηκα ότι ζούσα;
Τι ρωτάω!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τι λες γι αυτό αγαπητό Ξηρόμερο