Σήμερα είναι η Παγκόσμια Ημέρα της Ποίησης και θυμήθηκα το Θανάση Κυριαζή [Αγρίνιο 1887- Θεσσαλονίκη 1950] που οι σοφοί φιλόλογοι, δεν ξέρω με ποια κριτήρια, τον κατέταξαν στους ελάσσονες ποιητές του μεσοπολέμου.....
Για μένα είναι ένας κοινωνικός ποιητής, άριστος τεχνίτης του στίχου. Γάργαρο νερό ο ρυθμός και η ωδική αρμονία των στίχων που αγγίζουν την καρδιά. Ξεκρέμασα το χειροποίητο κορνιζάκι που έχω στο ησυχαστήριό μου, το σκανάρισα και το μοιράζομαι μαζί σας.
Επίσης από την ποιητική συλλογή ¨Ζωή και Μοίρα¨ παραθέτω ένα απόσπασμα από το αυτοβιογραφικό ποίημά του ¨ΦΤΩΧΟΣ – ποιητής¨ .
Τέλος επισυνάπτω τη συνάντηση του Ντίνου Χριστιανόπουλου με τον ποιητή.
Ένα περιστατικό με τον Θανάση Κυριαζή
Κείμενο του Ντίνου Χριστιανόπουλου από το βιβλίο του "Τα παλιά βιβλιοπωλεία της Θεσσαλονίκης" (δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Ιβυκος" τεύχος 4(22) Απρίλιος-Ιούνιος 1999, σελ 27-48)
Και τώρα, θα σας μιλήσω για το βιβλιοπωλείο του Γεωργίου Βοσνιάδη, το οποίο βρίσκονταν ακριβώς στη γωνία Καρόλου Ντήλ και Τσιμισκή, παραδίπλα από τον κινηματογράφο «Τιτάνια». 'Οταν περί το 1946 να μπαίνω μέσα στα βιβλιοπωλεία και να μην τα βλέπω μόνο έξω από τη βιτρίνα, τόλμησα και μπήκα και είδα ότι επρόκειτο για ένα βιβλιοπωλείο τυπικά λογοτεχνικό. Ο κύριος Βοσνιάδης, ελαφρώς καμπούρης και με γυαλάκια, ένα συμπαθητικό ανθρωπάκι, ήταν ευπροσήγορος. Τότε λοιπόν μου συνέβη το εξής περιστατικό: Παρακολουθούσα, όπως σας είπα, πολύ έντονα τη λογοτεχνική ζωή της Θεσσαλονίκης και ιδιαιτέρως τις εκδόσεις των πρόσφατων ποιητικών συλλογών. Ξαφνικά βλέπω στη βιτρίνα του Βοσνιάδη την ποιητική συλλογή του Θανάση Κυριαζή Όνειρα και παραμύθια, του 1947, με εξώφυλλο Ρέγκου. Ο Θανάσης Κυριαζής υπήρξε ένας από τους καλύτερους και συμπαθέστερους παραδοσιακούς ποιητές της Ελλάδος, όταν ζούσε στην Αθήνα. Κατάγονταν από το Αγρίνιο και ήδη προπολεμικά είχε εκδώσει δέκα ποιητικές συλλογές. Ήταν κάτι μεταξύ Μαλακάση και Άθάνα. Άψογη στιχουργία — κάτι το α¬διανόητο για τους σημερινούς ποιητές, πού δεν ξέρουν καν ότι η στιχουργία έχει τόσους κανόνες όσους και η γραμματική, και ότι ο ποιητής πρέπει να ξέρει αυτούς τους κανόνες, όταν θελήσει να γράψει σωστό παραδοσιακό ποίημα. Είχε όμως την ατυχία ο Κυριαζής να διοριστεί πάρεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου στη Θεσσαλονίκη και, όπως ξέρετε, ή Θεσσαλονίκη είναι ο τάφος των λογοτεχνών. Από κει που ακούγονταν στην Αθήνα και ήταν κάτι, στη Θεσσαλονίκη καταποντίστηκε. Ήταν συνάμα και στενός συνεργάτης του περιοδικού «Μορφές», και φυσικά ξεχώριζε από όλους τους παραδοσιακούς ποιητές της Θεσσαλονίκης. Ο Κατσόγιαννης και ή Ζιτσαία ήταν πολύ κατώτεροι του. Εκτιμώντας την άψογη στιχουργία του, τον είχα σε πολύ μεγάλη εκτίμηση και όταν είδα την έκδοση της ποιητικής του συλλογής συγκινήθηκα πολύ και αποφάσισα να την αγοράσω. Μπαίνω λοιπόν μέσα, βλέπω το γνωστό σκηνικό: Στο βάθος ο κύριος Βοσνιάδης καθισμένος στο τραπεζάκι του και εκατέρωθεν δυο-τρεις λόγιοι. Μόλις με είδε που μπήκα μέσα, σηκώνεται ο κύριος Βοσνιάδης — άλλωστε με ήξερε, πήγαινα συχνά και ήξερε ότι ξεφύλλιζα βιβλία και καμιά φορά και αγόραζα — και του λέω: «Πόσο κοστίζει αυτή ή ποιητική συλλογή;» Με είδε κάπως εξεταστικά και μου λέει: «Ενδιαφέρεσαι πραγματικά;» «Βέβαια ενδιαφέρομαι», του λέω. «Στάσου μια στιγμή. Εδώ είναι ο ποιητής, θα πάω και θα του μιλήσω για σένα και μόλις σου κάνω νόημα, έλα». Πράγματι, πηγαίνει στο βάθος, βρίσκει τον Κυριαζή πού ήταν λίγο χοντρουλής και ηλικιωμένος, κάτι του είπε, ο Κυριαζής γύρισε προς το μέρος μου, λίγο με είδε, και μου κάνει νόημα ο Βοσνιάδης. Εγώ κυριολεκτικά ζεματισμένος πηγαίνω στο βάθος και μου λέει ο ποιητής: «Εσύ, παιδί μου, ενδιαφέρεσαι για την ποιητική μου συλλογή;» Λέω «Μάλιστα». «Δηλαδή διαβάζεις ποίηση;» «Μάλιστα». «Και θέλεις να αγοράσεις το βιβλίο μου;» «Μάλιστα», «Θα σου το χαρίσω», λέει, και βγάζει το στυλό του και γράφει-γράφει γεμίζει μια σελίδα με την αφιέρωση. Μου κάνει νόημα ο Βοσνιάδης από πίσω, να του φιλήσω το χέρι. Και πραγματικά, παίρνει το βιβλίο ο Κυριαζής, μου το δίνει και εγώ, μούσκεμα στον ιδρώτα, σκύβω και του φιλώ το χέρι. Μόλις βγαίνω, λέω από περιέργεια «ας δω τι μου γράφει». Και τί μου έγραφε! Μου έγραφε πολλά και τελείωνε με μια φράση πού με συγκίνησε πολύ: «με την πρόθεση να του ενισχύσω την αγάπη στην ποίηση». Δεν ήξερα πως να του εκφράσω την ευγνωμοσύνη μου. Δυο χρόνια αργότερα -ψωνίζοντας στο Καπάνι, βλέπω τον Κυριαζή να ψωνίζει κι αυτός με ένα δίχτυ πλεχτό τεραστίων διαστάσεων. Είχε πάρει πολλά λαχανικά και τον έβλεπα που περπατούσε ασθμαίνοντας και δεν μπορούσε να τα κουβαλήσει. Τον πλησιάζω λοιπόν και του λέω: «Μου επιτρέπετε να σας βοηθήσω;» Γύρισε έκπληκτος και με είδε. «Μπράααβο, παιδάκι μου! Σ' αυτή την εποχή δεν υπάρχουν πια νέοι που να βοηθούν τους μεγάλους. Ευτυχώς πού είμαι κοντά». Φορτώθηκα τη σακούλα του, ήταν βαριά και για μένα ακόμη. Ο Κυριαζής κάθονταν ακριβώς στη γωνία Εγνατίας και Αγίας Σοφίας, κατεβαίνοντας δεξιά. Μου λέει: «Παιδάκι μου, πως να σε ευχαριστήσω γι' αυτό το καλό που μου έκανες;» Λέω: «Όχι, δε χρειάζεται. Ξέρετε, κύριε Κυριαζή, εγώ σας ξέρω», «Μπα, από που με ξέρεις;» «Ξέρω ότι είστε ποιητής και έχω διαβάσει πολλές ποιητικές σας συλλογές» (πήγαινα στη Δημοτική Βιβλιοθήκη και διάβαζα τις προπολεμικές συλλογές του Κυριαζή), «και μάλιστα μου έχετε χαρίσει τα Όνειρα και παραμύθια». «Δεν θυμάμαι», μου λέει ο Κυριαζής, «αλλά είμαι πολύ συγκινημένος. Γνώρισα σήμερα έναν νεαρό που είναι και αλτρουιστής και ποιητής. Έ, δεν, υπάρχει καλύτερη ιδιότητα από αυτά. τα δυο». Αυτή ήταν και η τελευταία μας συνάντηση, λίγο αργότερα αρρώστησε και πέθανε, και του 'γραψα μάλιστα και μια νεκρολογία.
arisbitsoris
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τι λες γι αυτό αγαπητό Ξηρόμερο