Κυριακή 22 Σεπτεμβρίου 2019

Η παθολόγος γιατρός Γερόντισσα Παρασκευή, Ηγουμένη στην Ι.Μ. Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στην Παραβόλα!


Η Γερόντισσα Παρασκευή, αφού εκτελέσει τα καθήκοντά της στην Ι.Μ. Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στην Παραβόλα, παίρνει την ιατρική τσάντα της και πάει στην πόλη, για να εξετάσει και να φροντίσει τους ασθενείς.
Ο Θεὸς φανερώνεται μέσα από πολλά. Εμείς μπορούμε να Τον διακρίνουμε πολὺ καλὰ μέσα απὸ τὴν καλοσύνη των ανθρώπων. Δεν διηγούνται μόνο οι ουρανοί τη Δόξα του Θεού. Ο Κυρηναίος σηκώνει τον σταυρό του Χριστού και μαθητεύει η ανθρωπότητα στην καλοσύνη.
Τα πρωινά η Γερόντισσα Παρασκευή, ηγουμένη της Ιεράς Μονής Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στην Παραβόλα της Αιτωλοακαρνανίας, εκτελεί τα πνευματικά της καθήκοντα και στη συνέχεια αποχαιρετά προσωρινά τις συνασκήτριές της, μοναχές Φανουρία και Αγνή, παίρνει την ιατρική της τσάντα και κατεβαίνει στην κοντινή πόλη να ασκήσει τα καθήκοντά της ως γιατρός.
Με το ράσο

Οι ασθενείς των κοντινών χωριών αλλά και όσοι έρχονται από μακρύτερα έχουν συνηθίσει την παθολόγο που με το ράσο της, φορώντας τον σταυρό της, έχοντας την εικόνα της Παναγίας πίσω της στον τοίχο του ιατρείου και μικρό απότμημα του λειψάνου του Αγίου Λουκά του Ιατρού και Ομολογητού, τους εξετάζει και τους δίνει την ανάλογη θεραπεία και φροντίδα............


          Τη Γερόντισσα τη συναντήσαμε στο μετόχι του μοναστηριού στο χωριό Δρυμώνας, πρόσφατη δωρεά στην Ιερά Μονή του Ευαγγελισμού. Στο μετόχι δεσπόζουν δυο παρεκκλήσια αφιερωμένα στην Παναγία την Προυσιώτισσα και στον Άγιο Κοσμά τον Αιτωλό. Η θέα από το αρχονταρίκι είναι δυνατά παρηγορητική. Γύρω παντού έλατα. Κάτω δεσπόζει η λίμνη Τριχωνίδα και γύρω της διακρίνονται σχεδόν όλα τα παραλίμνια χωριά. Το μάτι φτάνει ως την Πελοπόννησο και αχνοφαίνεται στα νοτιοδυτικά το Ιόνιο. Μετά το τέλος της Θείας Λειτουργίας, το κέρασμα στην τράπεζα πλούσιο για τους προσκυνητές. Εκεί βρήκαμε την ευκαιρία να συνομιλήσουμε με την ηγουμένη για το πάντρεμα στη μοναχική ζωή της του αναχωρητισμού με την άσκηση του λειτουργήματος της ιατρικής. Δεν δίστασε με απλότητα ν’ αναφέρει ότι τελώντας εν υπακοή στον Ποιμενάρχη της Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ. Κοσμά και με τη βοήθεια του Θεού και των αδελφών της, δεν εγκατέλειψε το λειτούργημα της ιατρικής. Το ασκεί μαζί με τους μοναχικούς της κανόνες ως «εργόχειρο» και διακόνημα και όλα κυλούν με κόπο αλλά και πνευματικές χαρές. Η Γερόντισσα Παρασκευή πρόσθεσε:
Δώρο Θεού
– Όλα αυτά που αναφέρατε είναι ταυτόχρονα κλίσεις του ανθρώπου και κλήσεις του Θεού.
        Την κλήση, το κάλεσμα για τη σωτηρία μας, το λαμβάνουμε όλοι μας και ο καθένας με την προαίρεσή του. Το ότι ακολούθησα την Ιατρική επιστήμη πάλι το θεωρώ κάλεσμα του Θεού και δώρο και έτσι προσπαθώ να το βλέπω ταπεινά και απλά χωρίς να θεωρώ ότι κάνω κάτι το ιδιαίτερο, άλλα είναι κάτι που χαρίστηκε. Ως φοιτήτρια ήθελα να προσφέρω, όπως θέλουν και πολλοί νέοι όταν ξεκινούν τη ζωή να δίνουν και να ανακουφίζουν τον πάσχοντα άνθρωπο. Όσο μεγάλωνα, μεγάλωνε και η επιθυμία για αυτή την προσφορά – Πότε σας επισκέφτηκε η κλήση για τη μοναχική ζωή;
– Σκεφτόμουν πριν 30 χρόνια περίπου την αφιέρωση γενικότερα, γιατί δεν είχα γνωρίσει ακόμα μοναχές ή μοναστήρια, είχα γνωρίσει αφιερωμένα πρόσωπα που δίνονταν ολοκληρωτικά στον Θεό μέσω της Ιεραποστολής και είχα συνδέσει και εγώ την Ιατρική επιστήμη με το δόσιμο και την Ιεραποστολή και ταυτόχρονα την ολοκληρωτική αφοσίωση στον Θεό. Μέσα μου σιγά σιγά ωρίμαζα και έβλεπα ότι αυτό που με εξέφραζε περισσότερο με ανέπαυε και με βοηθούσε πνευματικά ήταν καθαρά η μοναχική ζωή.
«Ήθελα να μπορώ να ανακουφίζω και να θεραπεύω τους ανθρώπους»
– Ωστόσο την ενασχόληση με την Ιατρική επιστήμη τη νιώθατε κι αυτή ως δώρο Θεού;
– Ναι, είχα διάθεση από μικρό παιδάκι, διάβαζα και μελετούσα. Είχα μια ευαισθησία γύρω από τα θέματα της υγείας και ήθελα να μπορώ να ανακουφίζω τους ανθρώπους γύρω μου και να τους θεραπεύω. Αυτό το ένιωσα και κατά τη διάρκεια των χριστιανικών κατασκηνώσεων που κάναμε, όπου, πριν καν μπω στην Ιατρική, τα χρόνια εκείνα της δεκαετίας του ΄80, εκτελούσα χρέη γιατρού στην κατασκήνωση και αυτό μου άρεσε πάρα πολύ, με γέμιζε αυτή η προσφορά και τελικά με τη βοήθεια του Θεού προχώρησα. Τελείωσα τις σπουδές στην Αθήνα, έκανα αγροτικό ιατρείο σε ένα χωριό κοντά στο Αγρίνιο, έμεινα τρία χρόνια εκεί και ξεκίνησα μετά την ειδικότητα της παθολογίας, πάλι στην Αθήνα.
«Παρότι αγαπούσα πολύ την Ιατρική, ήμουν διατεθειμένη, εννοείται, να την εγκαταλείψω, γιατί περισσότερο από όλα αγάπησα τον μοναχισμό»
– Γιατί παθολογία;
– Η παθολογία πάντα με συνάρπαζε, γιατί παρακολουθεί σφαιρικά τον άνθρωπο όπως είναι, ως μια ολότητα. Σύμφωνα με τη Ιπποκράτεια προσέγγιση αλλά και κατά την Ορθόδοξη Θεολογία και Πατερική προσέγγιση, ο άνθρωπος είναι ένα σύνολο και πολύ περισσότερο ένα ψυχοσωματικό ον, στο οποίο όταν πάσχει η ψυχή, επηρεάζει το σώμα. Έτσι προσπαθώντας να αποκτήσουμε ψυχοσωματική υγεία οφείλουμε να δίνουμε σημασία στην καρδιά τι αισθάνεται, στο νου τι λογισμούς κάνει αλλά και στο σώμα τι συμπτώματα παρουσιάζει!
«Όταν πάσχει η ψυχή μας, επηρεάζεται το σώμα. Έτσι, προσπαθώντας να αποκτήσουμε ψυχοσωματική υγεία, οφείλουμε να δίνουμε σημασία στην καρδιά, τι αισθάνεται, στον νου, τι λογισμούς κάνει, και στο σώμα, τι συμπτώματα παρουσιάζει»
– Τα πράγματα δηλαδή που επιτρέπουμε να μας αγχώνουν μπορούν να μας οδηγήσουν σε ασθένεια;
– Βεβαίως, πολλές αιτίες των ασθενειών είναι τα άγχη, οι στεναχώριες, οι θλίψεις, οι εσωτερικές συγκρούσεις, και κυρίως τα πάθη και τα λάθη μας. Οπότε δίνοντας σημασία και ψάχνοντας να βρούμε τα γενεσιουργά αίτια, προσεγγίζουμε καλύτερα και την ασθένεια και την θεραπεία της.
– Κατασταλάζοντας στην ειδικότητα της παθολογίας και ασκώντας εν συνεχεία την ιατρική στον πάσχοντα αδελφό, αποκτήσατε εμπειρία όχι μόνο ως γιατρός αλλά και ως ένας παρατηρητής της πνευματικής και σωματικής κατάστασης των ανθρώπων που πέρασαν από κοντά σας. Όλα αυτά ήταν αίτια για να στραφείτε στον μοναχισμό;
– Πράγματι, αυτό με βοήθησε περισσότερο, γιατί παρατηρώντας τον πεπτωκότα άνθρωπο, τις ασθένειές του αλλά και τα πάθη του, πήρα την απόφαση να βοηθήσω πρώτα τον εαυτό μου εντατικότερα πνευματικά κατά το «Ιατρέ θεράπευσον σεαυτόν» και στη συνέχεια τον συνάνθρωπο. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι μόνο μέσα στην Ορθοδοξία ο Χριστός, παρουσιάζεται ως Θεραπευτής, ως Ιατρός και η Εκκλησία ως νοσοκομείο, ως θεραπευτήριο.
– Υπήρξε κάποτε η αμφιβολία ότι η άσκηση της Ιατρικής στον κόσμο, ίσως εμπόδιζε τον σκοπό για τον οποίο γίνατε μοναχή;
– Αφού ολοκλήρωσα επί πέντε χρόνια την ειδικότητα και άνοιξα το ιατρείο, λίγο μετά το 2006 εγκατασταθήκαμε στο μοναστήρι του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στο χωριό Παραβόλα. Ήμουν δόκιμη. Ξέρετε ο υποτακτικός δεν πρέπει να κάνει μόνος του τίποτα, οφείλει να μην έχει δικό του θέλημα, να παίρνει ευλογία για όλα γιατί πάντα υποκρύπτεται ο κίνδυνος του εγωισμού, της υπερηφάνειας. Παρότι αγαπούσα πολύ την ιατρική, ήμουν και διατεθειμένη εννοείται να την εγκαταλείψω, γιατί περισσότερο απ’ όλα αγάπησα τον μοναχισμό.
– Δεν σας πέρασε απ’ το μυαλό τότε πως ο κόπος και η τόση μελέτη θα πήγαιναν χαμένα;
– Ναι εξωτερικά φαίνεται χαμένος κόπος κάτι τέτοιο αλλά ουσιαστικά είναι εμπειρία ζωής. Σίγουρα θα ήταν χρήσιμο το κομμάτι της σπουδής της ιατρικής και της γνώσης της προσέγγισης του ασθενή. Θα με βοηθούσε να φροντίσω κάποιους ανθρώπους, είτε τις μοναχές στο μοναστήρι είτε όποιον προσκυνητή όπως κάνουν αρκετοί μοναχοί και μοναχές ιατροί μέσα στο μοναστήρι τους. Δηλαδή δεν θα πήγαινε χαμένη η γνώση και η εμπειρία. Ωστόσο το κάναμε θέμα προσευχής και ο τότε πνευματικός ήθελε να κρατήσουμε το ιατρείο και εγώ έκανα υπακοή. Μπορεί να το επιθυμούσα αλλά δεν τολμούσα να το πω και δεν θα το έκανα, το είχα απωθήσει.
– Πώς είναι να ελευθερώνεται ο άνθρωπος από το θέλημά του, ιδιαίτερα όταν έχει κάνει τόσο κόπο να αποκτήσει κάτι;
– Μπορεί να φαίνεται δύσκολο, αλλά η προσευχή μου ήταν “Κύριε γνώρισόν μοι οδόν εν η πορεύσομαι” και «γεννηθήτω το θέλημά Σου». Κάποτε, όταν ήμουν φοιτήτρια στα τελευταία έτη, ο μακαριστός Πνευματικός μας π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος μου είπε: “Παιδί μου εμείς δεν είμαστε σαν τον Αβραάμ, τον Ιακώβ και τους προφήτες που θα ακούμε τη φωνή του Θεού. Θα κάνουμε προσευχή κι εμάς θα μας μιλάει ο Θεός μέσω των γεγονότων”. Αυτό το είχα κρατήσει και πάντα έκανα προσευχή να με φωτίζει ο Θεός και να μου δείχνει το δρόμο. Όταν κάτι το δέχεσαι ως δώρο Θεού, λες «Χριστέ μου δική Σου είμαι, δικός Σου είμαι, δικό Σου είναι κι αυτό το δώρο, τα παιδιά δικά Σου είναι, η επιστήμη δική Σου είναι, τ’ αγαθά δικά Σου είναι, μου τα δίνεις, Σου τα αντιπροσφέρω» και έτσι το δύσκολο γίνεται εύκολο.
– Πορεύεστε στον μοναχικό σας βίο, συγχρόνως διατηρείτε και το ιατρείο. Πώς καταφέρνετε να μην εξαντλούνται οι σωματικές και ψυχικές υπομονές;
– Είναι φυσικό να υπάρχει κούραση σωματική, διότι ο κόσμος που έρχεται στον γιατρό -το ξέρετε, το ζείτε και σεις ειδικά τη σημερινή εποχή- μαζί με το πρόβλημα και το ενόχλημά του θα πει και τον πόνο του τον ψυχικό. Όπως είπαμε και πριν, πολλά συμπτώματα είναι σωματοποιημένα οπότε πάμε και στα βαθύτερα αίτια, τα συζητάμε και χρειάζεται να βάλεις ψυχή για να βοηθήσεις τον άνθρωπο που έχεις απέναντί σου. Ωστόσο είναι γεγονός ότι το άγχος μεταδίδεται. Με ειλικρίνεια θα έλεγα πως οι άνθρωποι που έρχονται στο ιατρείο όσοι είναι πολύ αγχωμένοι, το μεταδίδουν σαν ηλεκτρική ενέργεια και εσύ οφείλεις να το διώξεις. Ούτε μέσα σου να μπει, αλλά και να δώσεις ελπίδα στον άλλο. Με την ευχή, τον κανόνα τον μοναχικό, τις ακολουθίες και τη μελέτη δεν φαίνεται η κούραση. Φεύγει.
– Σ’ εκείνες τις στιγμές πώς βεβαιώνεστε ότι αυτό που προτείνετε στον ασθενή είναι και το σωστό;
Πάντα ζητώ από τον Θεό να με φωτίζει να κάνω το θέλημα του. Οτιδήποτε κάνω να είναι για τη δόξα Του, για τη σωτηρία των ψυχών και λέω πάντα: “Θεέ μου αν δεν μπορώ να κάνω κάτι καλό, τουλάχιστον να μην κάνω κακό και αν δεν μπορώ να ωφελήσω να μη βλάψω.
– Μετά από τη συζήτηση, την εξέταση και τη θεραπεία που θα προτείνετε ως γιατρός καθώς και την πνευματική κατάσταση που προσπαθείτε να δημιουργείτε μέσα στο ιατρείο, με τους ασθενείς, διακρίνετε κάποια αποτελέσματα;
– Ναι, με τη Χάρη του Θεού έτσι φαίνεται. Βέβαια αυτό μόνο ο Θεός το ξέρει, αλλά οι άνθρωποι δείχνουν αναπαυμένοι και ανακουφισμένοι και εμείς παίρνουμε κουράγιο να συνεχίσουμε.
«Πολλές αιτίες των ασθενειών είναι τα άγχη, τα πάθη και τα λάθη μας!»
«Έχω πάντα στην τσάντα μου το ιερό λείψανο του Αγίου Λουκά και το πηγαίνω κάθε πρωί στο ιατρείο. Όσοι έρχονται το προσκυνούν»
– Επικαλείστε στην προσευχή σας τον Άγιο Λουκά Επίσκοπο Κριμαίας, τον Ιατρό; Μοναχός και γιατρός ο ίδιος, συγγενεύει η προσπάθειά σας προς τους ανθρώπους.
– Είναι μεγάλη μορφή της Ορθοδοξίας αλλά και της σύγχρονης Ιατρικής. Όταν διάβασα τον βίο του με συγκλόνισε και απέκτησα μια ιδιαίτερη σχέση μαζί του και του έλεγα μάλιστα: “Εσύ Άγιε, μπορείς να με καταλάβεις, επειδή ταυτόχρονα είχες και τις δύο ιδιότητες δηλαδή ήσουν και γιατρός και μάλιστα καθηγητής και ερευνητής κάτω από δύσκολες συνθήκες και τελούσες και τα Αρχιερατικά σου καθήκοντα υπό διωγμόν, στην άθεη Ρωσία. Εγώ ασκώ τα ταπεινά μοναχικά μου καθήκοντα και τέλος πάντων κάνω μια ισχνή μαρτυρία με το ράσο στον σύγχρονο κόσμο”.
         Κάποτε είχα γνωρίσει σε ένα συνέδριο για τον Άγιο Λουκά, τον Αρχιεπίσκοπο Συμφερουπόλεως και Κριμαίας τον κ. Λάζαρο. Έκτοτε γεννήθηκε μέσα μου η επιθυμία, πολύ περισσότερο όταν έγινα μοναχή, να αποκτήσουμε στο μοναστήρι για ευλογία, παρηγοριά και θεία φώτιση, αν μας καταδεχόταν ο Άγιος, απότμημα του Ιερού Λειψάνου Του. Ένα διάστημα που κάναμε ιδιαίτερη προσευχή γι’ αυτό, συζητούσαμε με τις αδερφές να συντάξουμε ένα γράμμα προς τον Αρχιεπίσκοπο Κριμαίας να το δώσουμε για μετάφραση στα Ρωσικά για να γίνει πιο αποδεκτό. Ερευνούσαμε για κάποιο μεταφραστικό κέντρο και τότε χτυπάει τη πόρτα της Μονής ένας νέος από το διπλανό χωριό συνοδευόμενος από έναν Ιεροδιάκονο Ρώσο, ο οποίος εκείνη την εποχή επισκέφτηκε τη Μητρόπολη, με σκοπό να βρει κάποιον χώρο να μονάσει. Αμέσως ήρθε ο λογισμός να απευθυνθούμε σε εκείνον για τη μετάφραση. Πήρα την ευλογία από τον Μητροπολίτη και Πνευματικό μας Πατέρα, τον Σεβασμιώτατο κ. Κοσμά. Το γράμμα μεταφράστηκε στα Ρωσικά και στάλθηκε. Παρότι θεωρούταν κάπως απίθανο -είχα μέσα μου όμως μια ελπίδα- ήρθε ένα φαξ που έλεγε ότι έγινε δεκτό το αίτημά μας και πώς θα παραλαμβάναμε το απότμημα του Ιερού Λειψάνου του Αγίου Λουκά. Τότε παίρνοντας πάλι ευλογία από τον Σεβασμιότατο, εξουσιοδοτήσαμε τον επισκέπτη μας Ρώσο Ιεροδιάκονο κάνοντάς του τα έξοδα του ταξιδιού προκειμένου να παραλάβει το Ιερό Λείψανο. Έκτοτε το έχω πάντα στην τσάντα μου και το πηγαίνω κάθε πρωί στο ιατρείο και το επιστρέφω το μεσημέρι και λέω: «Άγιέ μου εσύ ξέρεις από φυλακές και εγκλεισμούς που σε έχω μέσα στην τσάντα, ξέρεις από εξορία, ξέρεις από τον ανθρώπινο πόνο, ξέρεις από ιατρική. Αν θέλεις κάνε το θαύμα.» Έτσι τον επικαλούμαι και οι άνθρωποι προσκυνούν το λείψανό του, όσοι βέβαια θέλουν.

         Πίσω μου στον τοίχο του ιατρείου, έχω μια μεγάλη εικόνα της Παναγίας της Ιεροσολυμίτισσας που δεσπόζει. Χαίρομαι που πολλοί άνθρωποι με το που μπαίνουν στο γραφείο μου και ειδικά την πρώτη φορά, έχουν ένα δέος στο πρόσωπό τους και αρκετοί κάνουν τον σταυρό τους. Άλλοι πάλι πριν χαιρετήσουν εμένα πάνε και προσκυνούν την Παναγία και αυτό μας δίνει δύναμη, χάρη, ευλογία και ξεκούραση, γιατί όλα τα αναθέτουμε έτσι στον Μεγάλο Ιατρό και Θεραπευτή, στην Παναγία μας τη Γιάτρισσα και στις πρεσβείες του Αγίου Λουκά και των άλλων ιαματικών Αγίων.
«Τι πιο ωραίο από το να χαιρόμαστε τα χαρίσματα του άλλου σαν να είναι δικά μας»
– Τι κατά τη γνώμη σας νιώθετε ότι εισπράττει ένας σύγχρονος άνθρωπος που είτε έρχεται στο ιατρείο σας για ιατρικούς λόγους είτε στο μοναστήρι σας για πνευματικούς, βλέποντάς σας με το ράσο και την ιατρική ιδιότητα;
– Βλέπει ότι και εμείς είμαστε άνθρωποι της εποχής μας, ότι έχουμε «ανοιχτό πνεύμα» πάντα μέσα στα ορθόδοξα μοναχικά πλαίσια. Σήμερα για παράδειγμα στο Άγιο Όρος είναι γεμάτα τα μοναστήρια από μορφωμένους νέους με πτυχία και διδακτορικά. Αυτό συμβαίνει και σε πολλά άλλα μοναστήρια στην Ελλάδα και όλο τον Ορθόδοξο κόσμο. Γίνεται κατανοητό λοιπόν ότι μπορεί να συνδυάσει κανείς την θύραθεν παιδεία και γνώση με την πνευματική ζωή και τη Θεολογία όπως έκαναν και οι Άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας μας, οι οποίοι ήταν οι επιστήμονες της εποχής τους. Το ένα δεν αποκλείει το άλλο.
Είναι πολύ θαυμαστό το γεγονός ότι μέσα στην Εκκλησία η οποία είναι σώμα Χριστού και όλοι είμαστε μέλη Του, ο ένας συμπληρώνει τον άλλο. Τι πιο ωραίο από το να χαιρόμαστε με τα χαρίσματα του άλλου σαν να είναι δικά μας! Από την άλλη, να πονάμε και να λυπούμαστε με μια αστοχία, ή πτώση του αδερφού σαν να είναι δική μας και αυτή. Επιπλέον, δεν είναι ταπείνωση να έχουμε ένα χάρισμα και να το συνθλίβουμε, να μη παραδεχόμαστε ότι το έχουμε γιατί τάχα δεν αξίζει, αυτό κατά βάθος είναι εγωισμός, ενώ αν το πάρουμε απλά ότι “ναι το έχω αυτό γιατί είναι χάρισμα, είναι δώρο Θεού” και αφού είναι χάρισμα για ποιο λόγο να υπερηφανευτούμε;
Και πτυχίο Θεολογίας
– Κάνατε σπουδές στη Θεολογία, αυτό πότε έγινε;
– Μόλις τώρα τελείωσα τις σπουδές μου στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και αυτό έγινε πάλι κατόπιν υπακοής, στις αδελφές της Μονής αυτή τη φορά. Χαριτολογώντας και όχι μόνο, λέω: «Από την Παθολογία στη Θεολογία!»
Αυτή άλλωστε είναι η πορεία κάθε μοναχού και κάθε αγωνιζόμενου πιστού, να θελήσει να θεραπευτεί από τα πάθη του με τη βοήθεια της καθημερινής μετάνοιας, της ασκητικής της Ορθόδοξης Παράδοσης και των μυστηρίων της Αγίας μας Εκκλησίας για να μπορέσει να αποκτήσει με τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος υγιή σχέση με τον Τριαδικό Θεό, ζωντανή σχέση με τον Θεάνθρωπο Χριστό.
Το εύχομαι ταπεινά σ΄ εσάς και σε όλους τους αναγνώστες της Ορθόδοξης Αλήθειας, ευχηθείτε παρακαλώ και εσείς για την ελαχιστότητά μου και το μοναστηράκι μας.
__________
Σοφία Χατζή
δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΑΛΗΘΕΙΑ, 18.09.2019.
Πηγή
paraklisi

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τι λες γι αυτό αγαπητό Ξηρόμερο