Τετάρτη 10 Ιανουαρίου 2018

Η Ναυτιλία στη Λευκάδα από στις αρχές του 17ου αιώνα μέχρι την Ένωση


        Στις αρχές του Ι7ου αιώνα οι Λευκαδίτες είχαν 500 βάρκες, που μ’ αυτές μετέφεραν εμπορεύματα στη γειτονική Στερεά, στον Αμβρακικό, στα άλλα Επτάνησα κι’ αλλού, και 40 εμπορικά μεγάλα, που μ’ αυτά έπλεαν σ’ όλη τη Μεσόγειο. Οι λεγόμενες βάρκες ήταν ιστιοφόρα σημαντικής χωρητικότητος κι όχι τα σημερινά μικρά πλοιάρια, ήταν τα αργότερα λεγόμενα «Μπάρκα», ενώ τα πλοία ήταν μεγάλα, για την εποχή, φορτηγά πλοία.
         Οι Ενετοί κάθε άλλο παρά είχαν διάθεση να συντελέσουν στην ανάπτυξη της ντόπιας ναυτιλίας. Αυτοί ήθελαν τις θάλασσες δικές τους κι υποχρέωναν τους κατοίκους των κτήσεών τους να μεταφέρουν τα εμπορεύματά τους μόνο με ενετικά πλοία. ‘Ο,τι σημαντικό ήταν για εξαγωγή: αλάτι, κρασί, λάδι, έπρεπε να συγκεντρώνεται στην Ενετία, για να πληρώνει εκεί το φόρο εισαγωγής, να σταμπάρεται με τα απαραίτητα bolletta (σήματα-σφραγίδες) κι από κει να μεταφέρεται στις ξένες αγορές...........


         Οι εξηγήσεις πού δίνει ο Φραγκίσκος Γριμάνη στην έκθεσή του της 15 Νοεμβρίου 1760 προς την Ενετική Σύγκλητο γα να δικαιολογήσει την παρακμή της Λευκαδίτικης ναυτιλίας και εμπορίου: τα ρηχά νερά, που περιβάλλουν τώρα τη Λευκάδα, που δεν είναι πλώιμα, την αγριάδα των Τούρκων των γειτονικών περιοχών, που δεν ευκόλυνε το εμπόριο, την σπατάλη χρημάτων εκ μέρους των Λευκαδίων για κατασκευή στερεότερων και καλύτερων σπιτιών, και για το ντύσιμο των γυναικών τους…
         Στο τέλος της ενετοκρατίας ό Saint-Sauveur έγραφε (1796), ότι το εμπόριο της Λευκάδος δεν ήταν ανεπτυγμένο και ότι οι κάτοικοι της Αγίας Μαύρας δεν είχαν καθόλου ναυτικό και στις ανάγκες τους χρησιμοποιούσαν πλοία Πρεβεζάνικα,
            Η κατάσταση δεν άλλαξε και ως το τέλος της 2ης Γαλλικής κατοχής. Από μια καταγραφή χρονολογούμενη από τις 3 Αυγούστου 1807 σε όλο το νησί υπήρχαν τότε μόνο 11 βάρκες, 34 γόνδολες» και ένα πλοίο σημειωμένο απλώς ως Βastimento.

        Οι βάρκες της Λευκάδος της εποχής της τουρκοκρατίας πραγματικά ήταν μεγαλύτερα πλοία, αφού ταξίδευαν κι έκαναν μεταφορές από νησί σε νησί και από τα λιμάνια της Στερεάς• ήταν τα γνωστά «μπάρκα».
              Οι λεγόμενες γόνδολες ήταν πλοία που μπορούσαν να ταξιδεύουν ως την Κέρκυρα και να μεταφέρουν τουλάχιστον 10 ανθρώπους. Το 1800 με μια γόνδολα στέλνονται στην Κέρκυρα οι αρματολοί και δύο κρατούμενοι: ο Βλαχογιωργάκης και το παλληκάρι του. Το πλήρωμα της γόνδολας θα πρέπει να το αποτελούσαν 2 τουλάχιστον άτομα. Τα πλοία αυτά αναμφισβήτητα ήταν ιστιοφόρα. Αν ήταν και αλιτενή, όπως και τα ομώνυμα πλοία της Ενετίας για να κινούνται και στα νερά της λιμνοθάλασσας της Λευκάδος δεν προκύπτει: φαίνεται όμως πιθανότερο ότι ήταν.
          Οι πληροφορίες μας σχετικά μ’ αυτή την τόσο σπουδαία κοινωνική δραστηριότητα σταμάτησαν στο 1814. Τότε, σύμφωνα με την απογραφή των πλοίων που έγινε, οι Λευκαδίτες διέθεταν 5 καΐκια από 80-350 τόνους, 60 από 8-25 τόνους, και 120 πλοία για ρηχά νερά. Τα τελευταία δεν ήταν μόνο μονόξυλα αλλά και μεγαλύτερα, σχετικά, πλοία, όπως γαΐτες και γόνδολες.
             Αμέσως μετά την κατάληψη της Λευκάδας από τους Άγγλους και με την κατάσταση που ακολούθησε στη Μεσόγειο την ήττα του Ναπολέοντα, άρχισε η ανάπτυξη της ναυτιλίας στη Λευκάδα.
             Η κυβέρνηση του Ηνωμένου Κράτους των Ιονίων Νήσων με μια σειρά νομοθετημάτων οργάνωσε τη ναυτιλία της μικρής επικράτειας και συντέλεσε σε πάρα πέρα ανάπτυξή της: σε άλλα από τα νησιά περισσότερο, Κεφαλληνία-Ιθάκη, στη Λευκάδα λιγότερο.

              Η Βουλή του Ηνωμένου Κράτους κατά την πρώτη κιόλας σύνοδό της με την Πράξη Γ’ σύστησε στην Κέρκυρα ένα «Γραφείο Γενικής Καταγραφής» των πλοίων πού ανήκαν σε υπηκόους του Ηνωμένου Κράτους, όρισε τον τρόπο χορηγήσεως στα πλοία της άδειας ναυσιπλοΐας («πλωϊτήριον» -passport), ψήφισε ορισμένους κανονισμούς για την ναυσιπλοΐα και όρισε τους δασμούς που τα πλοία θα κατέβαλλαν. Τα σχετικά με τη ναυτιλία και ναυσιπλοΐα του Εμπορικού Ιονικού ναυτικού κανονίστηκαν στην Τέταρτη συνεδρίαση της Ε’ Βουλής (parlamento) με νόμο στις 12-6-1837.
            Μετά το 1864 πληροφορούμαστε. ότι υπήρχαν στη Λευκάδα μόνο 105 πλοία. Απ’ αυτά 4 ονομάζονται «πλοία» και είναι τόνων 5-10, 6 ονομάζονται μπρατσέρες, τόνων 12 20/94 – 28 3/94• 31 γόνδολες τόν. 4-9 41 /94• 44 είναι καράβια τόν. 7-22 25/94• 3 τράτες, τόν. 6-7 74/94• 5 γαΐτες τόν. 3-6• 3 βάρκες τόν. 9 61/94-41 6/94• 1 μονόξυλο τόνου ενός• 4 «πλοία» τόνων 113 54/94-149 21/94• και 3 βρίκα τον. 105 17/94-123 28/94.
             Εκείνοι που προ πάντων ασχολούνταν με τη ναυτιλία, είτε σαν ιδιοκτήτες είτε κάποτε και σαν κυβερνήτες, ήταν κάτοικοι της πόλεως• ελάχιστοι ιδιοκτήτες κατάγονταν από χωριά: τον Πόρο, το Δαμηλιάνι, τα Χαραδιάτικα. ελάχιστοι ήταν κι από το Μεγανήσι. Ελάχιστοι ήταν ακόμη κι εκείνοι από χωριά που παρουσιάζονται να έχουν κάποιο άλλο σύνδεσμο με τους ανθρώπους των πλοίων• να μπαίνουν π.χ. εγγυητές για τη χορήγηση της άδειας του κυβερνήτη σ’ ορισμένα πρόσωπα.


            Πολλοί κυβερνήτες Λευκαδίτικων πλοίων ήταν ξένοι• Κατά το νόμο πάντα Εφτανησιώτες. Από κάποιο άλλο από τα Εφτάνησα ήταν όλοι οι κυβερνήτες των μεγάλων πλοίων των αδελφών Μαχαιρά. Όταν λίγο μετά την Ένωση, το 1866, κατηγορήθηκαν οι πλοιοκτήτες αυτοί από τη στήλη της ντόπιας εφημερίδας «Λευκάς», ότι αντίθετα από τους Σταματόπουλους χρησιμοποιούσαν στο βρίκι τους «Λευκάς» ξένο πλοίαρχο, απάντησαν με το συμβολαιογράφο τους Αντ. Ρούσσο, ότι ζήτησαν, αλλά δε μπόρεσαν να βρουν στη Λευκάδα ναυτικό που να διαθέτει τα προσόντα, που απαιτούσε ο Νόμος, τα οποία ήταν άλλα επί Αγγλικής Προστασίας και άλλα μετά την Ένωση.
           Έλειπαν λοιπόν πάντα από το νησί κυβερνήτες κατάλληλοι για μεγάλα πλοία• δεν υπήρχαν τολμηροί θαλασσοπόροι, μπορούμε ίσως να πούμε όπως αποδείχθηκε από τα πράγματα ότι έλειπαν και. οι τολμηροί θαλασσινοί επιχειρηματίες τουλάχιστον ως το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι Λευκαδίτες προτιμούσαν ακόμα τη λιμνοθάλασσα από τους ωκεανούς, τις γόνδολες και τις βάρκες από τα μεγάλα «μπάρκα».
          Όπως φαίνεται τα μεγαλύτερα λευκαδίτικα πλοία της περίπου εικοσαετίας αυτής 1841-1864 ήταν 7• Το πρώτο παρουσιάζεται το 1848• ήταν βρίκι 149 τόνων με το όνομα «Επτάνησος» και ανήκε στους αδερφούς Κων /νο, Δημήτριο και Απόστολο Μαχαιρά και είχε κυβερνήτη το Ζακυνθινό Αντ. Καμπίτση. Το δεύτερο αναφέρεται το 1855 ως «πλοίο»• ήταν τόνων 145 72/94, είχε το όνομα «Άγιος Παντελεήμων» και ανήκε επίσης στους αδερφούς Μαχαιρά.
            Το τρίτο μεγάλο πλοίο αναφέρεται επίσης το 1855 αλλ’ αόριστα ως «πλοίον» τόνων 113 51/94 με το όνομα «Άγιος Νικόλαος» Ανήκε εταιρικά στους Γεώργιο-Έκτορα και Μάρκο αδελφούς Καλκάνη, στο Σπυρ. Μανιάκη και στον Αθανάσιο Αρακλειώτη. Είναι η μοναδική, τουλάχιστον γι’ αυτή την εποχή, εταιρική ιδιοκτησία μεγάλου πλοίου.

         Δύο άλλα μεγάλα πλοία αναφέρονται το 1857. Χαρακτηρίζονται και τα δύο ως «πλοία». Το ένα τόνων 149 24/94 με το όνομα «Φανερωμένη» ανήκε στο Νικόλ. Ζαβιτσάνο και το άλλο με το όνομα «Παλιγγενεσία» τόνων 137 10/94 ανήκε στο Σπύρ. Μανιάκη, που πουλά τώρα το 1/3 στο Γεώρ. Καλκάνη.
           Το έκτο πλοίο, που χαρακτηρίζεται βρίκι, ήταν τόνων 105 17 /94, είχε το όνομα «Καρμελίνα- Ευρυδίκη» και παρουσιάζεται το 1861 ως ιδιοκτησία του Αλεξάνδρου Σταματόπουλου. Το τελευταίο μεγάλο πλοίο, βρίκι κι αυτό. με το όνομα «Άγιος Γεώργιος» τόνων 123 28/94 σημειώνεται το 1861 ως ιδιοκτησία επίσης των αδερφών Μαχαιρά, οι οποίοι το 1853 τον Αύγουστο παρέλαβαν από το ναυπηγείο Λευκάδος άλλο πλοίο με το όνομα «Άγιος Νικόλαος», μάκρος 32 πόδια.
           Οι μεγαλύτεροι στη Λευκάδα πλοιοκτήτες στην εικοσαετία 1841-1864 ήταν οι αδερφοί Μαχαιρά, μολονότι μπορούμε να έχωμε μερικές αμφιβολίες, αν το βρίκι τους «Επτάνησος» του 1848 εξακολουθούσε να υπάρχει το 1864. Όλα τα σχετικά μεγάλα αυτά πλοία ήταν ιστιοφόρα.
          Και είναι πιθανόν ο Πέτρος Σταματόπουλος, που με τα καΐκια του «Ελευθερία της Γραικιάς» τόνων 12 20/94 και «Άγιος Χαράλαμπος» τόνων 16 30/94 εγκαινίασε τις ναυτιλιακές επιχειρήσεις της οικογένειας Σταματόπουλου που όσο ξέρομαι στάθηκε η μεγαλύτερη οικογένεια πλοιοκτητών της Λευκάδος μετά την Ένωση και ως το τέλος περίπου του Ι9ου αιώνα. Ο αδερφός του Πέτρου, Αλέξανδρος με το βρίκι «Καρμελίνα – Ευρυδίκη» το 1861 φαίνεται πως αποτέλεσε ένα νέο σταθμό στην εξέλιξη των ναυτιλιακών επιχειρήσεων της οικογένειας.

        Τα μεγάλα της εποχής αυτής και της κατοπινής και πιθανότατα και της προηγούμενης εποχής πλοία της Λευκάδος, ταξίδευαν και στη δυτική Μεσόγειο και ως την Οδησσό. Κατά την παράδοση ταξίδευαν προπάντων στην Οδησσό, όπου φόρτωναν σιτάρια ή για ναύλο ή για λογαριασμό των πλοιοκτητών τους.
            Τα καΐκια ήταν τα γνωστά με δύο ιστούς και φλόκο μικρά ιστιοφόρα με την καμπύλη πρύμη και πλώρη, που ήταν «κατάστρωμα», με την μπουκαπόρτα ανάμεσα στους δύο ιστούς, τα οποία βλέπαμε καθημερινά στα λιμάνια της Λευκάδος ακόμα και στις αρχές του Β Παγκόσμιου Πολέμου.
Σχετικά με τις γόνδολες πρέπει να ήταν σχετικά μεγάλα πλοιάρια και όχι σαν τα συνώνυμά τους της Ενετίας• αλλ’ ίσως ήταν αλιτενή (με ίσιο πάτο) σαν εκείνα, ώστε να μπορούν να κινούνται και στα ρηχά νερά της λιμνοθάλασσας• πιθανότατα όμως ήταν ιστιοφόρα, οπότε τα πλοία που βλέπομε σε παλιές γκραβούρες να κινούνται με ανοιχτά πανιά στη λιμνοθάλασσα της πόλεως είναι αυτές ακριβώς οι γόνδολες.
           Οι πληροφορίες τέλος πού δίνουν 4 συμβολαιογραφικές πράξεις, για το τονάζ πού είχαν οι βάρκες επιβεβαιώνουν, ότι αυτά τα πλοία δεν ήταν τα σημερινά ομώνυμά τους μικρά πλεούμενα (λέμβοι), αλλά πλοία μεγαλύτερα που έφθαναν τους 41 τόνους και ίσως και περισσότερα.
             Στα συμβόλαια που γίνεται λόγος και για δυο ναυπηγούς και ναυπηγείο στη Λευκάδα. Αυτό το ναυπηγείο λειτουργούσε κοντά στο ναό του Αγίου Χαραλάμπους δίπλα στο «Υπαρχείον» «απέναντι του δρόμου του αύλακος των Κάτω Αλυκών». Ο αρχιτεχνίτης του, που λέγεται «αρχιτέκτων», ονομαζόταν Γεώργ. Καλογήρου, υιός Νικολάου και ήταν Ιθακήσιος, που έμενε στη Λευκάδα. Στα στοιχεία που έχομε, μόνο δυο πλοία σημειώνονται ότι κατασκευάστηκαν σε τούτο το «καρνάγιο»• Και το πιο μεγάλο ήταν το καΐκι των αδερφών Μαχαιρά «Άγιος Νικόλαος» που είχε μάκρος 32 πόδια και βάθος 5 και ήταν 18 79/94 τόνων. Στα 1846 αναφέρεται κι ένας Λευκαδίτης ναυπηγός, ο Αθαν. Μούρμουρας, που ναυπήγησε τη γόνδολα «Κυριακούλα»

        Κλείνοντας μ’ αυτές τις λίγες πληροφορίες για την περίοδο της αγγλικής προστασίας αυτό το ενδιαφέρον κεφάλαιο για τη ναυτιλία, σημειώνομε προκαταβολικά για την επόμενη περίοδο την μετά την Ένωση, ότι οι μεγάλοι πλοιοκτήτες της Λευκάδος, που παραπάνω αναφέραμε κι οι επίγονοι τους δεν μπόρεσαν είτε μόνοι είτε συνεταιριζόμενοι να παρακολουθήσουν την πρόοδο στον τομέα της απασχολήσεώς τους και να αντικαταστήσουν τα ιστιοφόρα τους με ατμοκίνητα πλοία.
       Φρόντισαν, ν’ αποχτήσουν ακίνητα, σπίτια και κτήματα: λιοστάσια και περιβόλια, και να γίνουν αστοί. Προτίμησαν την ησυχότερη ζωή που η στεριανή απασχόληση τους πρόσφερε, κι αποσύρθηκαν από το μεγάλο αγώνα των τολμηρών θαλασσινών, στον οποίο ρίχτηκαν και διακρίθηκαν Κεφαλλονίτες και Ιθακήσιοι.

            Και στην πολιτική ζωή ακόμα οι περισσότεροι από τους ισχυρούς αυτούς οικονομικούς παράγοντες περιορίστηκαν σε δευτερεύοντες ρόλους: το πολύ στη διεκδίκηση της θέσεως του Δήμαρχου ή του βουλευτή σε ώρες κάποτε εκλογικής ευκαιρίας, όπως π.χ. σε εκλογές εθνοσυνελεύσεων κλπ., κι άφησαν τις παλιότερες οικογένειες των αριστοκρατών, Βαλαωρίτη, Σέρβου, Τσαρλαμπά, οι οποίες είχαν επιβιώσει της Ενώσεως, να ηγούνται και πάλι της πολιτικής κινήσεως και πολιτικής ζωής του τόπου.
           Μόνο η οικογένεια Καλκάνη έδωσε στον τόπο, αλλ’ αργότερα, ένα σημαντικό, παράγοντα της πολιτικής που διακρίθηκε και σα βουλευτής και σαν υπουργός, αλλά και σαν νομικός• τον Κων/νο Αγγ. Καλκάνη (1882-1961), κι έπειτα το Θεόδ. Αλέξ. Καλκάνη και τον Άγγελο γιό του Κων /νου Καλκάνη.
            Στον πνευματικό χώρο αξιόλογος εκπρόσωπος της σειράς αυτής των Λευκαδίων με δυνατότητα και δικαίωμα μακρότερης ιστορικής επιβιώσεως έμεινε ο Κων/νος Γεωργ. Μαχαιράς, ο ιστορικός της Λευκάδος (25/4/1882- 1968).
          Στον πολιτιστικό πάλι χώρο, τα σπίτια του Ζαβιτσάνου απέναντι από το ναό του Παντοκράτορα, στον κεντρικό δρόμο της πόλεως, και το ξενοδοχείο «Αβέρωφ» της οικογένειας Μαυροειδή, είναι ό,τι καλύτερο άφησαν στην πόλη της Λευκάδος οι μεγάλοι Λευκαδίτες έμποροι και πλοιοκτήτες του Ι9ου αιώνα.
            Και είναι και λίγο σαν συμβολικό όπως οι εμποροναυτικοί Ζαβιτσάνοι έστησαν τα σπίτια τους σε θέση που τους πουλήθηκε από τον Ανδρέα Βλαντή, διακεκριμένο άνθρωπο των γραμμάτων μεγάλης οικογένειας διανοουμένων του τόπου. Τέλος το περιβόλι του Σταματόπουλου στη Μεγάλη Βρύση ήταν το πιο ονομαστό υποτακτικό-ιδιοκτησία ανθρώπου αυτής της κοινωνικής δραστηριότητος.

«Ιστορία Νήσου Λευκάδας» 
Π.Γ. Ροντογιάννης
 http://aromalefkadas.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τι λες γι αυτό αγαπητό Ξηρόμερο