Πριν λίγες μέρες η φίλη Μαρούλα Παπαναστάση μου ζήτησε να της προτείνω μια διαδρομή για πεζοπορία. Της πρότεινα τις πιο γνωστές διαδρομές, αλλά παντού είχε πάει. Στην προσπάθεια να ανταποκριθώ στο αίτημά της σκέφτηκα και της πρότεινα τη διαδρομή Άνω Κανδήλα – Παλιοχώρι - Παναγία Παλιοχωρίτισσα..... Είχα να πάω από δέκα χρονών. Από το σπίτι μου στον Μύτικα φαίνεται ο δρόμος μέχρι την Παναγία και είχα ακούσει ότι ο πατήρ Ευφρόσυνος λειτουργεί στο εκκλησάκι τον Δεκαπενταύγουστο. Σε επικοινωνία μαζί του μου είπε πως η εκκλησία είναι ανοιχτή και η απόφαση για τον περίπατο και το προσκύνημα αυτό πάρθηκε.
Αφού αφήσαμε τα αυτοκίνητα τέρμα Άνω Κανδήλα, ξεκινήσαμε. Εγώ, η Μαρούλα, η ξαδέρφη της Εύη (κόρη των παλιών δασκάλων της Κανδήλας Ζαχαρία και Μαρίας Λύτρα) και ο αδερφός της Δημήτρης Παπαναστάσης, με τη γυναίκα του Μαρία.
Πήραμε, λοιπόν, να περπατάμε την πλαγιά πάνω από το Μέα Μπγιάδ, όπως αλλιώς αποκαλούμε την Άνω Κανδήλα. Ο δρόμος είχε ελαφρά ανηφόρα και περπατιόταν άνετα. Η θέα του κάμπου, όλης της Κανδήλας, του Βάρνακα, του Μύτικα, των νησιών στο βάθος από την αρχή της διαδρομής, όπως και στη συνέχεια, μαγευτική. Για μένα ξύπνησαν οι αναμνήσεις: Τα ‘’κήπια’’ πάνω από τα σπίτια μας με τις ελιές και τις αμυγδαλιές που παίζαμε όλα τα γειτονόπουλα έχουν αλλάξει εντελώς. Έχουν ρημάξει θα ταίριαζε καλύτερα. Οι πέτρες έχουν μείνει.
Χάρηκα που είδα πως το μέρος που είχε περιφράξει και φυτέψει το Δασαρχείο και περιφρουρούσε ο αδερφός μου ο Νίκος και άλλοι νέοι του χωριού να μην μπαίνουν μέσα ζώα έχει πυκνή βλάστηση. Σε αυτή την πλαγιά ανεβαίναμε τα παιδιά της γειτονιάς και μαζεύαμε ρίγανη. Παίρναμε μαζί μας νερό σε κάτι μικρά μπουκαλάκια πλαστικά (πολυτέλεια τα πλαστικά αντικείμενα τότε), με σχήμα σαν μικρές νταμιζάνες.
Να και το ‘’κουντρί’’ που ανεβαίναμε να ξεκουραστούμε και να αγναντέψουμε τα γύρω χωριά. Εδώ ανέβαιναν οι μανάδες μας και έφτιαχναν δεμάτια πουρνάρια να κάψουν τον φούρνο. Αφού τα έδεναν τα κύλαγαν τον κατήφορο μέχρι ένα σημείο και μετά τα κουβαλούσαν στο κεφάλι τους μέχρι το σπίτι. Και σαν να ακούω τα βράχια που ξεκόλλαγαν μερικές φορές από ψηλά και κυλούσαν προς τα σπίτια μας γεμίζοντας φόβο τις παιδικές μας ψυχές.
Περπατούσαμε, περπατούσαμε Παλιοχώρι και Παλιοχωρίτισσα δε βλέπαμε πουθενά. Αναρωτιόμασταν μήπως πήραμε λάθος κατεύθυνση σε διακλαδώσεις του δρόμου προς κάποιες στάνες. Άνθρωπος πουθενά να ρωτήσουμε. Μόνο γελάδια, με τα σκουλαρίκια τους, ούτε σκύλος δεν ακουγόταν πουθενά.
Τελικά μετά από μια ανηφόρα που μας έκοβε τη θέα, αντικρίσαμε το εκκλησάκι σε αρκετή απόσταση. Πηγαίνοντας προς τα εκεί τότε είδαμε και τα ερείπια του Παλιού χωριού. Πέτρινοι τοίχοι και λιθιές παντού.
Αρχίσαμε να εξερευνούμε τα ερείπια που διατηρούσαν το σχήμα σπιτιού. Ενθουσιαστήκαμε. Δεν περιμέναμε ότι θα δούμε κάτι τέτοιο. Όλα τα σπίτια είχαν στους τοίχους πολεμίστρες. Ένα μάλιστα που σώζεται καλύτερα πάνω από την πόρτα είχε ένα σχηματισμό σαν λίθινο κουτί με ανοίγματα που προεξείχε προς τα έξω. Δεν μπορέσαμε να καταλάβουμε τι ήταν. Διπλό παράθυρο για ασφάλεια; Φεγγίτης; Πολεμίστρα για κάτι μεγαλύτερο από τα συνηθισμένα όπλα; Τρύπες γύρω γύρω στον τοίχο μαρτυρούσαν ότι υπήρχε πάτωμα. Ήταν διώροφο το σπίτι. Αυτό το είχα ξαναδεί στον Πύργο προς το Αρχοντοχώρι. Υπάρχουν κι εκεί αυτές οι τρύπες. Στη μια άκρη του σπιτιού υπάρχει ένας χώρος, κολλητά στον τοίχο, σκαμμένος χαμηλότερα από τον υπόλοιπο χώρο. Το μυαλό μου πήγε στο κακό. Στο Καστρί είχα δει αυτά τα σκαψίματα και δεν ήταν από τους αρχαίους, αλλά από τους νέους, κοινώς αρχαιοκάπηλους. Η Μαρούλα όμως σκέφτηκε πως θα ήταν το κελάρι του σπιτιού, ένας χώρος δροσερός κατάλληλος για τη διατήρηση τροφίμων και μάλλον έτσι θα είναι.
Στους τοίχους, στα περισσότερα σπίτια, φαίνεται η εσοχή του τζακιού με τις ‘’πολίτσες’’ από δω κι από κει, μικρές εσοχές στον τοίχο για το λυχνάρι ή άλλα αντικείμενα. Πέτρες, πέτρες παντού: γκρίζες, γαλαζωπές, άσπρες, με τρύπες, με σχήματα πολλά. Το ταξίδι μας στο παρελθόν διέκοψε ένας ήχος πολύ συνηθισμένος ιδιαίτερα στην Κανδήλα. Τι άλλο; Ο ήχος από μηχανάκι. Ήταν ο Πάνος Σακουφάκης που είχε έρθει στα ζώα του: γελάδια, πρόβατα, γίδια. Πραγματικά ελευθέρας βοσκής. Μας έκανε εντύπωση που δεν είχε ούτε σκυλί να τα φυλάει. Δεν υπάρχουν κίνδυνοι, όπως μας είπε. Απέναντί μας βλέπαμε τον δρόμο της Αγίας Παρασκευής, τον Άη Λιά, το μοναστήρι των Αγίων Αποστόλων. Μυστηριακή ατμόσφαιρα. Είχε περάσει και η ώρα. Το φως λιγοστό. Απόλυτη ησυχία.
Ανηφορίζοντας λίγο ακόμα φτάσαμε στο εκκλησάκι, την Παναγία την Παλιοχωρίτισσα. Ωραία, καινούρια σκεπή, μεγάλο υπόστεγο στην αυλή, ασπρισμένο, περιποιημένο. Άλλες αναμνήσεις από αυτή την αυλή. Όπως είπα στην αρχή είχα να πάω από δέκα χρονών. Τότε πήγαιναν οι πιστοί το απόγευμα της παραμονής, γινόταν ο Εσπερινός, κοιμόταν εκεί έξω, το πρωί γινόταν η θεία λειτουργία και έφευγαν. Δε θυμάμαι αν γινόταν γλέντι ή κάτι άλλο. Εκείνο που θυμάμαι όμως είναι πως το βράδυ που πέσαμε να κοιμηθούμε, κάτω από τ΄άστρα, ήρθα για πρώτη φορά σε επαφή με την επιστήμη της Φυσικής. Η αδερφή μου η Μαρία, οχτώ χρόνια μεγαλύτερη, μου αποκάλυψε το φοβερό: η γη είναι στρογγυλή και κινείται! Κι εμείς μαζί της! Δε μπορούσα να το καταλάβω αυτό. Περάσαμε τη μισή νύχτα να προσπαθεί να μου αναλύσει το φαινόμενο, αλλά πού να καταλάβω. Τώρα αυτά τα διδάσκουμε στα παιδιά σε πολύ μικρές τάξεις με παραστατικό τρόπο όμως και με άλλα εργαλεία στα χέρια μας.
Μπήκαμε μέσα στο εκκλησάκι. Το πάτωμα στρωμένο με τι άλλο; Με πέτρες τετράγωνες, άσπρες, γυαλιστερές. Μπροστά μας το τέμπλο, χτιστό με τις αγιογραφίες του. Είναι οι μόνες που σώθηκαν. Οι υπόλοιπες εξαφανίστηκαν κάτω από τον ασβέστη στους ασπρισμένους τοίχους. Προσκυνήσαμε, χτυπήσαμε την καμπάνα και πήραμε τον δρόμο της επιστροφής.
Στα μέσα του δρόμου βλέπαμε τα φώτα του Μύτικα, στο βάθος, να έχουν ανάψει. Φτάσαμε στο χωριό ενώ είχε νυχτώσει γεμάτοι ικανοποίηση και χαρά γι΄αυτή μας την εξόρμηση και επαφή με τη φύση, τη θρησκεία και την ιστορία.
Αν θέλει κάποιος να το επιχειρήσει η διαδρομή κρατάει περίπου δύο ώρες να πας και να γυρίσεις. Δεν είναι δύσκολη αλλά τη φανέλα την ιδρώνεις, κυριολεκτικά. Απαραίτητο το νερό μαζί σας. Υπάρχει και άλλος δρόμος από τα Κραββαρέϊκα και το μοναστήρι των Αγίων Αποστόλων. Πηγαίνει και αυτοκίνητο ίσως μέχρι πάνω.
Αναρωτιόμαστε πότε να εγκαταλείφτηκε αυτό το χωριό και οι κάτοικοι μετοίκησαν στη σημερινή Καντήλα. Αν κάποιος μπορεί να μας δώσει στοιχεία σχετικά θα είμαστε ευγνώμονες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τι λες γι αυτό αγαπητό Ξηρόμερο