Σάββατο 11 Ιουνίου 2016

ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΤΡΙΑΝΤΗΣ: Η ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΑΧΡΗΣΤΟΥ

Του Χριστόφορου Τριάντη*

     «O tempora o mores» έλεγαν οι Λατίνοι αναφερόμενοι στην κακία και στη διαφθορά που είχαν κατακλύσει την άλλοτε δίκαιη και δημοκρατική πολιτεία. Σίγουρα θα είχαν υπόψη τους τις παρατηρήσεις των κλασικών (Ελλήνων και Ρωμαίων) για τη χρησιμότητα του αχρήστου και την αχρηστία του χρήσιμου. 
    Αυτές οι αξιολογήσεις  κατηύθυναν  για μεγάλο διάστημα την ηθική και την οργάνωση της πολιτείας. Πλησίασαν οι δυο λαοί την ουσία του όλου ζητήματος και διαμόρφωσαν την εθνική τους διαδρομή βασισμένη πάνω στη σοφία και την αρετή.  Έμειναν πιστοί σ’ αυτήν την ανώτερη στάση ζωής που δεν έχει καμιά σχέση με την ύλη, το χρήμα, τη φιληδονία.
     Πρώτοι οι Έλληνες φιλόσοφοι είχαν επικεντρωθεί στο θέμα: «τι είναι χρήσιμο και τι άχρηστο». Ο Πλάτωνας ήταν αυτός που μίλησε για την αξία των πραγμάτων, το πρωτεύον και το δευτερεύον μέσα σε καθετί το υλικό ή πνευματικό ή υπάρχον εν ψυχή........



   Βέβαια, οι πολλοί –πάντα- θα απαιτούν να υπάρχει χρησιμότητα σ’ όλα, να συμμετέχουν νυχθημερόν  στη μαζική διασκέδαση, στο σκόρπισμα  και στην -άνευ ουσίας- τέρψη. Υπολογίζουν ότι έτσι θα τους αποκαλυφθεί το νόημα της ζωής. Ακολουθούν εναγωνίως την οδό της χρησιμοθηρικής αξιοποίησης των πάντων, μένοντας προσκολλημένοι στο αποκλειστικά γήινο.
      Ο καθορισμός όμως, του ωφελίμου και του μη ωφέλιμου έχει γίνει από την εποχή των πρωτόγονων και συσχετιζόταν με την τέχνη. Ο γιαπωνέζος Κακούζο Οκακούρα εξηγεί ότι η γένεση της ποίησης ήταν η πρώτη νίκη κατά των χρησίμων και πραγματοποιήθηκε στα προϊστορικά χρόνια: «Ο πρωτόγονος άνθρωπος ξεπέρασε τη συνθήκη ασχήμιας του προσφέροντας την πρώτη γιρλάντα στο κορίτσι του. Υψώνοντας, τον εαυτό του πάνω από τις πρωτόγονες φυσικές του ανάγκες, έγινε ανθρώπινος. Όταν διαισθάνθηκε τη χρήση που μπορούσε να κάνει του άχρηστου ο άνθρωπος πραγματοποίησε την είσοδο του στο βασίλειο της τέχνης, με άλλα λόγια η ανθρωπότητα με μια απλή κίνηση έγινε πιο ανθρώπινη».
     Όλο αυτό το επεισόδιο ήταν η αρχή εκκίνησης του «άχρηστου», μέσα σ’ ένα περιβάλλον απόλυτης χρήσης. Καθετί, λοιπόν, που τέρπει και ανυψώνει τον άνθρωπο και δεν μπορεί να μετρηθεί χρηστικά θα είναι πάντα και παντού το αληθινά χρήσιμο. Χαρακτηριστικά άχρηστα πράγματα είναι: η τέχνη, η φιλοσοφία και οι επιστήμες, όταν αυτές επιτελούν τον σκοπό τους. Ο στόχος τους δεν είναι άλλος από το να οδηγήσουν τον άνθρωπο όχι στον homo economicus, αλλά στη σοφία, στη δίκαιη κοινωνία.
      Το αιώνιο ερώτημα «ποιο είναι το  νόημα της ζωής;» δεν απασχολούσε μόνο τον Φάουστ του Γκαίτε,αλλά και κάθε ανθρώπινο ον που αναζητά την ομορφιά και την αλήθεια. Ιδιαίτερα σήμερα, εποχή ψηφιακών επιτευγμάτων, αποκρυσταλλώνονται οι  απόψεις ότι «η ύλη είναι ο θεός» και ότι «το χρήμα είναι αυτό που  καθορίζει τις τιμές στα προϊόντα». Έτσι, ο άνθρωπος γίνεται και αυτός ένα προϊόν που αυτομάτως  μπαίνει στη λογική: «πόσο στοιχίζω;». Αν τύχει και αξίζει αρκετά τότε μπορεί να σχεδιάζει το μέλλον μου, σ’ έναν μικρόκοσμο αποκλειστικά δικό του. Μπορεί εκεί μέσα- με τη σειρά του- να κερδίζει, να αγοράζει, να καταναλώνει.
      Άξιο προσοχής αποτελεί και το χρηστικό πλαίσιο που χαρακτηρίζει τα εκπαιδευτικά ζητήματα. Η κυριαρχία των αχρήστων  έχει εμποτίσει όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης. Έχουν εγκαταλειφθεί οι πνευματικές αναζητήσεις, τα λογοτεχνικά μονοπάτια, η αγάπη για τη γλώσσα και τις επιστήμες. Είναι τυπική η απάντηση πολλών μαθητών στις σχολικές αίθουσες (αλλά και μαθητών των φιλοσόφων) «τι θα ωφελήσει αν γνωρίζω τον Σολωμό ή τον Ουγκώ ή τον Τσέχωφ  και τον Ντοστογιέφσκι;» Το να επιστρατεύει ένας δάσκαλος  ένα σωρό επιχειρήματα (τα οποία ούτε ο ίδιος τα πολυπιστεύει) δεν πείθουν τους βαριεστημένους μαθητές. Φαίνεται στα μάτια και στις αντιδράσεις τους πόσο η λογοτεχνική ονοματολογία τούς είναι αδιάφορη . Υπάρχει όμως εξήγηση και είναι εύκολη. Πολλοί εκπαιδευτικοί και πανεπιστημιακοί μεταβλήθηκαν  σε διεκπεραιωτές ύλης και κανόνων. Η διδασκαλία έχει γίνει ένα διεκπεραιωτικό πράγμα που στοχεύει αποκλειστικά σε  χρησιμοθηρικές λογικές και  όχι στην πνευματική εξύψωση των ανθρώπων, ώστε να ξεκινήσουν την πορεία: δια των «αχρήστων, προς τα αστέρια».
        Η διδασκαλία μπορεί να επηρεάσει τα πράγματα, όταν δεν είναι χρηστική και δεν ακολουθεί τον συστημικό  και γραφειοκρατικό σχεδιασμό που προωθούν οι «στυλοβάτες» της παιδείας. Ο δάσκαλος μπορεί να κινητοποιήσει τους μαθητές (κάποιους τουλάχιστον), αν ο ίδιος δείξει την αγάπη του για τα άχρηστα, θα κάνει θαύματα. Πολλοί μεγάλοι ξεκίνησαν να ασχολούνται με τις επιστήμες και τις τέχνες, γιατί κάποιος φωτισμένος δάσκαλος τούς έμαθε την αγάπη για τα άχρηστα. Το έναυσμα είχε δοθεί. Η αγάπη προς τον δάσκαλο και το μάθημά του νικά τη χρησιμοθηρική αντιμετώπιση της ζωής και πραγματοποιεί τον σκοπό της, δηλαδή την ύψωση του ανθρώπου πάνω από το ζωώδες. Χρειάζεται ο δάσκαλος να επιστρατεύει τέτοια παραδείγματα, όχι για να πειστούν οι συνομιλητές του, αλλά για να δείξει ποιες άλλες διέξοδοι υπάρχουν στο μονοπάτι της ζωής.
      Οι οδοί της τέχνης και της ποίησης φυσικά δεν οδηγούν σε καμία παραδεισένια  παραλία με μεγάλα ξενοδοχεία, αλλά ανοίγουν την πόρτα της  αξιοπρέπειας, της άμυνας απέναντι στη φθοροποιό δύναμη του χρόνου. Είναι σαν να  λέμε ότι δεν γνώρισα στη ζωή μου τι είναι ομορφιά και γνώρισα καλά τι είναι τα χρήματα. Όλη η πορεία  μου περιστράφηκε γύρω από το κυνήγι της τακτοποίησης, τη βόλεψης και  του συμφέροντος μου (πάνω από όλα). Αυτά είναι τα καθοριστικά χρήσιμα στοιχεία στο σκηνικό της ζωής.        Η ισοπέδωση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας αποτελεί τη νίκη των «ωφελίμων» συνθηκών που κατευθύνουν τον άνθρωπο στην υποδούλωση, στην ασχήμια και τα πάθη. Απομακρύνεται αυτός  από την αλήθεια ή τουλάχιστον από την επιθυμία της, που είναι –διαχρονικά- το  πιο ζωντανό μέγεθος.
      Από τον Πλάτωνα ως τον Αριστοτέλη και από τον Καντ  έως τον Χάιντεγκερ περιγράφηκε  διεξοδικά η αντιστοίχιση ανάμεσα  στη χρησιμότητα και το άχρηστο. Είναι πασιφανές ποιο έχει κυριαρχήσει στις μέρες μας. Αυτή η διαπίστωση γίνεται ακόμα πιο «επικίνδυνη» λόγω και της εμπορευματοποίησης (όλων των βαθμίδων) της εκπαίδευσης. 
       Τα πανεπιστημιακά ιδρύματα σ’ όλον τον κόσμο βιάζονται να ξαποστείλουν τους φοιτητές, υποβαθμίζοντας το επίπεδο σπουδών. Συγκεφαλαιώνουν  αποκλειστικά την εκπαιδευτική διαδικασία στον χρόνο (συντόμευσης) των σπουδών και στην αυστηρή εξειδίκευση. Στόχος τους είναι να βγουν οι απόφοιτοι κατευθείαν στην αγορά εργασίας για να «βγάλουν λεφτά». Η λογική απαιτεί  την υποβάθμιση ή την κατάργηση των ανθρωπιστικών σπουδών. Τι χρειάζονται τα μουσεία, οι βιβλιοθήκες, τα ωδεία, οι αρχαιολογικοί χώροι, αν δεν βγάζουν λεφτά; και οι σχολικές μονάδες και πανεπιστημιακές σχολές που δεν καλύπτουν τους στόχους; Να κλείσουν πάραυτα γιατί επιβαρύνουν τον κρατικό κορβανά και το κράτος χάνει πόρους που θα πήγαιναν στην «ανάπτυξη». Λες και μερικά εκατομμύρια πάνω ή κάτω θα έλυναν το πρόβλημα της οικονομικής ευρωστίας του κράτους. Οι άνθρωποι μαθαίνουν γράμματα όχι για τη χρήση  των γραμμάτων, αλλά επειδή μέσω αυτών κερδίζουν χρήματα και αξιώματα. Μέσα από αυτές τις διαδικασίες, ενώ ο άνθρωπος πιστεύει ότι γίνεται πλούσιος, στην ουσία γίνεται όλο και πιο φτωχός, πλησιάζοντας το ζώο που καιροφυλακτεί.

 Η πνευματική δημιουργία και η τέχνη είναι πλέον αντιπαραγωγικές γι΄ αυτό πρέπει να εξαλειφθούν ή τουλάχιστον να αφεθούν στους ποιητές ή στους παρακμιακούς καλλιτέχνες για να περνούν την ώρα τους, ρεμβάζοντας όπως λέει κι ο Ελύτης. Έτσι δεν θα ενοχλούν το κοινωνικό σύνολο με τις απόψεις και την αντιοικονομική τους στάση. Κοινωνία - μεγαλείο  και άκρατος οικονομισμός δεν πηγαίνουν μαζί.
    Ο Γκωτιέ είχε γράψει «η τέχνη είναι αυτό που περισσότερο μας παρηγορεί στη ζωή».  Λοιπόν, η τέχνη, η ποίηση, η λογοτεχνία, η καλλιτεχνία είναι τα χρήσιμα, αυτά που μπορούν να μας κάνουν  καλυτέρους. Τι σημαίνει γινόμαστε καλύτεροι; Με λίγα λόγια σημαίνει ότι μπορούμε να αγωνιζόμαστε για την αξιοπρέπεια μας, ότι μοχθούμε να επικρατήσουν η δικαιοσύνη και η ισονομία, ότι μπορούμε προσεγγίζουμε την ωραιότητα της φύσης, χωρίς να την καταστρέφουμε, ότι η ομορφιά της τέχνης μας κατευθύνει. Η γνώση είναι ένα στοιχείο που αποτελεί από μόνο του εμπόδιο στην κυριαρχία του ακράτου ωφελιμισμού και της επικράτησης του συμφέροντος. Η πίστη στον Θεό αποτελεί ένα ακόμα οχυρό αντίστασης στον κατακερματισμένη ιδιωτεία των καιρών μας.
        Όλες αυτές οι παράμετροι στο σημερινό ισοζύγιο της ζωής θεωρούνται μη ωφέλιμες, άχρηστες και μη παραγωγικές. Δεν προσφέρουν το παραμικρό όφελος στις διαβαθμίσεις της οικονομίας. Μάλιστα μπορεί να προκαλέσουν ρεμβασμούς, ενατενίσεις, σκέψεις που απομακρύνουν τον άνθρωπο από τη δράση και κατ’ επέκταση από τη δυνατότητα να γίνει πλούσιος. 
     Αν σκύψουμε – πραγματικά και όχι αποσπασματικά -  πάνω στους αρχαίους κλασικούς, πάνω στην αρχαία Ελλάδα και τους Λατίνους θα δούμε ότι είχαν αντιληφθεί από πολύ νωρίς την αξία της αρετής και της φιλοτιμίας. Ο Ρουσσώ είχε πει «πως οι αρχαίοι πολιτικοί μιλούσαν αδιάκοπα για τα ήθη και την αρετή, οι σημερινοί μιλούν για το εμπόριο και το χρήμα».
       Το φαίνεσθαι υπερισχύει του είναι. Μάταια ο Πλάτωνας στο Συμπόσιο προσπάθησε να δείξει ότι η αξία του αιώνιου έρωτα δεν αφορά τις σαρκικές απολαύσεις, αλλά την αγάπη για τα πνευματικά αγαθά που μένουν ανεξίτηλα. Είναι σπουδαιότερη η ερωτική προσήλωση στα πνευματικά δημιουργήματα παρά  στον σαρκικό έρωτα και τις γήινες απολαύσεις. Αυτή η «εργασία» δεν έχει εγωιστικές αρχές και τελεολογία, αλλά ο άνθρωπος εργάζεται για την αρετή και του Θεό. Οι αρχαίοι μίλησαν πάλι.
      Η ποίηση και η τέχνη  είναι οι παραστάτες της αλήθειας ενάντια στον θάνατο, στην απονέκρωση του ανθρώπου, στην ίδια τη νέκρωση των αισθημάτων. Το άχρηστο, λοιπόν, όπως είναι η ποίηση κάνει τον πολίτη να κρατήσει το ανθρώπινο στοιχείο μέσα του και να μην αποκτηνωθεί. Ο Λόρκα γράφει «Η ποίηση απαιτεί μια μακρά μύηση, όπως το οποιοδήποτε σπορ, άλλα στην αληθινή ποίηση υπάρχει ένα άρωμα, ένας τόνος, ένα φωτεινό κομμάτι που όλα τα ανθρώπινα πλάσματα μπορούν να αντιληφθούν. Και ο Θεός να μας βοηθήσει να τρέφουμε εκείνον τον κόκκο τρέλας που όλοι έχουμε μέσα μας, που πολλοί τον σκοτώνουν για να  φορέσουν το μισητό μονόκλ της θεωρητικής σχολαστικότητας, και που χωρίς αυτόν είναι αλόγιστο να ζούμε ….»
         Η ελευθερία είναι το ζητούμενο, το προσωπικό όφελος και το κέρδος στερούν την ελευθερία. Μόνο η ελευθερία είναι αυτή που μπορεί να βοηθήσει μια μεγαλοφυΐα να θριαμβεύσει.  Είναι άρρηκτα συνδεδεμένη  με το μεγαλείο. Και τα δυο εγκαταλείπουν τους επιστήμονες, τους ανθρώπους του πνεύματος, όταν το κέρδος επικαλύπτει την επιστημονική και λογοτεχνική τους εργασία .Εκεί χάνεται το μεγαλείο και  η αλήθεια. Όταν οι στοχαστές και οι καλλιτέχνες στέκονται «μουγγοί» απέναντι σε απάνθρωπα μέτρα και σε απάνθρωπες πολιτικές, τότε η βαρβαρότητα έχει επιτύχει να αλώσει κάθε στρώμα και υπόστρωμα της ζωής. Αυτοί είναι περισσότερο υπόλογοι γιατί γνωρίζουν τι είναι κόλαση και εντούτοις την προσφέρουν απλόχερα στους άλλους. Έπρεπε να δείξουν τον άλλον δρόμο, τον δρόμο της αξιοπρέπειας, όχι από αίσθηση του καθήκοντος, αλλά από βαθιά γνώση της ομορφιάς της ζωής.
      Τέλος, το απόφθεγμα του Μποντλέρ που αναθεματίζει -ποιητικά- τη χρησιμότητα, είναι ένας οδηγός σε καιρούς αφιλίας «το να είσαι χρήσιμος άνθρωπος μου φαινόταν πάντα χυδαίο……»

*Ο Χριστόφορος Τριάντης υπηρετεί στη δημόσια εκπαίδευση από το 1998. Είναι από τη Μαχαιρά Ξηρομέρου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τι λες γι αυτό αγαπητό Ξηρόμερο