Κωνσταντίνος Βασιλείου ή Ρεντίφης
του Άρη Μπιτσώρη
Στο μνήμα του Κώστα Βασιλείου (Ρεντίφη) που βρίσκεται στο νεκροταφείο του Προδρόμου και ο οποίος έφυγε από τη ζωή το 1950, φέρει την παρακάτω έμμετρη επιγραφή:
«Ωσάν νερό περάσανε τα χρόνια της νεότης
τίποτε δεν απήλαυσα, τα πάντα ματαιότης.
Μη θησαυρίζετε στη γη, είναι φθαρτό το χρήμα
τα πάντα εξαφανίζονται όταν κλειστείς στο μνήμα».
Στo βαθύ φιλοσοφημένο επίγραμμα του Ρεντίφη, βλέπουμε με την έμμετρη ποίηση του, να περιέχει το επίγραμμα, το απόσταγμα όχι μόνο της δικής του ζωής, αλλά μέσα σε αυτούς τους λιτούς στίχους περιλαμβάνεται η φιλοσοφία του Ξηρομερίτικου Πολιτισμού. Είναι από τα σπάνια ταφικά μνημεία που ασχολείται αποκλειστικά και καίρια με τη ματαιότητα του κόσμου τούτου και με το εφήμερο της ανθρώπινης ύπαρξης. Οι σκέψεις του παραπέμπουν στους Στωικούς, στον Επίκουρο αλλά και σε πολλές θεωρίες της Ανατολής.
Ο Κωνσταντίνος Βασιλείου ή Ρεντίφης, ήταν ένας λαϊκός ποιητής, ένας έμπειρος χρονικογράφος της καθημερινής αγροτικής ζωής, με σπάνιο ταλέντο, το οποίο μάλιστα το είχε αναγνωρίσει ο Γιάννης Βλαχογιάννης και γι’ αυτό του πρότεινε να πάει στην Αθήνα για να συνεργαστούν. Ο Ρεντίφης, αρνούμενος αυτή την πρόταση, μπορεί να έχασε την ευκαιρία της διάκρισης και προβολής στους λογοτεχνικούς κύκλους, μπορεί να μην περιελήφθη στην Ανθολογία της Ελληνικής Ποίησης, αλλά, με τη δύναμη του στίχου που τραγούδησε τους καημούς, τους πόθους, τα πάθη, τους έρωτες, τους αγώνες και τις αγωνίες των κατοίκων του Κεντρικού Ξηρομέρου το πρώτο μισό του 20ου αιώνα, παραμένει για γενιές ολόκληρες παρών στις καρδιές, στο νου και στα χείλη των Ξηρομεριτών. Οι εύστοχες, εύθυμες, θυμόσοφες, υπαινικτικές και σατιρικές δημιουργίες του αποτελούν σημαντικό λαογραφικό υλικό και γι’αυτό πρέπει να διασωθούν, να καταγραφούν και να αποτελέσουν ένα ιδιαίτερο κεφάλαιο της τοπικής μας ιστορίας.
Πριν κλείσω αυτή τη σύντομη πρώτη προσέγγιση στο πρόσωπο του Ρεντίφη, αφιερώνοντας του παράλληλα και ένα ποίημα, θα ήθελα να παρακαλέσω όσους θυμούνται ποιήματά του, μικρά ή μεγάλα αποσπάσματα, ή ακόμα και σπαράγματα στίχων του να επικοινωνήσουν μαζί μου για να με βοηθήσουν στην έρευνα που έχω αρχίσει γύρω από το έργο του.
ΡΕΝΤΙΦΗΣ Ο ΠΡΑΜΑΤΕΥΤΗΣ
Γύρναγε μ’ ένα γάιδαρο
ντυμένο με πραμάτεια
στου Ξηρομέρου τα χωριά
πότε καλή η σερμαγιά
και πότε με κεσάτια.
Σ’ αλώνια και σε δημοσιές
σε βλάχικα κονάκια,
μικρές χαρές μα και καημούς
σαν τους αρχαίους ραψωδούς
έπλεκε σε στιχάκια.
Σατίριζε αυτοστιγμή
τύπους και χαρακτήρες
έδινε χρώμα στη ζωή
με μία πένα αιχμηρή
και πνεύμα όλο σπινθήρες.
Κι αν ο Ρεντίφης ήτανε
άγνωστος μες στο σώμα
των σπουδαγμένων ποιητών,
μες στις καρδιές των χωρικών
λέει στιχάκια ακόμα.
Άρης Μπιτσώρης
του Άρη Μπιτσώρη
Στο μνήμα του Κώστα Βασιλείου (Ρεντίφη) που βρίσκεται στο νεκροταφείο του Προδρόμου και ο οποίος έφυγε από τη ζωή το 1950, φέρει την παρακάτω έμμετρη επιγραφή:
«Ωσάν νερό περάσανε τα χρόνια της νεότης
τίποτε δεν απήλαυσα, τα πάντα ματαιότης.
Μη θησαυρίζετε στη γη, είναι φθαρτό το χρήμα
τα πάντα εξαφανίζονται όταν κλειστείς στο μνήμα».
Στo βαθύ φιλοσοφημένο επίγραμμα του Ρεντίφη, βλέπουμε με την έμμετρη ποίηση του, να περιέχει το επίγραμμα, το απόσταγμα όχι μόνο της δικής του ζωής, αλλά μέσα σε αυτούς τους λιτούς στίχους περιλαμβάνεται η φιλοσοφία του Ξηρομερίτικου Πολιτισμού. Είναι από τα σπάνια ταφικά μνημεία που ασχολείται αποκλειστικά και καίρια με τη ματαιότητα του κόσμου τούτου και με το εφήμερο της ανθρώπινης ύπαρξης. Οι σκέψεις του παραπέμπουν στους Στωικούς, στον Επίκουρο αλλά και σε πολλές θεωρίες της Ανατολής.
Ο Κωνσταντίνος Βασιλείου ή Ρεντίφης, ήταν ένας λαϊκός ποιητής, ένας έμπειρος χρονικογράφος της καθημερινής αγροτικής ζωής, με σπάνιο ταλέντο, το οποίο μάλιστα το είχε αναγνωρίσει ο Γιάννης Βλαχογιάννης και γι’ αυτό του πρότεινε να πάει στην Αθήνα για να συνεργαστούν. Ο Ρεντίφης, αρνούμενος αυτή την πρόταση, μπορεί να έχασε την ευκαιρία της διάκρισης και προβολής στους λογοτεχνικούς κύκλους, μπορεί να μην περιελήφθη στην Ανθολογία της Ελληνικής Ποίησης, αλλά, με τη δύναμη του στίχου που τραγούδησε τους καημούς, τους πόθους, τα πάθη, τους έρωτες, τους αγώνες και τις αγωνίες των κατοίκων του Κεντρικού Ξηρομέρου το πρώτο μισό του 20ου αιώνα, παραμένει για γενιές ολόκληρες παρών στις καρδιές, στο νου και στα χείλη των Ξηρομεριτών. Οι εύστοχες, εύθυμες, θυμόσοφες, υπαινικτικές και σατιρικές δημιουργίες του αποτελούν σημαντικό λαογραφικό υλικό και γι’αυτό πρέπει να διασωθούν, να καταγραφούν και να αποτελέσουν ένα ιδιαίτερο κεφάλαιο της τοπικής μας ιστορίας.
Πριν κλείσω αυτή τη σύντομη πρώτη προσέγγιση στο πρόσωπο του Ρεντίφη, αφιερώνοντας του παράλληλα και ένα ποίημα, θα ήθελα να παρακαλέσω όσους θυμούνται ποιήματά του, μικρά ή μεγάλα αποσπάσματα, ή ακόμα και σπαράγματα στίχων του να επικοινωνήσουν μαζί μου για να με βοηθήσουν στην έρευνα που έχω αρχίσει γύρω από το έργο του.
ΡΕΝΤΙΦΗΣ Ο ΠΡΑΜΑΤΕΥΤΗΣ
Γύρναγε μ’ ένα γάιδαρο
ντυμένο με πραμάτεια
στου Ξηρομέρου τα χωριά
πότε καλή η σερμαγιά
και πότε με κεσάτια.
Σ’ αλώνια και σε δημοσιές
σε βλάχικα κονάκια,
μικρές χαρές μα και καημούς
σαν τους αρχαίους ραψωδούς
έπλεκε σε στιχάκια.
Σατίριζε αυτοστιγμή
τύπους και χαρακτήρες
έδινε χρώμα στη ζωή
με μία πένα αιχμηρή
και πνεύμα όλο σπινθήρες.
Κι αν ο Ρεντίφης ήτανε
άγνωστος μες στο σώμα
των σπουδαγμένων ποιητών,
μες στις καρδιές των χωρικών
λέει στιχάκια ακόμα.
Άρης Μπιτσώρης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τι λες γι αυτό αγαπητό Ξηρόμερο