Ο Φαρισαίος της πρώτης Κυριακής, ο σκληρόκαρδος μεγάλος γιος της δεύτερης Κυριακής και τα ερίφια της τρίτης Κυριακής του Τριωδίου έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό: θεωρούν τον Θεό απλώς ως νομοθέτη και άτεγκτο άρχοντα, ο οποίος δίνει εντολές και, προκειμένου να έχουμε και εμείς θέση στην βασιλεία Του, πρέπει μόνο να υπακούμε, εφαρμόζοντας τύπους και διατάξεις. Αντίθετα, ο τελώνης, ο άσωτος και εκείνοι που έγιναν δεκτοί στη Βασιλεία των Ουρανών κατά την παραβολή της Τελικής Κρίσης, μας παρουσιάζουν το πρότυπό του αληθινού τέκνου του Θεού. Εκείνου, που δεν υπακούει τον Θεό από φόβο αλλά από αγάπη. Και μάλιστα, μία αγάπη που πλημμυρίζει την καρδιά και εκδηλώνεται με έργα προς τον πλησίον.
Ούτε τα έργα όμως αρκούν. Το σημερινό Ευαγγέλιο μιλά βέβαια για τη νηστεία, και μάλιστα μάς προτρέπει να την ακολουθήσουμε μυστικά, διακριτικά, χωρίς να επιζητούμε τον ανθρώπινο έπαινο. Στην αρχή όμως της Ευαγγελικής περικοπής, αυτό που αναδεικνύεται ως ο μέγιστος σκοπός του πνευματικού αγώνα είναι η συγγνώμη προς τον αδελφό μας.
Τί μας δίδαξε το Τριώδιο; Πως, αυτό που κατεξοχήν μας χωρίζει από τον Θεό, είναι η σκληρότητα προς τον αδελφό μας και η άρνησή μας να σκύψουμε στις ανάγκες του και να επουλώσουμε τα τραύματά του. Με τί ξεκινάει η σημερινή ευαγγελική περικοπή; Με την απόλυτη διαβεβαίωση, εκ μέρους του Θεού, πως η σχέση μαζί Του περνά μέσα από την συγγνώμη προς τον αδελφό μας. «Ἐὰν γὰρ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καὶ ὑμῖν ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος· ἐὰν δὲ μὴ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις, οὐδὲ ὁ πατὴρ ὑμῶν ἀφήσει τὰ παραπτώματα ὑμῶν».
Ο δρόμος της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής που ανοίγεται μπροστά μας περιλαμβάνει, βεβαίως, άσκηση πνευματική και σωματική. Η νηστεία, η αυξημένη προσευχή, η αποκοπή από εκείνα που μας διασπούν και μας αποπροσανατολίζουν στον δρόμο προς τη θέωση, αποτελούν προτάσεις για το τί να κάνουμε, ώστε να ετοιμάσουμε τον εαυτό μας για τη συνάντηση με τον Νυμφίο της Εκκλησίας. Σήμερα, όμως, ο Κύριος μας διδάσκει πως η συμφιλίωση μαζί Του περνά μέσα από τη συμφιλίωση με τον αδελφό μας. Ζητούμενο, λοιπόν, δεν είναι το τί θα κάνουμε αλλά το τί θα γίνουμε. Και αυτό που πρέπει, είναι να γίνουμε άνθρωποι αγάπης και συγγνώμης, άνθρωποι ενωμένοι με την δική Του καρδιά, την καρδιά του ελέους και των οικτιρμών Του, γνήσιοι γιοι και θυγατέρες Του.
Πολλές λοιπόν και σωτήριες οι εντολές του Ευαγγελίου. Η συγχώρεση όμως προς τον συνάνθρωπο δεν είναι μία οποιαδήποτε εντολή. Η συγχώρεση αποτελεί υπόθεση της καρδιάς μας, που αποκτάται από την συνειδητοποίηση της δικής μας αμαρτωλότητας μπροστά στον Θεό. Βρίσκεται σε θέση να συγχωρέσει μόνον όποιος έχει συνείδηση των δικών του αμαρτημάτων και αισθάνεται διαρκώς ευεργετημένος από την απέραντη μακροθυμία του Θεού. Για τον λόγο αυτό, υπέρτατος σκοπός της
Μεγάλης Τεσσαρακοστής είναι η είσοδος της ψυχής στην κατάσταση της ταπεινοφροσύνης. Μόνον ο συντετριμμένος ενώπιον του Θεού βρίσκεται σε θέση να αγαπήσει και να συγχωρέσει τον συνάνθρωπο. Η σχέση μας με τον αδελφό μας αποτελεί καθρέφτη, πάνω στον οποίον καθρεφτίζεται η σχέση μας με τον Θεό.
Σήμερα, το Ευαγγέλιο μας διαβεβαιώνει πως οι δύο δρόμοι είναι παράλληλοι: «Εάν θέλετε», αναφέρει «να διαβείτε την πύλη της συγγνώμης του Θεού προς τη βασιλεία Του, να γίνετε εσείς οι ίδιοι, άνθρωποι συγγνώμης για τον συνάνθρωπό σας».
Δεν πρέπει όμως, αδελφοί μου, να ξεχνούμε πως η συγχώρεση δεν είναι απλώς μία συναισθηματική κατάσταση. Η συγχώρεση αποτελεί μίμηση της αγάπης του Θεού, ακόμα και προς εκείνους που Τον ανέβασαν στον Σταυρό. Μπορούμε, άραγε, να μιμηθούμε αυτή την αγάπη;
Ίσως κάποιοι να σκέφτεστε πως το κατόρθωμα αυτό ξεπερνά τις ανθρώπινες δυνάμεις. Δεν έχετε άδικο. Ο άγιος Σιλουανός είχε χαρακτηρίσει τη συγχώρηση του αδελφού και την αγάπη του προς τον εχθρό ως το μεγαλύτερο θαύμα. Πριν, όμως,
από το θαύμα αυτό, προηγείται ένα ακόμη μεγαλύτερο: είναι το θαύμα που έχει κάνει ο ίδιος ο Θεός, καθώς αποδέχεται τον άνθρωπο, τον αποστάτη και αμαρτωλό, μέσα στην αγκαλιά του. Η συγχώρεση λοιπόν που καλούμεθα να επιδείξουμε προς τον συνάνθρωπό μας δεν αποτελεί υπακοή σε μία εντολή αλλά μεταμόρφωση της ύπαρξής μας, εγκατάσταση του ίδιου του Χριστού στο κέντρο της καρδιάς μας, ένωση με τη δική Του αγάπη και τη δική του φιλευσπλαχνία.
Εχθές στον εσπερινό ακούσαμε από τον υμνωδό: «Εκάθισεν ο Αδάμ απέναντι του παραδείσου». Όπως ο εξόριστος Αδάμ, έτσι και εμείς, έχουμε φυτεμένο στην ψυχή μας τον πόθο του Παραδείσου. Με αγωνία και δίψα αναζητούμε τον δρόμο που θα μας οδηγήσει πίσω, στην πρώτη μας πατρίδα. Η Σαρακοστή, στην οποία εισερχόμεθα από αύριο, έχει ως μοναδικό σκοπό να μάς απαλλάξει από το σκότος των παθών και του εγωισμού μας και να μάς κάνει ξανά πολίτες της βασιλείας του Θεού. Ο πνευματικός αγώνας των ημερών που ακολουθεί δεν έχει σκοπό απλώς την υπακοή μας σε εντολές αλλά την αναγέννησή μας. Για το εάν και κατά πόσον έχουμε προσεγγίσει το βάθος και την ουσία της Μεγάλης Τεσσαρακοστής που ακολουθεί, θα μας πληροφορήσει η ίδια μας η καρδιά. Όσο αυτή παραμένει κλειστή και ανελεήμων προς τον συνάνθρωπο, οφείλουμε με συντριβή και μετάνοια να αναγνωρίσουμε τις δικές μας αμαρτίες ενώπιον του Θεού και να Του ζητήσουμε να μας κάνει μετόχους της φιλανθρωπίας Του. Εάν, όμως, αξιωθούμε να δούμε την καρδιά μας να αποκτά, σταδιακά, επιείκεια και σπλάχνα οικτιρμών, ας ευγνωμονήσουμε τον Θεό και ας του ζητήσουμε ακόμα πλουσιότερη τη χάρη Του, ώστε, όλη μας η ύπαρξη, κεκαθαρμένη και αναγεννημένη από την θεία αγάπη και φιλανθρωπία, να γίνει αυτόπτης μάρτυρας του υπέρλαμπρου φωτός του καινού μνημείου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τι λες γι αυτό αγαπητό Ξηρόμερο