Πέμπτη 20 Ιουνίου 2024

Ντίνος Στυλιανός: Οι επιβαλλόμενες ποινές (επιτίμια) στην μεσαιωνική Βόνδιτζα.

Απόσπασμα από το βιβλίο «Αχτίδες πολιτισμού από τη μεσαιωνική Βόνιτσα»


Οι επιβαλλόμενες ποινές (επιτίμια)

στην μεσαιωνική Βόνδιτζα

Ντίνος Στυλιανός του Ιωάννη


-Ποια αδικήματα αφορούσαν
-Ποιος εξέταζε και επέβαλε την ποινή
-Τι όριζε η ποινή;
-Πως εκτελεούνταν η ποινή αφού δεν υπήρχαν φυλακές;
-Ποια η προστασία του δράστη όσο χρόνο υπηρετούσε την ποινή;

 

Θεσμικό πλαίσιο

Τον 13ο αιώνα δεν υπήρχαν φυλακές και το δίκαιο αποδιδόταν από τους κατά τόπους Επισκόπους και φυσικά από τον Μητροπολίτη. Η ποινή, το λεγόμενο επιτίμιο, δεν είχε τη μορφή και την έννοια της τιμωρίας, αλλά προσανατολιζόταν κυρίως στη μετάνοια.

Βέβαια, όπως θα διαπιστώσουμε στη συνέχεια του άρθρου, το επιτίμιο, από τη μία πλευρά «τιμωρούσε» τους τρεις δράστες, αλλά ταυτόχρονα τους έθετε άμεσα υπό την προστασία της εκκλησίας.

Όσο καιρό διαρκούσε το επιτίμιο και αυτοί (οι παράνομοι) τηρούσαν τους κανόνες που έθετε το επιτίμιο, κανείς δεν μπορούσε να τους ενοχλήσει και με κανένα τρόπο.

Το επιτίμιο γραφόταν σε χαρτί και παραδιδόταν όχι μόνο στους παράνομους, αλλά και στους άρχοντες και λειτουργούς του κάθε τόπου όπου διέμεναν οι παράνομοι.

Μετά το τέλος του χρόνου που όριζε το επιτίμιο και αφού είχαν τηρηθεί όλοι οι κανόνες που ορίζονταν, οι τιμωρούμενοι παρουσιάζονταν ενώπιον αυτού που είχε θέσει την ποινή-επιτίμιο και αφού διαπιστωνόταν ότι με την τήρηση των κανόνων είχε επέλθει η μετάνοια, τους επιδιδόταν νέο χαρτί για την παύση των επιτιμίων που τους είχαν επιβληθεί.

Για πρώτη φορά συναντούμε τέτοιους κανόνες ποινής-επιτιμίου και σας τους παραθέτουμε. Είναι αξιοθαύμαστη η απαρίθμηση των κανόνων και η λεπτομέρεια στην τήρηση αυτών.
 
 
Παράθεση γεγονότων που οδήγησαν σε αδίκημα

Σε ένα σημείωμά(1) του, ο Απόκαυκος, μας γνωρίζει μια σειρά από γεγονότα των οποίων η κατάληξη ήταν να σκοτωθεί από ξυλοδαρμό ο Θεόδωρος (2). Οι δράστες του θανάσιμου ξυλοδαρμού ήταν ο Ταρανώπουλος Γεώργιος και ο Κωνσταντίνος Σαλαγάρης, ενώ εκεί κοντά βρισκόταν και τρίτο πρόσωπο, ο Στρατιωτόπουλος(3), ο οποίος παρακολουθούσε και δεν αντέδρασε στο φονικό.

Ο Απόκαυκος, πριν αποδώσει το επιτίμιο (τιμωρία) στους τρεις δράστες, παραθέτει όλα τα γεγονότα που έγιναν, μέχρι να συμβεί ο φόνος.

Μας γνωρίζει ότι, πλησίον της πόλης Βόνδιτζας, τον Ιούνιο του 1228 μ.Χ., υπήρχε βελανιδόδασος, του οποίου τα βελανίδια λόγω της καλής ποιότητάς τους, χρησιμοποιούνταν για τροφή σε βασιλικούς χοίρους(4).

Οι τρεις δράστες του φόνου ήταν φρουροί του δάσους των βελανιδιών και εκτός της φύλαξης του δάσους, έργο τους ήταν και η φύλαξη των «βασιλικών καρπών των βελανιδιών» καθώς και η φύλαξη των βασιλικών χοίρων που ήταν εκεί για πάχυνση. Κατάγονταν από ένα χωριό με το όνομα Λόγγος της περιοχής Βελκόνοβο(5).

Η εντολή φύλαξης είχε δοθεί από τον Στρατιώπουλο Ιωαννίκιο (6).

Εκείνο το έτος οι τρεις φρουροί αντιλήφθηκαν ότι τα ζώα (μεταξύ των οποίων και πρόβατα) ενός τοπικού ηγεμόνα, του κόμη Γρηγορίου εξ Αρμενίας, έμπαιναν ανεξέλεγκτα στο δάσος των βελανιδιών και τρέφονταν με τους καρπούς των δέντρων. Παρά τις παρατηρήσεις που δέχθηκε ο βοσκός των προβάτων και παρά την κατ’ εξακολούθηση απομάκρυνση – εκδίωξη του κοπαδιού, η παράνομη βοσκή των προβάτων συνεχιζόταν.

Σε μια τέτοια παράνομη βοσκή, οι τρεις φρουροί, εκδίωξαν πάλι το κοπάδι των ζώων και κράτησαν ως απόδειξη της παράνομης βοσκής ένα από τα πρόβατα. Τότε ο βοσκός απευθύνθηκε στον ηγεμόνα του και του μετέφερε την ψευδή πληροφορία ότι οι τρεις φρουροί κράτησαν ένα πρόβατο και το έφαγαν.

Ο τοπικός ηγεμόνας (ο κόμης Γρηγόριος εξ Αρμενίων) εξέφρασε τα παράπονά του στον αντιπρόσωπο του πρωτοβεστιάριου (7) του Αλυάτου (8), τον Παπά-Νικόλαο, για να επέμβει και να τιμωρήσει τους κλέφτες (9).

Αυτός (10) έλαβε μαζί του δεκαπέντε άνδρες και κίνησε να βρει τους τρεις φρουρούς-κλέφτες. Όταν τους συνάντησε χωρίς να υπάρξει απολογία αυτών, τους τιμώρησε (αρχαίο κείμενο: ετιμωρήσατο ημάς ουκ ολίγα). Όταν όμως ο Παπα­-Νικόλαος αντίκρισε το κλεμμένο πρόβατο το οποίο δεν είχε σφαγεί για φαγητό, αυτό στάθηκε απόδειξη της παράνομης βοσκής κι έτσι σταμάτησε την τιμωρία των τριών φρουρών.

Τις επόμενες ημέρες και αφού είχαν ηρεμήσει τα πράγματα, στην περιοχή παρουσιάστηκε ο «Κατεπάνω» της Βόνδιτζας (11) μαζί με τον Γεώργιο, τον γυναικαδελφό του Κόμητα Γρηγορίου του εξ Αρμενίων. Αυτοί υποστήριξαν τον βοσκό των προβάτων, παρά την ψευδή καταγγελία που έκανε στον αφέντη του, δηλαδή ότι οι τρεις φρουροί έκλεψαν ένα πρόβατο από το κοπάδι για να το φάνε.

Τα πρόβατα του Κόμη Γρηγορίου μπήκαν πάλι στο δάσος των Βελανιδιών και οι τρεις φρουροί προσπάθησαν να πάρουν όσα πρόβατα μπορούσαν από το κοπάδι, για να τα έχουν ως απόδειξη της παράνομης βόσκησης.

Εκεί όμως άρχισε μια συμπλοκή μεταξύ των τριών φρουρών και του πλήθους που είχε συγκεντρώσει ο Κόμης Γρηγόριος. Στην ομάδα του Κόμη Γρηγορίου ήταν και ο γυναικαδελφός του ο Θεόδωρος. Αυτός πρώτος άρχισε τη βιαιοπραγία χτυπώντας με ένα ραβδί τον Βλαχοάνδρα (12). Τότε ο Βλαχοάνδρας αντέδρασε και χτύπησε στο κεφάλι τον Θεόδωρο και τον έρριψε στο έδαφος. Αμέσως έπεσαν επάνω του και τον χτυπούσαν με δύναμη οι Σαλαγάρης και Ταρωνόπουλος, ενώ ο Στρατιωτόπουλος παρακολουθούσε τον ξυλοδαρμό, δίχως να επέμβει για να τον σταματήσει Από τον ξυλοδαρμό, προήλθε ο θάνατος του Θεόδωρου.

Τώρα ο Απόκαυκος, ο καθ΄ύλην και δικαιοδοσία αρμόδιος, κλήθηκε να επιβάλλει την ποινή, δηλαδή το επιτίμιο.

Μας βάζει σε ερωτήματα η ενέργεια των τριών φρουρών να ταξιδέψουν τόσο μακριά και να απευθυνθούν απευθείας στον Μητροπολίτη Ναυπάκτου και να μη ζητήσουν το επιτίμιο από τον Επίσκοπο Βονδίτζης .

Μάλλον αυτό πρέπει να έχει σχέση με την υποστήριξη των συμφερόντων του Κόμη Γρηγορίου εξ Αρμενίων, από τον Κατεπάνω της Βόνδιτζας. Έτσι, μέσα σε μια πόλη που ο Κατεπάνω υποστήριζε τον Κόμη, αυτό κατ’ επέκταση μπορεί να οδηγούσε και στην υποστήριξη του τοπικού Κόμη από τον Επίσκοπο Βονδίτζης.

Πριν περάσουμε στην παράθεση των κανόνων του επιτιμίου, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι την ίδια ποινή είχαν και οι τρεις φρουροί, ανεξάρτητα του ότι οι δύο φόνευσαν με ξυλοδαρμό τον Θεόδωρο, ενώ ο τρίτος παρακολουθούσε χωρίς να εμποδίσει την παράνομη πράξη.

Το επιτίμιον (η πράξη, ή οι πράξεις που πρέπει να ενεργήσει αυτός που έχει υποπέσει σε αμάρτημα, ώστε να αποδείξει την μετάνοιά του) για τον φόνο που διέπραξαν οι τρεις φρουροί του δάσους των βελανιδιών, ήταν:


Οι επιβληθείσες ποινές

1.-Για τρεις συνεχόμενες Κυριακές και οι τρεις φρουροί να στέκονται μπροστά στην είσοδο του ναού, να έχουν «ασκεπείς ταις κεφαλαίς» και να ομολογούν σε κάθε εισερχόμενο και εξερχόμενο από το ναό τη φράση: «ευχηθείτε για εμάς και συγχωρήσατε εμάς τους εγκληματίες».

Ασκεπής: Το να κυκλοφορεί κάποιος «ασκεπής», δηλαδή χωρίς να έχει καλυμμένη την κεφαλή του με μαντήλι, σκουφί ή καπέλο, για εκείνη την εποχή ήταν μεγάλη προσβολή, τον έφερνε σε μειονεκτική θέση στο κοινωνικό σύνολο.
2.-Για τρία 3 έτη (13)

i.-να μην μεταλαμβάνουν

ii.-να μην τρώνε κρέας (14) – τυρί και αυγά.

iii.-τις ημέρες Τετάρτη και Παρασκευή να τρώνε μόνο ψωμί και να πίνουν νερό.

iv.-τις ημέρες Δευτέρα και Τρίτη να τρώνε μόνο λάχανα και όσπρια με λάδι.

v.-την ημέρα Πέμπτη να τρώνε μόνο λάχανα και όσπρια με λάδι και να πίνουν οίνο.

vi.-τις ημέρες Σάββατο και Κυριακή να τρώνε μόνο ψάρια και να πίνουν οίνο.

vii.-Κάθε ημέρα να κάνουν 100 γονυκλισίες και σε κάθε μια να αναφωνούν «ο Θεός να με συγχωρήσει και να με ελεήσει εμένα τον αμαρτωλό». Τα Σάββατα, τις Κυριακές καθώς και τις Δεσποτικές εορτές να μην υπάρχει γονυκλισία και αναφώνηση.

3.-Το δωδεκαήμερο (δηλαδή δώδεκα ημέρες πριν την εορτή των Χριστουγέννων) και την εβδομάδα του Πάσχα (15), μπορούσαν να φάνε όλα τα παραπάνω, με εξαίρεση πάντα το κρέας, το τυρί και το αυγό.
4.- Πριν από όλα τα επιτίμια να κλαίνε νύχτα και ημέρα για να εξαλειφθεί το αμάρτημα και για να αποσπάσουν (16) την εύνοια του Θεού.

Η έναρξη του επιτίμου ήταν από τις 24 Ιουνίου ενεστώτος έτους.
Στο τέλος του επιτιμίου ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιωάννης Απόκαυκος, καλεί και ζητεί πάρεση από τους πράκτορες, τους Κατεπάνω και τους δημόσιους λειτουργούς, να μην ενεργήσουν κατά των τριών φρουρών (των εγκληματιών) με ζημία σε αυτούς ή να τους πειράξουν (17) με κάθε τρόπο.
Και συνεχίζει μιλώντας για την τιμωρία όποιου παραβεί την προστασία που έχουν οι τιμωρούμενοι με το επιτίμιο: «Αν όμως οι πράκτορες, οι Κατεπάνω και οι δημόσιοι λειτουργοί κακιώσουν ή ζημιώσουν τους επί το επιτίμιο (τους τρεις φρουρούς) τότε θα έχουν αφορισμό από την Αγία Τριάδα (18).»

Τέλος ο Απόκαυκος ορίζει τον τρόπο της λύσης των επιτιμίων:
Όταν παρέλθουν τα τρία χρόνια του επιτιμίου, τότε οι τρεις φρουροί πρέπει με τα χαρτιά τους (19), να εμφανιστούν ενώπιον του Μητροπολίτη και να λάβουν τη λύση του επιτιμίου.

 
Παράθεση των σημειώσεων από 1 έως και 19
 
  *1-Το σημείωμα είχε θέση σαν μια σημείωση σημαντικού γεγονότος.
  *2-Ο Θεόδωρος ήταν γυναικαδελφός του κόμη Γρηγορίου εξ Αρμενίων.
   *3-Στην αρχή του κειμένου του, ο Απόκαυκος, δεν μας δίνει το μικρό όνομα του τρίτου φρουρού, αργότερα όμως τον ονομάζει Γεώργιο.
   *4-Αυτές οι πληροφορίες μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι οι βελανιδιές πρέπει να ήταν ειδικής ποικιλίας και μπορεί να ήταν από αυτές που συγγράμματα μας αναφέρουν ότι ο καρπός τους ήταν ισάξιος του αμυγδάλου. Ο προσδιορισμός «βασιλικοί χοίροι» πρέπει να αναφέρεται σε κοπάδια χοίρων ιδιοκτησίας των αρχόντων Κομνηνών Δούκα .
   *5-Το Βελκόνοβο δεν το συναντάμε στη σημερινή ονομασία περιοχών. Δυστυχώς έχει αλλάξει ονομασία. Από την Σέρβικη και Βουλγάρικη γλώσσα η λέξη αυτή προσδιορίζει περιοχή ως «νέο μεγάλο χωριό».
    *6-Από το σημείωμα δεν διευκρινίζεται αν το δάσος των βελανιδιών ανήκε στον Ιωαννίκιο Στρατιώπουλο ή αν αυτός ήταν εξουσιοδοτημένος από τους Κομνηνούς. Παρατηρούμε όμως ότι ο Ιωαννίκιος έχει το ίδιο επίθετο με τον Γεώργιο, τον τρίτο φρουρό του δάσους των βελανιδιών.
    *7-ο πρωτοβεστιάριος ήταν ένας τιμητικός τίτλος και αξίωμα, το οποίο κατά την ύστερη βυζαντινή περίοδο δινόταν σε ανώτατους αξιωματούχους και μελλοντικούς αυτοκράτορες. Αρχικά προοριζόταν για ευνούχους. Ο πρωτοβεστιάριος σταδιακά εξελίχθηκε σε σημαντικό αξίωμα, φτάνοντας να έπεται μόνο του παρακοιμώμενου (του πρώτου στα αξιώματα της βασιλικής αυλής). Τον 11ο αιώνα οι πρωτοβεστιάριοι συνήθως τοποθετούνταν επικεφαλής στρατού.
   *8-Η έκφραση Πρωτοβεστιάριος του Αλυάτου μας οδηγεί στην σκέψη ότι η Αλύατος πρέπει να ήταν περιοχή και στην παραπάνω έκφραση να αναφέρεται σε γεωγραφικό προσδιορισμό. Η σκέψη αυτή είναι παράτολμος αφού δεν μπορεί να τεκμηριωθεί και την παραθέτουμε έτσι ώστε, από όσους διαβάσουν το άρθρο, αν βρεθούν γνώστες της παραπάνω έκφρασης, να μας δοθούν οι απαραίτητες πληροφορίες. Εμείς το μόνο που θα προσθέσουμε είναι ότι την Αλύατο τη συναντάμε στην ονομασία ενός προεξάρχοντος ψάλτη του ναού της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη, λίγο πριν την πτώση της Βασιλεύουσας. Ήταν ο Γρηγόριος Μπούνης Αλυάτου. Στην Βυζαντινή μουσική έχει συγγράψει τα δυσκολότερα «κρατήματα». Τα κρατήματα ήταν ένα είδος ψαλμών που χρησιμοποιούνταν όταν ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου είχε καθυστερήσει να εισέλθει στο ναό και δεν έπρεπε να υπάρχει κενό στη θεία λειτουργία.
    *9-Από μια άλλη επιστολή του Απόκαυκου, αυτή για τον Σωτήρα των Σφετών (βλέπε σχετική εργασία) είχαμε την πληροφορία ότι στη Βόνδιτζα υπήρχε Καστελάνος και μάλιστα ονομαστός στρατηγός των Κομνηνών. Με βάση τη σημερινή παρουσίαση του σημειώματος φόνου, ο Απόκαυκος μας διευκρινίζει ότι για τις ποινικές –αστικές υποθέσεις δεν ζητούνταν η επέμβαση του Καστελάνου αλλά του αντιπροσώπου του Πρωτοβεστιάριου. Αυτή η διαφοροποίηση μας εξηγεί καλύτερα τη σημασία της επιστολής του Απόκαυκου στον επίσκοπο Βονδίτζης Ιωάννη, με την οποία του συνιστά να ζητήσει και όχι να απαιτήσει την παρουσία του Καστελάνου στο μοναστήρι των Σφετών.
   *10-Η λέξη «αυτός», μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η έδρα του δεν μπορεί να ήταν μακριά από την περιοχή του δάσους των Βελανιδιών και μάλλον πρέπει να την τοποθετήσουμε στη Βόνδιτζα.
  *11-Ο Κατεπάνω ήταν Βυζαντινός τίτλος που αντιστοιχούσε στον ανώτερο πολιτικό και στρατιωτικό άρχοντα της περιοχής η οποία ονομαζόταν «Κατεπανίκιο». Το Κατεπανίκιο μπορεί να ισοδυναμούσε με την επαρχία και στην ιεραρχική κλίμακα ο «Κατεπάνω» βρισκόταν αμέσως μετά τον «δούκα» και πριν το αξίωμα του στρατηγού.
    *12.-Για άλλη μια φορά ο Απόκαυκος μας ενημερώνει για την σοβαρή πληθυσμιακή παρουσία των Βλάχων στην περιοχή της Βονδίτζης. Μόνο που σε αυτή την περιγραφή με τη λέξη «Βλαχοάνδρα» ο Απόκαυκος δεν μας προσδιορίζει ακριβώς ποιον από τους τρεις φρουρούς θεωρεί Βλάχο ή αν και οι τρεις φρουροί ήταν Βλάχοι.
    *13.-Συνήθως τα επιτίμια είχαν χρονική διάρκεια πέντε έτη. Η επιβολή επιτιμίου για τρία έτη μπορεί να εφαρμόστηκε λόγω της αιτίας του φόνου (περιγράφηκε όλο το χρονικό) ή λόγω της άμεσης παρουσίας των τριών φρουρών ενώπιον του Μητροπολίτη και της ομολογίας του εγκλήματος.
    *14.-Η ποινή που τους απαγόρευε να φάνε κρέας, τυρί και αυγά, ήταν ένας σοβαρός περιορισμός που τους στερούσε δύναμη που έπρεπε να έχουν, ώστε να ανταποκρίνονται στις καθημερινές χειρωνακτικές τους ανάγκες. Πρόκειται για διατροφή με ελάχιστες πρωτεΐνες. Η έλλειψη πρωτεΐνης τους καθιστούσε αδύναμους τόσο για την καθημερινή εργασία, όσο και για τη δυνατότητα να αντιμετωπίσουν επιθέσεις από τους τυχόν διώκτες τους.
    *15.-Σήμερα κατά τη διάρκεια του δωδεκαήμερου, αλλά και της εβδομάδας πριν το Πάσχα, υπάρχει αυστηρή νηστεία που φτάνει μέχρι και την απουσία του ελαιόλαδου από τη διατροφή. Από το επιτίμιο μάς παρέχεται η πληροφορία ότι την εποχή εκείνη, στο δωδεκαήμερο πριν τα Χριστούγεννα και στην εβδομάδα πριν το Πάσχα, επιτρεπόταν η κατάλυση λαδιού αλλά και των ψαριών.
    *16.-Σε αυτό το σημείο, αποδεικνύεται η χρησιμότητα του επιτιμίου, δηλαδή ότι δεν είχε χαρακτήρα τιμωρίας αλλά προσπάθειας για μετάνοια. Η έκφραση «να αποσπάσουν» μας δηλώνει ότι με την ολοκλήρωση του επιτιμίου, μπορεί ο Μητροπολίτης ή ο Επίσκοπος να ανακοίνωναν επίσημα τη λήξη του χρόνου τιμωρίας, όμως έπρεπε να υπάρχει, εκ μέρους του τιμωρούμενου, η μετάνοια απέναντι στο Θεό. Η έκφραση «να αποσπάσουν» μας μεταφέρει στο πρωτοευαγγέλιο. Ο Άγγελος Κυρίου μετέφερε στους πρωτόπλαστους το μήνυμα ότι κάποια ημέρα «θα ξαναγυρίσουν» στον παράδεισο. Το ρήμα που χρησιμοποιήθηκε γι’ αυτή την υπόσχεση του Κυρίου είναι το «άρξεις». Εδώ οι ιστορικοί αλλά και οι μεταφραστές της αρχαίας γλώσσας, δε μεταφράζουν αυτό το ρήμα με το «θα ξαναγυρίσεις», αλλά με το «δύνασαι να ξαναγυρίσεις». Μάλιστα ορισμένοι μεταφραστές θεωρούν ότι στο αρχικό κείμενο υπήρχε και η λέξη «αν», ήτοι «άρξεις αν», δηλαδή «είναι στην δική σου θέληση και ενέργεια το να ενεργήσεις το καλό και να επιστρέψεις στον Παράδεισο». Έτσι και εδώ το επιτίμιο ορίζει ότι «με την πραγματική μετάνοια» δύνασαι να αποσπάσεις την εύνοια του Θεού.
    *17.-Η εντολή του επιτιμίου, προς όλους όσους είχε θέσει το τότε Κράτος για την τήρηση των κανόνων διαβίωσης, είναι για να μην οχληθούν οι τιμωρούμενοι καθ’ όλη τη διάρκεια έκτισης της ποινής. Αυτό μας οδηγεί στις μετέπειτα μορφές προστασίας στα βόρεια οροπέδια της αρχαίας Ιλλυρίας, αλλά και σε μικρότερη έκταση και μορφή στις περιοχές που κατοικούσαν οι Αρβανίτες. Εκεί που οι κανόνες δικαίου καθιέρωσαν τη μικρή μπέσα, τη μεγάλη μπέσα και την προστασία ζωής μέσα στις Κούλιες για κάθε είδους εγκληματία. Η μικρή μπέσα δινόταν για να παρευρεθεί ο δράστης στην κηδεία του δικού του θύματος, η μεγάλη μπέσα (συνήθως διάρκειας ενός μήνα) για να τακτοποιήσει ο δράστης τις υποχρεώσεις του και η μπέσα της Κούλιας δηλαδή ο εθελοντικός περιορισμός, για να κατοικήσει ο δράστης σε μια Κούλια, χώρο άμεσα προστατευμένο από κάθε επίθεση. Επειδή σε κάθε τιμωρούμενο δεν υπήρχε η δυνατότητα για κατοίκηση σε δική του Κούλια, υπήρχαν Κούλιες ομαδικής κατοίκησης.
    *18.-Η επίκληση του ονόματος της Αγίας Τριάδας από τον Απόκαυκο, μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο Απόκαυκος ταυτιζόταν, χωρίς αμφισβήτηση, με το «πιστεύω» της Ορθόδοξης εκκλησίας (τότε Ανατολικής εκκλησίας), καθώς και ότι βρισκόταν σε απόσταση από το «πιστεύω» της Δυτικής εκκλησίας. Πρέπει να εξηγήσουμε στους αναγνώστες του άρθρου, ότι οι επισκοπές του Ιλλυρικού (μεταξύ των οποίων σημαντικό ρόλο είχε και η επισκοπή της Βόνδιτζας) μέχρι και την περίοδο του σχίσματος, ήταν οι φανατικοί υποστηρικτές του Πάπα. Από τα σημαντικότερα σχετικά γεγονότα, θα πρέπει να αναφέρουμε τις επιστολές του Ιλλυρικού (Επίσκοπος Βονδίτζης ο Ουράνιος) στον Πάπα Ορμίσδα (Papa Ormisda). Γι’ αυτή την περίοδο και τα συγκλονιστικά γεγονότα, θα υπάρξει ξεχωριστή ανακοίνωση.
      *19.-Η έκφραση «με τα χαρτιά τους» μας φανερώνει ότι η επιβολή του επιτιμίου γινόταν γραπτώς και σίγουρα εκτός από τον τιμωρούμενο, λάμβαναν την έγγραφη ποινή οι δημόσιοι λειτουργοί της περιοχής στην οποία διέμενε ο τιμωρούμενος. Η κοινοποίηση της ποινής στους δημόσιους λειτουργούς δινόταν όχι μόνο ως εντολή για την μη όχληση των τιμωρούμενων κατά την περίοδο του επιτιμίου, αλλά πρέπει να είχε και τη χρησιμότητα να γνωρίζουν οι δημόσιοι λειτουργοί τους όρους του επιτιμίου, ώστε να ενημερώνουν για τη σωστή τήρησή του.


Ντίνος Στυλιανός του Ιωάννη
Απόσπασμα από το βιβλίο 
«Αχτίδες πολιτισμού από τη μεσαιωνική Βόνιτσα»



 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τι λες γι αυτό αγαπητό Ξηρόμερο