Γράφει ο Δημήτρης Αρβανίτης*
Συνταγματάρχης ε.α.-Πολιτευτής Ν.Δ.
Η γυναίκα ήταν σχετικά νέα, κοντά στα
τριανταπέντε. Λεπτή με πολύ ωραία χαρακτηριστικά και καταπράσινα εκφραστικά
μάτια. Κρατούσε στα χέρια της ένα μικρό κοριτσάκι, δεν πέρναγε τα δύο
χρόνια. Ήταν η αίθουσα υποδοχής μιας μικρής κλινικής, στο κέντρο της Αθήνας. Σε
λίγο τη πλησίασε ένας μεσήλικας άντρας, της έδωσε ένα μπουκάλι νερό και κάθισε
δίπλα της.
- Όχι, είπε σε δεκαπέντε λεπτά, αλλά έχουν περάσει είκοσι...
-Ε καλά, μπορεί να συζητάει με άλλους γιατρούς.
Το βλέμμα της ήταν ανήσυχο. Κι ο άντρας δίπλα της
προσπαθούσε να δείχνει ήρεμος, ενώ το κοριτσάκι είχε λουφάξει στην αγκαλιά της
φοβισμένο, άγνωστο γιατί.....
Σε λίγο ο γιατρός βγήκε και κάθισε δίπλα τους:
-Ξάδελφε τα νέα είναι πολύ άσχημα. Η αξονική έδειξε ότι η γυναίκα σου έχει
καρκίνο στο στομάχι.
-Μα πως, ψέλλισε εκείνος, δεν είχε ενοχλήσεις, μόλις πριν δύο μήνες άρχισε να τη
πονάει το στομάχι της. Δεν πίνει δεν καπνίζει , δεν κάνει καταχρήσεις...
-Ο καρκίνος του στομαχιού είναι ο πιο ύπουλος, όταν δίνει τα πρώτα συμπτώματα
έχει ήδη προχωρήσει πολύ, απάντησε εκείνος.
Γύρισε, κοίταξε τη γυναίκα του με αγάπη και της
εξήγησε στα αγγλικά, αφου δεν καταλάβαινε ελληνικά. Από το ύφος του όμως, το
είχε ήδη αντιληφθεί... Έπεσε στην αγκαλιά του κι έκλαιγε βουβά, ενώ η μικρή της
φώναζε, μαμά, μαμά. Ο γιατρός δίπλα περίμενε να περάσουν τα πρώτα λεπτά στο σοκ
της αναγγελίας.
-Και τι κάνουμε Γιώργο τώρα; Ρώτησε ο άντρας συννεφιασμένος.
-Θα περιμένουμε τα αποτελέσματα της βιοψίας, να δούμε τον ιστολογικό τύπο και
μετά θα προχωρήσουμε, μάλλον σε ολική γαστρεκτομή. Πιθανόν και χημειοθεραπείες.
Τι σκέφτεστε να κάνετε, θα περιμένετε ή θα επιστρέψετε σπίτι;
-Αποκλείεται να θέλει να καθίσει τώρα εδώ, είναι ψυχολογικό, είμαι σίγουρος θα
θέλει να δει τη μάνα της και το γιο της. Θα φύγουμε και θα μιλήσουμε μόλις
βγουν τα αποτελέσματα της βιοψίας για να δούμε τα παραπέρα.
-Τι σου οφείλω Γιώργο;
Ο γιατρός τον κοίταξε θυμωμένα και του είπε:
-Τώρα γιατί με προσβάλλεις; Τον αγκάλιασε και φίλησε τη γυναίκα και τη
μικρή, που όλο το διάστημα παρακολουθούσε ήσυχα.
-Να έχετε καλό δρόμο και να προσέχετε.
Τον ευχαρίστησαν κι έφυγαν. Μπήκαν στο αυτοκίνητο να
πάνε στο ξενοδοχείο, για να πάρουν τις αποσκευές τους. Τα πρώτα λεπτά δεν
μίλαγε κανείς τους. Κι ύστερα η γυναίκα ξέσπασε σε λυγμούς. Εκείνος δάγκωνε το
χέρι του να μην την ακολουθήσει. Άναψε τα αλαρμ και σταμάτησε δεξιά στο δρόμο.
Την αγκάλιασε και προσπάθησε να σταματήσει τα δάκρυα της.
-Σε παρακαλώ βρες τη δύναμη, θα το παλέψουμε, της είπε
-Μα γιατί σε μένα;
-Δεν υπάρχει απάντηση σ αυτό...
-Μα ποιος αποφασίζει, με ποια κριτήρια, για ποιό λόγο;
Απόμειναν βουβοί, όταν εκείνη είπε, «πρέπει να
τηλεφωνήσω στη μάνα μου». Μάνα, ο πρώτος άνθρωπος, η πρώτη
σκέψη, η αρχή της ύπαρξης.
-Μητέρα, καρκίνος είναι
Η μάνα της, ένας υπέροχος γλυκός άνθρωπος,
χρόνια εκπαιδευτικός, την άκουγε να μιλά για αυτά που είπε ο γιατρός και
τη συμβούλεψε να μην πανικοβληθεί. «Είμαστε όλοι κοντά σου και θα πολεμήσουμε»,
της είπε.
-Ξέρεις εκείνο που περισσότερο με τρομάζει είναι πως θα το βιώσει ο μικρός, σ
αυτή την ευαίσθητη ηλικία. Κι ύστερα είναι τόσο δεμένος μαζί μου, είπε και
ξαναβούρκωσε...
-Μη σκέφτεσαι τα παιδιά, δύσκολα θα περάσουν σίγουρα, όμως με τη βοήθεια του
χρόνου, θα το ξεπεράσουν. Τον εαυτό σου σκέψου πρώτα και μετά τους άλλους. Για
σένα να παλέψεις.
-Ναι, έχεις δίκιο είπε και τα δάκρυα έτρεχαν ποτάμι.
-Σταμάτα σε παρακαλώ, πρέπει να φύγουμε είπε εκείνος και ξεκίνησε για το
ξενοδοχείο
Ο μουντός αττικός ουρανός, συμμετείχε στη θλίψη του
ζευγαριού, μ ένα συνεχές κλάμα βροχής. Η απόλυτη θλίψη...
-Μουσική, είπε η μικρούλα δείχνοντας το ραδιόφωνο, μουσική...
Το άνοιξε κι έψαξε για τραγούδια, σπάνια, αφού τα
περισσότερα μιλούσαν για τη κρίση και τα προβλήματα του ελληνικού λαού.
Ξαφνικά
του φάνηκαν τόσο μακρινά, τόσο αστεία όλα αυτά... Πως ένα μικρό γεγονός μπορεί
να σου αλλάξει τη ζωή, σε μερικά λεπτά της ώρας; Δεκαπέντε, είκοσι λεπτά!
Ύστερα γυρίζεις πίσω ψάχνοντας και δημιουργούνται αμέτρητα γιατί και πολλά
αν. Γιατί δεν έζησε περισσότερο με τον άνθρωπο του; Γιατί η
καθημερινότητα κι η ανθρώπινη ματαιοδοξία του στέρησε τόσο χρόνο, που θα
μπορούσε να τον αφιερώσει σ αυτήν; Γιατί εκείνη είχε δοθεί τόσο πολύ στη
δουλειά της; Γιατί τόσο άγχος, τόση πίεση σε μια ζωή, που είναι σύντομη και που
δεν ξέρουμε αν, σε λίγα χρόνια, σε μερικούς μήνες, σε κάποιες μέρες ή
ακόμα και αύριο, μια αόρατη δύναμη δεν κόψει το νήμα της;
Γύρισε, φίλησε τη μικρή, χαμογέλασε στη γυναίκα του
και σταμάτησε στο πάρκιν του ξενοδοχείου. «Ο γολγοθάς τους μόλις άρχιζε!»
Κι όπως κάποιοι θα διαβάζουν αυτές τις γραμμές, θα
τους φαίνονται πολύ μακρινά, φυσιολογικό θα μου πείτε. Όμως ποιος ξέρει το
μέλλον;
Αγαπητοί φίλοι ζήστε τη ζωή χαλαρά, όσο κι αν το
σύστημα σας πλακώνει, όσο κι αν τα οικονομικά σας ταλαιπωρούν. Αφιερώστε χρόνο
στα αγαπημένα σας πρόσωπα. Μείνετε άνθρωποι μέσα στη σημερινή ελληνική ζούγκλα.
Γιατί η ζωή είναι πολύ μικρή κι εντελώς απρόβλεπτη.
Αδέρφια, ΥΓΙΑΙΝΕΤΕ!
-*Από τη μόνιμη συνεργασία του με την εφημερίδα
«Γεγονός»/Στήλη «Αθιβολές»1/12/2012
e-mail: arvanitisdimi@yahoo.com
κ.Αρβανίτη κάποτε η γονείς μας έλεγαν να περνάμε μια φορά τον μήνα από ένα νοσοκομείο και ένα νεκροταφείο και ύστερα θά δούμε διαφορετικά τον κόσμο .Καλές γιορτές με υγεία ευτυχία και αγάπη και όχι μόνο να παίρνουμε αλλά και να δίνουμε .
ΑπάντησηΔιαγραφή