Δευτέρα 14 Νοεμβρίου 2011

Σήμερα ο κ. Παπαδήμοςείναι αντιμέτωπος με ένα χρέος 150% του ΑΕΠ, ενώ το 1999 έλεγε ότι θα φτάσει στο … 60% του ΑΕΠ το 2009!

Μερικά χαρακτηριστικά αποσπάσματα από τις Εκθέσεις του σημερινού πρωθυπουργού ως διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος για την περιπέτεια των δημοσιονομικών στοιχείων, τις «διπλωματικές» διαπιστώσεις, τις επίμονες προτάσεις για εξυγίανση και προβλέψεις για χαμηλό δημόσιο χρέος και… ισοσκελισμένο ή πλεονασματικό προϋπολογισμό το 2001, που τελικά άφησε έλλειμμα γύρω στο 5%!
Γράφει ο: Δημήτρης Στεργίου*
       Οι δραματικές δημοσιονομικές εξελίξεις στη χώρα μας επιβεβαιώνουν τη γνωστή διαπίστωση ότι οι οικονομικοί νόμοι είναι φιλέκδικοι. Και σήμερα οι ίδιοι αυτοί νόμοι εκδικούνται το σημερινό πρωθυπουργό κ. Λουκά Παπαδήμο, ο οποίος, σα να γνώριζε τι τον περίμενε, προσπαθούσε, σε όλη την οκταετή θητεία του ως διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, με διαπιστώσεις και προτάσεις,  να επιτυγχανόταν όχι μόνο ταχύτερη δημοσιονομική προσαρμογή και εξυγίανση, αλλά και να συγκλίνουν δημόσια ελλείμματα και χρέος προς τα κριτήρια της Ευρωπαϊκής Ένωσης.....


        Αναφέρουμε απλώς, όπως γράφουμε πιο κάτω, ότι στην Έκθεσή του για το έτος 2000 επεσήμαινε ότι η Ελλάδα «Από το πρώτο έτος στη ζώνη του ευρώ προβλέπεται να ικανοποιήσει την επιταγή του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης για ισοσκελισμένο ή πλεονασματικό προϋπολογισμό». Επίσης, στην έκθεσή του για το έτος 2001 τόνισε ότι «σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, για να περιοριστεί ο λόγος του χρέους στο 60% το 2009 απαιτούνται πρωτογενή πλεονάσματα της τάξεως του 5,6% του ΑΕΠ ετησίως”.
        Δυστυχώς, οι δυσμενείς οικονομικές εξελίξεις στη χώρα μας κορυφώθηκαν ακριβώς το έτος αυτό με το γνωστό «δημοσιονομικό εκτροχιασμό», τον οποίο ματαίως προσπαθούσε να αποτρέψει ο κ. Παπαδήμος με τις συνεχείς προτάσεις του στις ετήσιες εκθέσεις της Τράπεζας της Ελλάδος για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, για περιορισμό των δημόσιων δαπανών, για μείωση της φορολογίας, για σταθερό φορολογικό περιβάλλον, για περιορισμό της φοροδιαφυγής, για τις συνεχείς αναλήψεις χρεών και ζημιών δημόσιων επιχειρήσεων και οργανισμών, που «καταβρόχθιζαν» τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα.
         Είναι αλήθεια ότι όλες οι ετήσιες Εκθέσεις των διοικητών της Τράπεζας της Ελλάδος είναι γραμμένες σε μια «διπλωματική» οικονομική γλώσσα. Συνήθως, οι διαπιστώσεις του για τις πρωτοβουλίες και τα αποτελέσματα της οικονομικής πολιτικής των εκάστοτε κυβερνήσεων διακρίνονται από μιαν «αισιοδοξία». Ωστόσο, οι διαπιστώσεις αυτές συνοδεύονταν και από αντίστοιχα «αλλά», "παρά" «μολονότι» και άλλες αντιθετικούς συνδέσμους, που περιείχαν σκληρές προτάσεις, οι οποίες ουδέποτε σχεδόν υλοποιήθηκαν.

        Στη συνέχεια παραθέτουμε, ως «δείγμα», χαρακτηριστικά αποσπάσματα εκθέσεων του κ. Παπαδήμου ως διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος (1994 – 2002), που αφορούν δημοσιονομικά στοιχεία, με αντίστοιχα δικά μας σχόλια:
   1995: Για την τριετία 1994 – 1996 προβλέπονταν έσοδα από αποκρατικοποιήσεις  450 δισ. δραχμών, αλλά ελάχιστα πραγματοποιήθηκαν
     Στην Έκθεσή του για το έτος 1995, ο κ. Παπαδήμος διαπίστωνε ότι δεν έχουν γίνει πολλά βήματα για τον περιορισμό της φοροδιαφυγής, ότι ικανοποιούνται συνεχώς αιτήματα που οδηγούν σε υπερβάσεις των δαπανών, ότι δεν υπάρχει πρόοδος στο σκέλος των δαπανών και ότι το πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων ήταν μόνο στα χαρτιά ή, καλύτερα, για τα … μάτια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
   Διαβάστε:
«Προς την κατεύθυνση των εσόδων έχει γίνει πρόοδος, μένει όμως να γίνουν πολλά ακόμη, ιδιαίτερα όσον αφορά τον περιορισμό της φοροδιαφυγής. Ήδη, όπως σημειώνεται στην Εισηγητική Έκθεση του Προϋπολογισμού του 1996, εντός του έτους αναμένονται μέτρα, κυρίως διαρθρωτικού χαρακτήρα, για την αποτελεσματικότερη σύλληψη της φορολογητέας ύλης. Στο σκέλος των δαπανών, η πρόοδος είναι μάλλον περιορισμένη και πρέπει να προωθηθούν σημαντικές διαρθρωτικές μεταβολές. Η περιστασιακή αντιμετώπιση αιτημάτων, όπως συμβαίνει με τη χορήγηση επιδομάτων, οδηγεί σε υπερβάσεις έναντι των προϋπολογισθεισών δαπανών και δυσχεραίνει τον έλεγχο των δημόσιων δαπανών και μακροπρόθεσμα. Τέλος, θα πρέπει να σημειωθεί ότι η δημοσιονομική προσαρμογή δεν συνοδεύθηκε έως τώρα από ανάλογη πρόοδο στον τομέα των αποκρατικοποιήσεων. Είναι χαρακτηριστικό ότι το πρόγραμμα σύγκλισης προέβλεπε για την τριετία 1994 – 1996 έσοδα από αποκρατικοποιήσεις συνολικού ύψους 450 δισ. δραχμών, από τα οποία δεν έχουν πραγματοποιηθεί παρά ελάχιστα… Το θετικό αποτέλεσμα από την αποκρατικοποίηση επιχειρήσεων και τραπεζών, δεν περιορίζεται στην εξασφάλιση πόρων και την κάλυψη των αναγκών του κρατικού προϋπολογισμού. Επιπλέον, η αποκρατικοποίηση συμβάλλει στην αύξηση της παραγωγικότητας και την ενίσχυση του ανταγωνισμού στην οικονομία…» (Έκθεση διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος για το έτος 1995, σελίδα 32).

   1997: Δεν έχει μόνιμο χαρακτήρα η μείωση του ελλείμματος που επιτυγχάνεται με αύξηση της φορολογίας και μείωση των δαπανών για επενδύσεις…
Τα ίδια περίπου αναφέρει, με επίταση μάλιστα, και στην Έκθεσή του για το έτος 1997. Ιδιαίτερα, «καταγγέλλει» τις ρυθμίσεις που εξασφαλίζουν περιστασιακά κάποια ανακούφιση στον προϋπολογισμό, όπως «περαίωση» εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων, είσπραξη ληξιπρόθεσμων οφειλών, εισαγωγή στον προϋπολογισμό μη φορολογικών εσόδων και, φυσικά, συνεχής αύξηση της φορολογίας. Συγκεκριμένα:
«Παρά τη σημαντική βελτίωση της δημοσιονομικής κατάστασης που έχει σημειωθεί τα τελευταία έτη, βασικά διαρθρωτικά προβλήματα του δημόσιου τομέα παραμένουν. Τα προβλήματα αυτά, εάν δεν αντιμετωπισθούν άμεσα και με ριζοσπαστικό τρόπο, θα επηρεάσουν ανασταλτικά την περαιτέρω μείωση του δημόσιου ελλείμματος και το χρέους… Στο σκέλος των δαπανών δεν έχει επιτευχθεί ικανοποιητική δημοσιονομική προσαρμογή, η οποία θα μπορούσε να προσδώσει μόνιμο χαρακτήρα στη μείωση του ελλείμματος. Η διεθνής εμπειρία καταδεικνύει ότι η μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος είναι αποτελεσματική και διατηρήσιμη όταν βασίζεται σε συγκράτηση της δημόσιας κατανάλωσης, ενώ αντίθετα η μείωση του ελλείμματος που επιτυγχάνεται με αύξηση της φορολογίας και μείωση των δαπανών για επενδύσεις τείνει να μη έχει μόνιμο χαρακτήρα… Οι θετικές επιδράσεις (μερικών ρυθμίσεων) ήταν συχνά περιορισμένες χρονικά, επειδή βασίζονταν σε σημαντικό βαθμό σε ειδικές ρυθμίσεις, όπως είσπραξη ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο, την «περαίωση» εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων και την εισαγωγή στον προϋπολογισμό ορισμένων  μη φορολογικών εσόδων… Παρά το γεγονός ότι οι φορολογικοί συντελεστές στην Ελλάδα δεν διαφέρουν σημαντικά από τους αντίστοιχους συντελεστές στις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα έσοδα του ευρύτερου κυβερνητικού τομέα σε σχέση με το ΑΕΠ υπολείπονται του μέσου όρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση κατά 7 περίπου εκατοστιαίες μονάδες. Είναι, συνεπώς, σαφές, ότι δεν έχει αντιμετωπισθεί επαρκώς η εκτεταμένη φοροδιαφυγή και ότι ο περιορισμός σε μόνιμη βάση απαιτεί την επίλυση σειράς διαρθρωτικών προβλημάτων για τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης και την αποτελεσματικότερη λειτουργία του μηχανισμού είσπραξης των εσόδων και τον περιορισμό της φοροδιαφυγής…» (Έκθεση του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος για το έτος 1997, σελίδες 29 και 30).

   1998: Λόγω του φορολογικού ανταγωνισμού ίσως χρειαστεί να μειωθούν ορισμένοι φορολογικοί συντελεστές
Στην έκθεσή του για το έτος 1998, ο κ. Παπαδήμος αποδοκιμάζει τις ειδικές ρυθμίσεις για την είσπραξη πρόσθετων εσόδων, προτείνει τη δημιουργία σταθερού φορολογικού στοιχείου και αποκαλύπτει ότι οι φορολογικοί συντελεστές στην Ελλάδα είναι οι ίδιοι περίπου με τους αντίστοιχους κοινοτικούς, το 1998 τα φορολογικά έσοδα υπολείπονται των αντίστοιχων κοινοτικών κατά 7,5 εκατοστιαίες μονάδες, ενώ τον προηγούμενο χρόνο υπολείπονταν κατά 7 εκατοστιαίες μονάδες. Δηλαδή, κάθε πέρσι και καλύτερα! Ειδικότερα:
«Για την ενίσχυση των εσόδων ελήφθησαν κατά την τελευταία πενταετία, όπως και σε προηγούμενα χρόνια, και διάφορα μέτρα, των οποίων οι θετικές επιδράσεις στα έσοδα περιορίζονταν σε σχετικά μικρό χρονικό ορίζοντα, επειδή πολλά από αυτά συνιστούσαν ειδικές ρυθμίσεις. Μέτρα αυτής της κατηγορίας που ελήφθησαν το 1998 ήταν η έκτακτη φορολόγηση  των αφορολόγητων αποθεματικών των ανωνύμων εταιριών, καθώς και η μεταβολή του τρόπουπαρακράτησης και η αύξηση της προκαταβολής του φόρου εισοδήματος…. Η δημιουργία σταθερού φορολογικού πλαισίου είναι απαραίτητη για το μακροπρόθεσμο προγραμματισμό και των ανάπτυξη επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, ιδιαίτερα μετά την είσοδο της Ελλάδος στη ζώνη του ευρώ, στην οποία η επιλογή εγκατάστασης των επιχειρήσεων σε συγκεκριμένη χώρα θα επηρεάζεται σε μεγαλύτερο βαθμό από το φορολογικό σύστημα κάθε χώρας. Η αύξηση του «φορολογικού ανταγωνισμού» θα περιορίσει τη δυνατότητα επιβολής ειδικών φορολογικών ρυθμίσεων ανάλογων με αυτές που χρησιμοποιήθηκαν στην τρέχουσα δεκαετία. Πάντως, παρά τη σημαντική αύξηση των εσόδων τα τελευταία χρόνια τα έσοδα της γενικής κυβέρνησης σε σχέση με το ΑΕΠ εξακολουθούν να υπολείπονται του μέσου όρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση κατά 7,5 εκατοστιαίες μονάδες περίπου. Δεδομένου ότι, λόγω του φορολογικού ανταγωνισμού ίσως χρειαστεί να μειωθούν ορισμένοι φορολογικοί συντελεστές, είναι πολύ θετικό ότι έχει αρχίσει να αποδίδει καρπούς το πρόγραμμα της κυβέρνησης για την πάταξη της φοροδιαφυγής…» (Έκθεση του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος για το έτος 1998, σελίδες 40 και 41).

   1999: Στόχος είναι να περιοριστεί ο λόγος του χρέους στο 60%  του ΑΕΠ το 2009
Συνεχίζει και στην Έκθεσή του για το 1999 τις ίδιες διαπιστώσεις και προτάσεις για τη δημοσιονομική εξυγίανση ο κ. Παπαδήμος, αλλά όσον αφορά στις προβλέψεις για την εξέλιξη βασικών δημοσιονομικών η Έκθεση αυτή αποτελεί μνημείοτων παραγόντων που οδήγησαν τη χώρα μας στη χρεοκοπία. Σήμερα, ο κ. Παπαδήμος ως πρωθυπουργός καλείται να αντιμετωπίσει το πρόβλημα του ελληνικού δημόσιου χρέους για το οποίο στόχος ήταν να διαμορφωθεί το 2009 στο … 60% του ΑΕΠ!!! Κι επειδή και σήμερα συνεχώς ο κ. Παπαδήμος,  η τρόικα και ο κ. Βενιζέλος προτείνουν την ανάγκη για την εξασφάλιση ικανοποιητικών πρωτογενών πλεονασμάτων για τη μείωση του δημόσιου χρέους, σημειώνουμε ότι από το 1995 έως  το 2001 η χώρα μας παρουσίαζε σημαντικά πρωτογενή πλεονάσματα, αλλά το δημόσιο χρέος συνεχώς … αυξανόταν. Πρόκειται για μια κατάρα, την οποία είχε παρουσιάσει επανειλημμένως ο κ. Παπαδήμος και για το λόγο αυτό συνεχώς πρότεινε να μην «καταβροχθίζονται» τα πλεονάσματα αυτά από τη διοχέτευσή τους στον Πίθο των Δαναϊδων των ζημιογόνων δημόσιων επιχειρήσεων και οργανισμών. Αυτή την κατάρα την περιέγραψε με στοιχεία στην Έκθεσή του για το 2002 ο διάδοχος του κ. Παπαδήμου στη διοίκηση της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Νίκος Γκαργκάνας. Συγκεκριμένα, στην Έκθεσή του αυτή και στη σελίδα 46 αναφέρει για το θέμα αυτό τα εξής:
  «Το ενοποιημένο χρέος επίσης γενικής κυβέρνησης αυξήθηκε το 2000 και το 2001 και διαμορφώθηκε σε 106,2% και 107% του ΑΕΠ αντίστοιχα. Το 2002 επίσης το χρέος επανήλθε σε πτωτική τροχιά και μειώθηκε κατά 2,1 εκατοστιαίες μονάδες, από 107% σε 104,9% του ΑΕΠ. Η μείωση αυτή είναι μεν αξιόλογη, αλλά μικρότερη από αυτή που αντιστοιχεί στο πρωτογενές πλεόνασμα (4,3% του ΑΕΠ) και στη μειωτική επίδραση που ασκεί στο χρέος η αύξηση του ΑΕΠ σε συνδυασμό με τη μείωση των επιτοκίων (συνολικά 2,6% του ΑΕΠ). Το γεγονός ότι το χρέος μειώθηκε κατά 2,1 εκατοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ, ενώ θα έπρεπε να είχε μειωθεί κατά 7 περίπου εκατοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ, υποδηλώνει την ανάληψη άλλων υποχρεώσεων, οι οποίες, ενώ δεν συμπεριλαμβάνονται στο δημοσιονομικό έλλειμμα, επιβαρύνουν το χρέος («προσαρμογή ελλείμματος – χρέους») και δυσχεραίνουν τη μείωσή του με ταχύτερους ρυθμούς. Λόγω επίσης σχετικά βραδείας αποκλιμάκωσης του λόγου του χρέους επίσης γενικής κυβέρνησης επίσης το ΑΕΠ, ο λόγος επίσης (104,9%) παραμένει πολύ υψηλότερος από το μέσο όρο επίσης χώρες επίσης Ευρωπαϊκής Ένωσης (62,5%) και επίσης ζώνης του ευρώ (69,1%). Η εξέλιξη αυτή αποτελεί επίσης ένδειξη ότι η δημοσιονομική πολιτική δεν ήταν αρκούντως αυστηρή…»
Σημειώνεται ότι τελικά το 2001 το δημόσιο χρέος διαμορφώθηκε στο 114,1% του ΑΕΠ και όχι στο 107% του ΑΕΠ που αναφέρει η Έκθεση του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος! Επίσης, το 2001 το δημόσιο χρέος ανήλθε στο 110,7% του ΑΕΠ και όχι στο 104,9% του ΑΕΠ που αναφέρει η ίδια Έκθεση!
Ιδού, λοιπόν, τι αναφέρει στην Έκθεσή του για το έτος 1999 ο κ. Παπαδήμος:
«Οι τάσεις των βασικών δημοσιονομικών μεγεθών και η διεξοδικότερη ανάλυσή τους υποδηλώνουν ότι η προσπάθεια δημοσιονομικής εξυγίανσης θα πρέπει να βασιστεί περισσότερο στη συγκράτηση των πρωτογενών δαπανών παρά στην αύξηση των εσόδων, ιδίως αν ληφθεί υπόψη η σκοπιμότητα μιας φορολογικής μεταρρύθμισης για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας και της απασχόλησης στο νέο περιβάλλον «φορολογικού ανταγωνισμού» και «φορολογικής προσέγγισης» που διαμορφώνεται βαθμιαία στην Ευρωπαϊκή Ένωση… Για την περαιτέρω μείωση του χρέους σε σχέση με το ΑΕΠ τα επόμενα έτη απαιτείται επομένως, εκτός από την προβλεπόμενη διαμόρφωση υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων, και συνεπής υλοποίηση του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων, καθώς και ταχύτερη εξυγίανση των οικονομικών ορισμένων δημόσιων επιχειρήσεων… Προκειμένου να συνεχιστεί η διαδικασία σταδιακής αποκατάστασης δημοσιονομικής ισορροπίας με την περαιτέρω μείωση του δημόσιου χρέους, το Επικαιροποιημένο Πρόγραμμα Σύγκλισης της Ελληνικής Οικονομίας προβλέπει πρωτογενή πλεονάσματα της τάξεως του 6,5% του ΑΕΠ τόσο το 2001 όσο και το 2002 καθώς και περαιτέρω μείωση του λόγου του χρέους προς το ΑΕΠ στο 98,2% το 2002. Σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, για να περιοριστεί ο λόγος του χρέους στο 60% το 2009 απαιτούνται πρωτογενή πλεονάσματα της τάξεως του 5,6% του ΑΕΠ ετησίως. Εάν όμως το Δημόσιο συνεχίσει να αναλαμβάνει υποχρεώσεις φορέων εκτός γενικής κυβέρνησης ή γενικότερα να προχωρεί σε ρυθμίσεις που δεν επηρεάζουν το έλλειμμα αλλά αυξάνουν το χρέος, τότε θα απαιτηθούν μεγαλύτερα πρωτογενή πλεονάσματα για να μειωθεί ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ στο 60% προς το τέλος της δεκαετίας. Αντίθετα, με την επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων το κράτος θα μπορέσει να μειώσει ταχύτερα και το χρέος και τα ελλείμματα (λόγω μικρότερη δαπάνης για τόκους)…» (Έκθεση του διοικητή της Τράπεζαςτης Ελλάδος για το έτος 1999, σελίδες 35 και 36).

      2000: Από το πρώτο έτος στη ζώνη του ευρώ, η χώρα μας προβλέπεται να έχει ισοσκελισμένο ή πλεονασματικό προϋπολογισμό!
Άλλο ένα ακόμα μνημείο αποτυχημένων προβλέψεων. Στην Έκθεσή του για το έτος 2000 ο κ. Παπαδήμος αναφέρει ότι από το πρώτο έτος στη ζώνη του ευρώ προβλέπεται να έχει πλεονασματικό ή ισοσκελισμένο προϋπολογισμό. Αμ δε! Υπενθυμίζεται ότι το 2001 το δημόσιο έλλειμμα διαμορφώθηκε στο 4,9% του ΑΕΠ και σε όλα τα επόμενα χρόνια έβαινε συνεχώς αυξανόμενο για να φτάσει στο 15,8% το 2009! Το σχετικό απόσπασμα έχει ως εξής
«Το γεγονός ότι το δημόσιο χρέος εξακολουθεί να βρίσκεται σε ιδιαίτερα υψηλό επίπεδο σε σχέση με το ΑΕΠ, σε συνδυασμό με τις δυσμενείς μακροπρόθεσμες δημογραφικές προοπτικές, καθιστά επιτακτικότερη την ανάγκη μείωσής του…‘Όπως και τα προηγούμενα χρόνια, η δημοσιονομική προσαρμογή και το 2001 στηρίζεται περισσότερο στην αύξηση των εσόδων και σε μικρότερο βαθμό στη συγκράτηση των δαπανών… Από το πρώτο έτος στη ζώνη του ευρώ, η χώρα μας προβλέπεται να ικανοποιήσει την επιταγή του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης για ισοσκελισμένο ή πλεονασματικό προϋπολογισμό…» (Έκθεση του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος για το έτος 2000, σελίδες 35 και 201).΅

     2001: Το  υφιστάμενο φορολογικό σύστημα δυσχεραίνει την  οικονομική ανάπτυξη, τη δημοσιονομική εξυγίανση ενώ δεν εξασφαλίζει επαρκώς τη δίκαιη κατανομή του φορολογικού βάρους
Στην Έκθεσή του για το έτος 2001 ο κ. Παπαδήμος επιμένει στην «παράδοση» οικονομικών μαθημάτων με προτάσεις  για μιαν αποτελεσματικότερη λειτουργία της οικονομίας, για ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και της ανάπτυξης και για ένα σταθερό φορολογικό περιβάλλον. Τα αποτελέσματα είναι γνωστά. Το σχετικό απόσπασμα από την Έκθεση αυτή του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος έχει ως ακολούθως:
«Η εξασφάλιση υψηλού και διατηρήσιμου ρυθμού οικονομικής ανάπτυξης και η επίτευξη της πραγματικής σύγκλισης απαιτούν την επιτάχυνση και τη διεύρυνση των μεταρρυθμίσεων σε διάφορους τομείς, προκειμένου να καταστεί περισσότερο αποτελεσματική η λειτουργία της οικονομίαςκαι να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητά της. Επιπλέον, η ολοκλήρωση της δημοσιονομικής εξυγίανσης, με τη σταθερή μείωση του λόγου του χρέους προς το ΑΕΠ, θα συντελέσει και στην επίτευξη των αναπτυξιακών στόχων και θα επιτρέψει στη δημοσιονομική πολιτική να συμβάλει στη σταθεροποίηση της οικονομικής δραστηριότητας βραχυχρόνια, ασκώντας αντικυκλικό ρόλο… Κατά την τελευταία εικοσαετία πραγματοποιήθηκαν συχνές και εκτεταμένες μεταβολές επιμέρους διατάξεων του φορολογικού συστήματος, προκειμένου αφενός να ικανοποιηθούν οι υποχρεώσεις που απορρέουν από τη συμμετοχή στην ΕΕ και αφετέρου να εξασφαλιστούν τα απαραίτητα έσοδα για τον περιορισμό των δημοσιονομικών ελλειμμάτων. Οι συνεχείς όμως μεταβολές του φορολογικού συστήματος το κατέστησαν εξαιρετικά πολύπλοκο, ενώ παράλληλα εξασθένισαν την εσωτερική του συνοχή. Έτσι, το υφιστάμενο σύστημα δυσχεραίνει την ενίσχυση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της οικονομίας και την προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης, θέτει περιορισμούς στην επίτευξη της δημοσιονομικής εξυγίανσης και στην άσκηση σταθεροποιητικής και αναπτυξιακής δημοσιονομικής πολιτικής, ενώ δεν εξασφαλίζει επαρκώς τη δίκαιη κατανομή του φορολογικού βάρους. Η φορολογική μεταρρύθμιση, επομένως είναι απαραίτητη…» (Έκθεση του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος για το έτος 2001, σελίδες 62 και 63)

     (* Ο δημοσιογράφος Δημήτρης Στεργίου γεννήθηκε στην Παλαιομάνινα Αιτωλοακαρνανίας και διετέλεσε διευθυντής μεγάλων αθηναϊκών εφημερίδων και περιοδικών).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τι λες γι αυτό αγαπητό Ξηρόμερο