_ΑΝΤΙΟ…
της Δώρας Μοσχονά *
Το αυτοκίνητο σταμάτησε
μπροστά από την καγκελόπορτα του σπιτιού. Να ‘μαι πάλι πίσω σπίτι μου, λέω στον
εαυτό μου, επέστρεψα. Όμως είναι σαν να μην αναγνωρίζω τούτα τα κάγκελα, τούτη
την αυλή. Ένα αγκάθι έχει καθίσει στο λαιμό μου σαν προμήνυμα συμφοράς. Ήταν
βλέπεις και εκείνο το παράξενο και ανατριχιαστικό όνειρο, που είχα δει πριν δυο
μέρες. Αυτό με έκανε να γυρίσω γρηγορότερα απ’ ότι είχα προγραμματίσει. Είχα
φοβηθεί τόσο πολύ….. Είχα ξυπνήσει μέσα σε μια λίμνη από ιδρώτα, φοβισμένη,
ταραγμένη…… Το σπίτι μου γκρεμίζονταν από ένα φοβερό σεισμό, ήταν σκοτεινό και
κρύο. Τα δέντρα απέναντι από το ξωκλήσι
του Αϊ-Κωνσταντίνου φάνταζαν τεράστια, έτοιμα να σε καταπιούν. Τα κλαδιά τους
έγερναν τόσο πολύ σαν να ήθελαν να γίνουν ένα με το χώμα. Παντού σκοτάδι.
Τι με περιμένει άραγε, αυτό το γλυκό πρωινό
μέσα σ ‘όλες εκείνες τις γνώριμες μυρωδιές της επιστροφής; Τι είναι αυτό που
βαραίνει τις σκέψεις μου, σαν να ‘θελε να της παραποιήσει, να τις σβήσει; Ψάχνω
με το βλέμμα μου τους ανθρώπους τούτου του σπιτιού…, δεν βλέπω κανέναν και
αρχίζει να με λούζει κρύος ιδρώτας. Τα χέρια μου αρχίζουν να υγραίνουν και να
γλιστράνε από την χειρολαβή της βαλίτσας που σέρνω καθώς περπατώ να ανοίξω το
πορτόνι. Ενώ ψάχνω τα κλειδιά του σπιτιού, ακούω την φωνή του.
-Καλημέρα νύφη, καλωσόρισες. -Καλημέρα
Κωνσταντή. Του απάντησα καθώς τον είδα να βγαίνει από το σπίτι κρατώντας ένα
φραπέ στο χέρι, φορώντας ένα άσπρο φανελάκι και το πορτοκαλί σορτσάκι του,
σέρνοντας τις λαστιχένιες του σαγιονάρες στην τσιμεντένια αυλή.
…..Γύρισε ο Κωνσταντής από την δουλειά; -Όχι
τι ώρα είναι; -Δώδεκα. Έχει σχολάσει… εδώ και μια ώρα. Ήταν μια απλή και
γρήγορη συνομιλία στο τηλέφωνο χωρίς να
υπονοεί κάτι … αυτό που μας περίμενε… Η προσδοκία της ανατολής του ήλιου δεν
μείωσε καθόλου την αγωνία μας. Οι τελευταίες μας ελπίδες λιγόστευαν. Η αυλή
γρήγορα γέμισε από κόσμο. Περιμέναμε να ακούσουμε κάτι από τα χείλη τους, μα
τίποτε δεν έβγαινε. Τους κοιτούσαμε μόνο με έντονη επίκληση, περιμένοντας να
μας μιλήσουν πρώτοι. Η βουβή ικεσία μας, έμοιαζε με ουρλιαχτό...........
Ο δίσκος του ηλίου, θαμπός στην αρχή, όσο
ανέβαινε στο στερέωμά του, έπαιρνε ένα βαθύ κίτρινο χρώμα, ώσπου να πάρει στο
τέλος το χρώμα της φωτιάς. Η μοίρα πολλές φορές παίζει παράξενα παιχνίδια. Ίσως
πάλι, είναι γραμμένο για κάποιους ανθρώπους να αντιμετωπίζουν καταστάσεις και
γεγονότα που καμιά δύναμη δεν φαίνεται ικανή να αποτρέψει. Σκιά θλίψης και
πόνου, απλώθηκε στα πρόσωπά μας, καθώς μέσα σε μια στιγμή χάθηκαν όλα.
Το στερνό ΑΝΤΙΟ, στο
αναπόφευκτο τέλμα, η είσοδος στο άπλετο φως και το ταξίδι στην αβεβαιότητα που
γίνεται ελπίδα εκείνων που έπαψαν και δεν μπορούν πια να ελπίζουν… ήταν
δύσκολο. «Που πήγαιναν τον εικοσιπεντάχρονο Κωνσταντή;»
Για όλη την οικογένεια
είναι σα να πέθανε κυριολεκτικά ένα μέρος του εαυτού μας. Ζούμε στην καρδιά των
άλλων και οι άνθρωποι που αγαπάμε ζούνε μέσα στην δική μας καρδιά. Είναι φυσικό
να βιώνουμε την απώλεια του άλλου ως ένα κενό μέσα στο δικό μας ψυχικό κόσμο.
Δεν θα ήταν δυνατόν να πονούσα σήμερα, αν πρώτα δεν είχα αγαπήσει!
Εμπορεύομαι το θάνατό του,
κουβεντιάζω για κείνον με βουρκωμένα μάτια… βρίσκω τις λέξεις του στεναγμού,
της παρηγοριάς και τις ξεστομίζω ακαλλώπιστες, πιστευτές. Η πόρτα κλείνει και
αφήνομαι στους κινδύνους της ανάμνησης με κάθε δάκρυ… Θέλω να βγάλω το θάνατο
από πάνω μου και να πάω να αγκαλιάσω το παιδί μου.
Μα και το σαπούνι είναι σαν να ‘χει αποκτήσει
φωνή, μια φωνή βραχνή και πνιγηρή… τα αντικείμενα είναι ζωντανά και αυτά.
Ενώνονται να φτιάξουν μια χημική ένωση. Αν τα ακούσεις προσεκτικά, τότε θα
μπορέσεις να επικοινωνήσεις μαζί τους. Και εγώ, επικοινωνώ αυτή τη στιγμή με το
νερό. Αντί να με δροσίζει, να βγάλει το μαύρο πέπλο του θανάτου από πάνω μου,
αυτό με πνίγει…. «πόσο μικραίνουν οι στιγμές, Όταν κανείς προσμένει… …και η
κάθε μια γλυκιά στιγμή Πόσο γοργά διαβαίνει!»
*Η Συγγραφέας Δώρα Μοσχονά ζει στα Παλιάμπελα Βόνιτσας,
σπούδασε Βιολόγος στην Μ. Βρετανία, έχει εκδώσει τρία βιβλία: "Μην
ξεχάσεις να πάρεις ανάσα", "Ο αστερισμός της γλυκύτητας",
"Πονάει να σ’ αγαπώ" και έχει αποσπάσει δεκάδες βραβεία για τα έργα
της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τι λες γι αυτό αγαπητό Ξηρόμερο