Του Χριστόφορου Τριάντη*
Οι Έλληνες πάντα ήταν ο λαός του χρόνου και λιγότερο του χώρου. Ο προσδιορισμός του Ελληνισμού ανά τους αιώνες γινόταν (και γίνεται) με τα κριτήρια της άρρηκτης συνέχειας, της χρονικής διάρκειας, της γλωσσικής αυτοτέλειας που δεν διακόπηκαν από τις κατακτήσεις των ξένων. Αυτά τα συγκεκριμένα κριτήρια είναι μοναδικά και οικουμενικά ταυτόχρονα.
Ο Ελληνικός πολιτισμός δεν είναι ένα μοντέλο μιας φιλοσοφικής ή πολιτικής θεωρίας που αν εφαρμοστεί μας δίνει απτά αποτελέσματα. Διαφέρει πασιφανώς από αλλόφυλες πολιτιστικές προτάσεις, επειδή το καινούργιο το μετουσίωσε σε κάτι μεγάλο , τοποθετώντας στη θέση της κυρίαρχης- ως τότε- φύσης τον Θεό. Η συγκεκριμένη αναφορά γίνεται για την προσφορά των Βυζαντινών Ελλήνων στην Ευρωπαϊκή Δύση, στα Βαλκάνια, στη Ρωσία, στην Ανατολή, σε ολόκληρο τον κόσμο.....
Καταρχήν, είναι μια απλουστευτική προσέγγιση ο περιορισμός που γίνεται στη βυζαντινή πνευματική παράδοση, όταν ανακοινώνεται η συνήθης επισήμανση ότι σπουδαία κομμάτια της ελληνικής σκέψης μεταφέρθηκαν από βυζαντινούς λογίους στη Δυτική Ευρώπη, και έτσι ξεκίνησε η Αναγέννηση.
Ούτε από την άλλη πλευρά είναι ορθό να επικεντρώνεται η προσφορά του Βυζαντίου αποκλειστικά στο γεγονός του εκχριστιανισμού των Σλάβων, από τους αγίους Κύριλλο , Μεθόδιο και τους μαθητές τους .
Εξετάζοντας τα γεγονότα από ιστορική πλευρά το Βυζάντιο με την Κωνσταντινούπολη αποτελούσαν το κέντρο της Ευρώπης και όχι μόνο . Οι ξένοι λαοί κινούμενοι από μια αταβιστική σχεδόν λατρεία κατευθύνονταν πάντα προς την Πόλη , η οποία φανέρωνε τον πλούτο, το μεγαλείο, το διαφορετικό που λάμπει και μαγνητίζει . Οι βάρβαροι αντικρίζουν την Κωνσταντινούπολη με δέος, τη μισούν και τη φθονούν , διδάσκονται από τους ανατολικούς Ρωμαίους, τους Έλληνες της Ρωμανίας. Το βυζαντινό κράτος αποτελούσε μια κοσμοπολίτικη μητρόπολη όπου λαός , κλήρος και αυτοκράτορας μοχθούσαν να κρατήσουν ένα τρόπο ζωής ακέραιο, ελεύθερο από επιβουλές αλλοφύλων και επικίνδυνες ανατροπές .
Το κυριότερο χαρακτηριστικό του τρόπου ζωής των βυζαντινών ήταν η πίστη στον Χριστό , στην Ορθοδοξία. Οι αυτοκράτορες αγωνίζονταν να εκπληρώσουν το θείο θέλημα στη γη, γιατί ήταν υπόλογοι απέναντι στον Θεό και στον λαό.
Ο βυζαντινός πολίτης περίμενε από τον ηγέτη του να αποτελεί μίμηση της ζωής του Χριστού, μοχθώντας να φέρει τη δικαιοσύνη στην επικράτεια, όχι σαν κάποιο άγονο καθήκον, αλλά σε ως μια βιωματική κατάσταση. Στην Επαναγωγή των Μακεδόνων φαίνεται ολοκάθαρα η συνεισφορά του αυτοκράτορα στην εδραίωση του αισθήματος δικαίου: « Ο Αυτοκράτορας είναι η νόμιμη εξουσία και το κοινό αγαθό όλων των πολιτών. Δεν τιμωρεί από αντιπάθεια ούτε ευεργετεί από προσωποληψία, αλλά όπως ένας αγωνοθέτης απονέμει βραβεία. Ο αυτοκράτορας βέβαια αποβλέπει με την αρετή του στο να διατηρεί και να διαφυλάσσει τα αγαθά , να ανακτά με την άγρυπνη δράση του τα χαμένα …….Ο αυτοκράτορας τηρεί και απαιτεί να εφαρμόζονται όσα είναι γραμμένα στη Θεία Γραφή , όσα δογμάτισαν οι οικουμενικές σύνοδοι και όσα προβλέπουν οι ισχύοντες ρωμαϊκοί νόμοι.»
Η επιτυχία των αυτοκρατορικών και κρατικών πολιτικών οδηγεί στη σωτηρία τον λαό μέσα σ ‘ έναν επικίνδυνο κόσμο , όπου το κακό το εξέφραζαν οι πολυποίκιλοι εχθροί, τα στίφη των βαρβάρων, τα οποία ελάχιστες φορές νίκησαν την αυτοκρατορία. Ηγέτες της Ρωμανίας τύχαινε να αναδεικνύονται όλοι όσοι δεν υποχωρούσαν μπροστά τους κινδύνους και όταν δεν το κατάφερναν το αντιλαμβάνονταν και αποχωρούσαν από το προσκήνιο. Απέτυχαν, λοιπόν, προς τον Θεό και τον άνθρωπο , οι πράξεις τους δεν είχαν την καθαρτική προσφορά της σωτηρίας, αλλά μόνο της απώλειας και της προσωπικής ευχαρίστησης .
Ο λαός απαιτούσε σεβασμό, δικαιοσύνη και όχι μεγαλαυχίες και φορολογήσεις. Όταν ο ηγέτης ξέφευγε από την προστασία του λαού και την ορθή πίστη , αυτό σήμαινε ότι έχανε τη λαϊκή νομιμοποίηση . Όλες οι τάξεις της βυζαντινής κοινωνίας θεωρούσαν ότι ο Θεός έδωσε αυτό δικαίωμα στον ανώτατο ηγέτη , δηλαδή να υπερασπίζεται με όλες του τις δυνάμεις το χριστεπώνυμο πλήθος και την πολιτεία . Πέρα από την καθαρά πολιτική στάση των βυζαντινών υπήρχε και στην καθημερινότητά τους πνευματική αναφορά . Αυτό γινόταν με την υιοθέτηση συγκεκριμένων επιλογών που αποτελούσαν ένα οργανωμένο σύνολο με κύριες εκφάνσεις τις ελληνικές παραδόσεις, τη ζωντανή γλώσσα και τη σταθερή πίστη.
Για να καταλάβει κανείς τη βυζαντινή ιστορία και κατ’ επέκταση τον βυζαντινό πολιτισμό είναι απαραίτητο να ξέρει πόσο ασήμαντη ήταν για τους βυζαντινούς η ζωή στον κόσμο αυτόν. Ο χριστιανισμός υποσχόταν πως θα’ ρθει ένας άλλος κόσμος καλύτερος και έδινε άλλο νόημα στα εγκόσμια που ήταν εμποτισμένα από την παρουσία του Θεού. Την πραγματική ευδαιμονία δεν μπορούσε κανείς να την κερδίσει παρά μόνο αν πορευόταν στην οδό της τέλειας ορθοδοξίας. Το Βυζάντιο λοιπόν αντιμετώπισε με επιτυχία μια σειρά κακοδοξιών και αιρέσεων που απειλούσαν το ορθόδοξο δόγμα , έτσι το «μετέφεραν» ανόθευτο σε εμάς σήμερα. Ο θρησκευτικός "δογματισμός" συνέβαλε , όπως αποδείχτηκε, σημαντικά για τους μετέπειτα σκλαβωμένους από τους Τούρκους Έλληνες. Η Ορθοδοξία είχε τελικά γερές βάσεις , πολύ πιο γερές από αυτές που είχε π.χ. ο Βογομιλισμός για τους Βόσνιους υπηκόους της Αυτοκρατορίας, οι οποίοι έγιναν εύκολα μουσουλμάνοι και Τούρκοι .
Οι υπερβολές και οι μεγάλες αντιθέσεις δεν χαρακτήριζαν το βυζαντινό οικοδόμημα. Όσες φορές οι δυνατοί ξεπερνούσαν τα όρια και ασχημονούσαν σε βάρος των φτωχών, του λαού, η πολιτεία και οι θρησκευτικοί άρχοντες καταφέρονταν εναντίον τους σκληρά και αποτελεσματικά . Γνώριζε καλά η πνευματική και η πολιτική ηγεσία ότι το ρωμαϊκό κράτος μπορεί να αντιμετωπίζει τις εχθρικές απειλές μόνο αν το εσωτερικό μέτωπο ήταν σε αρμονία και επικρατούσε η δικαιοσύνη και το καθημερινό ψωμί των λαϊκών τάξεων ήταν εξασφαλισμένο.
Άλλο ένα σημείο το οποίο είχε μεγάλη σημασία για τη μείωση των αντιθέσεων μέσα στη Ρωμανία αποτελεί και το γεγονός πως η Βυζαντινή Αυτοκρατορία ήταν η πρώτη Αυτοκρατορία στην παγκόσμια ιστορία που κατάργησε τη δουλεία, αργά μεν κατά τον 12ο αιώνα , αλλά το έκανε. Επίσης, ο αυτοκρατορικός "αυταρχισμός" ήταν περισσότερο αυτοκρατορικός "οικουμενισμός" χωρίς φυλετισμό και ρατσισμό.
Η εμβέλεια και η λαμπρότητα του βυζαντινού πολιτιστικού οράματος φαίνεται καθαρά μέσα από τις σχέσεις με τους άλλους λαούς και όχι αναγκαστικά τους γειτονικούς και τους ομόδοξους. Μια χαρακτηριστική λεπτομέρεια αφορούσε την ύπαρξη από τους χρόνους των Κομνηνών (και παλιότερα) τζαμιού για τους μουσουλμάνους εμπόρους και επισκέπτες της Πόλης , καθώς και συναγωγής για τους Ιουδαίους. Αυτά δεν είναι τεκμήρια μιας ψευδούς πολιτικής για να υπάρχουν καλές σχέσεις με διάφορους αλλόθρησκους , αλλά της συνειδητής επιλογής μιας μεγάλης δύναμης που δεν είχε να φοβηθεί το διαφορετικό, επειδή γνωρίζει τη δύναμή και την ακτινοβολία της. Αναφέρονται χαρακτηριστικά μια σειρά επαφών στην Κων/πολη αυτοκρατόρων με μουσουλμάνους και Άραβες . Όταν κατέλαβαν το 1204 την Πόλη οι πολιτισμένοι σταυροφόροι δεν σεβάστηκαν ούτε τις εκκλησίες, ούτε τα μουσουλμανικά τεμένη , ούτε και την εβραϊκή συναγωγή . Αυτή η αναφορά ως κάποιο δείγμα για το τι σημαίνει πραγματική άγνοια και σκοταδισμός.
Η βυζαντινή πολιτεία για ολόκληρους αιώνες αποτελούσε την κορωνίδα του παγκόσμιο πολιτισμού σε ολόκληρο τον πλανήτη, αφού άλλοι πολιτισμοί ( Περσία, Κίνα) δεν είχαν να παρουσιάσουν κάτι αξιόλογο στους τομείς της τέχνης, της κοινωνικής οργάνωσης , της πολιτικής εν γένει , κατά το χρονικό διάστημα από τον 8ο μέχρι τον 12ο αιώνα. Η λαμπρότητα της πόλης δεν μπόρεσε να συγκριθεί με καμιά άλλη μεγαλούπολη . Το Παρίσι ήταν ένα ψαροχώρι που το αποίκισαν οι Βίκινγκς , το Λονδίνο ήταν ένα βρόμικο λιμάνι στον Τάμεση . Η παλαιά κοσμοκράτειρα Ρώμη μπορούσε να φιλοξενεί τον Πάπα ο οποίος βρισκόταν σε μεγάλες διενέξεις με τους Γερμανούς αυτοκράτορες , αλλά η Ρώμη ήταν μια ανοχύρωτη πόλη , όπου μάταια περίμεναν την αναγέννησή της . Οι συγκρίσεις δεν αφορούν τη ρυμοτομία και τις κοινωνίες αποκλειστικά , αλλά την αντίληψη που είχαν οι πολίτες της εποχής για τη ζωή και τον θάνατο. Ο βυζαντινός άνθρωπος αγαπούσε τη ζωή , μάθαινε για τον θάνατο ως φυσικό και θρησκευτικό «φαινόμενο» και οργάνωνε τη ζωή πάνω στα βάθρα της αυτοκρατορικού μεγαλείου , της ρωμαϊκής παράδοσης, του ελληνικού πολιτισμού και της ορθόδοξης πίστης .
Το Βυζάντιο βοήθησε με τον τρόπο του και τον πολιτισμό του Ισλάμ . Οι Άραβες από την έρημο που είχαν έρθει ήξεραν λίγα γράμματα . Όλα αυτά τα «λεπτά» σημεία του πολιτισμού τους τα πήραν από τους λαούς που είχαν κατακτήσει , τους Πέρσες λιγότερο . Περισσότερο όμως, από τον ελληνοχριστιανικό πολιτισμό της Συρίας και της Αιγύπτου. Έλληνες αρχιτέκτονες , Έλληνες καλλιτέχνες ακόμα και Έλληνες αξιωματούχοι όπως ο Άγιος Ιωάννης Δαμασκηνός χρησιμοποιήθηκαν από τους χαλίφηδες για να μπορέσουν να στηρίξουν τον ισλαμικό πολιτισμό της Μέσης και Εγγύς Ανατολής , της βόρειας Αφρικής και της Ισπανίας .
Παράλληλα , η επίδραση των βυζαντινών στα ιταλικά γράμματα του 15ου αιώνα είναι απόλυτα αναγνωρισμένη. Τον 14ο αιώνα οι λόγιοι της Δύσης άρχισαν να καταλαβαίνουν τι θησαυροί γνώσεων υπήρχαν αποταμιευμένοι στην Κων/πολη. Μεγάλο ρόλο έπαιξαν οι άνδρες όπως ο Γεμιστός Πλήθων και ο Χρυσολωράς. Αυτοί προώθησαν τη μελέτη των ελληνικών και του πλατωνισμού στη Δύση . Η Δύση δέχονταν τις επιδράσεις από την εποχή του Ιουστινιανού . Στα κατοπινά χρόνια το εξαρχάτο της Ραβέννας βοήθησε στην αναζωογόνηση των σχέσεων Βυζαντίου – Δύσης. Έδωσε την ευκαιρία να μελετηθεί ο βυζαντινός πολιτισμός ,η τέχνη, το ρωμαϊκό δίκαιο , κι όταν ακόμα έπαψε να υπάρχει το εξαρχάτο υπήρχε ένας άλλος δρόμος : η Βενετία . Άρχιζε η γαληνότατη δημοκρατία να παίζει τη γέφυρα μεταξύ Δυτικής και Ανατολικής πλευράς της Ευρώπης . Η τέχνη της ήταν επηρεασμένη από τη βυζαντινή τέχνη . Αυτό αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι ο Άγιος Μάρκος ήταν ένα αντίγραφο των Αγίων Αποστόλων της Κων/πολης .
Οι σταυροφορίες έφεραν στη Δύση και το Βυζάντιο σε μια πιο στενή επαφή. Εκείνη την εποχή οι δυτικοί έβλεπαν τους Βυζαντινούς με μια περιφρονητική αντιπάθεια θεωρώντας τους σχισματικούς. Το 1204 ήρθαν να λεηλατήσουν και να καταστρέψουν όχι για να μορφωθούν . Για την ορθόδοξη χριστιανική ανατολή όποιοι και αν ήταν ήταν κύριοι της Κων/πολης , αυτή θα έμενε πάντα η πρωτεύουσα . Στις 29 Μαΐου η τραγωδία ήταν τελική ένας πολιτισμός σαρώθηκε αμετάκλητα , είχε αφήσει όμως μια ένδοξη κληρονομία στα γράμματα και στην τέχνη . Είχε βγάλει ολόκληρες χώρες από τη βαρβαρότητα και σε άλλες είχε δώσει τα φώτα των χριστιανικών ηθών και της πολιτικής οργάνωσης .
Ο κόσμος για τον βυζαντινό άνθρωπο ήταν σκληρός και ανά πάσα στιγμή περίμενε το μοιραίο , το οποίο συνέβη μετά 11 αιώνες . Πάντα όμως πίστευε ότι η ειρήνη και η γαλήνη βρίσκονται πέρα από εδώ, κοντά στον αληθινό Θεό . Αυτή η αντίληψη πέρασε μέσα στα έργα , στις ιεραποστολές, στον πολιτισμό , στη σχέση με τους άλλους λαούς , στις σχέσεις αυτοκράτορα και λαού.
Η μνήμη και η συνείδηση του νεωτέρου Έλληνα περνούν μέσα από το Βυζάντιο. Όσο και αν προωθείται από διαφόρους η εικόνα της ασυνέχειας των Ελλήνων και η βυζαντινή περίοδος να θεωρείται ανύπαρκτη το ελληνικό Βυζάντιο θα είναι η μοναδική πολύτιμη πέτρα στο στέμμα του τρισχιλιετούς ελληνικού πολιτισμού.
*Ο Χριστόφορος Τριάντης υπηρετεί στη δημόσια εκπαίδευση από το 1998 . Είναι από τη Μαχαιρά Ξηρομέρου .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τι λες γι αυτό αγαπητό Ξηρόμερο