Θεόδωρος Χολής*
Με αφορμή την ανακοίνωσης της ΠΑΝ.ΣΥ για ματαίωση της εκδήλωσης, «γιορτή του Αιτωλοακαρνάνα» για οικονομικούς λόγους, γνωρίζοντας και την οικονομική δυσπραγία που μαστίζει την Ομοσπονδίας μας (Ο.Π.ΣΥ.Ξ) και επειδή το πρόβλημα είναι πολυσύνθετο, με εμπλοκή όλων όσων δραστηριοποιούνται - ασχολούνται στο χώρο του πολιτισμού και αφορά άμεσα όλα τα πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια σωματεία (Συλλόγους - Ομοσπονδίες) του Νομού μας, θα παραθέσω με αγωνία τον γενικότερο προβληματισμό μου για την επικρατούσα κατάσταση.
Είναι γνωστό σε όλους, ότι το πολιτιστικό κίνημα είναι προ ετών σε συνεχόμενη και όλο μεγαλύτερη φθίνουσα πορεία. Οι αιτίες είναι διάφορες, και ο καθένας μπορεί να τις υπερθεματίσει κατά τη κρίση του, δίνοντας και τη δική του ερμηνεία.
Είναι επίσης αλήθεια, ότι εξέλιπαν πλέον οι λόγοι που δημιουργήθηκαν οι περισσότεροι Σύλλογοί μας στις αρχές της 10ετίας του 1980. Τότε οι Σύλλογοι ήταν κομβικό σημείο επικοινωνίας και συνεκτικοί κρίκοι των διαμενόντων στις μεγαλουπόλεις συμπατριωτών μας, τόσο με τις γενέτειρες πατρίδες όσο και στις μεταξύ των σχέσεις.
Με αφορμή την ανακοίνωσης της ΠΑΝ.ΣΥ για ματαίωση της εκδήλωσης, «γιορτή του Αιτωλοακαρνάνα» για οικονομικούς λόγους, γνωρίζοντας και την οικονομική δυσπραγία που μαστίζει την Ομοσπονδίας μας (Ο.Π.ΣΥ.Ξ) και επειδή το πρόβλημα είναι πολυσύνθετο, με εμπλοκή όλων όσων δραστηριοποιούνται - ασχολούνται στο χώρο του πολιτισμού και αφορά άμεσα όλα τα πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια σωματεία (Συλλόγους - Ομοσπονδίες) του Νομού μας, θα παραθέσω με αγωνία τον γενικότερο προβληματισμό μου για την επικρατούσα κατάσταση.
Είναι γνωστό σε όλους, ότι το πολιτιστικό κίνημα είναι προ ετών σε συνεχόμενη και όλο μεγαλύτερη φθίνουσα πορεία. Οι αιτίες είναι διάφορες, και ο καθένας μπορεί να τις υπερθεματίσει κατά τη κρίση του, δίνοντας και τη δική του ερμηνεία.
Είναι επίσης αλήθεια, ότι εξέλιπαν πλέον οι λόγοι που δημιουργήθηκαν οι περισσότεροι Σύλλογοί μας στις αρχές της 10ετίας του 1980. Τότε οι Σύλλογοι ήταν κομβικό σημείο επικοινωνίας και συνεκτικοί κρίκοι των διαμενόντων στις μεγαλουπόλεις συμπατριωτών μας, τόσο με τις γενέτειρες πατρίδες όσο και στις μεταξύ των σχέσεις.
Οι χοροεσπερίδες, τ’ ανταμώματα, οι διάφορες κατ’ έθιμο εκδηλώσεις όπως η κοπή της πρωτοχρονιάτικης πίτας και ενίοτε οι εκδρομές μας έφερναν κοντά αν αναλογισθεί κανείς, ότι ακόμη και η τηλεφωνική επικοινωνία –τότε- μεταξύ μας καθίστατο δύσκολη, γιατί απλούστατα ΔΕΝ υπήρχαν ούτε καν σταθερά τηλέφωνα!
Τότε οι Σύλλογοι αποτελούσαν πραγματικούς πολιτιστικούς φάρους για τον τόπο μας, με μέλη εργάτες, που επιτελούσαν εθελοντική κοινωνική προσφορά με σοβαρή και αθόρυβη εργασία με στόχους, ιδανικά και συνήθως κάτω από δύσκολες συνθήκες.
Μετά τον ενθουσιασμό των πρώτων χρόνων (όπως συμβαίνει πάντα άλλωστε σε κάτι καινούργιο) άρχισαν να διαφαίνονται σημάδια κόπωσης που είχαν να κάνουν είτε με την σταδιακή αλλά σταθερή μεταβολή των κοινωνικό-πολιτιστικών αξιών στο όνομα της όποιας μετεξέλιξης είτε με τις προσωπικές φιλοδοξίες και τα ακραιφνή ιδιοτελή και μισαλλόδοξα συμφέροντα ορισμένων που λειτούργησαν μοιραία αυτοβούλως ή καθ’ υπόδειξη εξωθεσμικών κέντρων σε βάρος ατυχώς του πολιτιστικού κινήματος δημιουργώντας καχυποψία για τις προθέσεις των.
Κάποιοι ίσως δεν κατάλαβαν, ότι ο χώρος είναι ιδιαίτερα ευαίσθητος και δεν αφήνει περιθώρια στρέβλωσης, παρανόησης και προσπέλασής του με ανορθόδοξους μεθόδους, κάτι που κατά τη γνώμη μου δεν επιδέχεται καμιάς παρερμηνείας.
Η όποια παρέκκλιση είναι βέβαιο και με μαθηματική ακρίβεια θα αποβεί μεσοπρόθεσμα μοιραία για το πολιτιστικό κίνημα. Σταδιακά λοιπόν άρχισε να επέρχεται η παρακμή. Ο ένας μετά τον άλλον οι Σύλλογοι άρχισαν να υπολειτουργούν και ορισμένοι έβαλαν λουκέτο.
Άλλοι πάλι κράτησαν την σφραγίδα ως επιβεβαίωση της ύπαρξής τους, συνδράμοντες καθοριστικά –αλλά αντικαταστατικά- ανά διετία με την ψήφο τους, στην διαμόρφωση των Κεντρικών Συμβουλίων των Ομοσπονδιών ή και της Συνομοσπονδίας.
Ως επακόλουθο όλων αυτών, οι συνέπειες ήταν και είναι οδυνηρές και αναπόφευκτες για τις Ομοσπονδίες και την Συνομοσπονδία μας γιατί, απλούστατα ο χώρος λειτουργεί ως συγκοινωνούντα δοχεία και έτσι νομοτελειακά, ήταν παραπάνω από βέβαιο ότι αργά ή γρήγορα θα έφτανε αυτή η ώρα.
Άλλωστε πρέπει να γίνει απολύτως κατανοητό από τα μέλη των Κεντρικών Συμβουλίων των Ομοσπονδιών και της Συνομοσπονδίας μας, ότι ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΚΑΝΕΝΑ ΛΟΓΟ ΥΠΑΡΞΗΣ χωρίς τους Πολιτιστικούς Συλλόγους, μέλη τους.
Όσο οι Σύλλογοι αιμορραγούν, οι Ομοσπονδίες και η Συνομοσπονδία μας θα είναι πεθαμένες.
Τότε οι Σύλλογοι αποτελούσαν πραγματικούς πολιτιστικούς φάρους για τον τόπο μας, με μέλη εργάτες, που επιτελούσαν εθελοντική κοινωνική προσφορά με σοβαρή και αθόρυβη εργασία με στόχους, ιδανικά και συνήθως κάτω από δύσκολες συνθήκες.
Μετά τον ενθουσιασμό των πρώτων χρόνων (όπως συμβαίνει πάντα άλλωστε σε κάτι καινούργιο) άρχισαν να διαφαίνονται σημάδια κόπωσης που είχαν να κάνουν είτε με την σταδιακή αλλά σταθερή μεταβολή των κοινωνικό-πολιτιστικών αξιών στο όνομα της όποιας μετεξέλιξης είτε με τις προσωπικές φιλοδοξίες και τα ακραιφνή ιδιοτελή και μισαλλόδοξα συμφέροντα ορισμένων που λειτούργησαν μοιραία αυτοβούλως ή καθ’ υπόδειξη εξωθεσμικών κέντρων σε βάρος ατυχώς του πολιτιστικού κινήματος δημιουργώντας καχυποψία για τις προθέσεις των.
Κάποιοι ίσως δεν κατάλαβαν, ότι ο χώρος είναι ιδιαίτερα ευαίσθητος και δεν αφήνει περιθώρια στρέβλωσης, παρανόησης και προσπέλασής του με ανορθόδοξους μεθόδους, κάτι που κατά τη γνώμη μου δεν επιδέχεται καμιάς παρερμηνείας.
Η όποια παρέκκλιση είναι βέβαιο και με μαθηματική ακρίβεια θα αποβεί μεσοπρόθεσμα μοιραία για το πολιτιστικό κίνημα. Σταδιακά λοιπόν άρχισε να επέρχεται η παρακμή. Ο ένας μετά τον άλλον οι Σύλλογοι άρχισαν να υπολειτουργούν και ορισμένοι έβαλαν λουκέτο.
Άλλοι πάλι κράτησαν την σφραγίδα ως επιβεβαίωση της ύπαρξής τους, συνδράμοντες καθοριστικά –αλλά αντικαταστατικά- ανά διετία με την ψήφο τους, στην διαμόρφωση των Κεντρικών Συμβουλίων των Ομοσπονδιών ή και της Συνομοσπονδίας.
Ως επακόλουθο όλων αυτών, οι συνέπειες ήταν και είναι οδυνηρές και αναπόφευκτες για τις Ομοσπονδίες και την Συνομοσπονδία μας γιατί, απλούστατα ο χώρος λειτουργεί ως συγκοινωνούντα δοχεία και έτσι νομοτελειακά, ήταν παραπάνω από βέβαιο ότι αργά ή γρήγορα θα έφτανε αυτή η ώρα.
Άλλωστε πρέπει να γίνει απολύτως κατανοητό από τα μέλη των Κεντρικών Συμβουλίων των Ομοσπονδιών και της Συνομοσπονδίας μας, ότι ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΚΑΝΕΝΑ ΛΟΓΟ ΥΠΑΡΞΗΣ χωρίς τους Πολιτιστικούς Συλλόγους, μέλη τους.
Όσο οι Σύλλογοι αιμορραγούν, οι Ομοσπονδίες και η Συνομοσπονδία μας θα είναι πεθαμένες.
ΤΟ ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Το ζητούμενο όμως είναι, πως μπορούμε να γλυτώσουμε από τον «πνιγμό» και να βγούμε σώοι στην ακτή!
Αν και υπάρχουν αντικειμενικές δυσκολίες για την αναστροφή του κλίματος με κυριότερες αιτίες την αμφισβήτηση στην εποχή μας θεσμών, αξιών, ταυτότητας αλλά και την οικονομική δυσπραγία που μαστίζει τους Συλλόγους μας, θεωρώ ότι με πολλή δουλειά και με σωστή διαχείριση της κατάστασης μπορούν να δρομολογηθούν νέα ελπιδοφόρα δεδομένα.
Κατ΄ αρχήν οι Σύλλογοι είναι μη κερδοσκοπικά σωματεία. Ούτε παράγουν ούτε πωλούν.
Βασίζονται στην εθελοντική προσφορά των μελών των είτε αυτή είναι οικονομική είτε αυτή είναι συμμετοχική σε διάφορες εκδηλώσεις. Είναι σαφές βέβαια ότι κανείς δεν μπορεί να έχει από τα μέλη του μεγάλες απαιτήσεις, ούτε μπορεί να επιβάλει σ’ αυτά “οικονομική φορολογία” ή την “αυτεπάγγελτη” συμμετοχή τους σε διάφορες εκδηλώσεις.
Τα μέλη των Συλλόγων συνεισφέρουν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο μόνο με την πειθώ και αφού προηγουμένως πεισθούν ότι τα μέλη των Δ.Σ παρέχουν τα εχέγγυα υποδειγματικής και άξιας εκπροσώπησής τους.
Το ζητούμενο όμως είναι, πως μπορούμε να γλυτώσουμε από τον «πνιγμό» και να βγούμε σώοι στην ακτή!
Αν και υπάρχουν αντικειμενικές δυσκολίες για την αναστροφή του κλίματος με κυριότερες αιτίες την αμφισβήτηση στην εποχή μας θεσμών, αξιών, ταυτότητας αλλά και την οικονομική δυσπραγία που μαστίζει τους Συλλόγους μας, θεωρώ ότι με πολλή δουλειά και με σωστή διαχείριση της κατάστασης μπορούν να δρομολογηθούν νέα ελπιδοφόρα δεδομένα.
Κατ΄ αρχήν οι Σύλλογοι είναι μη κερδοσκοπικά σωματεία. Ούτε παράγουν ούτε πωλούν.
Βασίζονται στην εθελοντική προσφορά των μελών των είτε αυτή είναι οικονομική είτε αυτή είναι συμμετοχική σε διάφορες εκδηλώσεις. Είναι σαφές βέβαια ότι κανείς δεν μπορεί να έχει από τα μέλη του μεγάλες απαιτήσεις, ούτε μπορεί να επιβάλει σ’ αυτά “οικονομική φορολογία” ή την “αυτεπάγγελτη” συμμετοχή τους σε διάφορες εκδηλώσεις.
Τα μέλη των Συλλόγων συνεισφέρουν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο μόνο με την πειθώ και αφού προηγουμένως πεισθούν ότι τα μέλη των Δ.Σ παρέχουν τα εχέγγυα υποδειγματικής και άξιας εκπροσώπησής τους.
Εν ολίγοις τα εκάστοτε Διοικητικά ή Κεντρικά Συμβούλια πρέπει να πείθουν, να παραδειγματίζουν με τις πράξεις τους και την εν γένει δραστηριότητά τους τα υπόλοιπα μέλη και να είναι απαλλαγμένα στις συλλογικές διεργασίες από κομματικές εξαρτήσεις και πολιτικούς εναγκαλισμούς γιατί, το τελευταίο αποδεδειγμένα είναι και η ταφόπλακα του χώρου. Εάν ο κάθε Σύλλογος μπορέσει να δραστηριοποιήσει τα μέλη του, τότε αυτόματα έχουν επιλυθεί τα προβλήματά του είτε αυτά είναι οικονομικά είτε υπαρξιακά.
Υπάρχουν παραδείγματα που επιβεβαιώνουν την παραπάνω άποψη αναφερόμενα σε Συλλόγους που επί μακρόν λόγω διαφόρων συγκυριών είχαν αδρανοποιηθεί και επανήλθαν στο προσκήνιο δυναμικά και με πρωταγωνιστικό γιατί, βρέθηκαν άνθρωποι με σπουδαία εθελοντική προσφορά που ηγήθηκαν των Συλλόγων και παρακίνησαν - δραστηριοποίησαν και τα υπόλοιπα μέλη. Ο εύκολος τρόπος της αναζήτησης κρατικών ή αυτοδιοικητικών επιχορηγήσεων για την επιβίωση των Συλλόγων ή των Ομοσπονδιών παρήλθε προ καιρού.
Στο πλαίσιο αυτό οφείλουμε να επανεξετάσουμε τους στόχους, το έργο μας και την πρακτική μας, ενδοσκοπώντας τις αδυναμίες μας σε μία ιδιαιτέρως δύσκολη περίοδο όπου η κοινωνία διέρχεται κρίση αμφισβήτησης αξιών, ταυτότητας, θεσμών και βρίσκεται στο πέλαγος της παγκοσμιοποιημένης εποχή μας χωρίς πυξίδα προσανατολισμού.
Στη δύσκολη αυτή συγκυρία, ας παραδειγματιστούμε όλοι μας και ιδίως οι νεότεροι, από σπουδαίες προσωπικότητες (δυστυχώς ελάχιστες) που έχουν απομείνει στο χώρο μας, και ως φάροι σηματοδοτούν με την παρουσία τους, την ασφαλή διέλευση του πλοίου του πολιτισμού. Χωρίς ιδιοτέλεια, καταξιωμένοι επαγγελματικά έχοντας διέλθει από όλες τις βαθμίδες της ιεραρχίας του Πολιτιστικού μας κινήματος, μάχονται τώρα ως απλοί στρατιώτες στην πρώτη γραμμή, προσφέροντας μέγιστες υπηρεσίες.
(*Θεόδωρος Χολής: Γεν. Γραμματέας του Συλλόγου Κωνωπινιωτών Αθήνας)
Πηγή: http://www.konopinaps.gr/
Δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα “ ΤΑ ΝΕΑ της Κωνωπίνας” Φύλο 55, σελίδα 5.
Υπάρχουν παραδείγματα που επιβεβαιώνουν την παραπάνω άποψη αναφερόμενα σε Συλλόγους που επί μακρόν λόγω διαφόρων συγκυριών είχαν αδρανοποιηθεί και επανήλθαν στο προσκήνιο δυναμικά και με πρωταγωνιστικό γιατί, βρέθηκαν άνθρωποι με σπουδαία εθελοντική προσφορά που ηγήθηκαν των Συλλόγων και παρακίνησαν - δραστηριοποίησαν και τα υπόλοιπα μέλη. Ο εύκολος τρόπος της αναζήτησης κρατικών ή αυτοδιοικητικών επιχορηγήσεων για την επιβίωση των Συλλόγων ή των Ομοσπονδιών παρήλθε προ καιρού.
Στο πλαίσιο αυτό οφείλουμε να επανεξετάσουμε τους στόχους, το έργο μας και την πρακτική μας, ενδοσκοπώντας τις αδυναμίες μας σε μία ιδιαιτέρως δύσκολη περίοδο όπου η κοινωνία διέρχεται κρίση αμφισβήτησης αξιών, ταυτότητας, θεσμών και βρίσκεται στο πέλαγος της παγκοσμιοποιημένης εποχή μας χωρίς πυξίδα προσανατολισμού.
Στη δύσκολη αυτή συγκυρία, ας παραδειγματιστούμε όλοι μας και ιδίως οι νεότεροι, από σπουδαίες προσωπικότητες (δυστυχώς ελάχιστες) που έχουν απομείνει στο χώρο μας, και ως φάροι σηματοδοτούν με την παρουσία τους, την ασφαλή διέλευση του πλοίου του πολιτισμού. Χωρίς ιδιοτέλεια, καταξιωμένοι επαγγελματικά έχοντας διέλθει από όλες τις βαθμίδες της ιεραρχίας του Πολιτιστικού μας κινήματος, μάχονται τώρα ως απλοί στρατιώτες στην πρώτη γραμμή, προσφέροντας μέγιστες υπηρεσίες.
(*Θεόδωρος Χολής: Γεν. Γραμματέας του Συλλόγου Κωνωπινιωτών Αθήνας)
Πηγή: http://www.konopinaps.gr/
Δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα “ ΤΑ ΝΕΑ της Κωνωπίνας” Φύλο 55, σελίδα 5.