Κυριακή 11 Απριλίου 2021

ΒΕΛΑ. Η ζωή μας όλη...!!!!

 

Παλαιότερο δημοσίευμα του προέδρου της ΠΑΝΣΥ Πάνου Χόλη.
 
(Μαλάβρύση, Βαρσανάς, Μελισόσπιτο, Κέφαλος, Αλογομάνδρα, Σταυρωλιμνώνας...) βουίζουν στο κεφάλι μας και δεν ξεχνιούνται, στο αιώνα τον άπαντα!!!

Η περιοχή της Βελάς χωροθετείται σε 10.000 στρέμματα χερσαίας έκτασης και ανήκει διοικητικά, γεωγραφικά και ιδιοκτησιακά, στη τέως κοινότητα Βασιλόπουλου του σημερινού Δήμου Ξηρομέρου. 
 
Για όσους δεν γνωρίζουν η περιοχή της Βελάς δεν ανήκει στο δημόσιο αλλά στην κοινότητα Βασιλοπούλου μετά από τελεσίδικη απόφαση του εφετείου Πάτρας το 1980. 
Σήμερα περίπου 2000 στρέμματα από αυτά ανήκουν, με απόφαση δικαστηρίου το 1998, σε 450 οικογένειες του χωριού. 

Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι στη περιοχή, χτυπούσε η «καρδιά»του χωριού από τα πολύ παλιά χρόνια, τουλάχιστον από τις δεκαετίες μετά το 1925 έως και σήμερα. 
Οι κάτοικοι φεύγανε από το χωριό και πεζοί πήγαιναν στη ΒΕΛΑ για να καλλιεργήσουν τη γη με λίγο καπνό, αλλά πολύ περισσότερο με σιτάρια και κάποια αμπελάκια όπως και λίγα μποστάνια. Πολλοί ήταν εκείνοι που κατασκήνωναν εκεί για πάνω από μισό χρόνο έως ότου μαζευτεί η σοδειά της καλλιέργειας. 
Η κτηνοτροφία ήταν πολύ αναπτυγμένη στη περιοχή, οι στάνες πολλές και πολλοί κτηνοτρόφοι είχαν εκεί τη μόνιμη κατοικία τους, προσέχοντας τα ζώα τους. 
Επίσης στις δραστηριότητες ήταν και η ελαιοσυλλογή από αιωνόβιες ελιές που παραχωρήθηκαν στους κατοίκους από το κράτος. 




Αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής των Βασιλοπουλιτών ήταν η ΒΕΛΑ και παραμένει έως σήμερα!!! 

Τα δύσκολα χρόνια του Β´ παγκοσμίου πολέμου υπήρξε το καταφύγιο πολλών οικογενειών οι οποίες με το φόβο των Ιταλό-γερμανικών επιδρομών έβρισκαν εκεί, στο δύσβατο μέρος, την προσωρινή ασφάλεια των μελών τους. Στα νερά της περιοχής έβρισκε καταφύγιο και το θρυλικό υποβρύχιο ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ. 
Από τις ακτές υπήρξε επικοινωνία με τα απέναντι νησιά Κάλαμος και Καστός είτε ως διαφυγή, είτε για τροφοδοσία του πληθυσμού. 
Στα χρόνια της φτώχειας και της πείνας η ευλογημένη γη της ΒΕΛΑΣ και τα καταγάλανα νερά της με τα πλούσια αλιεύματα έθρεψαν και έσωσαν από βέβαιο θάνατο αρκετούς Ξηρμερίτες. 

Στα νεότερα χρόνια όταν ο φόβος των πολέμων και των διωγμών εξέλειψε, το βιοτικό επίπεδο άρχισε να ανεβαίνει, και οι καλλιέργειες μεταφέρθηκαν στο χωριό, η ΒΕΛΑ συνέχισε να ανακουφίζει και να ξεκουράζει το ντόπιο πληθυσμό. 

Ήταν οι εποχές μετά το 1960 όπου οι Βασιλοπουλίτες, η Μαχαιριώτες, η Προδρομίτες, η Χρυσοβιτσάνοι και οι Αγραμπελιώτες έβρισκαν τα νερά και τις παραλίες της Βελάς ως το χώρο εκτόνωσης , ξεκούρασης, και θεραπείας. 

Το μήνα Ιούλιο και προς το τέλος του και αφού είχαν τελειώσει οι Αγροτικές ασχολίες όπως θέρος, αλώνισμα, μάζεμα καπνού, ξεκίναγαν οι προετοιμασίες για κατασκήνωση στη ΒΕΛΑ, οικογενειακός. 

Τα κλινοσκεπάσματα σε ένα-δυο μπόγους τυλιγμένα, τα κουζινικά στα πιο απαραίτητα όπως κατσαρόλα, τηγάνι πιάτα, ποτήρια τσίγκινα κλπ. Φρέσκο ζυμωτό ψωμί για 10 ημέρες τουλάχιστον και δοχεία με νερό. Απουσία δρόμου, ο γάιδαρος και το άλογο σε ετοιμότητα...,σαμάρωμα, φόρτωμα και η πορεία για τη ΒΕΛΑ μόλις έχει ξεκινήσει. Μπροστά το γαϊδουράκι, δίπλα του και πίσω οι οικογένεια. Ο δρόμος στην αρχή ανηφορικός από το παλιό χωριό, την Αγία Παρασκευή , Μερατζούλα , Βαράσσα , δεξαμενή, και μετά κατηφορικός δαιμονολάγκαδο, Λιγκέρι, Σβάρνα, Μελισόσπιτο, Βαρσανάς, φτάσαμε!!!! Η διαδρομή εκπληκτική!!! Τοπίο ονειρεμένο, αποτελούμενο από βελανιδιές, αγριελιές, κουτσουπιές, αιωνόβια πουρνάρια, σχίνα , λιγοστές κουμαριές, αγριοφυστικές, ασφάκες, και Αγραπιδιές. Τα αγραπίδια και τα απίδια(αχλάδια) για όσες ήταν κεντρωμένες, ξεγελούσαν την πείνα της οικογένειας κατά την διαδρομή. 

Στη σβάρνα υπήρχε ένα πηγάδι με πολύ κρύο και καθαρό νερό και γινότανε μια στάση για ξεδίψασμα!!! Κατά τη διαδρομή συναντούσες και τους μόνιμους κτηνοτρόφους της περιοχής και η στάση για στριφτό τσιγάρο και κουβεντούλα απαραίτητη!!! (μπάρμπα Γιώργης, Θύμιος, Φάνιας, Νίκος κα.) 

Η διαδρομή διαρκούσε δυο με τρεις ώρες. 

Άλλος τρόπος μετάβασης στη ΒΕΛΑ ήταν το καΐκι της γραμμής Κάλαμος-Αστακός. Εκπληκτική διαδρομή μέσω της παράκτιας ζώνης Μαραθιά, Μαυροβορό, Ασπρογιάλι, Καμπλάφκα, ΒΕΛΑ. Τα καταγάλανα και λαμπερά νερά της θάλασσας σου έδιναν την δυνατότητα να βλέπεις το βυθό και όλο το θαλάσσιο βασίλειο. Παιδάκια εμείς και μη έχοντας εμπειρία από θάλασσα φοβόμασταν και κουλουριαζόμασταν στη ποδιά της μάνας μας. 

Φτάνοντας στο Βαρσανά φτάνανε στη πολυπόθητη παραλία. Πριν τον πόλεμο η κατασκήνωση γίνονταν σε μεγάλη απόσταση από την παραλία για ευνόητους λόγους! Μετά τον πόλεμο και περισσότερο απο το 1970 και μετά η κατασκήνωση γίνονταν μπροστά στη παραλία απέναντι από το γραφικό νησάκι. 

Όταν μιλάμε για κατασκήνωση μη πάει στο μυαλό σας κάτι από σκηνές και τέτοια υλικά. Φτιάχνανε τις ονομαζόμενες καλύβες ή τσατούρες με ξύλινους πασσάλους και τις κάλυπταν σε όλο το μήκος και πλάτος με κλαδιά κουμαριάς ή κουτσουπιάς ή σχίνα και πουρνάρια.(με το τέλος του παραθερισμού οι καλύβες διαλύονταν και ο χώρος καθορίζονταν) 

Εκεί μέσα έβαζαν όλη την οικοσυσκευή και για κρεβάτι έστρωναν κάτω στην άμμο κουρελούδες και άλλα επιδαπέδια ρούχα. Για την κατασκευή βοηθούσαν όλοι οι παρόντες παραθεριστές. 

Φως για το βράδυ υπήρχε το λιχνάρι πετρελαίου και αργότερα η λάμπα με αμίαντο. Φαγητό μαγειρεύονταν ποιο δίπλα σε αυτοσχέδιο λάκο με φωτιά σε ξύλα. Πάνω στη φωτιά έμπαινε η πυροστιά και πάνω της η κατσαρόλα. Τι έβραζε; Φασόλια και γενικά όσπρια ,φρέσκο ψαράκι ,κάπου -κάπου κρέας. 
Η κατσαρόλα έβραζε για όλους και το φαγητό μοιραζόταν σε όλες τις καλύβες!!! Μια κουζίνα όλοι...!!! Υπήρχε και ψητό ψαράκι που είτε ψαρεύονταν επί τόπου από τους άντρες ή αγοράζονταν από το καΐκι ή τις τράτες που έρχονταν συχνά από Κάλαμο ή απο Μύτικα. Πολύ ψάρι είχε η περιοχή. 
Τα καΐκια αγκυροβολούσαν στις άκρες τις παραλίας που είχε βαθιά νερά και οι ψαράδες ξεπουλούσαν αμέσως τα φρέσκα αλιεύματα. Καμιά φορά δίνονταν και παραγγελίες για τρόφιμα και άλλες ελλείψεις. 

Στο Βαρσανά υπήρχε και υπάρχει ένα πηγάδι που είχε μεν γλυφό νερό αλλά ήταν η ρεζέρβα για να μη διψάσουν οι λουόμενοι. Το νερό το τραβούσαν από το βάθος του πηγαδιού με το σατίλι (κουβάς) Το πηγάδι βέβαια ξεδιψούσε και όλα τα ζώα των κτηνοτρόφων της περιοχής τα οποία βοσκούσαν ελεύθερα και πολλές φορές «συγκατοικούσαν»με τους παραθεριστές. 

Όπως είπα η καλύβες φτιάχνονταν κάτω από της ελιές μακριά από την παραλία αλλά τα τελευταία χρόνια πάνω στο ψιλό βοτσαλάκι κοντά στη θάλασσα. 

Τα κουζινικά και τα τρόφιμα πλένονταν μέσα στη θάλασσα και τα φρούτα όπως καρπούζι για να είναι παγωμένα ήταν μόνιμα μέσα σε αυτήν. 

Λίγα μέτρα ποιο πίσω υπήρχε και υπάρχει ένα μικρό γηπεδάκι στο οποίο παίζονταν μεγάλοι αγώνες ποδοσφαίρου από τα νιάτα της κάθε εποχής. Φυσικά ξυπόλητα όλα τα παιδιά και στο τέλος του αγώνα τρέχοντας έφταναν στο βράχο του «Άγγελου» και έπεφταν με κατακόρυφες επαγγελματικές βουτιές στη θάλασσα. 

Στον ίδιο χώρο λίγο ποιο πέρα, αυτοσχεδιαστικά, υπήρχαν λάκοι με λασπόνερα από θαλασσινό νερό. Μέσα σε αυτούς τους λάκους έβρισκαν την θεραπεία τους ηλικιωμένοι και ηλικιωμένες. Έκαναν τα θαλασσινά λασπόλουτρα, οι γυναίκες με τα κομπινεζόν και οι άντρες με τα σώβρακα, επι μια ώρα τουλάχιστον. Για να μην τους βαράει ο ήλιος τον είχαν σκεπάσει με Φρύγανα και από πάνω βάζανε τα ρούχα τους για να μη τους βλέπουν. Κατόπιν αυτών έβγαιναν πήγαιναν και ξεπλένοντας στη θάλασσα. Στη συνέχεια στην καυτή άμμο άνοιγαν λάκο και μπαίνανε μέσα, θάβοντάς τους εμείς τα μικρά, αφήνοντας έξω μόνο το πρόσωπο. Ήταν η θεραπεία τους σε ρευματισμούς ,πόνους στη μέση στα πόδια και ήταν πολύ αποτελεσματική. 

Χαρακτηριστική φιγούρα του καλοκαιριού και στα λασπόλουτρα η γιαγιά Καλλιρρόη από τον Αστακό που φώναζε και «γκρίνιαζε»συνέχεια!!! 

Όλη η παραλία ήταν μια οικογένεια. Αδερφικές συμπεριφορές και αλληλοβοήθειες από όλους τους λουόμενους. 

Οικογένειες που παραθέριζαν μόνιμα από Μαχαιρά, Χρυσοβίτσα , Πρόδρομο, Αγράμπελο ήταν όλες αγαπημένες με τους Βασιλοπουλίτες. 

Σε αυτή την παραλία έμαθαν να κολυμπούν όλα τα παιδιά της περιοχής από τους σημερινούς 65άρηδες έως και τα σημερινά μικρά παιδιά. Εκεί σε πολλούς από εμάς σκίρτησε η καρδιά μας για κάποιο φλερτ, εκεί ίσως να ερωτευτήκαμε, εκεί ίσως και να είχαμε το πρώτο ραντεβού. Εκεί ίσως να έπεσε και ο σπόρος τις δικής μας γέννησης!!! 

«...Θέλω το νάρι μου...» (λυχνάρι μου) τσίριζε κλαίγοντας ένας 50χρονος από τη γειτονική καλύβα γιατί η μάνα του δάνεισε το λυχνάρι τους στην γειτονική καλύβα για να φάνε!!! Στο φεγγαρόφωτο αμέτρητες ώρες τα βράδια δίπλα στο κύμα ακούγονταν ιστορίες άλλοτε χαρούμενες και αστείες άλλοτε από τις κακουχίες μιας ολάκερης ζωής. 
Ξαπλωμένοι στη άμμο κοιτάζοντας τα αστέρια κάθε βράδυ τα μετρούσαν. ...Να η μεγάλη Άρκτος, να και η μικρή ποιο πέρα...και όταν έπεφταν κάποια, αμέσως γίνονταν η ευχή. 
Το κύμα τη νύχτα σε νανούριζε απαλά αγαλλιάζοντας την ψυχή και το ταλαιπωρημένο κορμί των γονιών μας. 

Καθημερινά κάποιοι πήγαιναν για ψάρεμα εξασφαλίζοντας την τροφή. Αμέτρητα τα αλιεύματα, χταπόδια ροφοί, λαβράκια, τσιπούρες αλλά και πίνες, Αχινοί, οστρακοειδή και κοχύλια, πολλά κοχύλια μέσα και έξω από τη θάλασσα. 
Με τα κοχύλια φτιάχναμε κολιέ για το λαιμό μας. Το καθημερινό ταξίδι και οι αγώνες κολύμβησης είχαν ως τερματισμό το μικρό νησάκι τις Βελάς. 
Για όσους δεν ήξεραν κολύμπι ή φοβόντουσαν πήγαιναν για μπάνιο στη χωματίδα που ήταν ρηχά και με πολύ ψιλή άμμο. 

Έως το τέλος του 1970 στις παραλίες δεν έκαναν μπάνιο άντρες γυναίκες. Στη ΒΕΛΑ υπήρχε παραλία των αντρών και παραλία των γυναικών και αυτό γινόταν σεβαστό από όλους. 

Το πρώτο μαγαζάκι το άνοιξε ο μπάρμπα Θωμάς(πιγουλάκιας). Με το αστείρευτο κωμικό ταλέντο και την καπατσοσύνη του ο μπάρμπα Θωμάς έγινε η μασκότ , το σήμα κατατεθέν της Βελάς. Αναψυκτικά στο πάγο, καφέ στη φωτιά, βανίλια και κάνα μπισκοτάκι, φρυγανιά ήταν από τα λιγοστά εμπόρευματά του. 

Στα μισά τις δεκαετίας του 1970 ξεκίνησε η κατασκευή του δρόμου Αστακός Μύτικας. Αυτό διευκόλυνε την πρόσβαση στη ΒΕΛΑ με τα λιγοστά αγροτικά αυτοκίνητα της εποχής και την έκανε επισκέψιμη και από άλλες περιοχές του νομού και ειδικά Αγρινίου και Αιτωλικού. 

Ο δρόμος αύξησε τους επισκέπτες και τους λουόμενους κατακόρυφα και άνοιξαν περισσότερα μαγαζάκια, εκτός του μπάρμπα Θωμά, ο οποίος άρχισε να ψήνει και κοντοσούβλι , γουρουνόπουλο και ότι έβρισκε. 
Την ίδια δεκαετία έως το 1990 περίπου μαγαζιά άνοιξαν ο Θεόδωρος Λιβάνης, ο Παναγιώτης Τόμπας και οι Βλαχοπαναίοι. Οι Βασιλοπουλίτες συνέχιζαν να κατασκηνώνουν στη ΒΕΛΑ και τις δεκαετίες 1980-1990 και σε άλλες γειτονικές παραλίες, κάθε καλοκαίρι από τις 20 Ιουλίου και όλο τον Αύγουστο. 

Ήταν το δεύτερο χωριό τους!!! Το ραντεβού δινόταν από το Πάσχα. Πρώτος κατασκήνωνε ο μπάρμπα Πάνος Τόμπας μετά οι Κουγγελαίοι, οι Κακκαβαίοι, ο μπάρμπα Στάθης, ο Καρανίκας , ο μπάρμπα Κώστας Παπαστάμος (κατσαμπίρας)Αθ. Πετρονικολός , Φώτης Νάκος, Ηλίας Χολής, Νίκος Τόμπας, Σκαντζαίοι , Βαγγέλης Κοτρότςος , Χρήστος Λάης ,Νίκος Στρατομήτρος, Αθ.Σαμαντάς, Κώστας Μακρής και άλλοι που δεν ήταν μόνιμοι. 

Όλο το χωριό μια γειτονιά , όλο το χωριό μια αγκαλιά!!! 

Μετά ήρθαν τα κλουβιά...!!! 

Η γενικότερη περιοχή της ΒΕΛΑΣ αποτέλεσε για πολλές δεκαετίες το χώρο ξεκούρασης, θεραπείας, βιοπορισμού, αναψυχής, κατοικίας, και εκτόνωσης της ενδοχώρας του νομού μας. Ήταν το μικρό διάλειμμα στη πολύχρονη και καθημερινή βαρύτατη εργασία και των στερήσεων των παππούδων και των γονιών μας. 

Ήταν ο χώρος των διακοπών του φτωχού και του σκληρά εργαζόμενου γεωργού και κτηνοτρόφου. 

Ήταν η ελπίδα για παραθεριστική και τουριστική ανάπτυξη και παραθεριστικής κατοικίας για όλη την περιοχή. 

Αυτό ήταν...!!!! 

Μετά ήρθαν τα κλουβιά και τα πάντα άλλαξαν...!!!! 

Σήμερα στη ΒΕΛΑ δεν υπάρχουν λουόμενοι όπως εκείνα τα χρόνια, οι ντόπιοι όλο και απομακρύνονται από την περιοχή,οι παραλίες της ερήμωσαν,τα διαυγή νερά της θόλωσαν, τα ψάρια εξαφανίστηκαν και οι ακτές σε μεγάλη έκταση έχουν παρανόμως καταληφθεί!!! 

Σήμερα απειλείται οριστικά με ερημοποίηση και καταστροφή του θαλάσσιου και χερσαίου χώρου λόγο της προτεινόμενης ίδρυσης εντατικής βιομηχανικής ιχθυοκαλλιέργειας, μέσω της ΠΟΑΥ Εχινάδων Νήσων και Αιτωλ/νιας. 

Κι όμως οι ψυχές των προγόνων μας που πάντα είχαν την παρουσία τους στο χώρο κάτι μου λέει ότι θα την προστατέψουν και δεν θα επιτρέψουν τη βίαιη κατάληψη και των διωγμό των ΞΗΡΟΜΕΡΙΤΩΝ. 

ΗΤΑΝ, ΕΙΝΑΙ και θα ΕΙΝΑΙ Ο ΤΟΠΟΣ ΜΑΣ!!!! 

-«...πως να με κάνουν να τον δω τον ήλιο 

μ’ άλλα μάτια...» 

-Όλο το χωριό μια γειτονιά , όλο το χωριό μια αγκαλιά!!! 

-Δεν θα σε αφήσουμε ποτέ...στο υποσχόμαστε !!!

9 σχόλια:

  1. Πολύ ωραία τα λέτε Κύριε Χολή... Ξεχάσατε όμως κάτι ακόμα.. Ότι και για τον κορονοιο τα κλουβιά φταίνε...Ναι ναι τα κλουβιά φταίνε...Μα τι λέτε κύριε Χολή είναι δυνατόν; Είστε εκτός τόπου και χρόνου. Ο κόσμος θέλει μεροκάματο κύριε Χολή. Αλήθεια μήπως έχετε κατά νου να επενδύσετε εσείς σε κάτι εδώ στο τόπο μας; Κάντε το να βρει δουλειά όλος αυτός ο κόσμος που δουλεύει στα κλουβιά και μετά τα λέμε. Τριολας

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Τι να σας πεί κανείς. Σε λίγο κατοικηθεί το Φεγγάρι και σείς μένετε ακόμη στις καλύβες.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Δυστυχώς υπάρχει τεράστια έλλειψη παιδείας στον έρμο τούτο τόπο..
    Προκειμένου για το σήμερα να βγει ένα 30ευρω κανένας δεν αναλογιζεται το αύριο.
    Παραλαβαμε καθαρές παραλίες, απίστευτα τοπία σε όλη την Ελλάδα και στο βωμό του κέρδους των ολίγων και στα ψίχουλα σε μερικούς, θα παραδώσουμε στις επομενες γενιές τόπους με μπόχα κ δυσωδία..
    Αυτή είναι η σκληρή αλήθεια κ η σκληρή πραγματικότητα και όποιος δεν τη βλέπει εθελοτυφλεί η "εθελομασεί"

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Φίλε 11.07 μ.μ. Βρες μου άλλο τρόπο να βγάζω καθημερινά ένα 30ευρω και να είσαι σίγουρος ότι θα αναλογιστώ και το αύριο. Πως μπορώ όμως να σκεφτώ το αύριο αν πεινάω σήμερα; Ίσως δεν έζησες, και μακάρι να μη ζήσεις ποτέ, ανεργία.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Αν υπήρχε κράτος έπρεπε όλες η καλύβες πόυ είναι εκεί να γκρεμιστουν...
    Έχουν έρθει όλοι η Αγρινιώτες και Έχουν κάνει καλύβες εκεί αυτό είναι ντροπή...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Σχολιαστή των 10,42μμ να πάς στο φεγγάρι να πιείς το καφέ σου και πες στα αφεντικά σου να πάρουν τα κλουβιά και να τα βάλουν στους ωκεανούς του φεγγαριού.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

  7. Φίλε 9.33 δεν μίλησα για τα κλουβιά ούτε είμαι υπερ των ιχθυοκαλλιεργειών. Αντιθέτως όταν εσύ κοιμόσουν στην καλύβα σου εμείς διαμαρτυρόμασταν για την επέκταση των ιχθυοκαλλιεργειών. Μήν βλεπετε παντού εχθρούς γιατι θα τους πολλαπλασιάσετε με την μυαλά που έχετε. Μίλησα για το τσαντίρ μαχαλά που έχτε στήσει στην ΒΕΛΑ και ακολούθησαν με τραγικότερο τρόπο οι Αγρινιώτες. Εαν δεν καταλαβείνεις τι γράφουν δεν χρειάζεται να απαντάς.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Όταν κοιμήθηκα στη καλύβα δεν γίνονταν διαμαρτυρίες γιατί απλά δεν υπήρχε καν ο δρόμος, ήταν πολύ όμορφα μιλάμε βέβαια για άλλες εποχές που ο κόσμος δεν είχε οικονομικές δυνατότητες αλλά και μέσα μεταφοράς για να πάει κάπου πιό μακριά.
      Για τα χρόνια που ακολούθησαν οι ευθύνες βαραίνουν τους εκάστοτε προέδρους , δημάρχους, συμβούλους αλλά και εμάς τους ίδιους.
      Κάθε ένας από εμάς κρύβει μέσα του ένα "Αγρινιώτη" που θέλει να εκμεταλλευτεί: ένα τόπο( πχ έχοντας μονίμως μία καλύβα ) , μία κατάσταση,μια περιοχή (βάζοντας κλουβιά)έναν συνάνθρωπό (συκοφαντώντας ή κλεβοντάς τον) αφήνοντας πίσω του μόνο θλίψη , βρωμιά και απογοήτευση.
      Το θέμα είναι να αποβάλλεις από μέσα σου τον κακό "Αγρινιώτη" για να διαφέρεις.
      Φθάνοντας στο δια ταύτα:
      1) Κακώς υπάρχουν οι καλύβες
      2) Κακώς υπάρχουν τα κλουβιά
      3) Κακώς συνεχίζουν να υπάρχουν άνθρωποι που δεν τους νοιάζει η καταστροφή του τόπου.

      Διαγραφή
  8. Κύριε Χολη να φέρεται πρώτα την επιχείρηση σας και την οικογένειά σας στον Αστακό και μετά να κάνετε πορείες για τις μονάδες. Εγώ ζω στον Αστακό έχω μαγαζί εδώ και μεροκάματο έχω από τους εργαζόμενους του Νηρέα. Τι να κάνω την καθαρή θάλασσα στην Βελα όταν δεν έχω να πληρώσω τους λογαριασμούς μου. Πρισγιωθειτε στην πραγματικότητα γιατί έξω από το χορό πολλά τραγούδια λέτε.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Τι λες γι αυτό αγαπητό Ξηρόμερο