Ακόμη και σήμερα που έχουν περάσει τόσα χρόνια, που τους έχουμε δει
τόσες φορές στο πανί ή στην τηλεόραση και μόνο που ξέρουμε ότι θα
ξεστομίσουν μια ατάκα ή θα κάνουν μια συγκεκριμένη κίνηση γελάμε.
Οι γενιές μεταξύ ’30 -40 έβγαλαν σπουδαίους κωμικούς και ο τρόπος που
υποστήριξαν τα θεατρικά κείμενα ή κινηματογραφικές ταινίες είτε
κρατούσαν πρώτους είτε δεύτερους ρόλους τους έβγαλαν γέλιο, πίκρα,
σαρκασμό και δημιούργησαν σχολή και για τους νεότερους ηθοποιούς: Από το
Βασίλη Λογοθετίδη και τη Γεωργία Βασιλειάδου μέχρι το Λάμπρο
Κωνσταντάρα, το Διονύση Παπαγιαννόπουλο, το Μίμη Φωτόπουλο, το Βασίλη
Αυλωνίτη, τη Μαίρη Αρώνη, τη Ρένα Βλαχοπούλου.
Βασίλης Λογοθετίδης
Ο σπουδαίος Έλληνας κωμικός ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου
δε λεγόταν Βασίλης Λογοθετίδης αλλά Ταυλαρίδης. Καθιέρωσε το επίθετο
Λογοθετίδης με το ντεμπούτο του στο θέατρο το 1919. Γεννήθηκε το 1898
στο Μυριόφυτο της Ανατολικής Θράκης και έζησε τα νεανικά του χρόνια στην
Κωνσταντινούπολη. Τα τελευταία χρόνια ζούσε στο Παλαιό Φάληρο, ενώ
50.000 άνθρωποι πήγαν στην κηδεία του το 1960. Πηγαίνοντας στην Αμερική
το 1957 πήρε το Χρυσό Κλειδί της πόλης από το δήμαρχο του Πίτσμπεργκ,
ανώτατη τιμή για Έλληνα ηθοποιό. Έπαιξε σε πάνω από 100 κωμωδίες πάντα
με ευγένεια και σαρκασμό. Μια από τις κινήσεις του που μένει για τους
νεότερους ηθοποιούς, που σπουδάζουν ηθοποιοί είναι ο τρόπος που κινεί
δεξιά κι αριστερά το κεφάλι του και τα χέρια όταν κρατά το καπέλο του.
Λάμπρος Κωνσταντάρας
Γεννήθηκε Μάρτιο του 1913 ο Λαμπρούκος, ο Λάμπρος, ο Κωνσταντάρας με τα
υπέροχα γαλανά μάτια, αν και νεότερος σε ηλικία έτυχε να παίξει μαζί σε
ταινία και με τον Βασίλη Λογοθετίδη. Η φράση «με μια πεντάρα στου
Κωνσταντάρα» έγινε παροιμιώδης. Κι ενώ στις πρώτες του ταινίες
εμφανίζεται πιο σοβαρός, μετρημένος, στη συνέχεια τα ανοίγματα του ο
τρόπος που αφήνει τον εαυτό του ελεύθερο, μας δείχνει ένα σπουδαίο
ηθοποιό, έναν εξαίρετο πρωταγωνιστή, ο οποίος έκανε και πρώτη καριέρα ως
νεαρός κι αργότερα ως μπαμπάς. Απίστευτες οι σκηνές την ώρα που κάνει
το «γεροντοπαλίκαρο», σε πολλές ταινίες, τον αυστηρό, στρατιωτικό, ενώ
υπήρξε πολλές φορές κινηματογραφικός μπαμπάς και τερματοφύλακας στους
ηθοποιούς. Το πρόσωπο έντονα και τα όμορφα μάτια του ήταν το κατεξοχήν
εκφραστικό του μέσο, ενώ ο τρόπος που κινεί την πλάτη, το πόδι του, ο
τρόπος που χορεύει και μοντέρνους χορούς δείχνει ότι είχε ταλέντο και
στο χορό, εκτός από το τραγούδι.
Μίμης Φωτόπουλος
Το 1913 όμως είχε γεννηθεί κι ένας άλλος σπουδαίος κωμικός που οι ατάκες
του άφησαν εποχή και μας ακολουθούν μέχρι σήμερα. «Και μετά θα
κάθεσαι…». Η φράση αυτή πάντα θα έχει τη σφραγίδα του Μίμη Φωτόπουλου, ο
οποίος χωρίς ιδιαίτερες κινήσεις, διατηρούσε λιτότητα στις εκφράσεις,
αλλά οι παροιμιώδες λαχταριστές ατάκες με τη βαριά φωνή τον καθιέρωσαν.
Ακροβατώντας ανάλογα στο ρόλο του λαϊκού καλοσυνάτου τύπου, στον άνθρωπο
των παραδόσεων «…το δίκανο», κάνει οικονομία κινήσεων. Παρ΄όλο που
έπαιρνε συνήθως δεύτερους ρόλους, πολλές από τις απίστευτες τις ατάκες
τις χρωστάμε σ΄ εκείνον και συμπλήρωνε το πάνθεον των μεγάλων με
κορυφαία τον «Αόμματο».
Βασίλης Αυλωνίτης
Ο λατρεμένος Βασίλης Αυλωνίτης κατά τύχη βρέθηκε στις οθόνες, αφού ήταν
αυτοδίδακτος και μάλιστα τεχνικός του θεάτρου. Μεγάλος κωμικός ηθοποιός
, μπορούσε να χρησιμοποιεί στόμα, μάτια, κίνηση και φωνή, να σμίγει
φρύδια. Τα εκφραστικά του μέσα είναι όλο του το σώμα, είτε γελώντας
έντονα, είτε θυμώνοντας, ενώ με το περπάτημα του καταφέρνει να
αναδημιουργήσει τον εαυτό του και να χρησιμοποιήσει και το βάρος του, ως
εκφραστικό μέσο. Παρ΄ όλα αυτά στις δυο ταινίες ως λατερνατζής δείχνει
και μια δραματική εικόνα, επιβεβαιώνοντας ότι οι κωμικοί ηθοποιοί είναι
καλοί σε όλα τα είδη.
Νίκος Σταυρίδης
Ο Σαμιώτης, ο Νίκος Σταυρίδης γεννήθηκε το 1910 στο Βαθύ και σε ηλικία
19 ετών βγήκε στο θέατρο. Έπαιξε σε δεκάδες ταινίες συνεργάστηκε με
δεκάδες ηθοποιούς. Χρησιμοποίησε ως κύριο εκφραστικό μέσο το κεφάλι του
και τις κινήσεις των ματιών και του κεφαλιού. Οι ατάκες του
παροιμιώδεις, αιχμηρότατες, σαρκαστικές. Ψύχραιμος, στον τρόπο που τις
εκφέρει το σημαντικό στοιχείο είναι ότι καταφέρνει να έχουν μουσικό
ρυθμό.
Διονύσης Παπαγιαννόπουλος
Ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος γεννιέται στο Διακοφτό Αχαΐας τον Ιούλιο του
1912. Βραβευμένος από τους Έλληνες κριτικούς,το «γεροντοπαλίκαρο» της
οθόνης, ο παράξενος, ο στριφνός, ο σκληρός επιχειρηματίας, ο γλυκύτατος
μπαμπάς, ο των σωμάτων ασφαλείας, όποιο ρόλο κι αν έπαιξε είτε στο
θέατρο είτε στο σινεμά τον υπηρέτησε με απόλυτη συνέπεια. Έδωσε πολλές
φορές χρήματα για αγαθοεργίες οι οποίες αποκαλύφθηκαν μετά το θάνατό
του. Μπορούσε να χρησιμοποιεί με άνεση αντικείμενα για να ενισχύει την
κωμική εικόνα – π.χ. μαγκούρα – ή το καπέλο του αλλά κυρίως τα μάτια,
το πρόσωπο και τη φωνή του, που τη δυνάμωνε για να εξυπηρετήσει το ρόλο.
Ντίνος Ηλιόπουλος
Το 1915 γεννιέται ένας σπουδαίος Έλληνας κωμικός στην Αλεξάνδρεια της
Αιγύπτου. Ο Ντίνος Ηλιόπουλος, ο γαλλομαθής ο σπουδαίος θα μπορούσε να
μην είχε γίνει ηθοποιός, αφού τον απέρριψαν, γιατί δεν αντιπροσώπευε το
πομπώδες ύφος της εποχής. Εξαιρετικός ηθοποιός κι εκπληκτικός χορευτής,
κάνει οικονομία κινήσεων και δημιουργεί ατμόσφαιρα με τις ατάκες του,
γυρίζοντας συνήθως το κεφάλι του απότομα ή κουνώντας ολόκληρο το κορμί
του. Μαζί με τον Βασίλη Λογοθετίδη το κωμικό κι η μελαγχολία
διασταυρώνονται.
Κώστας Χατζηχρήστος
Η αμέσως επόμενη γενιά περιλαμβάνει το τρίδυμο Χατζηχρήστος – Γκιωνάκης –
Ρίζος. Ο Θεσσαλονικιός Κώστας Χατζηχρήστος γεννήθηκε το 1921. Παρόλο
που φοίτησε σε στρατιωτική σχολή δύσκολα θ΄αντιλαμβανόταν κάποιος ότι
είχε αστική κουλτούρα τόσο καλά που δημιούργησε το χαρακτήρα του
«βλάχου» που έρχεται στην Αθήνα και προσπαθεί ν΄ αστικοποιηθεί αλλά
χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία. Στο θέατρο, στον κινηματογράφο διέπρεψε στο
ρόλο του Θύμιου ενώ ο ρόλος του Ζήκου θα τον ακολουθεί για πάντα με τις
απόλυτες ατάκες. Την ώρα που μιλά όλο του το κορμί κινείται, ελαφρά
γέρνει από τη μια πλευρά ενώ κάνοντας υπέρβαση με το ύψος του, γυρνά
συχνά και προς τα πάνω. Οι ατάκες του έχουν αφήσει εποχή «Πο(υ)λί πιάτο
ρε π(α)ιδιά η Αμερική, πο(υ)λί πιάτο». Μόλις 2 μικρότερος από το
Χατζηχρήστο ήταν ο Αρτινός Νίκος Ρίζος, η «σοφεράντζα», που η συνύπαρξή
τους, στο Μπακαλόγατο (Της κακομοίρας) έχει αφήσει εποχή.
Γιάννης Γκιωνάκης
Μια χρονιά αργότερα, το 1922 γεννιέται ένας άλλος σπουδαίος Έλληνας
κωμικός, που τον χάνει η ιατρική, όπως συνέβαινε με τον πατέρα του και
τον κερδίζει το θέατρο. Σπουδαίος ηθοποιός ακόμη και δίπλα σε ιερά
τέρατα τα πρώτα χρόνια της καριέρας του κέρδιζε τις εντυπώσεις. Το
πρόσωπό του ήταν το κύριο εκφραστικό του μέσο κι ο τρόπος που προχωρούσε
καθώς περπατούσε, καμπουριάζοντας ελαφρά πάνω στη σκηνή. Δυνάμωνε τη
φωνή κατά το δοκούν και σε όποιον ρόλο κι αν δοκιμάστηκε κατάφερνε να
δώσει τη δική του εκδοχή. Μια αισθηματική ιστορία κι ο τρόπος που τη
χειρίστηκε τον σημάδεψε με αποτέλεσμα να βρεθεί συχνά στο στόχαστρο.
Ενσάρκωσε με απόλυτη επιτυχία τον τύπο, του παιδιού της μαμάς, τον
φαταούλα, τον λίγο αφελή, κινώντας μάτια, στόμα, φρύδια. Αξέχαστη η
ατάκα του «Θέλεις λεμονάδα από λεμόνι;».
http://ellinikoskinimatografos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τι λες γι αυτό αγαπητό Ξηρόμερο