Δευτέρα 24 Μαρτίου 2025

Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΩΝ ΚΥΠΡΙΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΒΟΡΕΙΟΠΕΙΡΩΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821

 ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΠΡΕΒΕΖΑ ΙΣΤΟΡΙΑ-ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ-ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ



Κείμενο της συνεργάτιδας της Επιτροπής πρώην Πρυτάνεως του Πανεπιστημίου Μακεδονίας κας Μαρίας Νεγρεπόντη-Δελιβάνη.

Με την ευκαιρία αυτή θέλω να συγχαρώ για τις σημαντικές δραστηριότητες την ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΠΡΕΒΕΖΑ ΙΣΤΟΡΙΑ-ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ-ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ και να προσθέσω το πόσο σημαντικό θεωρώ το έργο των πολιτιστικών μας συλλόγων,για την διατήρηση των παραδόσεων μας,την αγάπη για την Πατρίδα,την ιστορία μας και το σεβασμό στον υπεράνθρωπο αγώνα του 21.....

Ειδικά στις ημέρες μας, που θεωρείται προοδευτικότητα η άγνοια της ιστορίας,η υποβάθμιση του παρελθόντος με το σαθρό επιχείρημα ότι μετρά μόνο το παρόν και όχι το μέλλον.

Περνώ,τώρα στο κύριο θέμα,για να αναφερθώ στις δύο πικραμένος θυγατέρες της Ελλάδας.

Α.ΚΥΠΡΟΣ

Θα αρχίσω, λοιπόν, με τη συμβολή της Κύπρου στην Επανάσταση του 1821.

Οι Κύπριοι ήταν και είναι πάντα δίπλα στην Ελλάδα, σε πείσμα των συνεχών και τραγικών περιπετειών τους, και η προσφορά τους προς αυτήν είναι διαχρονική. Παρότι, η Μεγαλόνησος είναι συνεχώς υπό τη μπότα πολλών κατακτητών, οι Κύπριοι δεν παύουν στιγμή να αισθάνονται Ελληνορθόδοξοι, και να αγωνίζονται και να θυσιάζονται στο πλευρό της υπόλοιπης Ελλάδας.

Ειδικά, στην περίπτωση της εθνικής Παλιγγενεσίας του 1821 οι θυσίες των Ελληνοκυπρίων άρχισαν να υλοποιούνται αιώνες πριν την έναρξη της Επανάστασης. Ειδικότερα, το έτος 1570, 100.000 τουρκικός στρατός με 360 πλοία εισβάλλουν στην Κύπρο και επιδίδονται σε σφαγές και λεηλασίες κάτω από τις διαταγές του αιμοσταγούς Μουσταφά πασά. Μητέρες σφάζουν με τα ίδια τους τα χέρια τα παιδιά τους, προκειμένου να μην τα αφήσουν σκλάβους στον βάρβαρο εχθρό. Πολλές Κύπριες, για να μην πέσουν στα χέρια αλλόθρησκων, οι ίδιες και οι κόρες τους, επιλέγουν να σκοτωθούν πηδώντας από γκρεμούς. Σε 20.000 υπολογίζονται τα θύματα και σε 2.000 οι απαχθέντες δούλοι κατά την τότε τουρκική θηριωδία, στην Κύπρο.

Όταν άρχισε η Επανάσταση, εξαιτίας της άμεσης γειτνίασης της Μεγαλονήσου με τα τουρκικά παράλια, δεν ήταν εύκολη η συμμετοχή της στην εξέγερση της κυρίως Ελλάδας. Το νησί, επιπλέον, δεν διέθετε επαρκή πολεμικό εξοπλισμό, αλλά ούτε και πολεμική εμπειρία. Για τον λόγο αυτόν, αποφασίστηκε αρχικά η Κύπρος να μη λάβει μέρος σε πολεμικές επιχειρήσεις, αλλά οι Κύπριοι να αρκεστούν στην προσφορά οικονομικής βοήθεια για τον αγώνα. Ωστόσο, από την πρώτη στιγμή, πολλοί Κύπριοι τάχθηκαν στο πλευρό των υπολοίπων Ελλήνων, για να πολεμήσουν εναντίον των Τούρκων.

Όταν ξέσπασε η Επανάσταση στη Μολδοβλαχία και στην κυρίως Ελλάδα, οι Τούρκοι φοβήθηκαν ότι θα ξεσηκώνονταν και οι Κύπριοι. Γι’ αυτό, και ο Τούρκος διοικητής της Κύπρου Κουτσιούκ Μεχμέτ έσπευσε να επιβάλλει προληπτικά μέτρα. Καταρχήν, διέταξε τον αφοπλισμό των Κυπρίων και παράλληλα ζήτησε ενισχύσεις. Δεν αρκέστηκε, ωστόσο, σε ήπια μέτρα, αλλά προχώρησε και σε συλλήψεις και εκτελέσεις προκρίτων και ανώτερων κληρικών, που άρχισαν στις 9 Ιουλίου του 1821, αφού προηγουμένως δήμευσε τις περιουσίες τους.

Στα πρώτα θύματα συγκαταλέγονται ο Αρχιεπίσκοπος Κυπριανός και οι Μητροπολίτες Πάφου Χρύσανθος, Κιτίου Μελέτιος και Κυρηνείας Λαυρέντιος. Για τις σφαγές, που έφθασαν τις 470, οι Τούρκοι ζήτησαν ενισχύσεις τις επόμενες μέρες. Έτσι, έφτασαν στο νησί 4.000 στρατιώτες από τη Συρία (ή από την Αίγυπτο), οι οποίοι προχώρησαν σε μαζικές εκτελέσεις Κυπρίων που θεωρήθηκαν ύποπτοι για υποκίνηση πατριωτικών αισθημάτων στον ελληνόφωνο πληθυσμό. Τα αντίποινα των Οθωμανών συνεχίστηκαν σε όλη τη διάρκεια της Επανάστασης και εκτιμάται ότι πάνω από 2.000 ήταν οι Έλληνες της Κύπρου που σφαγιάστηκαν συνολικά.

Η άμεση αντίδραση των Κυπρίων, εναντίον αυτών των βαρβαροτήτων, ήταν η συγκέντρωση, στη Ρώμη, λαϊκών και κληρικών, στις 6 Δεκεμβρίου του 1821, όπου εξέδωσαν προκήρυξη καταδίκης των τουρκικών βιαιοτήτων, αλλά και διακήρυξη της απόφασής τους να αγωνιστούν για την απελευθέρωση της πατρίδας τους.

Στη συνέχεια, Έλληνες Κύπριοι, κληρικοί και λαϊκοί, έστειλαν επιστολές προς τον Καποδίστρια με τις οποίες ζητούσαν να περιληφθεί η Κύπρος στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος.

Παρότι, στο σχέδιο της Φιλικής Εταιρείας για την οργάνωση της εξέγερσης των Ελλήνων κατά των Οθωμανών κατακτητών, η Κύπρος δεν περιλαμβάνεται, υπάρχει το «Σχέδιον Γενικόν» στο 15ο άρθρο του οποίου αναφέρεται η δέσμευση τού τότε αρχιεπισκόπου Κύπρου, Κυπριανού, για συνεισφορά στον απελευθερωτικό αγώνα με χρήματα και με προμήθειες.

Ο Αρχιεπίσκοπος Κυπριανός μυήθηκε στην Φιλική Εταιρεία από το 1818 και είχε αλληλογραφία με τον Αλέξανδρο Υψηλάντη. Στο επίμαχο άρθρο 15 του Γενικού Σχεδίου της Φιλικής Εταιρείας καταγράφονται και οι όροι της Κυπριακής Συμμετοχής στην Επανάσταση.

Η υπόσχεση του Κυπριανού, για συνεισφορά στον απελευθερωτικό αγώνα, πραγματοποιήθηκε, με τον ναύαρχο Κανάρη, που έφτασε με τα καράβια του στην Κύπρο για να τα φορτώσει με προμήθειες για τους επαναστατημένους Έλληνες, με χρήματα, αλλά και με Κύπριους εθελοντές που ήθελαν να ενισχύσουν τον αγώνα για την απελευθέρωση.

Από έγγραφα και μαρτυρίες προκύπτει ότι περίπου 1000 Κύπριοι πολέμησαν, στη Φάλαγγα των Κυπρίων στρατιωτών, με επικεφαλής τον στρατηγό Χατζηπέτρο. Δεδομένου ότι ο πληθυσμός τη Κύπρου, ήταν τότε και μετά τις σφαγές, μόλις 80.000, η θυσία των Κυπρίων σε ανθρώπινες ζωές ήταν, αναλογικά, τεράστια.

Οι Τούρκοι είχαν εξοργιστεί, κυρίως εξαιτίας της άφιξης του Κανάρη στο νησί και γι’αυτό προσπάθησαν με πολλούς τρόπους να επιτύχουν εξισλαμισμό των Κυπρίων. Το φθινόπωρο του 1822 έγιναν πρόσθετες σφαγές στην Κύπρο, μετά από τις οποίες σταμάτησε κάθε επαναστατική κίνηση στο νησί. Στη συνέχεια, πολυάριθμοι Κύπριοι έφυγαν από την Κύπρο με προορισμό την επαναστατημένη Ελλάδα.

Ήταν πολυάριθμοι οι Κύπριοι, που διακρίθηκαν στην Ελληνική Επανάσταση ως εθελοντές και παρόντες σε όλα τα μέτωπα. Αναφέρονται, συχνά, από τους οπλαρχηγούς για τον ηρωισμό τους. Οι περισσότεροι νεκροί, 130, έπεσαν στη μάχη της Αθήνας το 1827.

Υπάρχουν ενδείξεις ότι στους Ελληνοκυπρίους που συμμετείχαν στην Ιώνιο Φάλαγγα του Σμυρνιού Ιωάννη Καρόγλου, ανήκει το λάβαρο που βρίσκεται στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο. Πρόκειται για λευκή τετράγωνη σημαία με γαλάζιο Σταυρό όπου στο άνω αριστερό τμήμα φέρει την ανορθόγραφη επιγραφή: «ΣΗΜΕΑ ΕΛΗΝHΚI ΠΑΤΡHΣ ΚHΠΡΟY».

Υπάρχουν πολλές μαρτυρίες για συγκεκριμένους Κύπριους αγωνιστές, που πήραν μέρος στις μάχες της Πελοποννήσου (στα Δερβενάκια, στους Μύλους, στην Τριπολιτσά, στον αποκλεισμό του Ναυαρίνου κ.λπ.), στο πολιορκημένο Μεσολόγγι, στην Αττική και στις ναυτικές αναμετρήσεις. Ο δεσμός των Κυπρίων με τη Μητέρα Ελλάδα είναι ακατάλυτος, όπως και η προθυμία τους να είναι στο πλευρό της, οποτεδήποτε τους χρειασθεί. Είναι, συνεπώς, τραγική η μοίρα αυτού του ελληνικού νησιού, να μην μπορεί, επί αιώνες, να ενωθεί με την Ελλάδα.

Και, δυστυχώς, για την χρονίζουσα, επιδεινούμενη και πάντοτε άλυτη κατάσταση της Κύπρου,υπάρχουν βαρύτατες ευθύνες και από την πλευρά της Μητέρας Ελλάδας.

Β. ΒΟΡΕΙΟΣ ΗΠΕΙΡΟΣ

Μια ακόμη αδελφή μας, που βασανίζεται επί χρόνια μακρυά από την Ελλάδα, χωρίς να διαγράφεται λύση, στον ορίζοντα, για το δράμα της.

Ως το 1913 υπήρχε μία και όχι δύο Ήπειροι, δηλαδή Νότια και Βόρεια.

Συνεπώς τ’αδέλφια μας οι Ηπειρώτες έλαβαν, κανονικά, μέρος με το σύνολο των Ελλήνων, στον αγώνα του 1821. Ωστόσο, μετά το 1913, με τη συνθήκη της Φλωρεντίας, η ειδική αναφορά στη Β. Ηπειρο, όχι μόνο δικαιολογείται, αλλά και επιβάλλεται, λόγω του ότι είναι υπόδουλη στη γειτονική μας Αλβανία, όπου οι συνθήκες διαβίωσης του ελληνικού πληθυσμού, αναφέρονται προβληματικές από πολλές απόψεις. Και, ακριβώς, κάτω από τις συνθήκες αυτές, δεν πρέπει να περιέρχεται στη λήθη, αυτή η τραγική πραγματικότητα, δηλαδή της ύπαρξης δύο Ηπείρων, όσο και αν ο όρος είναι αδόκιμος, αλλά αντιθέτως να υπενθυμίζεται συνεχώς. Ιδίως στην περίοδο των επετείων του 1821, ώστε να ενθαρρύνεται η κατάστρωση λήψης μέτρων, για την ομαλοποίηση της κατάστασης.

Ως αναπόσπαστο τμήμα της Ελλάδας η Ήπειρος ήταν, διαχρονικά, στις επάλξεις με τους Έλληνες, σε κάθε γωνιά της πατρίδας, όπου κινδύνευε, εξαιτίας έξωθεν απειλών, η εθνική μας κυριαρχία. Πηγαίνοντας τόσο πίσω, όσο στην αρχαιότητα, στο βυζάντιο, αλλά και στη σύγχρονη εποχή, η παρουσία των Ηπειρωτών είναι σημαντικότατη για την αντιμετώπιση εθνικών προβλημάτων ή και για τον εορτασμό εθνικών θριάμβων.

Ειδικότερα, και για να έρθουμε στο κύριο θέμα μας, που είναι η Επανάσταση του 1821, η συμβολή Βορειοηηπειρωτών στα προεπαναστατικά κινήματα αποτελεί αξιόλογο κεφάλαιο, για την προετοιμασία της Επανάστασης του 1821. Η αναφορά κάποιων ονομάτων, κρίνεται απαραίτητη, και γιατί επιβάλλεται να παραμένει ζωντανή η συμβολή και οι θυσίες τους, αλλά και γιατί μέσα από την αναφορά αυτών των ολίγων αναγκαστικά ονομάτων τιμούνται και όλοι οι αφανείς ήρωες, στους οποίους η πατρίδα οφείλει αιώνιο φόρο τιμής. Ήταν πάρα πολλοί οι Ηπειρώτες που πολέμησαν εντός και εκτός της ιδιαίτερης πατρίδας τους. Στα πλαίσια της αποψινής μου ομιλίας, θα ανατρέξω σε ορισμένα ονόματα και σχετικά συμβάντα.

Μια εξέχουσα προεπαναστατικὴ προσωπικότητα της περιοχής του Αργυροκάστρου, είναι αυτή του επισκόπου Δρυϊνουπόλεως και Αργυροκάστρου Σοφιανοῦ. Παραιτήθηκε από Επίσκοπος και έγινε μοναχὸς στην Ιερὰ Μονὴ Αγίου Αθανασίου Πολύτσανης, για να είναι ελεύθερος και σε θέση να αναχαιτίσει τον εξισλαμισμό από τον οποίον κινδύνευαν η Ρίζη και η Ζαγορά.

Να αναφέρω και την περίπτωση του Παπα- Γιάννη Θέμελη, πατέρα τού μοναχοῦ Σαμουὴλ του Κουγκίου, από το χωριό Μαχαλά του Δελβίνου, που έκαψε το χωριό γύρω στα 1730-40, μαζί μέσα και συγχωριανούς, που είχαν αλλαξοπιστήσει, αλλά και μαζί και με τον μιναρὲ και το τζαμί του χωριού, προς εκφοβισμό.

Μετά την έναρξη της Επανάστασης, στις 13 Μαρτίου του 1822, με τη διακήρυξη, που έκανε ο πρόεδρος του Εκτελεστικού Σώματος Α. Μαυροκορδάτος, ορίζονται τα όρια των διεκδικήσεων μας στόν αγώνα για απελευθέρωση. Με την κήρυξη του ναυτικού αποκλεισμού όλων των παραλίων από τους επαναστάτες, τα όρια αυτά των διεκδικήσεων έφθασαν βόρεια στο Ιόνιο, μέχρι τον Αώο και το Δυρράχιο. Ακόμη σε επιστολὴ της Γερουσίας Δυτικής Ελλάδας, που απευθύνονταν προς τους προκρίτους της Χιμάρας στις 26 Απριλίου 1822, αποσαφηνίζονται και τα ακόλουθα: «Ημεῖς σᾶς λέγομεν ὅτι ἡ Διοίκησις φροντίζει διὰ τὴν ἀσφάλειαν τῶν ἐλευθερωμένων μερῶν, ἀλλὰ ἀκόμη περισσότερον εἰς τὸ νὰ ἐλευθερώση ὅσα μέρη στενάζουσιν ὑπὸ κάτω εἰς τὸν βάρβαρον ζυγὸν τῶν τυράννων».

Στὴ συνέχεια δικαιολογείται η μη αποστολὴ πλοίων στη Χιμάρα, εξαιτίας του οτι ο τουρκικός στόλος είχε βγεί στα Δαρδανέλια, αφού είχε προηγηθεί στις 30 Μαρτίου του 1822 η καταστροφή της Χίου. Αργότερα και ο Καποδίστριας στο υπόμνημά του, στις 30 Οκτωβρίου 1827, προς τις Μεγάλες Δυνάμεις, καθορίζει ως βόρεια γραμμὴ των συνόρων τον Αώο ποταμὸ (ή ποταμό της Βογκούσης).

Η Φιλικὴ Εταιρεία είχε, από νωρίς, ενδιαφερθεί για την ‘Ηπειρο καὶ κυρίως για τα Γιάννινα. Υπήρχε σχέδιο «νὰ σηκώσουν τὰ ἅρματα ὅλη ἡ δυτικὴ πλευρὰ τῆς Ἠπείρου, οἱ ὀνομαζόμενοι Παρακαλαμίτες, νὰ ἑνωθοῦν μὲ τοὺς Σουλιῶτες, χωριὰ τῆς Κόνιτσας καὶ νὰ φθάσουν ἕως τὸ Ἀργυροκάστρο, ἀφοῦ ἑνωθοῦν μὲ ἐκεῖνο τῆς Παλιᾶς Πωγωνιανῆς καὶ νὰ σύρουν στὸ μέρος τους, τοὺς ἐκεῖ χαύνους Ἀρβανίτες». Φιλικοὶ μὲ καταγωγὴ ἀπὸ τὴ Βόρειο Ἤπειρο καταγράφονται οἱ: Μιχαὴλ Λαζάρου, Ελευθεριάδης Βενιαμὶν απὸ την Σέλτση, Γούλας καὶ Κανούσης ἀπὸ τὸ Λεσκοβίκι κ.α.

Οι αγωνιστές πού έλαβαν μέρος στην Ἐπανάσταση του 1821 από τὴν περιοχὴ του Αργυροκάστρου ήταν πολυάριθμοι. Στη μνήμη όλων θα αναφερθούμε σε δύο από αυτούς, που είναι αντιπροσωπευτικοί και για όλους τους άλλους:

Ο πρώτος είναι ο Χατζημιχάλης Νταλιάνης (1775 – 1828), έμπορος από το Αργυρόκαστρο στην Κωνσταντινούπολη και Φιλικός. Είναι τόσο σημαντική η συμβολή του ώστε το Αργυρόκαστρο, οι Βουλιαράτες, η Πρεμετή αλλὰ και το Δελβινάκι τον θέλουν δικό τους. Με δική του δαπάνη προμηθεύθηκε ολόκληρο φορτίο με όπλα καὶ πολεμοφόδια, συγκρότησε σώμα ιππικό καὶ έλαβε μέρος στους αγώνες εναντίον των Αιγυπτίων στα 1825. Κατὰ τὸ 1826, με προτροπή του Κωλέττη, μαζὶ με οκτακόσιους άνδρες, βρέθηκε στὴ Συρία για να ενισχύσει τον Εμίρη του Λιβάνου κατά του Σουλτάνου. Δυστυχώς, η επιχείρηση αυτή απέτυχε και ο Νταλιάνης επέστρεψε στην Ελλάδα για να πάρει μέρος στις επιχειρήσεις του Καραϊσκάκη στην Δόμβραινα και στην Αττική. Το 1827 ο Χατζημιχάλης Νταλιάνης διορίσθηκε αρχηγός όλου του άτακτου Ελληνικού Ιππικου. Τὸ 1828 πηγαίνει στην Κρήτη όπου πολέμησε με ηρωισμό. Ως βάση του επέλεξε το ερημωμένο φρούριο στο Φραγκοκάστελο και παρόλο ότι οι δυνάμεις του Μουσταφά Πασά, ήταν κατά πολύ ανώτερες δεν υποχώρησε. Αλλά, και ούτε δέχθηκε τις προτάσεις που τού έκανε ο Πασάς, για παράδοση, θαυμάζοντας την παληκαριά του. Κατά την τελικὴ επίθεση των Τούρκων, οι πολεμιστές του Νταλιάνη ήταν δεμένοι μεταξύ τους με τα ζωνάρια τους, αποφασισμένοι να πολεμήσουν μεχρι τελευταίας ρανίδας, χωρίς να ξεφύγει κανείς. Οι Τούρκοι έκοψαν το κεφάλι του Νταλιάνη μετά το θάνατό του. Η θυσία αυτή, από 385 Ηπειρώτες, προστέθηκε στις υπόλοιπες που ανήλθαν συνολικά σε 2730.

Η απήχηση της θυσίας του Νταλιάνη ήταν τόσο μεγάλη, ώστε πολύ αργότερα ο Όθων προσκάλεσε την κόρη του Δέσπω που έμενε στο Δελβινάκι κοντὰ στη Δελβινακιώτισσα μητέρα της και η οποία μέσω των Αγίων Σαράντα, πήγε στὸ Ναύπλιο. Εκεί ο βασιλιάς Όθων την προίκισε με εθνικὲς γαίες καὶ την πάντρεψε με τον αρχιτρίκλινό του Χρίστο Ανδρέου.

Στο σημείο αυτό να αναφέρω ένα συγκλονιστικό θρύλο που συνδέεται με τον Χατζημιχάλη Νταλιάνη. Πρόκειται για τον γνωστό θρύλο των «Δροσουλιτῶν», με βάση τον οποίον κάθε χρόνο από τα μέσα Μαΐου μέχρι τα μέσα Ιουνίου, στο Φραγκοκάστελο, στο φρούριο από όπου πολέμησε ηρωικά και σκοτώθηκε ο Χατζημιχάλης Νταλιάνης, με τηνν πρωϊνὴ αχλὺ λίγο πριν ανατείλει ο ήλιος, κάνουν την εμφάνισή τους στο κάστρο εκατοντάδες μορφὲς πολεμιστών, πεζών και ιππέων. Αυτή η λαϊκὴ παράδοση θέλει αυτές τις μορφές να αποδίδονται στις ψυχές των 385 Ηπειρωτῶν πολεμιστῶν του Χατζημιχάλη που έπεσαν εκεί ηρωϊκά τον Μάϊο του 1828, για την ελευθερία της Κρήτης. Έτσι, ο λαός μας, αποθανατίζει τους ήρωές του.



Χαρακτηριστικὸ είναι το παρακάτω δίστιχο του Γεωργίου Ζαλοκώστα, για το θρύλο των «Δροσουλιτῶν»:

« Ἡ δὲ σκιά σου κλεινὲ Μιχάλη, περιπλανᾶται εἰς χώματα σεπτά,

Σεπτὰ πλὴν δούλα, ὅπου ἀνεμοζάλη, σοῦ διασπείρη τ’ ἀταφά σου ὀστᾶ!»

Ὁ δεύτερος Ηπειρώτης, σημαντικός για την Επανάσταση του 21, στον οποίον θα αναφερθώ απόψε, είναι ο κληρικός, Γρηγόριος Αργυροκαστρίτης, επίσκοπος Ευρίπου Ευβοίας. Θεωρείται τόσο σημαντικός για τὴν Εύβοια, όσο ο Αρχιεπίσκοπος Κυπριανὸς για την Κύπρο και ο Παλαιών Πατρών Γερμανὸς για την Αχαία. Εντάχθηκε από νωρὶς στη Φιλική Εταιρεία.

Ο Γρηγόριος Αργυροκαστρίτης ξεσήκωσε την επανάσταση στην Εύβοια, όπου διέπρεψαν οι Ηπειρώτες Κώτσιος Χασάπης, Ζαγορίσιος Ν. Τομαράς, Σταύρος Βασιλείου με τον αδερφὸ του Κώστα και ο Λιάκος που επεσε στα Βρυσάκια το 1823.

Ο Γρηγόριος αναγνωρίζεται ως πνευματικός αρχηγὸς του αγώνα στην Εύβοια, ποιμενάρχης αλλά και διπλωμάτης που ήξερε να φέρνει βόλτα τους μαινόμενους Τούρκους της Χαλκίδας, προκειμένου να σωθεί το πλήρωμα της Εκκλησίας. Τελικά, ωστόσο, η στάση του δημιούργησε υποψίες στους Τούρκους, που τον φυλάκισαν στη Χαλκίδα, όπου υπέστη δεινὰ βασανιστήρια. Τον είχαν δεμένο με βαριὲς σιδερένιες αλυσίδες στα πόδια, στα χέρια και στὸ λαιμό για περίπου 2 χρόνια. Τελικά, το 1823 δραπέτευσε και πήγε στην Κέρκυρα, όπου ανέλαβε την πρωτοβουλία μιας δίγλωσσης μετάφρασης της Καινής Διαθήκης, ελληνικά και αλβανικά. Τον Σεπτέμβριο του 1827 διορίστηκε επίσκοπος Αθηνών, αλλὰ δεν άντεξε από τις κακουχίες που είχε περάσει και πέθανε τὸ 1828.

Αυτά τα ολίγα για σήμερα, παραμονές της Παλιγγενεσίας. Που δεν πρέπει ποτέ να ξεχαστούν οι θυσίες ζωής των ηρώων, από κάθε γωνιά της ελληνικής Γης, που μας εξασφάλισαν πατρίδα, για να ζούμε με αξιοπρέπεια μέσα σ’αυτήν. Η δολοφονία του Καποδίστρια δεν επέτρεψε την ολοκλήρωση του έπους του 21. Μας εξασφαλίστηκε κάποιας μορφής ελευθερία, αλλά όχι και ανεξαρτησία. Γι αυτήν, θα χρειασθεί μια δεύτερη Επανάσταση. Και στο μεταξύ, όσες δυσκολίες κι αν περνούμε, θα πρέπει να λέμε μέσα μας και να πείθουμε τον εαυτό μας για το ότι, Η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει. Μόνο λίγο καιρό ξαποσταίνει και μετά προς τη δόξα τραβά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τι λες γι αυτό αγαπητό Ξηρόμερο