Τετάρτη 4 Δεκεμβρίου 2024

ΑΜΦΙΚΤΙΟΝΙΑ ΑΚΑΡΝΑΝΩΝ: Η αγιογράφηση του Αγίου Νικολάου της Ρεστέλας Βόνιτσας από τον Λευκάδιο Βασίλειο Σίδερη

ΑΜΦΙΚΤΙΟΝΙΑ ΑΚΑΡΝΑΝΩΝ
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ


1890-1893

Η αγιογράφηση του Αγίου Νικολάου της Ρεστέλας Βόνιτσας από τον Λευκάδιο Βασίλειο Σίδερη.

Γκραβούρα από ένα παλιό ημερολόγιο της εταιρείας ΒΕΞ Κύρκος

 
 Γράφει ο Ντίνος Στυλιανός
 

      Είμαστε πλέον στην αρχή  της δεκαετίας του 1890. Η πολιτιστική διαμάχη των δύο κοντράδων (συνοικιών)  της μεταενετικής Βόνιτσας, της Ρεστέλας (ενορία Αγίου Νικολάου) και του Αρδίκα (ενορία Αγίου Σπυρίδωνα), φτάνει στο ύψιστο σημείο.
Στις δύο προηγούμενες δεκαετίες (1870-1890) η αδελφότητα του Αγίου Σπυρίδωνα έχει ολοκληρώσει[2] την  επέκταση της εκκλησίας στην περιοχή του Αρδίκα  και ο ναός  έχει το μέγεθος που σήμερα γνωρίζουμε.
Στο νέο μέγεθος του ναού του Αγίου Σπυρίδωνα  έχει τοποθετηθεί το τέμπλο  και  ο αγιογράφος  Σπ.  Γαζής  έχει αρχίσει να εργάζεται εντός του ναού[3]. Όλη αυτή η δραστηριότητα της αδελφότητας «Άγιος Σπυρίδων»[4] δραστηριοποίησε  ανταγωνιστικά τους κατοίκους της Ρεστέλας, οι οποίοι το 1877 είχαν ολοκληρώσει  την επέκταση[5] του δικού τους ναού, του Αγίου Νικολάου.


[2] Έχει προηγηθεί(τουλάχιστον 30 χρόνια πριν)  η μεταφορά της εκκλησίας του Αγίου Σπυρίδωνα από την σημερινή περιοχή της Ένωσης Γεωργικών Συνεταιρισμών στην περιοχή του Αρδίκα δηλ. στην θέση που είναι σήμερα.

[3]  Βλέπε μελέτη «ο αγιογράφος Σπ. Γαζής στη Βόνιτσα».  Δημοσίευση στις ιστοσελίδες του Ξηρόμερο News και Λευκαδίτικα Νέα (Κολυβάς)

[4] Πρόκειται για την δεύτερη κατά σειρά αδελφότητα που ιδρύθηκε στην Βόνιτσα. Πρώτη και με διαφορά ετών ήταν η αδελφότητα των Μωραϊτών, η οποία είχε υπό την προστασία της την Παναγία της Χώρας.

[5] Σε προηγούμενο άρθρο μας, αναφερθήκαμε στον Αθανάσιο Κανέλλο, τον μέγα δωρητή της ανακαίνισης  του ναού του  Αγίου Νικολάου. Το 1877 η ανακαίνιση και επέκταση του ναού Αγίου Νικολάου ήταν έτοιμη. Βλέπε μπλοκ Ξηρόμερο News.  Ο Αθανάσιος Κανέλλος πρέπει να δώρισε σημαντικά χρηματικά ποσά καθόσον την εκκλησία του Αγίου Νικολάου δεν την υποστήριζε κάποια αδελφότητα όπως αυτή του Αγίου Σπυρίδωνα και αυτή των Μωραϊτών.

 
Το τέμπλο που σήμερα υπάρχει εντός της εκκλησίας του Αγίου Νικολάου προϋπήρχε της επέκτασης και γι’ αυτό η κατά  πλάτος επέκταση της εκκλησίας το κατέστησε μικρότερο της νεώτερης διάστασης. Με μια απλή παρατήρηση θα διαπιστώσουμε ότι στα δύο  άκρα του τέμπλου υπάρχει μια νεώτερη συμπληρωματική κατασκευή, η οποία στο άνω μέρος είναι ολοκληρωμένη, ενώ στο κάτω ημιτελής.


Εμφανής η προσθήκη στα αριστερά του παλαιού τέμπλου. 
Το ίδιο υπάρχει και στην δεξιά πλευρά του παλαιού τέμπλου.
 
 Συνεπώς το τέμπλο του Αγίου Νικολάου προϋπήρχε από αυτό του Αγίου Σπυρίδωνα. 
 
Γύρω από τον ναό του Αγίου Νικολάου ήταν νεκροταφείο, το οποίο μετά την απόφαση του κράτους περί υγειονομικής ταφής, είχε σταματήσει να δέχεται νέες ταφές, το ίδιο και το νεκροταφείο του Αγίου Σπυρίδωνα, όπως του Αγίου Παντελεήμονα και των Αγίων Αποστόλων.
Έτσι μετά την ολοκλήρωση της επέκτασης της εκκλησίας Αγίου Νικολάου στην Ρεστέλα, οι επίτροποι της εκκλησίας αποφάσισαν να περιορίσουν το κουλούρι (το προαύλιο) της εκκλησίας και στην είσοδο του νέου κουλουριού να κατασκευαστεί πέτρινη ημικυκλική σκάλα ανόδου και στο τέλος αυτής πανύψηλο πέτρινο καμπαναριό[6].


Σημειώνουμε ότι το καμπαναριό[7] της ανταγωνίστριας εκκλησίας (Άγιος Σπυρίδων του Αρδίκα)  ήταν στερεωμένο επάνω στον παρακείμενο πλάτανο.

Μετά την ολοκλήρωση των πέτρινων καλλιτεχνημάτων του Αγίου Νικολάου, το μόνο που έμενε ήταν η εσωτερική αγιογράφηση του ναού.


[6] Στην δεκαετία του 50 χρειάστηκε η επισκευή στην οροφή του καμπαναριού, λόγω της φθοράς που είχε υποστεί η επιφάνεια της οροφής. Την επισκευή ανέλαβε και την πραγματοποίησε από τον πατέρα μου θείος μου, ο Γεράσιμος Ντίνος.

Πενήντα χρόνια μετά,  διαπιστώθηκε ότι το υλικό της επιφάνειας της οροφής του καμπαναριού είχε διαβρωθεί, ενώ ο σιδερένιος σταυρός που βρισκόταν  στην κορυφή ήταν αποδέκτης κεραυνών. Με έξοδα του Αρχιμανδρίτη Γεώργιου Δέλλα στήθηκε σκαλωσιά που έφτασε το ύψος του καμπαναριού. Εκτός από την επάλειψη της οροφής με δομικό υλικό, τοποθετήθηκαν κεραμίδια και αντικαταστάθηκε ο σιδερένιος σταυρός  με έναν μαρμάρινο.

Για την ιστορία καταγράφουμε ότι ο προαναφερόμενος σιδερένιος σταυρός μεταφέρθηκε στην Παναγία στα Σπαρτάρια στον τάφο που τοποθετήθηκαν οστά μοναχών, τα οποία ανευρέθηκαν στο πίσω μέρος του εκεί ναού. Η επιμέλεια του τάφου έγινε από την Διονυσία Μάρη.

[7] Η καμπάνα που βρίσκεται στον πλάτανο του Αγίου Σπυρίδωνα προέρχεται από την Ιερά Πατριαρχική Βασιλική και Σταυροπηγιακή Μονή της Παναγίας της Κορωνησίας την οποία το έτος 1833 ο Οθωμανός διοικητής Πρεβέζης μαζί με ένα «εθνικόν κανόνιον» δώρισε με φιλική διάθεση στον Νομάρχη Ακαρνανίας και Αιτωλίας Α. Μοναρχίδη. (Αρχείο Υπουργείου Εξωτερικών, φάκελος 95, 16 Αυγούστου 1833)


Ο Λευκάδιος αγιογράφος, Βασίλειος Σίδερης[8],   στην Βόνιτσα.

Αφού είχε ολοκληρωθεί η επέκταση και ανακαίνιση του Αγίου Νικολάου της Ρεστέλας,  οι επίτροποι του ναού κάλεσαν για την αγιογράφηση   τον «αντίπαλο» του Σπυρίδωνα Γαζή, τον ανιψιό του, τον  Βασίλειο Σίδερη.  Για την εργασία του μετακόμισε και διέμεινε στη Βόνιτσα για αρκετό καιρό, καθόσον πολλά από τα έργα του χρειάζονταν  να γίνουν επί τόπου.

Άρχισε με την αγιογράφηση της οροφής  (νταβάνι) με ωραιότατες αναγεννησιακές παραστάσεις. Μάλιστα στην οροφή πρωτοτύπησε με την τοποθέτηση  της ελαιογραφίας με την  Ανάσταση του Χριστού, σε αντίθεση με άλλους αγιογράφους που εκεί τοποθετούσαν τον Παντοκράτορα[9].  


Όλη η οροφή (ταβάνι) του ναού είναι πλήρης από αγιογραφίες του Βασίλειου Σίδερη.

Σε αυτό το σημείο και πριν παραθέσουμε τις αγιογραφίες της οροφής θα χρειαστεί να ενημερώσουμε τους αναγνώστες του άρθρου μας για τις μπορντούρες που σήμερα υπάρχουν γύρω από κάθε αγιογραφία (σε απόσταση 10 περίπου εκατοστών από τη κορνίζα).

Αυτές είναι μεταγενέστερες προσθήκες, καθόσον σε κανένα έργο του Βασίλειου Σίδερη δεν συνυπάρχουν οι αγιογραφίες του με τέτοιες μπορντούρες. Μάλιστα αν προσέξουμε τον ρυθμό επανάληψης των σχημάτων της μπορντούρας θα διαπιστώσουμε ότι τα μοτίβα επαναλαμβάνονται με ακρίβεια εκατοστού. Συνεπώς πρόκειται για νεώτερη επέμβαση στην οροφή του ναού[10], η οποία μάλλον κάλυψε το φόντο της οροφής, όπως το είχε επενδύσει  ο Βασίλειος Γαζής.

Σημαντική επίσης παρατήρηση είναι ότι όλες οι αγιογραφίες της οροφής δεν έχουν μπορντούρα. Εκεί που οι αγιογραφίες έχουν μικρή απόσταση μεταξύ τους, η νεώτερη επέμβαση εκτίμησε ότι μόνο σε μια από τις δύο όμορες αγιογραφίες θα έθετε την μπορντούρα.

Στις δύο εσωτερικές πλευρές της εκκλησίας επίσης υπάρχει νεώτερη επέμβαση με σχέδια που προσομοιάζουν με τις επεμβάσεις που έγιναν στον Άγιο Σπυρίδωνα (μετά την εκεί επέμβαση της αρχαιολογίας).

[8] Γεννήθηκε στην Λευκάδα το 1856, λίγα χρόνια πριν οι Άγγλοι αποφασίσουν να δωρίσουν τα νησιά του Ιονίου στον Βασιλέα Γεώργιο και στους διαδόχους αυτού (όχι στο Ελληνικό Δημόσιο)..

Οι επισκέψεις του στο εργαστήριο ζωγραφικής  στον από την μητέρα του θείο,  Σπυρίδωνα Γαζή, του ανέπτυξαν το ενδιαφέρον για την ζωγραφική και έτσι βρέθηκε καθημερινά σε αυτό το χώρο εργασίας. Η δουλειά που έκανε ήταν βοηθητική σε ότι χρειαζόταν ο θείος του, κυρίως όμως με την ετοιμασία των χρωμάτων.

Για λόγους που δεν γνωρίζουμε ο θείος του μετά από ένα διάστημα δεν τον ξαναδέχθηκε στο εργαστήριο και ο Βασίλειος άρχισε να ασχολείται με την ζωγραφική με όσες γνώσεις  είχε αποκτήσει, και με την διαίσθησή του,  που αποδείχθηκε ότι ήταν σε σωστές βάσεις. Προτίμησε να αγιογραφεί  πάνω σε μουσαμά με ελαιοχρώματα

Σε λίγο τα έργα του άρχισαν να στολίζουν τις εκκλησίες  των χωριών της Λευκάδας και αμέσως μετά τις εκκλησίες της πόλης. Έγινε πλέον γνωστός και οι παραγγελίες για αγιογραφίες άρχισαν να έρχονται από την Πρέβεζα και την Άρτα.

[9] το ίδιο έκανε και ο θείος του, ο Σπ. Γαζής, στον Άγιο Σπυρίδωνα

[10] Όπως έχουμε γράψει σε προηγούμενο  άρθρο μας, επέμβαση στους τοίχους και στην οροφή του Αγίου Σπυρίδωνα στον Αρδίκα, πραγματοποιήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 50. Στο άρθρο μας υπάρχει λεπτομερής περιγραφή για το έργο του Σπυρίδωνα Γαζή επί των εσωτερικών επιφανειών των τοίχων και του ταβανιού.  Ο Γαζής άπλωσε παντού  τα χρώματα του ευκαλύπτου. Σημειώνουμε ότι μόνο στον κορμό του ευκαλύπτου μπορεί να συνυπάρχει μεγάλα γκάμα από όλα σχεδόν τα χρώματα.  Η επέμβαση που έγινε στον Άγιο Σπυρίδωνα του Αρδίκα στις αρχές της δεκαετίας του 50, ευτυχώς δεν επεκτάθηκε στις «κολώνες».

Τότε οι Βονιτσάνοι όταν είδαν την νέα εικόνα στο εσωτερικό του ναού, αντέδρασαν για την βεβήλωση του έργου του αγιογράφου Σπ. Γαζή και επέμβηκε η αρχαιολογία. Οι νέες χρωματοεπεμβάσεις στους τοίχους και κυρίως στο ταβάνι δεν έδιναν την συνέχεια με την αρχιτεκτονική του ναού.

 Η μόνη φωτογραφική απεικόνιση της προηγούμενης κατάστασης (πριν τους χρωματισμούς του 1952) ήταν μόνο μια μικρή ασπρόμαυρη φωτογραφία, προερχόμενη από ημερολόγιο. Τότε στις καθημερινές σελίδες του ημερολογίου, τοποθετούσαν στο πίσω μέρος ένα στίχο ποιήματος ή μια φωτογραφία. Με όσο μπορούσε να αποδώσει η μικρή ασπρόμαυρη φωτογραφία, έγιναν  διορθώσεις στις εσωτερικές πλευρές, καθώς και στην οροφή ώστε να μην εμφανίζεται τίποτε από την νεώτερη επέμβαση.

 

Παραθέτουμε τις αγιογραφίες της οροφής:







Η διαμάχη της Ρεστέλας και του Αρδίκα,  για το ποια εκκλησία θα ανακηρύσσονταν Μητρόπολη της Βόνιτσας συνεχίστηκε με αμείωτο ρυθμό. Μέσα σε αυτή την εποικοδομητική διαμάχη, ο Βασίλειος Σίδερης πρωτοτυπεί και με το έργο του πάνω από το τέμπλο δηλώνει την «ιερή ένωση» των εκκλησιών της πόλης μέσα στον  ναό του Αγίου Νικολάου της Ρεστέλας.

Αγιογραφεί σε μια επιφάνεια πολλών τετραγωνικών μέτρων τους τρείς  Ιεράρχες  (στο κέντρο)  και στα δύο άκρα αριστερά και δεξιά  από τους Ιεράρχες  προσθέτει τον Άγιο Σπυρίδωνα (αριστερά)  και τον Άγιο Αθανάσιο (δεξιά).

Πρόκειται για τους δύο Αγίους που τιμόταν στη Βόνιτσα  τουλάχιστον πριν την δεύτερη ενετική κυριαρχία (1717-1797). Στον βενέτικο χάρτη του 1724 υπάρχουν οι εκκλησίες του Αγίου Σπυρίδωνα[11] και του Αγίου Αθανασίου[12].


Η  επιβλητική τοποθέτηση των δύο τοπικών Αγίων, σήμαινε στην πράξη ότι στον ναό του Αγίου Νικολάου υλοποιούταν  η ένωση  όλων των εκκλησιών της πόλης, και κατά συνειρμό η εκκλησία της Ρεστέλας  ήταν η πρώτη[13] τη τάξη των εκκλησιών.




[11] Για τους νέους αναγνώστες μας, παρέχουμε την ενημέρωση ότι αρχικά η εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα ήταν στην περιοχή της βυθισμένης Βόνδιτζας (από το ξενοδοχείο Ιωάννου μέχρι και την Κουκουμίτσα). Μετά την βύθιση της περιοχής και την προσωρινή μεταφορά της επισκοπής Βονδίτζης στο Πισκόπι Μοναστηρακίου, οι κάτοικοι κατασκευάζουν την νέα εκκλησία στην σημερινή περιοχή των κτιρίων της ένωσης γεωργικών συνεταιρισμών. Σε αυτή την χρονική στιγμή δηλ. στο 1724 έχουμε την απεικόνιση του προαναφερόμενου βενέτικου χάρτη.  Επειδή η περιοχή της ΕΓΣ περιοδικά πλημύριζε (το ζήσαμε και στις παιδικές μας ημέρες), η νεοϊδρυθείσα αδελφότητα του Αγίου Σπυρίδωνα αποφάσισε την μεταφορά και την κατασκευή (μικρή σε μέγεθος)  της εκκλησίας στην σημερινή θέση που τότε είχε το τοπωνύμιο «Αρδίκα».  Αναλυτικά στοιχεία στο άρθρο μας για τον ΑγιοΣπυρίδωνα.

[12] Η τότε εκκλησία του Αγίου Αθανασίου είχε μικρό μέγεθος. Η επέκτασή της έγινε το 1838. Βλέπε σχετικό άρθρο με τον Ισπανικόθησαυρό.

[13] Η εποικοδομητική διαμάχη των δύο παλιών βενέτικων κοντράδων,  της Ρεστέλας και του Αρδίκα, συνεχίστηκε ακόμη και μετά το 1905 που το ΦΕΚ όριζε ότι για την Βόνιτσα θα υπάρξει μόνο μία ενορία, χωρίς βέβαια να ονοματίζει ποια θα είναι.

 

Το έργο του Βασίλειου Σίδερη: «Ο Εσταυρωμένος»

Λόγω του ότι ο ναός του Αγίου Νικολάου λειτουργούσε από τον 18ο αιώνα, σίγουρα είχε πίσω από την Αγία Τράπεζα τον Εσταυρωμένο. Ο Β. Σίδερης κλήθηκε από τους επιτρόπους να κατασκευάσει νέο Εσταυρωμένο, ο οποίος θα αντικαθιστούσε  τον παλαιό.

Πράγματι ο Β. Σίδερης εργάστηκε πάνω στην επιθυμία των επιτρόπων και το αποτέλεσμα ήταν εκπληκτικό.  Σίγουρα ήταν και παραμένει η καλύτερη απεικόνιση του Εσταυρωμένου.

 

Στο πίσω μέρος του Εσταυρωμένου ο Σίδερης  έγραψε:

Έργο Β. Σίδερη

1893

Νοέμβριος 24

 

Που βρίσκεται σήμερα το έργο του Β. Σίδερη «Ο Εσταυρωμένος»;

Μετά την αποχώρηση των Γερμανών στο πόλεμο του 40, οι δύο ναοί της Μπούχαλης ( ναός  των Αγίων Αποστόλων και ναός του Αγίου Δημητρίου), σε αντίθεση με τους ναούς του Παζαριού,  ήταν εσωτερικά κατεστραμμένοι.  Τα πάντα είχαν καταστραφεί από τα κατοχικά στρατεύματα.

Ο Εσταυρωμένος του Αγίου Σπυρίδωνα δόθηκε στους Αγίους Αποστόλους και στον Άγιο Σπυρίδωνα μεταφέρθηκε ο Εσταυρωμένος του Αγίου Νικολάου (έργο Β. Σίδερη). Για την ιστορία παραθέτουμε ότι όταν αγιογραφήθηκε νέος Εσταυρωμένος για τους Αγίους Απόστολους, ο παλαιός Εσταυρωμένος (ο προερχόμενος από τον Αγιο Σπυρίδωνα) μεταφέρθηκε στον Άγιο Ιωάννη για κάποιο διάστημα και κατόπιν στον Άγιο Νικόλαο της Ρεστέλας όπου παραμένει έως σήμερα.

Ας επανέλθουμε στον Εσταυρωμένο (έργο Β. Σίδερη), που από τον Άγιο Νικόλαο της Ρεστέλας μεταφέρθηκε στον Άγιο Σπυρίδωνα του Αρδίκα. Στην δεκαετία του 70 η σεβάσμια Βασιλική Γιώτη   δώρισε στην εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα έναν νέο Εσταυρωμένο, έργο ενός Αγρινιώτη. Έτσι ο Εσταυρωμένος του Β. Σίδερη μεταφέρθηκε στον Άγιο Παντελεήμονα. Σύντομα όμως διαπιστώθηκε ότι ο από το Αγρίνιο νεοαποκτηθείς Εσταυρωμένος  δεν είχε καμιά σχέση με την παλαιότητα και τεχνοτροπία του ναού του Αγίου Σπυρίδωνα. Έτσι  ο Εσταυρωμένος, έργο του Β. Σίδερη, επέστρεψε στον Άγιο Σπυρίδωνα, όπου εκεί βρίσκεται και σήμερα, ενώ ο νεοκατασκευασμένος Εσταυρωμένος τοποθετήθηκε στον Άγιο Παντελεήμονα.

ΑΜΦΙΚΤΙΟΝΙΑ ΑΚΑΡΝΑΝΩΝ

ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

 


 



 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τι λες γι αυτό αγαπητό Ξηρόμερο