Κυριακή 4 Απριλίου 2021

Μαρία Ν. Αγγέλη: H αγκλίτσα, εργαλείο και σύμβολο του τσοπάνη…


«Ο γραμματικός την πένα του,
ο γεωργός τ’ αλέτρι του, 
ο παπάς το πετραχήλι του
κι ο τσοπάνος την γκλίτσα του!» 
Δ. Λουκόπουλος.



Γράφει η Μαρία Ν. Αγγέλη
e-mail: agelimaria@yahoo.gr


       Η αγκλίτσα ήταν το απαραίτητο εργαλείο του τσοπάνη, ο καθημερινός του σύντροφος και συνοδοιπόρος. Σ’ αυτή στηριζόταν όλη τη μέρα καθώς γύριζε και βοσκούσε τα ζώα του. Ακουμπούσε πάνω της, επιτηρούσε τα ζωντανά και συλλογιόταν τις φροντίδες για τα μαντριά, για τα λιβάδια κ.ά.

Η λέξη αγκλίτσα προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη αγκύλος. Με τη νεότερη υποκοριστική κατάληξη -ιτσα έγινε αγκυλίτσα και με συγκοπή αγκλίτσα. Τελικά και γκλίτσα και κλίτσα. Μια γκλίτσα αποτελείται από δυο τμήματα. Το ίσιο ραβδί, το «αγκλιτσόξυλο» ή «γκλιτσόξυλο», όπως λέγεται στο Ξηρόμερο, και τη χειρολαβή της με το κυκλικό σχήμα, το «κεφάλι γκλίτσας».
Διαβάστε περισσότερα »

Εικόνα: ο τσοπάνης Σπύρος Μπαρμπαρούσης από τη Μπαμπίνη Ξηρομέρου.

Η γκλίτσα είναι  ένα ταπεινό εργαλείο με πολλαπλές χρήσεις:

Χρησίμευε ως στήριξη  στο τσοπάνη για το περπάτημα στα κακοτράχαλα μέρη, στο ανέβασμα και στο κατέβασμα…Τη χρησιμοποιεί ακόμα και όταν θέλει να κατευθύνει τα ζώα προς κάποια κατεύθυνση  «να τα ορμώσει» ή «να τα στομώσει», όπως  είναι στο γλωσσάρι των τσοπάνηδων.

Με τη γκλίτσα πιάνει τα ζώα του από τα πίσω πόδια τους για να τα «αρματώσει», όπως λέει χαρακτηριστικά, όταν θέλει να τους κρεμάσει τα κουδούνια τους. Επίσης, τα πιάνει όταν χρειάζεται να θηλάσει τα κατσικάκια σε ζωηρές γίδες. Ακόμα όταν θέλει να ελέγξει αν έχουν τσιμπούρια για να τα αλείψει με αλοιφή… Επιπλέον τη χρησιμοποιεί, όταν θέλει να τα ξυλοφορτώσει, κυρίως εκείνα που είναι δύστροπα και απείθαρχα και δεν υπακούουν στα σφυρίγματα ή τα επιφωνήματά του…

Η γκλίτσα τον εξυπηρετεί για να  φτάσει μια «βάντα» ή «φάντα» κλαρί, να το κατεβάσει για κόψιμο και να το σηκώσει στον ώμο με τη βοήθειά της. Με τον ίδιο τρόπο θα φτάσει και κανένα φρούτο για να βάλει στο στόμα του, ένα σύκο, ένα απίδι κ.ά. Θα αναμερίσει με αυτή, θα βάλει στην άκρη  τα ξερά χόρτα ή όσα τον εμποδίζουν στο πέρασμά του. Με τη γκλίτσα θα σκοτώσει και τα φίδια για να μην  «φιδιάσουν» τα ζώα του, κυρίως τα γαλάρια που τα πλησιάζουν περισσότερο λόγω του γάλατος…

Η γκλίτσα είναι απαραίτητη για άμυνα και επίθεση κάποιες φορές. Ως «όπλο» σε διάφορες φιλονικίες και συγκρούσεις που προκύπτουν στην τσοπάνικη ζωή. Είναι οι λεγόμενες «αγκλιτσές» και «αγκλιτσομαχίες»…

Οι ιδιότητες που πρέπει να έχει μια καλή γκλίτσα, είναι να μην είναι πολύ  βαριά και κουράζει τον χρήστη της, αλλά να έχει γερό και ανθεκτικό γκλιτσόξυλο. Το κεφάλι, η χειρολαβή επίσης, θα πρέπει να είναι γερή και σταθερή. Γι’ αυτό το λόγο η «πουρναρόριζα», θεωρείται το καταλληλότερο ξύλο. Έχει εξαιρετική αντοχή.

Ένας μερακλής τσοπάνης διακρίνεται από τη γκλίτσα και το σακκούλι του. Το σακκούλι το κατασκευάζει η γυναίκα. Την γκλίτσα τις περισσότερες φορές την κατασκευάζει ο ίδιος. Διαλέγει το καλύτερο ξύλο. Το πουρνάρι, η αγριλιά και το ρείκι θεωρούνται κατάλληλα για γκλίτσες. Τα κόβει, τα πελεκάει με το τσεκουράκι του ή το χατζάρι που κουβαλάει πάντα μαζί του. Αφού περάσει ένα χρονικό διάστημα περνάει στην άλλη φάση. Αρχίζει με άλλα εργαλεία το ψιλοπελέκημα. Δηλαδή τη λεπτοδουλειά. Χρησιμοποιεί γι’ αυτό ένα μικρό εργαλείο που λέγεται πελεκητάρι ή ξυράφι. Ακόμα και το μαχαιράκι του. Έτσι δίνει το τελικό σχήμα της γκλίτσας. Δηλαδή του πάνω μέρους, του κεφαλιού.

 Μετά αρχίζει την τέχνη του σκαλίσματος της γκλίτσας. Παίρνει ένα άλλο εργαλείο, το «τρυπητήρι» και  σκαλίζει. Κεντάει το ξύλο όπως οι κεντήστρες κεντούσαν το ύφασμα… Ανάλογα με το γούστο και την καλαισθησία  του δημιουργεί διάφορα σχέδια: δράκους, αετούς, πέρδικες, φίδια, σκυλιά, ήλιους, σταυρούς και αγίους ακόμα... Αποτύπωναν οι τσοπάνηδες εικόνες από τη φύση, τη ζωή τους και τους αγαπημένους αγίους, όπως ο Άγιος Γεώργιος, ο Άγιος Δημήτριος κ.ά. Οι ξυλογλύπτες αυτοί ήταν αυτοδίδακτοι, αλλά μερακλήδες τεχνίτες. Η ξυλοτεχνία-ξυλογλυπτική ήταν  μια λαϊκή τέχνη που χάθηκε ή χάνεται… Ελάχιστοι σήμερα κατασκευάζουν χειροποίητες γκλίτσες. Μερικές φορές κατασκεύαζαν γκλίτσες από κέρατο κριαριού που το έβραζαν. Άλλες φορές και  μεταλλικές.

Ο πατέρας μου «καλός πελεκάνος», κατά την ξηρομερίτικη έκφραση, «ποιητής στην τέχνη», κεντούσε με υπομονή λεπτεπίλεπτα σχέδια στη γκλίτσα του. Είχε κατασκευάσει αρκετές γκλίτσες. Δικές του και για άλλους. Άλλες απλές και άλλες περίτεχνες, σκαλιστές… Θυμάμαι που είχε χαρίσει μια ομορφοκεντημένη γκλίτσα στον ξάδελφό του Θανάση Τσώλη, όταν ήταν φοιτητής Φιλοσοφικής  Σχολής Αθηνών. Τη χρειάστηκε για μια Λαογραφική Έρευνα που έκανε τότε. Είχε πει ότι την παρέδωσε με την εργασία του… Ο πατέρας είχε την καθημερινή του γκλίτσα για το βόσκημα του κοπαδιού και τις άλλες πρακτικές χρήσεις, είχε και την καλή του γκλίτσα για την έξοδο στο καφενείο όπου πήγαινε τα βράδια. Απαγόρευε να τη χρησιμοποιήσουμε εμείς στο σπίτι. Ήταν πολύτιμο αντικείμενο για κείνον.

Όταν ο «πελεκάνος» ολοκλήρωνε το κέντημα στη χειρολαβή, φρόντιζε να έχει και το κατάλληλο ξύλο, το «γκλιτσόξυλο» που θα της ταίριαζε. Έπρεπε να είναι αγριλιά ή φυλλίκι, σπάνια αριά. Το αγριλίσιο είναι πιο σταθερό. Έχει πάνω του ξυλόκομπους και δεν σπάει εύκολα. Ένα τέτοιο ανθεκτικό ξύλο χρειάζεται για στήριγμα ο τσοπάνης. Όταν το κόψει, το καθαρίζει πάλι με τα εργαλεία του και το αφήνει στην άκρη για μερικές μέρες. Έτσι ξεθυμαίνουν οι χυμοί του ξύλου. Μετά άναβε φωτιά για να το  πυρώσει στη λαμπάδα της  μέχρι να ζεσταθεί. Ζεσταμένο το παίρνει για να το ξεφλουδίσει και να το ισιώσει. Ύστερα το δένει πάνω σε ίσιο ξύλο για να πάρει την ίσια γραμμή. Επίσης το κρεμάει σε ίσιο τοίχο για να στραγγίσουν τα υγρά.  Όταν ξηραθεί παίρνει ένα κέρινο, γλυκό χρώμα. Το πιάνει στα χέρια του και χαίρεται με το αποτέλεσμα.

Όταν ολοκληρωθεί η διαδικασία της επεξεργασίας του ξύλου και σκαλιστεί το κεφάλι, τρυπιέται με προσοχή για να δεχτεί το γκλιτσόξυλο. Το γκλιτσόξυλο ήταν λεπτότερο στην κορυφή και χονδρότερο στη βάση του. Σιγουρεύεται και με προκάκι ή «τελάκι» για να μην βγαίνει στη χρήση της γκλίτσας. Αφού όπως αναφέραμε με  αυτή θα χρειαστεί να πιάσει και ολόκληρο ζώο… Έτσι ολοκληρώνεται η γκλίτσα του τσοπάνη, το αποκούμπι και το σύμβολο του επαγγέλματός του.





Εικόνα: η γκλίτσα του Δημήτρη Ν. Αγγέλη, τη χρησιμοποιεί για την πεζοπορία του…

Γκλίτσα ακόμα και σήμερα, που εξέλιπαν τα κοπάδια, διατηρούν οι άνθρωποι κυρίως στην επαρχία, για περπάτημα, για συντροφιά… Χρησιμοποιείται από τους υπερήλικες ως στήριγμα, ως τρίτο πόδι για να το πούμε απλά, στην έξοδό τους στο καφενείο, στην εκκλησιά, στον περίπατο… Χρησιμοποιείται και από νεότερους για περπάτημα. Κυρίως με τη γκλίτσα στο χέρι ο μεσήλικας και ο υπερήλικας νιώθει ένα συναισθηματικό ανέβασμα… Ένα σύνδεσμο με τη ζωή στη στάνη, από την οποία έχει έντονες αναμνήσεις και συναισθήματα… Αυτό το ταπεινό εργαλείο γίνεται συνδετικός κρίκος με το παρελθόν. Ένα παρελθόν με τις δυσκολίες που είχε τότε η τσοπάνικη ζωή. Η μνήμη όμως, επιλεκτική σήμερα, διατηρεί τις καλές στιγμές και κυρίως τη δύναμη της νιότης που ξεπερνά τα όποια εμπόδια…

Μεταφορικές χρήσεις της αγκλίτσας: Με αυτή δηλώνεται και η εγγραμματοσύνη ενός ανθρώπου.«Έμαθε δυο αγκλίτσες γράμματα», έλεγαν για κάποιον που πήγε σχολείο. «Έμεινε με την αγκλίτσα στο χέρι» έλεγαν για τον τσοπάνη που έπαθε μεγάλη ζημιά στο κοπάδι. «Πήρα την αγκλίτσα» έλεγε κάποιος που έγινε κτηνοτρόφος. «Κρεμάστηκα στην αγκλίτσα», δηλαδή αφοσιώθηκα στα ζωντανά μου. «Παράτησα την αγκλίτσα», θα πει κάποιος που εγκαταλείπει το επάγγελμα του κτηνοτρόφου. Μια απόφαση που με λύπη θα πάρει …

Η αγκλίτσα ή γκλίτσα είναι κυρίως εργαλείο χρηστικό. Είναι όμως και εργαλείο αυτοπροσδιορισμού του κάθε κτηνοτρόφου και επίδειξης κύρους. Πρόκειται για ένα ξύλινο εργαλείο που απλό ή περίτεχνο, από μόνο του αφηγείται πολλά στους νέους και νέες σήμερα που θέλουν να αφουγκραστούν την ιστορία του. Θα το παρατηρήσουν στα χέρια ενός άνδρα της επαρχίας, σε λαογραφικά μουσεία και στα πωλητήρια διαφόρων τουριστικών τόπων. Κυρίως αυτών που σχετίζονται με την ανάπτυξη της κτηνοτροφίας: Μέτσοβο, Καρπενήσι, Γιάννενα, Αράχωβα, Καλάβρυτα κ.λπ. Την χειροποίητη αξία βέβαια θα την αναζητήσουν στους ελάχιστους τεχνίτες της ελληνικής επαρχίας…

 

8 σχόλια:

  1. Οι ξύλινες λεγόταν πραταγκλιτσες και οι μεταλλικές γιδαγκλιτσες που ήταν κυρίως για να πιάνουν τα ζώα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. άμα τύχαινε κόβανε και καμιά αγκλιτσά

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Κα Μαρία Αγγέλη συγχαρητήρια για τα κείμενά σας.
    Έχω όμως μια απορία. Γιατί δέν ασχολείστε και με την πολιτική, να συμμετέχετε δηλαδή και στην πολιτική.
    Νομίζω ότι μέσα από το χώρο της πολιτικής μπορεί να προσφέρεται περισσότερα πράγματα στην κοινωνία μας.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Γιατί το " ποίμνιο " δεν θέλει άτομα σαν την κ. Αγγέλη κλπ άλλους άμεμπτους αγνούς και τίμιους συμπολίτες μας. Θέλει αυτούς που βλέπετε , για να κάνει και τις εξυπηρετήσεις του κοινώς τα ρουσφετάκια του. Χρειάζεται φιλοσοφία να σ απαντήσει κ. Αγγέλη ; Εσύ δεν έστειλες στο κοινοβούλιο , απ τον νομό μας , άτομο που δεν έβγαλε ούτε το Λύκειο ; και κορδόνοσταν δίπλα του βγάζοντας και φωτο με φόντο τα μαυροπουκάμισά του ; Για ΟΛΑ φίλε μου έχουμε πάνω απ όλα εμείς και μόνον εμείς την ευθύνη. Όπως στρώνουμε ας πλαγιάσουμε λοιπόν.

      Διαγραφή
  4. Η γκλίτσα για το βοσκό είναι το κύριο χαρακτηριστικό του, το εργαλείο του, το στήριγμα του, η ασφάλεια του. Καθοδηγούσε το κοπάδι με τις κινήσεις του χεριού, τις κινήσεις της γκλίτσας και της φωνής ανάλογα. Διαφορετικά στο σκάρο, διαφορετικά στο σαλάισμα , διαφορετικά μέσα στη στρούγκα, διαφορετικά μέσα στο μαντρί, διαφορετικά στα διάφορα περάσματα. Τη γκλίτσα τη χρησιμοποιούσε, εκτός των άλλων χρήσεων, για να πιάνει τα ζωντανά.

    Με αυτές τις αναμνήσεις να μας ακολουθούν είμαστε περήφανοι για τους γονείς μας. Από καρδιάς τους ευχαριστούμε για ότι έκαναν για εμάς. Χαίρονται από εκεί ψηλά που βρίσκονται για εμάς.

    Η προσφορά της Μαρίας στην ιστορική αποτύπωση και καταγραφή της πραγματικότητας είναι ανεκτίμητη. Να είσαι καλά Μαρία και συνέχισε .

    Βεβαίως πολλοί με τις ίδιες εμπειρίες έγιναν υπηρέτες ενός σάπιου και διεφθαρμένου συστήματος. Νομίζουν ότι πέρασαν στην απέναντι όχθη. Πλανώνται πλάνη οικτρά.

    Αλλοι ντρέπονται για τη γκλίτσα του πατέρα τους και το τσεμπέρι της μάνας τους , οι οποίοι τους σπούδασαν ( όχι τους μόρφωσαν). Ευρισκόμενοι στους διεφθαρμένους κύκλους τους μιλάνε περιφρονητικά για τη καταγωγή τους. Τους αξίζει οίκτος και περιφρόνηση.

    Ευτυχώς ΔΕΝ ΕΙΜΑΣΤΕ ΟΛΟΙ ΙΔΙΟΙ.

    Μαρία, θερμά συγχαρητήρια.

    Κώστας Θ Τριαντακωνσταντής
    Μαθηματικός

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. σωστά. τα λετε Κώστα στην κ Αγγέλη σαν καθηγητες που ειστε αλλά ο κοσμος ψηφιζει τα ιδια και τα ιδια και μετά παραπονιέται που δέν μπορεί πουλήσει τα προϊόντα του και γίνονται εισαγωγές αγροτικών και κτηνοτροφικων ειδών και έχουμε ως Ελλάδα το καλλίτερο κλίμα, γίνονται φουλ εισαγωγές πρώτων ειδών.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Φίλοι συμπατριώτες
    Ευχαριστώ πολύ για τα θετικά σχόλια!!!
    Νομίζω ότι και ως απλοί πολίτες μπορούμε να προσφέρουμε στον ευλογημένο τόπο μας...
    Και μάλιστα, όταν με τη συμπεριφορά και το ήθος μας κερδίζουμε την εκτίμηση των συμπολιτών μας!
    Ευχαριστώ και πάλι!!!
    Με εκτίμηση
    Μαρία Νίκου Αγγέλη

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. Είμαστε χώρα δημοκρατική με κλίμα Μεσογειακό και ήπιο
    και όρεξη για δουλειά και πρόοδο.
    άν είχαμε και παντού πολιτικούς να αγαπάνε το λαό πραγματικά
    θα μπορούσε να γίνει το θαύμα στην οικονομία και την κοινωνία.
    Είναι καλλίτερες οι άλλες οι χώρες που παράγουν διατροφικά προϊόντα
    και τα εισάγουμε εμείς οι Έλληνες καταναλωτές ?
    Τι πατριώτες είμαστε εάν δέν αγαπάμε το τόπο μας και τους ανθρώπους του.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Τι λες γι αυτό αγαπητό Ξηρόμερο