Παρασκευή 16 Απριλίου 2021

Σαν Σήμερα 16 Απριλίου 1821, περισυλλέγεται το σώμα του Εθνομάρτυρα Οικουμενικού Πατριάρχη ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ Ε’.

     Ο πλοίαρχος Νικόλαος Παπαδόπουλος Σκλάβος από την Κεφαλλονιά περισυλλέγει στη θαλάσσια περιοχή της Κωνσταντινούπολης το σώμα του οικουμενικού πατριάρχη Γρηγορίου Ε’, που απαγχονίστηκε με διαταγή του Σουλτάνου στις 10 Απριλίου 1821, ως αντίποινα για τον ξεσηκωμό των Ελλήνων.

 
  Ο Εθνομάρτυρας Οικουμενικού Πατριάρχη ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ε’.
 
Άρθρο του 
Ευάγγελου Θ. Κατσίμπρα*.
 
    Αρκετοί πατέρες της εκκλησίας μας θυσιάστηκαν κατά τον Απελευθερωτικό αγώνα του 1821 και αναγνωρίστηκαν ως Εθνομάρτυρες, ανάμεσα σε αυτούς και ο Οικουμενικός Πατριάρχης Γρηγόριος Ε’.
    Γεννήθηκε το 1745 στη Δημητσάνα Αρκαδίας, το κοσμικό του όνομα ήταν Γεώργιος Αγγελόπουλος.
    Οι γονείς του Ιωάννης και Ασημίνα φτωχοί αλλά με μεγάλη ευσέβεια τον βοήθησαν στις σπουδές του καθώς η φιλομάθειά του φάνηκε από νωρίς.
    Τα πρώτα γράμματα τα διδάχτηκε στο σχολείο της γενέτειράς του και στη συνέχεια το 1765 μαθήτευσε για δύο χρόνια στην Αθήνα, κοντά στον ιεροκήρυκα Κωνσταντίνο Βόδα. ....

    Το 1767 μετέβη στη Σμύρνη κοντά στον εκκλησιάρχη θείο του Μελέτιο με την βοήθεια του οποίου συνέχισε τις σπουδές του για πέντε χρόνια στην περίφημη Ευαγγελική Σχολή.
    Μετά τις σπουδές του στη Σμύρνη μετέβη στη Μονή Μεταμορφώσεως των Στροφάδων, όπου εκάρη μοναχός λαμβάνοντας το όνομα Γρηγόριος.
    Συνεχίζει τις σπουδές του στην Πατμιάδα Σχολή, κατορθώνοντας να αποκτήσει υψηλή για την εποχή παιδεία.
    Ξαναγυρίζει στη Σμύρνη, όπου ο μητροπολίτης Προκόπιος, εκτιμώντας τη Φιλοσοφική και θεολογική συγκρότηση του, τον χειροτόνησε διάκονο και στη συνέχεια πρεσβύτερο αναθέτοντας του καθήκοντα πρωτοσύγκελου.
    Το 1785 ο Προκόπιος εκλέγεται Οικουμενικός Πατριάρχης και ο Γρηγόριος ανέρχεται στο Μητροπολιτικό θρόνο της Σμύρνης.
    Ως μητροπολίτης Σμύρνης αναπτύσει πλούσιο εκκλησιαστικό και φιλανθρωπικό έργο καθώς και μεγάλη Εθνική δράση.
    Η πλούσια δραστηριότητά του τον κάνει πλατιά γνωστό και την πρώτη Μαΐου του 1797 εκλέχθηκε ομοφώνως Οικουμενικός Πατριάρχης, διαδεχόμενος τον Πατριάρχη Γεράσιμο Γ’.
    Η πρώτη Πατριαρχεία του δεν ήταν διόλου ανέφελη, ο Πατριάρχης Γρηγόριος όμως αντιμετωπίζει, τα προβλήματα, ασχολείται ιδιαίτερα με την κοινωνική δράση και ανόρθωση της Εκκλησίας.
    Μερίμνησε ιδιαίτερα για την παιδεία, ίδρυσε σχολεία, καθώς και το Πατριαρχικό  Τυπογραφείο και τέθηκε επικεφαλής εκστρατείας εναντίον των διαφωτιστικών ιδεών, καταδικάζοντας τα νεωτερικά ρεύματα.
    Το 1798 αναγκάζεται σε παραίτηση από τον Σουλτάνο Σελίμ Γ’ κατηγορώντας τον, ως υποκινητή των επαναστατικών κινημάτων που είχαν αρχίσει να εκδηλώνονται και εξορίζεται στην Μονή Ιβήρων του Αγίου Όρους.
    Στις 24 Σεπτεμβρίου του 1806 η Ιερά Σύνοδος του πατριαρχείου τον επανεξέλεξε ομόφωνα Πατριάρχη.
    Στη διάρκεια της δεύτερης πατριαρχίας του κατόρθωσε να επιτελέσει πολλά έργα μεταξύ των οποίων ήταν η μέριμνα των οικουμενικών του Πατριαρχείου, κοινωνική φιλανθρωπία, οργάνωση των μοναστηριών, αλλά μερίμνησε και για την αναγέννηση της Ελληνικής παιδείας και των γραμμάτων.
    Δυστυχώς όμως στις 10 Σεπτεμβρίου 1808 αναγκάστηκε από τον Σουλτάνο σε νέα παραίτηση, απομακρύνθηκε αρχικά στη Μονή Μεταμόρφωσης Πριγκίπου και στη συνέχεια στο Άγιο Όρος.
    Στις 15 Δεκεμβρίου 1818 εξελέγη για τρίτη φορά Οικουμενικός Πατριάρχης, το ίδιο έτος ο οπλαρχηγός Ιωάννης Φαρμάκης τον μυεί στη φιλική Εταιρεία.
    Πρώτη μέριμνα του υπήρξε η δημιουργία φιλανθρωπικού Ιδρύματος για την οικονομική βοήθεια των πτωχών και τη αποφυλάκιση κρατουμένων  για χρέη, παράλληλα μερίμνησε για την ενίσχυση των νοσοκομείων.
    Στη διάρκεια της τρίτης Πατριαρχίας ξέσπασε η Ελληνική Επανάσταση του 1821, που υπήρξε η κρισιμότερη περίοδος του Πατριαρχείου.
    Στην προσπάθειά του ο πατριάρχης Γρηγόριος να διασώσει τον Ελληνικό πληθυσμό από την σφαγή και συγχρόνως να παραπλανήσει τον σουλτάνο ώστε να δώσει την ευκαιρία στους αγωνιστές να εργάζονται ανενόχλητα, αναγκάσθηκε να αφορίσει τους επαναστάτες.
    Συντριπτική απάντηση στους κατήγορους του Γρηγορίου σχετικά με τον αφορισμό θα δώσει ο Αλέξανδρος Υψηλάντης με τις οδηγίες που έστειλε από το Κισνόβιο της Βεσσαραβίας στους αρχηγούς της Πελοποννήσου : «Ο μεν Πατριάρχης βιαζόμενος παρά της Πόρτας σας στέλλει αφοριστικό και εξάρχους, παρακινώντας σας να ενωθήτε με την Πόρταν. Εσείς όμως θεωρήτε ταύτα ως άκυρα καθόσον γίνονται με βίαν και δυναστείαν και άνευ θελήσεως του πατριάρχου».
    Ο δε ακαδημαϊκός Κων. Δεσποτόπουλος δίνει αποστομωτική απάντηση στην κατηγορία, τονίζοντας πως έπρεπε ο Πατριάρχης να αποκηρύξει την Επανάσταση, αν δεν το έκανε, θα ακολουθούσαν ομαδικές σφαγές των Ελλήνων στην Οθωμανική αυτοκρατορία.
    Το κλίμα για τον Πατριάρχη βάρυνε περισσότερο, όταν έφθασαν οι πρώτες πληροφορίες για την κήρυξη της Επανάστασης στην Πελοπόννησο.
    Σε  προτάσεις ξένων πρεσβειών να εγκαταλείψει την Κωνσταντινούπολη απαντά : «Μη με προτρέψετε εις φυγήν, μάχαιρα θα διέλθη της ρύμας της Κωνσταντινουπόλεως και των λοιπών πόλεων των χριστιανικών επαρχιών».

  

Μετά τη λειτουργία του Πάσχα (10 Απριλίου 1821) ο Πατριάρχης Γρηγόριος συνελήφθη, κηρύχθηκε έκπτωτος και φυλακίστηκε.

    Το απόγευμα της ίδιας ημέρας απαγχονίστηκε στη κεντρική πύλη του Πατριαρχείου, όπου παρέμεινε κρεμασμένος για τρεις ημέρες, εξευτελισμένος από τον όχλο.

    Κατόπιν μια ομάδα τριών Εβραίων αγόρασαν το πτώμα του, το περιέφεραν στους δρόμους και το έριξαν στο Κεράτιο κόλπο.

    Ένας Κεφαλλονίτης πλοίαρχος ονόματι Σκλάβος βρήκε το σκήνωμα και το μετέφερε στην Οδησσό, όπου και ετάφη στον Ελληνικό Ναό της Αγίας Τριάδος.

    Την 25η Απριλίου του 1871 γίνεται η μετακομιδή των λειψάνων στην Αθήνα, όπου οι κάτοικοι της πρωτεύουσας επεφύλαξαν πάνδημη υποδοχή, τα λείψανα εναποτέθηκαν σε μαρμάρινη λάρνακα που βρίσκεται στο μητροπολιτικό Ναό Αθηνών.

    Η κεντρική πύλη του πατριαρχείου, όπου απαγχονίστηκε ο Γρηγόριος Ε’ , παραμένει κλειστή και σφραγισμένη μέχρι και σήμερα, σε ένδειξη τιμής, στο Πατριαρχείο εισέρχεται κανείς έκτοτε μόνο από την πλάγια είσοδο.

    Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος κάθε χρόνο στην επέτειο του απαγχονισμού, ανάβει ένα κερί στην σφραγισμένη πύλη, εναποθέτει λίγα λουλούδια και προσεύχεται στην μνήμη του Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε’.

    Στις 25 Μαρτίου του 1872 έγιναν στην Αθήνα τα αποκαλυπτήρια του Αδριάντα του Πατριάρχη μπροστά στα προπύλαια του Πανεπιστημίου.

    Στην τελετή ο ποιητής Αριστοτέλης Βαλαωρίτης συγκλονισμένος απήγγειλε το περίφημο ποίημα :

 Πώς μας θωρείς ακίνητος;… Πού τρέχει ο λογισμός σου,
τα φτερωτά σου τα όνειρα;… Γιατί στο μέτωπο σου
να μη φυτρώνουν, γέροντα, τόσες χρυσές αχτίδες,
όσες μας δίδ’ η όψη σου παρηγοριές κ’ ελπίδες;…
Γιατί στα ουράνια χείλη σου να μη γλυκοχαράζει,
πατέρα, ένα χαμόγελο;… Γιατί να μη σπαράζει
μέσα στα στήθη σου η καρδιά, και πώς στο βλέφαρο σου
ούτ’ ένα δάκρυ επρόβαλε, ούτ’ έλαμψε το φως σου;

  Ως ελάχιστο φόρο τιμής και ευγνωμοσύνης προς τον μεγάλο αυτό Πατριάρχη ας ανάψουμε ένα κεράκι και ας αναφωνήσουμε Αιωνία Αυτού η Μνήμη.

 

*Η παρούσα βιογραφία είναι άρθρο του κ. Ευάγγελου Θ. Κατσίμπρα, όπως εστάλη από την ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΠΡΕΒΕΖΑ 1821- 2021.

1 σχόλιο:

  1. Έπεσαν απαγχονιστηκαν για την ελευθερία της Ελλάδας μας ΑΘΑΝΑΤΟΙ

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Τι λες γι αυτό αγαπητό Ξηρόμερο