Τετάρτη 29 Ιανουαρίου 2020

ΑΜΦΙΚΤΙΟΝΙΑ ΑΚΑΡΝΑΝΩΝ: Σωτήρης Εξαρχος, ο Βονιτσιάνος Τεχνίτης

        Η Αμφικτιονία Ακαρνάνων δημοσιεύει αφιέρωμα που αποτελεί φόρο τιμής στο Βονιτσιάνο Τεχνίτη Σωτήρη Εξαρχο, που άφησε τη σφραγίδα του στη φυσιογνωμία της Βόνιτσας, με έργα χειρονακτικής δημιουργίας. 
          Ο Πρωταγωνιστής Σωτήρης Εξαρχος δεν είναι ο μεγάλος και ο τρανός αλλά ο απλός άνθρωπος του καθημερινού μόχθου, που μέσα από τις αντίξοες συνθήκες των περασμένων δεκαετιών, όπου η οικονομική ανέχεια δεν άφηνε πολλά περιθώρια επιλογών, αξιώθηκε με την εργασία του να αφήσει το αποτύπωμά του στη συλλογική μνήμη της πόλης.........

ΑΜΦΙΚΤΙΟΝΙΑ ΑΚΑΡΝΑΝΩΝ
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

Σωτήρης Εξαρχος
Ο Βονιτσιάνος Τεχνίτης

         Γεννήθηκε το 1928 στον Αμπελώνα Φιλιατών. Από μικρός ενεργός και ανήσυχος. Σε ηλικία 12 ετών, εκεί στα βουνά της Μουργκάνας, βρήκε μια από τον πόλεμο ξεχασμένη χειροβομβίδα. Δεν θα ήταν η πρώτη που απενεργοποιούσε, όμως αυτή έσκασε στα χέρια του με αποτέλεσμα να χάσει τον αντίχειρα και το δείκτη από το δεξί του χέρι.
         Μετά  την επούλωση των πληγών άρχισε να πειραματίζεται με ποιο τρόπο θα κάνει λειτουργικά τα δάκτυλα της δεξιάς του παλάμης. Μετά από πολλούς σχεδιασμούς και κατασκευές, έφτιαξε μόνος του ένα τεχνητό δάκτυλο και με μοναδικό τρόπο το στερέωσε στον εναπομείναντα δείκτη του χεριού. Τώρα μπορούσε να εξυπηρετείτε όπως πρίν...............



            Μόλις έκλεισε τα 14 χρόνια έφυγε από το χωριό και πήγε στο Αγρίνιο στον από την μητέρα Θείο του, τον Βασίλη  Τσίγγκο. Αυτός ήταν μάστορας στο καλάισμα των μεταλλικών αγγείων (καζάνια – ταψιά – μαστραπάδες – κατσαρόλες και λίμπες). 


          Μάστορας πλέον αναζητά την έδρα για να εγκατασταθεί. Βρίσκει πρόσφορο έδαφος στη Βόνιτσα, όπου στα 21 χρόνια του νυμφεύεται με την Κονδύλω Καράμπαλη.
           
              Διαμένει στην αρχή της συνοικίας του Αγίου Δημητρίου και με προσωπική εργασία κατασκευάζει εξ ολοκλήρου το σπίτι του. Όταν κατασκευάζεται ο αεροδιάδρομμος του Ακτίου, χρειάζονται τα φώτα οριοθέτησης του διαδρόμου. Αναλαμβάνει το πιο δύσκολο μέρος. Την μόνωση των καλωδίων σε τέτοιο βάθος που το θαλασσινό νερό μπορούσε να διεισδύσει μέχρι εκεί. Η μόνωση με μόλυβδο και καλάϊ έχει κρατήσει μέχρι και σήμερα, σαράντα χρόνια μετά.
           
         Σε κάθε ελεύθερη στιγμή του πειραματίζεται με κάθε τι καινούργιο. Φτιάχνει – δημιουργεί, δεν σταματά για κανένα λόγο.
Για κανένα λόγο…..

        Και όμως ο θάνατος του μικρού του γιού, του Βασίλη, τον καθηλώνει. Ηταν τότε που στο Δημοτικό σχολείο ζήσαμε την απώλεια του συμμαθητή μας, του Βασίλη.
      Αν θα μου έλεγες τώρα «περιέγραψέ τον» θα μπορούσα να αποτυπώσω με χίλιες λέξεις αυτή τη μορφή. Θυμάμαι που μικρά παιδιά στο Δημοτικό, συνοδέψαμε τον συμμαθητή μας στο τελευταίο διάβα του στη Βόνιτσα. 

         Η Θειά Κονδύλω είχε τον πόνο της χαροκαμένης μάνας αλλά και τα ανασκαλέματα της μνήμης μέσα από συζητήσεις με τις γειτόνισσες δεν την άφηναν να ησυχάσει. Δεν υπήρχε άλλη λύση από το να φύγουν από τη Βόνιτσα.

           Μετακόμισαν στη Πρέβεζα για τουλάχιστον ένα χρόνο. Ο Κυρ’ Σωτήρης ασχολήθηκε με το γάνωμα των μεταλλικών αγγειών αλλά τότε είχε έρθει η εποχή των «εμαγιέ» κουζινικών. Τα  προτιμούσαν οι νοικοκυρές και η τιμή τους είχε γίνει προσιτή για τα φτωχά βαλάντια. Έπρεπε να βρεί πρόσθετο επάγγελμα για να ζήσει την οικογένεια.

             Έκανε το μεγάλο άλμα. Εκεί στη Πρέβεζα έμαθε τη χρήση και τη συντήρηση της κινηματογραφικής μηχανής, μιας μηχανής που παρήγαγε το φώς της προβολής με την καύση ενός ειδικού λεπτού κάρβουνου.
         Την επόμενη χρονιά επέστρεψε οικογενειακά στη Βόνιτσα. Εγκαταστάθηκαν πάλι στο σπίτι τους. Πολύ η απώλεια του Βασίλη, λίγο μια ασθένεια, αυτά ήταν ικανά να χαθεί η Θειά Κονδύλω.

              Το γάνωμα των αγγειών είχε περιοριστεί στο ελάχιστο. Το ανήσυχο πνεύμα του κυρ’ Σωτήρη τον ωθεί στη μεγάλη απόφαση. Να αγοράσει μια δική του κινηματογραφική μηχανή. Την πήρε μαζί με μια σειρά ταινίες. Άρχισε τις περιοδείες στα χωριά και μαζί με τις προβολές έκανε και ότι άλλο εμπόριο μπορούσε. Όλα πάνω σε ένα τρίκυκλο, όλα για τη ζωή και το μεροκάματο.

                   Έφτασε ο καιρός που η κόρη του θα έπρεπε να φύγει για σπουδές στην Αθήνα. Την ακολούθησε. Εκεί άρχισε να ψάχνει για δουλειά. Γρήγορα βρέθηκε στην στοά του Αττάλου στο Μοναστηράκι. Δεν χρειάστηκε να έχει συστάσεις από κανένα. Τα χέρια του αμέσως ακολούθησαν αυτά που έβλεπε στο κτύπημα – σκάλισμα του χαλκού.  Μέσα σε λίγο καιρό αυτά που έβγαιναν από τα χέρια του ήταν δημιουργήματα.

          Όταν επέστρεψε από Αθήνα ήταν ένας από τους καλλίτερους τεχνίτες στο σκάλισμα του χαλκού. Τα έργα του γίνονταν περιζήτητα στα Γιάννενα, εκεί που υπήρχε καλή αγορά.
Έζησε τα τελευταία χρόνια του ανάμεσα στη Βόνιτσα και τη Πρέβεζα. 



ΑΜΦΙΚΤΙΟΝΙΑ ΑΚΑΡΝΑΝΩΝ
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τι λες γι αυτό αγαπητό Ξηρόμερο