(Ανάμνησες από διήγησες παλιές)
Γράφει ο Γιώργος Παληγεώργος
Τα αλογομούλαρα, με το πρώτο, π’ άρχισε η ιταλική φοβέρτα, τα επίταξε ο στρατός, τι να σου κάνει ένα γαϊδούρι… Μόλο ταύτα τα κουτσοβολέψαμε τον πρώτο χειμώνα…
Είχαμε βάλει στ’ αμπάρια στάρι και καρπό… Και με το λάδι καλά πορέμαμε, πήραμε και κάμποσο μαύρη αγορά, λάδι με καλαμπόκι…
Είχαμε και λίγο γάλα απ’ τα γίδια για βούτυρο και τυρί. Τα χριστούγεννα που σφάξαμε το γουρούνι έφκιασα και γουρουνουτσάρουχα για ολουνούς…
Χεινώνας Παναγία βόηθα, πολύ χιόνι, που να πατήσεις απόδετος… Η άλλη χρονιά το ‘41 ήταν αβάσταχτη, χαθήκανε οι αβάντες, ότι δεν είχαμε ζευγάρια και δε καλλιεργήσαμε…Είχανε φτάσει οι γερμανοί…
Πάει κόσμος πολύς… Έβλεπες κανέναν με κοιλιά πρησμένη και καταλάβαινες… Τα χνώτα της πείνας βαριά… Από μέρα σε μέρα, πάει κι αυτός, έλεες μέσα σου….....
Η καμπάνα η λυπητερή δε σταμάταε..! Φώναζε κι η μάνα, λίγο να τρώτε, έλεε, να μάσει η κοιλιά σας, να στομώνει γλήγορα…
Ο μεσιανός ο αδερφός ο Γιάννης πέθανε το ’40, φαντάρος στην Πρέβεζα… Είχαμε μείνει δυο αδέρφια, εγώ ο μικρότερος κι ο άλλος ο τρανύτερος ο Νίκος, που γύρισε απ' την Αλβανία ψειριασμένος...
Κι η μάνα, η μαύρη μάνα, π’άντεξε ολάκερη την κατοχή και σαν ξεκουμπήστηκαν οι διαολογερμανοί και γέλασαν τα χείλη μας, άξανφνα πέθανε…
Σα νάχε ‘συχάσει, σα νάθελε να ξαποστάσει, σα νάθελε να πάει τα μαντάτα στον πατέρα και στον αδερφό πούχανε διάβει νωρίς…
Κι αμέσως κοντά ο εμφύλιος… Άϊ παιδί μ’, νάχουμε ησυχία να λες…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τι λες γι αυτό αγαπητό Ξηρόμερο