Γράφει ο: Νίκος Ναούμης*
Καλώς
τον! Με τα πόδια ήρθες τόσο δρόμο; Πάλι στεγνός είσαι; Τέλοσπάντων… Άραξε!
Συγνώμη που σε σήκωσα απ’ το κρεβάτι σου, αλλά μ’ έχει πολύ απασχολήσει τώρα
τελευταία ένα ζήτημα που εγώ το θεωρώ πολύ σημαντικό.
Θέλω να το μοιραστούμε κι
αν μπορούμε να βγάλουμε ένα συμπέρασμα από την κουβέντα μας αυτή.
Άκου λοιπόν
τι με απασχολεί… Τα τελευταία τρία χρόνια, η γενιά μας, η γενιά του laptop και
του κινητού όπως πολλοί μας χαρακτηρίσανε, βιώνει ίσως, κάτι πρωτόγνωρο. Βιώνει
την πλήρη ανατροπή. Ανατροπή στη ζωή της ολόκληρη. Ανατροπή, γενικότερα, σε όλα
τα δεδομένα που μέχρι τώρα θεωρούσε σίγουρα....
Και στέκομαι στην
δική μας γενιά, διότι να το πω απλά και χωρίς περιστροφές, αυτή η γενιά, σε
αντίθεση με τους μεγαλύτερους από εμάς και τους μικρότερους σε ηλικία, θα είναι
εκείνη που εν τέλει θα πληρώσει ακριβότερα το μάρμαρο όλης αυτής της κτηνωδίας
που ζούμε, ας μου επιτραπεί ο όρος και σε παρακαλώ, μη γουρλώνεις έτσι τα μάτια
και κυρίως, μη παίρνεις αυτό το ηλίθιο, απορημένο βλέμμα σε παρακαλώ, με
αποθαρρύνεις…
Γιατί είναι κτηνωδία; Να σου πω… Είμαστε τριάντα χρονών… Πήγαινε
λίγο νοερά ένα ταξίδι στον χρόνο και με βάση τα όσα έχεις ακούσει απ’ τους
μεγαλύτερους, με βάση τα όσα έχεις διαβάσει και μάθει, πες μου, πως φαντάζεσαι
ότι ένας τριαντάρης έβλεπε το μέλλον του και την ζωή του, όχι πολλά, είκοσι
χρόνια πριν μόνο.
Ποια πορεία ακολουθούσε η ζωή του σε σχέση με την σημερινή
πραγματικότητα; Αντιλαμβάνεσαι τώρα τι σου λέω…; Ας τα βάλουμε λοιπόν κάτω ένα
– ένα κι απ’ την αρχή.
Λοιπόν… Ένας τριαντάρης πριν είκοσι χρόνια, είχε
τελειώσει τις σπουδές του, σίγουρα. Είχε μια δουλειά, πιο πιθανό είναι να
δούλευε στο δημόσιο. Τότε όλοι στο δημόσιο έμπαιναν… Ωραία, βλέπω ότι
συμφωνούμε μέχρι εδώ… Εντάξει, δούλευαν και στον ιδιωτικό τομέα, κυρίως όμως
στο δημόσιο.
Θα σου πω… Αυτοί του δημοσίου απ’ τα όσα έχω ακούσει, κατέληξα στο
συμπέρασμα ότι ήταν αυτοί που θα λέγαμε ότι είχαν ελάχιστες απαιτήσεις απ’ την
ζωή… Ένα σταθερό εισόδημα, με το οποίο ξεπληρώνουν τα δάνεια και τις
πιστωτικές, πληρώνουν λογαριασμούς και υποχρεώσεις που τα δυο – τρία
κουτσούβελα που ο καθένας είχε αμολήσει δημιουργούσαν.
Δε βαριέσαι… Έφταναν τα
λεφτά τότε και περίσσευαν. Περίσσευαν για έναν καφέ τ’ απόγευμα, με φίλους κατά
προτίμηση ή με την γκόμενα για τους πιο μπερμπάντηδες! Έφταναν ακόμα και για
μπουζούκια μια φορά την βδομάδα απαραίτητα, εναλλάξ για το ξεκάρφωμα, μία με
την σύζυγο και φιλικά ζευγάρια και με το… μωρό την επόμενη.
Έτσι τους είχε
όλους σε τάξη ευχαριστημένους και γεμάτους. Κανένας δεν παραπονιόταν. Το πολύ –
πολύ, αν η κερατού το μάθαινε, να του ανταπέδιδε στα ίσα, σιγά τώρα! Αν η
κατάσταση έφτανε στο απροχώρητο, τα διαζύγια γιατί υπήρχαν; Μια καλή διατροφή
και δε πάει να χτενίζεται ο μερακλής…! Άλλωστε, αν δεν ακολουθούσες την τάση
της εποχής και δεν είχες τουλάχιστον ένα διαζύγιο στα τριάντα σου, απλά, δεν
ήσουν in και η ταμπέλα του συντηρητικού καρφωνόταν στο
κούτελό σου!
Αυτά, γι’ αυτούς του δημοσίου… Αυτοί του ιδιωτικού ήταν από άλλο
ανέκδοτο! Στα τριάντα τους, βρίσκονταν στην ακμή της πορείας του κι ανάλογα με
τις συμπτώσεις, η ακμή αυτή συνεχιζόταν και παρατεινόταν για πολύ η
σταθεροποιούνταν, χωρίς βέβαια ποτέ η αναζήτηση να σταματά για κάτι καλύτερο.
Οικογένειες και παιδιά, αργότερα… Στο πρόγραμμα βέβαια κι αυτά αλλά, πρώτα η
καριέρα. Η ζωή είναι ωραία, αρκεί να μην τα έχει με άλλον και κυρίως, μας
ανήκει είτε έτσι – είτε αλλιώς και πρέπει να την ζήσουμε. Λοιπόν, καλά μέχρι
εδώ; Παρατηρώ ότι δεν με διακόπτεις και έφυγε αυτή η βαρεμάρα απ’ τα μάτια σου…
Λοιπόν που λες…
Ευχαριστούμε για το νερό κοπελιά… Αλλοδαπή είναι σίγουρα…
Σίγουρα από χώρα του πρώην ανατολικού μπλοκ… Και γαμώ τις γκόμενες αλλά τι τα
θες… Είναι το τελευταίο που μας απασχολεί τώρα. Στην εποχή που σου περιγράφω,
θα της δίναμε και μπουρμπουάρ ένα χάρτινο κατοστάρικο με το τηλέφωνο του
σπιτιού μας πάνω κι αν τσιμπήσει, τσίμπησε! Τέλοσπάντων… Τι έλεγα; Α, ναι!
Λοιπόν, με βάση τα όσα σου είπα παραπάνω, δεν νιώθεις ότι η γενιά μας, εγώ,
εσύ, οι κολλητοί μας, μάλλον θα θεωρηθούμε απ’ τον ιστορικό του μέλλοντος μια
χαμένη γενιά; Σε τι από τα παραπάνω βλέπεις ότι θα τα καταφέρουμε; Να μπούμε
στο δημόσιο, να φτιάξουμε οικογένεια και παράλληλα να ξενοπηδάμε κατά βούληση;
Να κάνουμε καριέρα στον ιδιωτικό τομέα; Να κυνηγάμε τέλοσπάντων κάποια από τα
όνειρα που κάναμε παιδιά…;
Στο δημόσιο, μακριά κι αγαπημένοι έτσι που γίνανε τα
πράγματα… Στον ιδιωτικό…; Βλέπεις με όλη αυτή την κατάσταση κανέναν μαλάκα να
θέλει να επενδύσει; Που καταλήγουμε λοιπόν; Αδιέξοδο…
Αν πριν είκοσι χρόνια, τα
πάντα εξαρτιόνταν από την εργασία, κάτι που ποτέ δεν αλλάζει και για όλα και
όλες τις εποχές θα είναι προαπαιτούμενο για οτιδήποτε παραπάνω ή παρακάτω, με
τους επίσημους δείκτες να πλησιάζουν το 25% με αυξητικές τάσεις σήμερα, πολύ
φοβάμαι, ότι τα περιθώρια έγιναν στριμόκωλα. Τι οικογένειες και άλλα
χαριτωμένα. Γι’ αυτά είμαστε τώρα;
Και η υπογεννητικότητα της χώρας; Παρντόν…!
Το άλλο με τον Τοτό, το ξέρεις; Που καταλήγουμε λοιπόν; Ότι μάλλον είμαστε μια
χαμένη γενιά η οποία, δεν εργάζεται, ως εκ τούτου δεν παντρεύεται και κατά
συνέπεια δεν αυξάνεται, δεν πληθύνεται που λένε οι Γραφές και γενικότερα, δεν αφήνουν
ένα χνάρι στο σύγχρονο μονοπάτι της ιστορίας μας που εξακολουθεί η ρουφιάνα να
γράφεται χωρίς να περιμένει να την προφτάσουμε και τρέχει μπροστά.
Ξέρω, όλα
αυτά σου ακούγονται κάπως περίεργα και λίγο ασυνάρτητα. Δεν έχεις άδικο. Τυχαίο
το παράδειγμα για την προ εικοσαετίας χρονική περίοδο. Θα μου πεις και γιατί να
είμαστε εμείς η χαμένη γενιά και όχι εκείνη. Σωστό! Η κατάσταση σήμερα, όλοι το
αντιλαμβανόμαστε αυτό, έχει τις ρίζες του κακού σ’ αυτήν ακριβώς την γενιά και
ιστορική περίοδο του παραδείγματος. Σίγουρα. Ξέρουμε κι οι δυο, ότι εκείνη
φταίει για το ότι εμείς κινδυνεύουμε να χαθούμε. Ναι, δεν λέω αυτό.
Αυτό που
θέλω να πω είναι ότι μέσα στην άγνοιά της για το τι μέλει γενέσθαι,
τουλάχιστον, με το όποιο μυαλό ο καθένας του κουβάλαγε τότε, ανάλογα με τις
φιλοδοξίες του ο καθένας, δεν ζούσε αποχαυνωμένος από μια σπερμολογία ειδήσεων
και γεγονότων που σαν μοναδικό στόχο έχουν να υψώσουν τείχη στον ορίζοντά του.
Ούτε θέλω να σου πω ότι μακάρι να ζούσαμε το τότε, δεν γίνεται άλλωστε.
Ζούμε
το τώρα και, πολύ φοβάμαι, πως δύο είναι οι δρόμοι που ανοίγονται μπροστά μας…
Ο ένας δρόμος είναι να κάνουμε υπομονή και να περιμένουμε κάτι καλύτερο, έχοντας
ως πρότυπο εκείνη τη γενιά, αρκούμενη σ’ αυτό. Ο δεύτερος, είναι λίγο πιο
δύσκολος… Θέλει δουλειά κι υπομονή… Να ξεκινήσουμε απ’ το μηδέν και να χτίσουμε
εμείς το μέλλον μας, με άλλο πρότυπο και όχι εκείνο του παραδείγματος. Αν τα
καταφέρουμε, θα έχουμε κερδίσει πολλά…
Το πρώτο που θα κερδίσουμε, είναι ότι η
ιστορία, θα μας βάλει θετικό πρόσημο. Ενώ το δεύτερο, οι μελλοντικές γενιές,
δεν θα μας αναφέρουν ως παράδειγμα προς αποφυγή. Διαλέγουμε και παίρνουμε
λοιπόν…
Πολλά θα μπορούσα ακόμα να σου πω… Φοβάμαι όμως πως η παρέα μου δεν θα
είναι στο μέλλον απ’ τις πρώτες σου επιλογές…! Άντε, πλήρωσε να φύγουμε, μπορεί
να σε κάλεσα εγώ αλλά δεν έχω μία…! Σουρούπωνε… Κάπου στο κέντρο της Αθήνας, με
την Ακρόπολη στο βάθος ολόφωτη να κλείνει το μάτι ίσως, σε μια χαμένη γενιά…
(* Νίκος Ναούμης
πολιτικός επιστήμονας)
Έτσι ακριβώς είναι γειτονόπουλο. Αλλοίμονο σε τούτη τη γενιά που τόσο ρεαλιστικά την περιγράφεις.
ΑπάντησηΔιαγραφή