Του Μητροπολίτου Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ. Δαμασκηνού
Η εποχή μας τοποθετεί ως υπέρτατο σκοπό τους αγώνες για δικαιοσύνη και δικαιώματα. Είναι βέβαιο πως οι αγώνες αυτοί αποτελούν καθήκον όλων μας, αφού γίνονται για την προστασία των αδυνάτων και των αδικημένων της σκληρόκαρδης κοινωνίας μας. Όμως δεν επαρκούν....
Ο κόσμος έχει, βεβαίως, ανάγκη από δικαιοσύνη, μεγαλύτερη ανάγκη όμως, έχει από αγάπη. Και η αγάπη δεν αποτελεί καρπό των νόμων ενός κράτους, αλλά καρπό του νόμου της καρδιάς, όπως τον νομοθέτησε ο ίδιος ο Θεός, απαρνούμενος την Θεότητά του και γενόμενος άνθρωπος, στο όνομα της αγάπης Του για εμάς. Ο άνθρωπος της Παλαιάς Διαθήκης είναι ο άνθρωπος της τηρήσεως των εντολών, προκειμένου να εξασφαλίσει την εύνοια του Θεού. Ο άνθρωπος της Καινής Διαθήκης, όμως, είναι ο νέος άνθρωπος, ο άνθρωπος της αγάπης, όπως την δίδαξε ο Κύριος με την θυσία Του. Ως
τέτοιον άνθρωπο μας παρουσιάζει η σημερινή Αποστολική περικοπή τον Απόστολο
Παύλο. Το σημερινό απόσπασμα από την πρώτη Επιστολή του προς τους Κορινθίους,
αποκαλύπτει την αυταπάρνηση και την απόλυτη αφοσίωση στην αποστολή που του ανέθεσε ο Θεός της σταυρωμένης αγάπης. Ολόκληρη η
περικοπή περιλαμβάνει μόνον ερωτήματα. Ακούστε ορισμένα από αυτά:
«Δεν έχω τάχα δικαίωμα να συντηρούμαι με
δαπάνη της εκκλησίας που υπηρετώ; Μήπως δεν έχω δικαίωμα να έχω μαζί στα
ταξίδια μου αδερφή χριστιανή ως σύζυγο, όπως κάνουν και οι άλλοι απόστολοι, τα
αδέρφια του Κυρίου και ο Κηφάς; Η μήπως είμαστε οι μόνοι, εγώ κι ο Βαρνάβας,
που δεν έχουμε δικαίωμα συντηρήσεως, αλλά πρέπει να ζούμε με την εργασία μας;
Αυτός που οργώνει κι αυτός που αλωνίζει πρέπει να κάνουν την δουλειά τους με
την ελπίδα της συμμετοχής στη συγκομιδή. Εμείς σπείραμε ανάμεσά σας πνευματικό
σπόρο· σας φαίνεται πάρα πολύ αν θερίσουμε από σας τα υλικά, που είναι αναγκαία
για την συντήρησή μας;» (Α Κορ. 9:4-6, 10-11).
Γνωρίζουμε πως, οι πρώτοι Χριστιανοί είχαν
παραχωρήσει κάποια δικαιώματα σε εκείνους που ασκούσαν την ιεραποστολή. Ο
Απόστολος των Εθνών, όμως, δεν θέλησε ποτέ να κάνει χρήση αυτών των
δικαιωμάτων. Προτίμησε να θυσιάσει το δικαίωμα να ζει εις βάρος των
χριστιανικών κοινοτήτων και να κερδίζει τα απαραίτητα για την συντήρησή του,
βασιζόμενος μόνον στην προσωπική του εργασία.
Γιατί,
όμως, ο Απόστολος Παύλος κάνει αναφορά στα δικαιώματά του; Οπωσδήποτε, δεν το
κάνει με ιδιοτέλεια. Το κάνει για να αμυνθεί. Απέναντι σε τί, άραγε; Απέναντι
σε κατηγορίες ορισμένων Χριστιανών της Κορίνθου, οι οποίοι υποστήριζαν πως ο
Παύλος συμπεριφερόταν με αυτό τον τρόπο διότι δεν αισθανόταν τον εαυτό του ίσο
προς τους άλλους, τους αληθινούς Αποστόλους.
Ο
Παύλος αισθάνεται την ανάγκη να αντικρούσει αυτές τις υποψίες, όχι για να
προστατέψει το κύρος του. Η ταπεινοφροσύνη του άλλωστε, είναι ολοφάνερη σε όλες
τις Επιστολές του. Σκοπός του είναι να μην ακυρωθεί το έργο, διότι αυτό θα είχε
επιπτώσεις στην εμπιστοσύνη των πνευματικών του παιδιών προς τον ίδιο, με
αποτέλεσμα να αμφιβάλλουν για την αλήθεια των λόγων του και να κλονιστεί η
πίστη τους.
Από τον
πρώτο κιόλας στίχο της περικοπής ο Απόστολος Παύλος το δηλώνει ξεκάθαρα: «Κι αν ακόμα άλλοι αρνούνται να με
αναγνωρίσουν ως απόστολο, για σας οπωσδήποτε είμαι· γιατί η ίδια η ύπαρξη της
εκκλησίας σας είναι η απόδειξη πως είμαι απόστολος» (9:2).
Τί
υποστηρίζει ακριβώς; Πως, και μόνο η θέση που τόσο γρήγορα βρήκε ο Χριστός στην
καρδιά των Κορινθίων μετά το κήρυγμά του, αποδεικνύει πως επιτελεί έργο του
Θεού.
Και
αργότερα, στη δεύτερη επιστολή του, θα επανέλθει για να πει το εξής
συγκλονιστικό: «Εγώ σε τίποτα δεν
υστέρησα από αυτούς που θεωρείτε «υπεραποστόλους», κι ας μην είμαι τίποτα. Οι
αποδείξεις ότι είμαι απόστολος παρουσιάστηκαν μπροστά σας με πολλή υπομονή, με
θεϊκά σημεία, με θαύματα και με θεραπείες» (Β Κορ. 12:12).
Παρ'
όλο, λοιπόν, που ο Απόστολος Παύλος αποτελεί, χωρίς καμία αμφιβολία, γνήσιο
Απόστολο του Χριστού, δεν καταδέχτηκε ποτέ να συντηρηθεί με πόρους της
Εκκλησίας. Γιατί άραγε; Την αιτία μας την δίνει ο ίδιος, στο τέλος της
σημερινής περικοπής, μιλώντας για τον εαυτό του και τους συνεργάτες του: «Εμείς δεν κάναμε χρήση του δικαιώματος
αυτού, αλλά υπομένουμε κάθε στέρηση, για να μην δημιουργήσουμε κανένα εμπόδιο
στην διάδοση του Ευαγγελίου του Χριστού» (στ. 12).
Από που
πηγάζει, άραγε, αυτή η αγάπη του για την Εκκλησία, την οποία δεν θέλει να
επιβαρύνει; Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία: Πηγάζει από ευγνωμοσύνη. Ο Παύλος είναι ένας ευγνώμων άνθρωπος, που δεν ξέχασε
ποτέ την συγγνώμη που δέχθηκε από τον Χριστό και την τιμή που του έγινε να
διαδώσει το κήρυγμα Εκείνου που κάποτε δίωκε. Θεωρεί λοιπόν, πως εκείνος είναι
που οφείλει στην Εκκλησία και όχι η Εκκλησία σ
ἐκεῖνον.
Αν η
σημερινή Αποστολική περικοπή είναι πλημμυρισμένη από ευγνωμοσύνη, η Ευαγγελική
περικοπή είναι πλημμυρισμένη από αχαριστία.
Σήμερα, από το Ευαγγέλιο του Ματθαίου, ακούσαμε για έναν άρχοντα που χάρισε
στον δούλο του ένα τεράστιο χρέος. Αμέσως μετά όμως, ο δούλος αυτός αρνείται να
χαρίσει σε έναν σύντροφό του ένα ελάχιστο χρέος. Ο άρχοντας μαθαίνει για την
απαίσια αυτή συμπεριφορά και καταδικάζει πλέον οριστικά τον αχάριστο δούλο (Μτθ. 18:23-34).
Τί συνδέει τις δύο αυτές περικοπές; Μια
αντίθεση. Από την μία, ένας άνθρωπος που έχει ως προτεραιότητα τα δικαιώματά
του, μην έχοντας την δυνατότητα να αναγνωρίσει πόσα απολαμβάνει χωρίς, ούτε να
τα αξίζει, ούτε να τα δικαιούται. Από την άλλη, ο Απόστολος Παύλος. Ένας
άνθρωπος που άλλαξε την ζωή του στο όνομα της ευγνωμοσύνης προς τον Θεό της
χάριτος και της συγχωρήσεως. Ένας άνθρωπος που θέλησε να μοιάσει προς τον
μεγάλο Ευεργέτη του. Ένας άνθρωπος, ο οποίος τοποθέτησε, πάνω από το δικαίωμά
του, την αγάπη και την προσφορά.
Όσο μελετούμε το Ευαγγέλιο και συντονίζουμε
την ζωή μας με την ζωή της Εκκλησίας και των Αγίων Της, θα αλλάζουμε. Το πάθος
του εγωισμού, που διαρκώς μας σπρώχνει την αναζήτηση κάθε είδους κέρδους με
νόμιμους, αλλά, κάποιες φορές και με υπόγειους τρόπους, θα δίνει σταδιακά την
θέση του στην ευγνωμοσύνη στον Θεό για τις τόσες δωρεές Του και στην ανάγκη να
μιμηθούμε την ανιδιοτελή αγάπη Του.
Σε μια
εποχή μανιώδους αναζητήσεως του κέρδους, ας αναζητήσουμε την χαρά της
προσφοράς, όπως μας την διδάσκει η Εκκλησία μας. Είναι η χαρά που γέμισε την
καρδιά του Αποστόλου Παύλου και τον απελευθέρωσε από την αναζήτηση μόνον
κέρδους και ανταλλαγμάτων. Πρόκειται για μια άλλου είδους χαρά, την οποίαν θα
νιώσουμε, αν ανοίξουμε την πόρτα της ψυχής μας στον Χριστό και Τον
ακολουθήσουμε στον δρόμο της αγάπης Του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τι λες γι αυτό αγαπητό Ξηρόμερο