Σάββατο 30 Νοεμβρίου 2019

ΜΑΡΙΑ Ν. ΑΓΓΕΛΗ: H ΦΑΣΚΙΑ -Στοιχείο ενδυματολογίας και ακινησίας του βρέφους…

H ΦΑΣΚΙΑ
Στοιχείο ενδυματολογίας και ακινησίας του βρέφους…

Γράφει η δρ Μαρία Ν. Αγγέλη

           «Το παιδί το οποίο γεννιέται ελεύθερο, μόλις πέσει στα χέρια μας, του δένουμε ευθύς τα χέρια και τα  ποδάρια, του φασκιώνουμε δηλαδή όλο το κορμάκι κατά τον τρόπο των παλαιών Αιγυπτιακών μουμιών και τ’ αφήνουμε εκεί άπαστρο καθώς έπεσε από τα εντόσθια της μάνας του να κατουριέται, να χρίζετε και να μουσκεύει στα φινόκαλα έως ότου έρθει η ώρα να τ’ αλλάξουμε (…), τα κρέατά του αρχίζουνε να δείχνουνε σημεία φθοράς, σημεία τα οποία οι γυναίκες μας δεν καταλαβαίνουνε πως είναι προξενήματα από τα κάτουρα και τες άλλες ύλες, τα νομίζουνε αψιάδες και ξεθυμάσματα…».
Ανδρέας Λασκαράτος, Τα Μυστήρια της Κεφαλλονιάς

          Το παραπάνω κείμενο του Λασκαράτου, γραμμένο στα μέσα του 19ου αιώνα, αναφέρεται στην ενδυματολογική καταπίεση του βρέφους. Το φάσκιωμα του, όπως αναφέρει, σαν τις αιγυπτιακές μούμιες στερεί την ελευθερία του παιδιού και προξενεί φθορά στο κορμάκι του την οποία οι γυναίκες δεν καταλαβαίνουν.............


       Πριν από μέρες βρέθηκα στην Πάτρα. Στην πρόσοψη ενός βιβλιοπωλείου πρόσεξα την αφίσα μιας θεατρικής παράστασης: Η Φασκιά.
        Η αλήθεια είναι ότι δεν διάβασα τους συντελεστές της παράστασης, αλλά κόλλησα στον τίτλο και κυρίως στην εικόνα της φασκιάς. Υποθέτω ότι στο έργο η φασκιά, αυτή η μακριά λωρίδα υφάσματος, θα έπαιρνε συμβολικές διαστάσεις....
***********

          Αυτή η εικόνα ξύπνησε μέσα μου ακούσματα, αφηγήσεις γυναικών  και αμυδρές εικόνες  από την αγροτική κοινωνία του χωριού μου. Ήμουνα με την ανηψιά μου την Ειρήνη και της εξήγησα πόσες μνήμες ανέσυρε αυτή η εικόνα. Φυσικά το κορίτσι γεννημένο στο τέλος του 20ου αιώνα δεν είχε ιδέα για όλα αυτά…
           Δεν είχα τη δυνατότητα να παρακολουθήσω την παράσταση. Επέστρεψα στο Αγρίνιο, τόπο κατοικίας μου, και αναζήτησα γραπτές και κυρίως  προφορικές πηγές για τη φασκιά και το φάσκιωμα του βρέφους.
       
          Μέχρι το 1970 η φασκιά και το φάσκιωμα κυριαρχούσε στον αγροτικό κόσμο. Στις πόλεις είχε παραμεριστεί με τις παροτρύνσεις της ιατρικής και την επίδραση του δυτικού μοντέλου.
          Οι μητέρες και οι γιαγιάδες πίστευαν ότι το φάσκιωμα ίσιωνε το σώμα, δυνάμωνε τα κόκκαλα του μωρού, το βοηθούσε να κοιμηθεί ήσυχο, δεν κρύωνε… Και επιπλέον η ακινητοποίηση του με τη φασκιά, άφηνε στις ίδιες το χρόνο για την εξωοικιακή κυρίως εργασία. Το βρέφος μεταφερόταν εύκολα στο χώρο εργασίας όταν υπήρχε ανάγκη.
             Αργότερα όμως οι γιατροί και οι μαίες με πολλή προσπάθεια τόνιζαν στις μητέρες να μη χρησιμοποιούν τη φασκιά και να αφήνουν το βρέφος να κινείται ελεύθερο…
     Επεσήμαναν τις παρενέργειες του φασκιώματος: υπερβολική αύξηση της θερμοκρασίας του σώματος και κυρίως δυσπλασία του ισχίου… Ήταν δύσκολο να πειστούν οι γυναίκες και κυρίως οι γιαγιές και οι εμπειρικές μαμές ότι δεν χρειάζεται πια η φασκιά! Και ότι από τη γέννησή του το βρέφος μπορεί να ντυθεί με το κορμάκι και τη φόρμα του! Χρειάστηκε καιρός να το καταλάβουν…

        Όταν άλλαξαν οι παραγωγικές διαδικασίες η νέα αγρότισσα είχε τη δυνατότητα να αναλάβει αποκλειστικά τη φροντίδα του παιδιού της. Οι οικονομικές δυνατότητες έφεραν την αλλαγή στην ενδυματολογία του παιδιού. Παραμερίστηκαν τα παλιά, φορεμένα ρούχα και προμηθεύονταν βρεφικά ρούχα από την αγορά. Η Φασκιά καταργείται και το σύγχρονο βρεφικό ρούχο γίνεται αποδεκτό… 

           Αναζητώντας πληροφορίες για τη φασκιά  βρήκα την ενδυματολογία του βρέφους γενικά. Οι προφορικές αφηγήσεις από υπερήλικες που κατέγραψα για το θέμα αναφέρονταν στη φασκιά σαν κάτι φυσικό και απαραίτητο στην εποχή τους. Προστάτευε το βρέφος. Δεν το καταπίεζε, όπως νομίζουμε εμείς σήμερα. Οι  μεσήλικες όμως αναφέρονται με αρνητικά σχόλια για τη φασκιά. Κάνουν λόγο για καταπίεση και στέρηση ελευθερίας του βρέφους! Δικαιολογούν  βέβαια τις μάνες τους λόγω των συνθηκών και της άγνοιας για τις αρνητικές επιπτώσεις του φασκιώματος…

         Πέρα από τη φασκιά οι αφηγητές/τριες αναφέρθηκαν γενικότερα στην ενδυματολογία του βρέφους. Μερικές πάνες, λίγα κωλόπανα από φορεμένα ρούχα, κάποια πουκαμισάκια σαν φανελάκια και φυσικά η φασκιά! Η φασκιά ήταν το απαραίτητο στοιχείο για το δέσιμο του παιδιού. Σαν το Λάζαρο, για να χρησιμοποιήσω τη λαϊκή έκφραση μιας υπέργηρης αφηγήτριας. Σα γιουβαρελάκι, κατά την έκφραση μιας νεώτερης αφηγήτριας που αγαπάει τη μαγειρική. Σαν Αιγυπτιακές μούμιες, όπως γράφει ο Λασκαράτος…
Πολύ πετυχημένες παρομοιώσεις κατά τη γνώμη μου!
********************
             Οι υπέργηρες γυναίκες κυρίως θυμούνται τη δυσκολία και την έλλειψη κατάλληλης φροντίδας για το παιδάκι τους, αφού ήταν αναγκασμένες να εργάζονται πολλές ώρες σε αγροτικές εργασίες. Ανάλογα βέβαια με τον τόπο και την εποχή… 
          Αναφέρουν ότι κατέρρεαν, παρέλυαν οι ίδιες πάνω στην κούνια του μωρού, όταν κατάκοπες το θήλαζαν επιστρέφοντας από τα χωράφια. Νιώθουν αυτοεκτίμηση σήμερα που κατάφεραν να αναθρέψουν και να μεγαλώσουν γερά και έξυπνα παιδιά, δεδομένων των σκληρών συνθηκών που βίωσαν. Κάνουν σύγκριση με τις σημερινές μάνες.

           Σήμερα οι νέες μητέρες προς τους τελευταίους μήνες της εγκυμοσύνης με την υποστήριξη των δικών τους μητέρων προετοιμάζουν «την προίκα του μωρού», όπως λέγεται: σεντονάκια, κορμάκια, φόρμες, καλτσάκια, γαντάκια  κλπ. Αλυσίδες καταστημάτων προσφέρουν πλούσιες και εντυπωσιακές συλλογές βρεφικών ενδυμάτων.           Τον περασμένο αιώνα όμως μέχρι τις τελευταίες δεκαετίες τα πράγματα δεν ήταν τόσο εύκολα. Στις αγροτικές κοινωνίες και στα φτωχικά στρώματα των αστικών κέντρων ελάχιστα ήταν τα προικιά του βρέφους.
       Αυτοσαρκάζονται όταν αναφέρονται στα ρουχαλάκια του μωρού τους: κωλόπανα από μάλλινες φανέλες, πουκάμισα αντρικά, νυχτικά δικά τους, φορεμένα ρούχα κλπ. Ελάχιστα κι αυτά. Δεν περίσσευαν όπως σήμερα. «Σάματις είχαμε  και δικά μας ρούχα; πού να τα βρούμε;» 
*****************

Το ντύσιμο των βρεφών στις αγροτικού κόσμου και των φτωχότερων στρωμάτων των πόλεων αποτελούνταν:
Α.-πουκαμισάκι. To πουκαμισάκι ήταν αμάνικο με άνοιγμα στο λαιμό. Συνήθως  κατασκευαζόταν από ύφασμα «κάμποτ». Ήταν ένα ειδικό ύφασμα που το πουλούσαν στα χωριά οι πλανόδιοι έμποροι ή γυρολόγοι. Με αυτό έφτιαχναν οι γυναίκες και τα δικά τους εσώρουχα και των βρεφών. Αργότερα χρησιμοποιούσαν «χασέδες», επίσης βαμβακερά υφάσματα, σύμφωνα με πληροφορίες του Αλέξανδρου Κυριαζή που γεννήθηκε στη Μπαμπίνη Ξηρομέρου το 1930.Σε  άλλες περιπτώσεις ήταν παλιό φορεμένο ύφασμα γυναικών και ανδρών ή μάλλινο πλεγμένο με ψιλές βελόνες, όπως πλέκονταν οι φανέλες των ανδρών, με ή χωρίς μανίκια.
Β.-κωλόπανα: ήταν κομμάτια από παλιά φορεμένα υφάσματα που τοποθετούσαν στα σκέλη του βρέφους για να συγκρατούν τα ούρα και τα κόπρανα. Προτιμούσαν μάλλινα υφάσματα από φανέλες των ανδρών γιατί κρατούσαν ζεστό το παιδί. Αργότερα χρησιμοποιούσαν απορροφητικές πετσετούλες του εμπορίου μέχρι να χρησιμοποιηθούν τα πάμπερς.
Γ.-σπάργανα-πάνες: Ήταν δύο τετράγωνα κομμάτια υφάσματος μεγάλα ώστε να τυλίγουν καλά το σώμα του μωρού. Τα έβαζαν το ένα πάνω στο άλλο και δίπλωναν σε τρίγωνο το πάνω μέρος τους εκεί όπου τοποθετούσαν το κεφαλάκι του παιδιού. Η πρώτη πάνα φρόντιζαν να είναι από βαμβακερό ύφασμα ή λεπτό μάλλινο. Το εξωτερικό μπορούσε να ήταν επίσης βαμβακερό, μάλλινο ή φανέλα του εμπορίου. Ως πάνες χρησιμοποιούσαν κομμάτια από φορεμένα ρούχα. Όπως για παράδειγμα το πίσω μέρος από πουκάμισα ανδρών, που ήταν βαμβακερά. Και μάλλινες πάνες που ύφαιναν στον αργαλειό και ήταν ζεστές.
Δ.-κάλυμμα κεφαλιού: σκουφάκι ή ένα  μαντήλι διπλωμένο. Το σκουφάκι κατασκευαζόταν από βαμβακερό ύφασμα και το χειμώνα από μάλλινο. Για να γίνει πιο όμορφο το κεφαλάκι του μωρού το τύλιγαν με ένα λεπτό μαντήλι.
Ε.-φασκιά: το κατεξοχήν ενδυματολογικό στοιχείο που συντελούσε στην ακινητοποίηση του βρέφους. Τυλίγει σφιχτά το σώμα από τους ώμους μέχρι τα πόδια και στερεώνεται στο πίσω μέρος. Ήταν πλεχτή, υφαντή στον αργαλειό και βαμβακερή του εμπορίου αργότερα.

          Με το φάσκιωμα πίστευαν ότι εξασφάλιζαν το ίσιο και ωραίο κορμί του μωρού. Ευθυτενές παράστημα. Λεβέντικο κορμί. Ψηλό σαν κυπαρίσσι! Το φάσκιωμα πίστευαν ότι ηρεμούσε το παιδί και κοιμόταν ήσυχα. Επίσης το προστάτευε από μικροτραυματισμούς από τα νυχάκια του, αλλά και αργότερα από κάτι που ίσως έφερνε στο στόμα του. Έτσι τυλιγμένο σφιχτά ήταν εύκολο να το κρατήσει και η γιαγιά όταν απουσίαζε η μάνα σε εξωοικιακές εργασίες…
           Η μάνα προστάτευε επίσης το μωρό μετά το φάσκιωμα και με το σταύρωμα. Επίσης, με απαλές μαλάξεις προσπαθούσε να εξασφαλίσει την ομορφιά: τραβούσε τρυφερά τη μύτη για να γίνει όμορφη, με τα δάχτυλα πίεζε το προσωπάκι για να κάνει λακκάκια όταν γελάει, διόρθωνε λίγο το σχήμα των φρυδιών κλπ. Με αυτές τις ενέργειες οι γυναίκες προσπαθούσαν να εξασφαλίσουν τη σωματική ομορφιά που τη θεωρούσαν πολύ σημαντική αξία και μάλιστα εξισορροπούσε την έλλειψη άλλων, όπως για παράδειγμα οικονομικών αξιών…
     «Εμείς δεν έχουμε λεφτά, έχουμε τα νιάτα μας!», είχα ακούσει να λέει πολύτεκνη γυναίκα στο χωριό μου. Το θεώρησα αλαζονικό τότε. Τώρα που το σκέφτομαι την κατανοώ…
************
Καλύτερα όμως «να ακούσουμε» μια αφήγηση της υπερήλικης Σοφίας Λαϊνά από τον Πρόδρομο Ξηρομέρου Αιτωλοακαρνανίας: 
Φωτο: Σοφία Λαϊνά

      «Τότε π’ γέννησα εγώ είχα μια καλή νυχτικιά, την είχανε ρίξει στα προικιά μ’ και την έφκιασε η κουνιάδα μου π(ου)καμισάκια για την κοπέλα μ’. Ήτανε βατίστα ροζ χρωματάκι κι τα έφκιασε ωραία π(ου)καμισάκια. Πως είναι οι φανελούλες, έτσι ήτανε αυτά. 
        Με το χέρ’ τα ’ραψε. Πού μηχανή; Πριν γεννήσω έφκιασα στον αργαλειό ένα μεγάλο «βλάρ’» με άσπρο μαλλί απ’ τα πρόβατα. Και από κειο έκοψα 5,6 πάνες. Μάλλινες ωραίες. Ζεστές! Φούρνος! Ήτανε, τετράγωνες ήτανε, δίπλωνα τη μια άκρη μέσα. Έπαιρνα ένα κομμάτι από μάλλινη φανέλα τ’πατέρα μ’ τ’ς μάνας μ’, ό,τι είχα. Και το ’στρωνα πάνω από την πάνα. Μετά έστρωνα ένα άλλο κομμάτι από την πισινή, από αντρικεία πουκάμισα βαμπακερά. Για να μην το τρίβει το μάλλινο το παιδάκι, να ’ναι μαλακά. Και το τύλιγα με την πάνα. 
      Και γύρω γύρω από την πάνα το’ δεναμε με τη φασκιά. Ήτανε φαρδιά η φασκιά. Η πρώτη η κοπέλα μ’, η Γία ήτανε ζωηρή και την έβγαλε τη φασκιά κάποιες φορές και σκιάχκαμε μην πνιγεί. Η πεθερά μ’ έφκιασε ένα σακλόσκοινο, όπως έβαναμε στα σακούλια και την τύλιγαμε με αυτό σφιχτά για να μην ξετυλίγεται.
        Φασκιωμένο το παιδάκι ήτανε σαν το Λάζαρο, όπως σηκώθκε από τον τάφο του! Γελάς; Έτσι ήτανε τα παιδάκια τότε. Τη νύχτα δεν τα ’λυγαμε. Τα βύζαιναμε, αλλά δεν τα’λυγαμε ως το πρωί. Είχαμε τ’ δύναμη να τα λύσουμε; -να τ’ αλλάξουμε; Ήμαστανε πολύ κουρασμένες. Εγώ είχα γυρίσει απ το θέρο, θυμάμαι, βύζαξα το μικρό και παρέλυσαν τα χέρια μ’ απάν’ στην ξύλινη την κούνια…  Πολλή δουλειά, αποσταμάρα…

          Το πρωί που τα’λυγαμε, άμα έβλεπες τον αχνό και τη ζέστη! Φούρνος ήτανε. Τα ποδαράκια τ’ μόνο ήτανε ζαρωμένα απ’ το κάτουρο. Όπως γέννονται τα χέρια μας άμα πλιένουμε ρούχα. Αλλά δεν συγκαίονταν. Για να ξεκουραστεί το κορμάκι τους άπλωναμε το χέρι μας, τη χούφτα μας, έτσι για, στη φωτιά κι έπιαναμε και λίγη στάχτη και τα πέραγαμε στο κορμάκι τα και τεντώνοντανε αυτά τα καημένα!
        Άμα ήταν συγκαμένα, ο δέντρος κάνει μια κακατσίδα κι άμα την ανοίξεις βγάνει μια σκόνη, σαν καφές είναι. Μ’ αυτό τ’ άλοιφαμε τα παιδάκια. Απ’ αυτή την κακατσίδα ψένοντανε. Φασκιές αγόραζαμε από δω, πέρναγανε και μεταπράτες κι έφερνανε. Είχε κι εδώ εμπορικό. Μερικές ύφαινανε και φασκιές. Μάλλινες. Ήτανε καλύτερες αυτές. Αλλά και οι πανένιες καλές ήτανε. Στη δεύτερη κοπέλα μ’ πανένιες είχα. Δεν ήτανε ζωηρούλα τς κράταγε εκείνη…

Τα κωλόπανα αυτά ήτανε: η μάλλινη φανέλα που έκοβαμε δυο κομμάτια και η πισινή , η πλάτη να καταλάβεις από τα αντρικεία πουκάμισα. Αυτά είχαμε τότε. Τότε π’ παντρεύκα εγώ το 52, οι άντρες φόραγανε πλεχτές μάλλινες φανέλες. Μετά βήκανε οι έτοιμες, μάλλινες κι αυτές.
    Σάμα είχαμε και νερό να τα πλύνουμε; -Τότε στο χωριό [Πρόδρομος Ξηρομέρου] δεν είχαμε νερό. Κουβάλαε η πεθερά μ’ νεράκι. Πολλές φορές τα κατουρημένα τα’πλωναμε στον ήλιο να στεγνώσουνε και τα ’βαναμε πάλι στα παιδάκια! Τι να’καναμε;
     Ο γιατρός στην Αθήνα που ’χε πάει το παιδάκι της η συνυφάδα μ’ απαγόρεψε τη φασκιά. Γιατί γένονταν τα παιδιά με εξάρθρωση. Καλά πόσα κουτσά ήτανε τότε εδώ στο χωριό! Γιατί γένναγανε μοναχές οι γυναίκες με μαμές πρακτικές στα χωριά…
      Τότε έδενανε και το κεφαλάκι με μαντήλι φιόγκο. Έλεγανε να γένει όμορφο, στρογγυλό. Εγώ δεν τα’δεσα τα παιδάκια μ’. Μια χαρά ήτανε. Και έξυπνα, πολύ έξυπνα.
         Τα χαράκωνανε και στην πλατούλα με το ξουράφι, για να φύγει το αίμα! Δεν ξέρω ποιο αίμα. Τι τράβαγανε τα παιδάκια.

       Τώρα είναι όλα τα καλά. Φόρμες, φορεματάκια, ωραία πράματα! Μπεμπιλίνα, δεν κουράζονται οι γυναίκες. Μόνο ξοδιάζονται… Εμείς δεν είχαμε τότε.
       Ας  είναι, τα ’βγαλαμε τα παιδάκια μας… Είμαι 91 χρονών. Μεγάλωσα τα’γγόνια μ’, είδα και δυο δισέγγονα! Έκανα υπομονή στη ζωή μ’ και δουλειά πολλή…» [Προφορική συνέντευξη της Σοφίας Λαϊνά στη Μ. Αγγέλη, 9/11/2019]

      Σήμερα, ευτυχώς για τα παιδιά, η φασκιά έχει πάρει τη θέση της στα Μουσεία… Οι λέξεις φασκιά και σπάργανα χρησιμοποιούνται μόνο μεταφορικά:
«Δε βγήκες από τη φασκιά σου!»
«Δε βγήκες από τα κωλόπανα!»
«Είναι ακόμα στα σπάργανα…» 

***********************

Σημείωση: Η φωτο του εξωφύλλου είναι απο το Φωτογραφικό Αρχείο του ΕΛΙΑ

3 σχόλια:

  1. Μαρία μου χαίρομαι που ασχολείσαι με τη λαογραφία και μας θυμίζεις πράγματα, που εμείς έχουμε σχεδόν ξεχάσει και τα παιδιά μας δεν γνωρίζουν καν. Λένα Στρατούλη.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. ΑΝΑΡΩΤΙΈΜΑΙ ΟΧΙ ΜΟΝΟ ΤΩΡΑ ΚΥΡΙΑ ΑΓΓΕΛΗ ΠΟΥ ΚΑΝΑΤΕ ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΩΡΑΙΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ, ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΠΙΟ ΠΡΙΝ, ΓΙΑ ΤΟ ΠΟΣΟ Η ΑΙΧΜΑΛΩΣΙΑ ΤΟΥ ΒΡΕΦΟΥΣ ΕΠΗΡΕΑΣΕ ΤΟΝ ΨΥΧΙΣΜΟ ΤΗΣ ΩΡΙΜΟΤΗΤΑΣ ΜΑΣ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. "Φυσιολογικες" για το χωροχρονο τους πρακτικές που εξ απαλων ονυχων διαμορφωναν την υποταγή εκκινωντας από την καθηλωση του σώματος. Οι παραδοσιακές κοινωνίες είχαν πολλές versions κολασης

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Τι λες γι αυτό αγαπητό Ξηρόμερο