Σύμφωνα με τα απομνημονεύματα του Χριστόφορου Ράπτη:
Τη νύχτα 12 προς 13 Ιουλίου του 1944 τμήματα του 24ου συντάγματος του ΕΛΑΣ πραγματοποίησαν επίθεση στα τμήματα του γερμανικού στρατού κατοχής στο Μοναστηράκι Ξηρομέρου.
Μικρό απόσπασμα ανταρτών έλαβε αρχικά θέση στο Τραυλοχώρι, ύψωμα ανατολικά από το χωριό, με σκοπό να εξασφαλιστεί η έξοδος των τμημάτων που θα πραγματοποιούσαν τη κύρια επίθεση. Αργότερα άρχισε η κύρια επίθεση από την τοποθεσία Ράχη του Σούτη.
Οι Γερμανοί αιφνιδιάστηκαν, υποχώρησαν από τις θέσεις τους και η επίθεση τελείωσε με την ομαλή αποχώρηση των τμημάτων του ΕΛΑΣ από το χωριό.
Σε αντίποινα για την ενέργεια αυτή του ΕΛΑΣ οι γερμανοί κατακτητές συνέλαβαν την επόμενη ημέρα τον Ιερομόναχο Ιάκωβο Μαυροκέφαλο τότε ηγούμενο της ιεράς μονής Ρόμβου, τον ιερέα Κων/νο Μπόκο τότε εφημέριο στο χωριό μας, και τους λαικούς Δημήτριο Μάνθο, Αγγελο Β. Φίλιππο, Κων/νο Μαραγκό, Νικόλαο Κουκουτσέλο, Ιωάννη Λειχούδη και Αθανάσιο Κούτσικο.
Τους μετέφεραν με τα πόδια και φορτωμένους με πυρομαχικά στη Βόνιτσα όπου αφού άφησαν ελεύθερο τον π. Κων/νο Μπόκο εκτέλεσαν τους υπόλοιπους στο νεκροταφείο της Βόνιτσας την 13η Ιουλίου 1944. Στη συνέχεια παραθέτουμε τη διήγηση του Χριστόφορου Ράπτη που έλαβε μέρος στην επιχείρηση.
Μέλος του Κ.Κ.Ε. και Εαμίτης.
Μαχητής του ΕΛΑΣ και ΔΣΕ.
Μετά τη Γερμανική κατοχή και τον εμφύλιο έζησε στη Πολωνία.
Αυτά όλα που περιγράφω παραπάνω στο Ξηρόμερο έγιναν μέσα σε δέκα μέρες. Από τον Αχυρά ο λόχος μετακινήθηκε για το Βούστρι. Εκεί μείναμε κανα-δυο μέρες και μία βραδιά, στις 11 Ιούλη, κινηθήκαμε προς Άη-Βασίλη (Θύρρειο). Δεν ξέραμε για πού πάμε, όμως ήταν φανερό πως πηγαίναμε για σοβαρή επιχείρηση. Όταν ξημέρωσε λημεριάσαμε σ’ ένα δάσος με κουμαριές. Μετά το μεσημέρι ο Μπατάγιας μου είπε να πάρω το ντουφέκι μου και ό,τι άλλο έχω και να πάω στη διοίκηση του συντάγματος. Με κατατόπισε πού πρέπει να πάω.......