Ξεκούρνιασε η Πανάγιου και πήρε το κουσί για το κάστρο. Έμαθε ότι άνοιξε το κάστρο και είναι «επισκέψιμο» όπως λένε οι μπροστάριδες. (Ουσιαστικό που παράγεται από την εικόνα των πανηγυριών με πρώτους και καλλίτερους τους επίσημους).
Παραμάσχαλα έβαλε και μια μποτίλια λάδι για να ανάψει τα καντίλια στ’ Αγιά Σοφιά. Στο κοντό αγναντεύει τη θειά Γκίκου κι είχε κιαυτή τάμα για τα καντήλια. Ε τι να κάνου κι γώ, να τσ’ αφήσω να πάνε μοναχές τσ;
Σμώνουμε τ’ πόρτα του Κάστρου κι να μπροστά μας ένα παλικάρι. Λεβέντσ’, μια άνοιξη:
-Που πάτε θειάδες;
-Τονε τράου κατάματα, σα να τούλεγα, «Λεβέντ’ μ΄, εμείς σκέφτκαμε τα καλύτερα για σένα, τώρα το θειάδες τι τόθελες; ΚΟΠΕΛΛΕΣ έπρεπε να πείς»
Σαλτάμε μέσα στο κάστρου κι να μας παίρνει στο κοντό ο Λεβέντσ’ (ιγώ Λεβέντ’ τον είδα, Λεβέντ’ θα τον μολογάου).
-Ωρε λέου από μέσα μ’. Τι να θέλει αυτό το παιδί κι μας πήρε απ΄’ το κοντό;
Σαν πιάσαμε στου Μονόματο, μας πρόπψε ου Λεβέντσ’
Τράου κράταγε στα χέρια τ’ ένα μπλόκ και του κουναγε. Είχε φύλλα με κόκκινο χρώμα.
-Ωρε λέου, ξανάρχισε η οικονομική ενίσχυση του Κουκουέ και θέλει να μας δοσ’ κουπόνια.
-Λεβέντη μ’ τ’ λέου, πότε θα παν για νέου συνέδριο κι βγάλανε κουπόνια;
-Θειά, μ λέει και κοντοστέκεται. Κατάλαβε φαίνεται ότι μι πράζ’ του «Θειά». Αλλάζ’ του λοιπόν το τροπάριο κι μ’ λέι:
-Κυρία πρέπει να πληρώσετε εισιτήριο για την είσοδο στο κάστρο. Από τον προηγούμενο μήνα οι επισκέπτες του κάστρου πρέπει να πληρώνουν 2 ευρώ....
Σταβοκατίνσα, μ’ έπιασε σύγκριου κι μετά βουρλίστκα. Εκεί να δείς τις 52 αποχρώσεις του Κόκκινου.
Σα τα σπαράγγια π’ τσ’ ρίχνεις του λεμόνι. Σαν του καλαμάρ’ που παίρνει χαμπάρι ότι το περιμένει ο Παύλος με του καλαμαρολόγο.
Αφού μούφγε το πρώτο του σύγκρυου, πήρα μια ανάσα κι ρώτσα του Λεβέντ’........