Κυριακή 16 Οκτωβρίου 2016

ΚΑΦΕΝΕΙΑ ΣΤΟ ΞΗΡΟΜΕΡΟ: Οι χώροι, οι καφετζήδες και οι πελάτες τους

«Πήρε να χειμωνιάζει,
πλήθυναν οι άδειες καρέκλες γύρω μου.
Έχω πιάσει γωνιά και πίνω καφέδες φουμέρνοντας…
Θα μπορούσα να περάσω έτσι μια ζωή ολόκληρη,
αν δεν την έχω κιόλας περάσει…»
Οδ. Ελύτης


Γράφει η δρ. Μαρία Ν. Αγγέλη

    Το καφενείο είναι ο χώρος στον οποίο περνούν πολλές  ώρες οι άνδρες στα χωριά του Ξηρομέρου, αλλά και στις περισσότερες περιοχές της Ελλάδας.
   Για τους περισσότερους το καφενείο είναι η αφετηρία και το τέρμα της καθημερινότητας τους. Από εκεί θα περάσουν για έναν γρήγορο πρωινό καφέ, που θα τους τονώσει πριν πάνε στη δουλειά τους και εκεί θα επιστρέψουν ξανά το βράδυ μετά τη δουλειά για να ξαποστάσουν με ένα καφέ ή ένα ουζάκι. Στο καφενείο οι συνταξιούχοι θα παίξουν το χαρτάκι ή το τάβλι με συντροφιά τους φίλους τους. Εδώ και οι περαστικοί από το χωριό θα σταματήσουν για λίγη ξεκούραση μετά από μια κουραστική διαδρομή, καλοδεχούμενοι πάντα από τους ντόπιους.
      Το σούρουπο κυρίως, είναι η ιδανική ώρα για το καφενείο. Απαλλαγμένοι από τις δουλειές και από τα παλιόρουχα που απαιτούνται γι’ αυτές, φρεσκοξυρισμένοι και καλοντυμένοι αγρότες κτηνοτρόφοι, ψαράδες, μικροεπαγγελματίες, δάσκαλοι, ιερείς, κλπ. πάνε  για το αγαπημένο τους καφεδάκι και μετά το ούζο, τη μπύρα ή το κρασάκι. Εκεί βρίσκουν ευκαιρία για συζητήσεις, σχόλια και χωρατά….........



    Χαρακτηριστικά είναι τα κεράσματα και τα αντικεράσματα, που συνήθως ακολουθούν την επόμενη μέρα. Εδώ στο χώρο του καφενείου οι άνδρες συζητούν για τις εργασίες τους, κλείνουν συμφωνίες, αξιολογούν τα πολιτικά γεγονότα, παρακολουθούν τις ειδήσεις (από τα ραδιόφωνα ή την τηλεόραση), διαβάζουν την εφημερίδα τους  κλπ.
    Εξαιρετικό ενδιαφέρον έχουν οι συζητήσεις σε προεκλογικές περιόδους, οι πολιτικές αντιπαραθέσεις, οι προβλέψεις και τα στοιχήματα σχετικά με τα αποτελέσματα των εκλογών. Να σημειωθεί ότι στο καφενείο γίνονται και οι ομιλίες των υποψηφίων στις νομαρχιακές ή βουλευτικές εκλογές.
ΜΑΧΑΙΡΑΣ: Ο Θόδωρος Στράτος, ο μπάρμπα Τάκης Κουβέλης [Νασούλας], ο Χρήστος​ Στράτος και ο Τόλιας [Αποστόλης]​ Στράτος, στο καφενείο του μπάρμπα Κίτα [Χρήστου Στράτου] (ΦΩΤΟ: Χριστόδουλος Κουβέλης) 

        Ο χώρος του καφενείου χωρίζεται στο δημόσιο χώρο, το χώρο των θαμώνων και στον ιδιωτικό, το χώρο του καφετζή. Ο διαχωρισμός γίνεται με ένα ξύλινο μπουφέ ή με ένα επαγγελματικό ψυγείο. Στη μέσα πλευρά βρίσκεται ένας πάγκος εργασίας. Είναι το παρασκευαστήριο του καφετζή. Σ’ αυτό υπάρχει η φωτιά, το πετρογκάζ συνήθως, όπου ψήνεται ο καφές και τα ράφια με τα  φλιτζάνια, τα πιατάκια και τα ποτήρια. Ένας νεροχύτης συμπληρώνει «το εργαστήρι» του καφετζή. Και φυσικά σε ένα συρτάρι είναι το ταμείο.

Στο διάσημο καφέ «4CATS» της Βαρκελώνης…
Και εδώ παρατηρούμε το διαχωρισμό του ιδιωτικού από το δημόσιο χώρο 

     Ο δημόσιος χώρος του καφενείου αποτελείται από τα τραπέζια και τις χαρακτηριστικές ψάθινες καρέκλες. Συνήθως στη μέση της αίθουσας υπήρχε η ξυλόσομπα με τα μπουριά της να διατρέχουν το ταβάνι και να ζεσταίνουν το χειμώνα το χώρο. Υποχρεωτικός από την αγορανομία ήταν ο τιμοκατάλογος. Τα τελευταία χρόνια τα καφενεία εφοδιάστηκαν με ψυγεία διαφόρων εταιρειών, που προμηθεύουν παγωτά.
     Όσο για τη διακόσμηση το λόγο τον έχει ο καφετζής, ο οποίος ανάλογα με το χαρακτήρα, το γούστο, τα πολιτικά του φρονήματα κ.ά. διαμορφώνει το καφενείο του. Χαρακτηριστικές ήταν οι μεγάλες φωτογραφίες του πρώην βασιλικού ζεύγους: Κων/νου και Άννας-Μαρίας, οι οποίες μετά τη μεταπολίτευση αντικαταστάθηκαν από πολιτικές αφίσες και φωτογραφίες του Καραμανλή και του Παπανδρέου, αλλά και φωτογραφίες τραγουδιστών και ηθοποιών όπως: Στέλιου Καζαντζίδη, Αλίκης Βουγιουκλάκη κπ.
     
ΣΚΟΥΡΤΟΥ: Το παραδοσιακό καφενείο του Χρήστου Πρεβεζάνου. Φραπές, εσπρέσο και καφές φίλτρου είναι άγνωστες λέξεις εδώ…

    Ο κάθε καφετζής γνωρίζει τις συνήθειες των πελατών του και προσπαθεί να τους ικανοποιήσει όλους. Πράγμα δύσκολο αφού υπάρχουν πολλές ποικιλίες ως προς την ποσότητα της ζάχαρης, του καφέ, ως προς τον τρόπο ψησίματος κλπ. (βαρύγλυκος, μέτριος, σκέτος…)
  [Για τον καφέ βλ. : Μαρία Ν. Αγγέλη, «Καφές. Μνήμες και επαφές…», στο Xiromeronews (ΔΕΙΤΕ ΕΔΩ),  8 Μαρτίου 2015]

      Πολλές φορές το καφενείο του χωριού λειτουργούσε και σαν μπακάλικο από όπου οι κάτοικοι του χωριού προμηθεύονταν τα απαραίτητα είδη διατροφής, καθαριότητας κ.ά.

 Η άδεια του "Καφεπαντοπωλείου" του Παναγιώτη Παπαστάμου στον Μαχαιρά, εκδόθηκε όπως αναφέρεται, στις 12 Νοέμβρη του 1968, όμως λειτουργούσε από πολύ παλιότερα. (ΦΩΤΟ: Γεώργιος Κουβέλης)

    Τα καφενεία επίσης παλαιότερα λειτουργούσαν και ως χώροι θεάματος. Εδώ δινόταν η ευκαιρία για να παρακολουθήσουν οι κάτοικοι του χωριού κάποια ελληνική ταινία ή ένα περαστικό θίασο. Για παράδειγμα θα αναφέρω το καφενείο του Σταύρου Μακρυπίδη στο Μαχαιρά Ξηρομέρου, στο οποίο παρακολουθήσαμε ορισμένες ελληνικές ταινίες, αλλά και τα κατορθώματα του Τζίμη Αρμάου!
       Το μοναδικό τηλέφωνο του κάθε χωριού άλλοτε ήταν σε ένα καφενείο. Ενδεικτικά αναφέρω πάλι στο Μαχαιρά, το καφέ-ΟΤΕ του Χρήστου Μπαρμπαρούση με υπεύθυνη την ευγενική κυρά Καλλιρρόη. Αυτή φρόντιζε να ειδοποιεί όσους είχαν τηλεφωνική κλήση και να εξυπηρετεί όσους ήθελαν να μιλήσουν τηλεφωνικά με τους δικούς τους…
     
        Μια άλλη λειτουργία των καφενείων στο Ξηρόμερο ήταν εκείνη του  καφέ- κρεοπωλείου- ψητοπωλείου. Οι άνδρες καφετζήδες γίνονταν και κρεοπώληδες παράλληλα. Κάθε Σάββατο συνήθως, έσφαζαν ζώα που προμηθεύονταν από τους κτηνοτρόφους του χωριού και εξασφάλιζαν το κρέας στους χωριανούς τους.     Ενδεικτικά αναφέρω το καφέ-κρεοπωλείο του Πάνου Παπαστάμου με τον οποίο είχε άριστη συνεργασία  ο πατέρας μου, Νίκος Αγγέλης. Τον προμήθευε τα καλύτερα ζώα, «σφάγια» για σφάξιμο.
    Οι ίδιοι οι καφετζήδες λειτουργούσαν και ως «ψήστες» αφού έψηναν τους νόστιμους μεζέδες της περιοχής, τα γνωστά κοκορέτσια  και φριγαδέλια, που κυρίως καταναλώνονταν από τους θαμώνες του καφενείου. Οι θαμώνες με αυτά τα εκλεκτά μεζεδάκια κατανάλωναν φυσικά περισσότερο ποτό και έρχονταν στα κέφια τους, οπότε ακολουθούσε το τραγούδι και το γλέντι  πολλές φορές.

    Αναφέραμε ότι βασικοί πελάτες των καφενείων ήταν και είναι οι άνδρες, ενώ οι γυναίκες σπάνια πήγαιναν εκεί. Μόνο σε περιπτώσεις που ήθελαν να ψωνίσουν κάποια είδη για το νοικοκυριό τους. Είναι αξιοσημείωτο όμως ότι: ενώ οι γυναίκες ήταν σχεδόν αποκλεισμένες από το χώρο αυτό, οι σύζυγοι των καφετζήδων αναλάμβαναν τις περισσότερες φορές το ρόλο του καφετζή. 
Για παράδειγμα στο Μαχαιρά: η θειά  «Χριστοφορίνα» σύζυγος του Χριστόφορου Γκόλφη, η θειά Σοφία σύζυγος του Πάνου Παπαστάμου, η κυρά Καλλιρρόη σύζυγος του Χρήστου Μπαρμπαρούση, η θειά «Σταύραινα» σύζυγος Σταύρου Μακρυπίδη, η θειά Φενούλα  σύζυγος Κήτα Στράτου, η θειά Ζωή σύζυγος Βασίλη Λιάμη, η θειά Βασιλική σύζυγος Κώστα Μπαρμπαρούση κ.ά. κρατούσαν τα καφενεία.

        Θα αναφέρω ακόμα ότι τα παιδιά αποτελούσαν περαστική πελατεία των καφενείων. Πήγαιναν εκεί για «θελήματα» της μάνας ή της γειτόνισσας. Και κάποιες φορές να χαιρετίσουν το μπάρμπα ή τον παππού και να εξασφαλίσουν έτσι το κέρασμα: ένα λουκουμάκι, μια πορτοκαλάδα, ένα ζαχαρωτό…

ΜΑΧΑΙΡΑΣ: Είναι ο μικρός Πάνος Παπατρέχας [Παλιοπάνος], ο Ανδρέας Γκόλφης, ο Σάκιας Χασάπης, ο Θόδωρος Στράτος, ο Χρήστος Μπαρμπαρούσης, ο Τάκης Παπαστάμος (ΦΩΤΟ: Χριστόδουλος Κουβέλης) 

      Σήμερα τα καφενεία, όπως άλλωστε και τα χωριά του Ξηρομέρου ρημάζουν. Λίγοι συνταξιούχοι αγρότες είναι οι πελάτες τους πια, οι οποίοι ρουφώντας τον αγαπημένο τους καφέ νοσταλγούν τα χρόνια που πέρασαν και μελαγχολούν καθώς συγκρίνουν το άλλοτε «ζωντανό» χωριό τους, με το σημερινό που αργοσβήνει…

ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ: Κουβεντούλα και καφές

ΜΑΧΑΙΡΑΣ: Μοναξιά....

       Ωστόσο, διατηρούν τη διάθεση για κουβέντα και φυσικά τη φιλοξενία που τους διακρίνει ανέκαθεν: πρόθυμοι να καλωσορίσουν και να κεράσουν τον ξένο που θα μπει στο καφενείο. Και καρτερούν την άνοιξη, την Πασχαλιά και το καλοκαίρι, οπότε οι αδειούχοι επιστρέφουν και ζωντανεύουν τα χωριά, οι δρόμοι, οι πλατείες και τα καφενεία. Τότε βέβαια «η δράση» των καφενείων μεταφέρεται στο πεζοδρόμιο ή στην πλατεία του χωριού και τα τραπεζάκια τοποθετούνται στον ήλιο όταν ο καιρός είναι ευχάριστος ή στον ίσκιο όταν ο ήλιος καίει πολύ.

«Στου καφενείου του βοερού το μέσα μέρος
Σκυμμένος στο τραπέζι κάθετ’ ένας γέρος
Με μιαν εφημερίδα μπρος του, δίχως συντροφιά.
Και μες στων αθλίων γηρατειών την καταφρόνια
Σκέπτεται πόσο λίγο χάρηκε τα χρόνια,
Που είχε και δύναμη και λόγο κι εμορφιά…
Μ’ απ’ το πολύ να σκέπτεται και να θυμάται
Ο γέρος εζαλίστηκε. Κι αποκοιμάται.»
Κ. Βάρναλης

Σημείωση: Το κείμενο  δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στο περιοδικό: Τα Αιτωλικά, τεύχος 9, 2007, έκδοση της Αιτωλικής Πολιτιστικής Εταιρείας. 
Εκδότης-Διευθυντής: Παναγιώτης Κοντός

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τι λες γι αυτό αγαπητό Ξηρόμερο