Παρασκευή 27 Νοεμβρίου 2015

ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΓΡΙΒΑΣ: Αγωνιστής του 1821, στρατηγός και πολιτικός (μέρος 2ο)

ΑΜΦΙΚΤΙΟΝΙΑ ΑΚΑΡΝΑΝΩΝ
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΗΡΙΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΒΟΝΙΤΣΑΣ
ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ MICROSOFT OFFICE SPECIALIST
KAI ΤΕΧΝΟΒΛΑΣΤΟΣ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ  ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΑΔΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ

ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕΛΕΤΗ: Θεόδωρος ΓΡΙΒΑΣ, ο σταυραετός της Λάμιας 

  Στις 26 Ιουνίου 1797, στην Πάργα, γεννιέται ο Θεόδωρος Γρίβας, Είναι ο τέταρτος κατά σειρά γιός. Οι τρείς προηγούμενοι γιοί, ήταν ο Χρήστος, ο Κώστας, και ο Σταύρος.
    Είναι γιός του Δράκου Γρίβα και της Θεοδώρας Γιαννίτση. Την περίοδο αυτή ο πατέρας του είναι αρχηγός των Ελληνικών ταγμάτων της Γαλλικής κυριαρχίας  στην Κέρκυρα. Για τις αδελφές του Θεόδωρου Γρίβα δεν υπάρχει σαφής καταγραφή αλλά από τις έρευνες σε άλλα project της Αμφικτιονίας Ακαρνάνων, έχουμε εντοπίσει τουλάχιστον τρείς αδελφές. Για τα στοιχεία αυτών, οι αναγνώστες να ανατρέξουν στο πρώτο μέρος της μελέτης.
    Όπως προαναφέραμε, μητέρα του Θεοδωράκη ήταν  η Σοφία Γιαννίτση. Η μητέρα του κατάγονταν από την Πρέβεζα και ανιψιός της ήταν ο Οδυσσέας Ανδρούτσος.
      Το 1811, ο 14χρονος πλέον Θεοδωράκης τσακώνεται με τον 2ο  κατά σειρά αδελφό του (τον Κώστα), που αυτός τον χαστουκίζει. Ο Θεοδωράκης θεωρεί την ενέργεια του αδελφού του ως προσβλητική. Σε αυτό το σημείο η έρευνα δεν εντόπισε τον λόγο της διαφωνίας, η οποία προκάλεσε το χαστούκισμά του. Όμως το ότι ο Θεοδωράκης παραπονέθηκε στην μητέρα του, μας δίνει το συμπέρασμα ότι στην διαφωνία με τον αδελφό του, ο Θεοδωράκης πρέπει να είχε δίκιο.  Όμως η μητέρα του δεν του έδωσε το δίκαιο που ανέμενε. Οχι μόνο δεν του έδωσε δίκιο αλλά και αυτή τον χαστουκίζει...............



      Ο Θεοδωράκης εξάψεται και πλέον δείχνει την πορεία της ζωής του. Δεν αποδέχεται την υποτέλεια, δεν δέχεται την προσβολή, δεν μπορεί να αισθανθεί μειωμένος. Βέβαια αργότερα με την δύναμη που δημιούργησε γύρω από το όνομά του, ο χαρακτήρας του ενεργούσε και με πορεία την εκδίκηση. Μια εκδίκηση που η παροιμία όταν ορίζει ότι η κρύα είναι και πιο καλή, για τον Θεοδωράκη Γρίβα δεν υπήρχε συνταγή. Είτε κρύα , είτε ζεστή, η εκδίκηση ήταν χωρίς έλεος. Δεν σταματούσε πουθενά και ήθελε το τελείωμα.
        Αυτό έγινε γρήγορα σωστά στους εχθρούς του και μόνο και μόνο μια θύμηση το τι θα πάθουν όταν ο Γρίβας θα έχει την ευχέρεια της εκδίκησης, τους έκανε αρκετά επιφυλακτικούς σε αυθαίρετες ενέργειες.
     Μετά την προσβολή από τον αδελφό του και την μητέρα του, αποφασίζει  από μικρός να αρχίσει την αυτονόμησή του. Δεν μπορεί να βρεθεί στην ίδια στέγη με ανθρώπους που τον πρόσβαλαν, ανεξάρτητα της συγγένειας που τους έδενε.
      Σε αυτό το σημείο η έρευνά μας προσπάθησε να εντοπίσει την τυχόν μετέπειτα σχέση του Θεοδωράκη με την μητέρα του και τον αδελφό του. Εμείς προσωπικά δεν διαπιστώσαμε καμιά σχέση. Με τον μόνο που βλέπουμε στενές σχέσεις είναι με τον αδελφό του τον Γαρδικιώτη (τον Χρήστο).

Εριόλα Μπούζι

Σαλώμη Μπίτση

   Επιστρέφουμε στην εξιστόρηση της ζωής του Θεοδωράκη, όπου τον αφήσαμε στην απόφαση που έλαβε για την αυτονόμηση.

       Αποφασίζει να φύγει από το πατρικό σπίτι. Βρίσκεται μόνος στους δρόμους, αλλά παρά το νεαρό της ηλικίας γνωρίζει πως θα διαχειριστεί τα χρυσά νομίσματα που είναι ραμμένα μέσα στο φυλακτό του. 
      Διασχίζει πάνω από 250 χιλιόμετρα για να φτάσει στα Άγραφα. Η διαδρομή του δύσκολη όχι μόνο λόγω του μικρού της ηλικίας, αλλά κυρίως λόγω της επί δεκάδων ετών αντιδικία της φάρας των Γριβαίων με αυτή των Κατσικογιαναίων, των Μαυροματαίων, του Τρουμπούκη και πολλών άλλων, που στην περιοχή της δικαιοδοσίας τους έπρεπε να περάσει. Κατόρθωσε και πέρασε χωρίς να γίνει αντιληπτός. Αυτή καθ’ αυτή η επιτυχής κατάληξη της επικίνδυνης διαδρομής, πιστεύουμε ότι έδωσε στον Θεοδωράκη την πεποίθηση ότι ΜΠΟΡΕΙ!!!!. 
       Φτάνοντας στα Αγραφα κατορθώνει να συναντήσει τον Ιωάννη Μπουκουβάλα, όπου μόνο ενώπιον αυτού φανερώνει το ποιος είναι. Δεν ζητά από αυτόν να κατοικήσει και να συντηρηθεί στην οικία του (έχοντας την ιδιότητα του συγγενή λόγω που ο Μπουκουβάλας είναι νυμφευμένος με την αδελφή του την Λασκαρίνα Γρίβα) αλλά ζητά άσυλο.
    Ο Ιωάννης Μπουκουβάλας, ένας οπλαρχηγός βλάχικης καταγωγής με σημαντική θέση στις βλάχικες τις φάρες, κατανοεί το αίτημα του Θεοδοράκη αλλά γνωρίζει και το τι θα σημαίνει μια αποδοχή ασύλου στον γιό του Δράκου Γρίβα.
     Ο Ιωάννης Μπουκουβάλας είναι επίσης στο κέντρο του κυκλώνα μετά την συμμετοχή του στην σύναξη του Μαγεμένου της Λευκάδας. Εκεί ως εκπρόσωπος των Βλάχων, παρευρέθηκε στη μεγάλη σύναξη που ζήτησε και πραγματοποίησε ο Καποδίστριας για να προστατεύσει την τότε Ρωσική Λευκάδα (Αγία Μαύρα) από τις βλέψεις του Αλή Πασά.
        Ακόμα και σήμερα οι Βλάχοι τιμούν τον πρόγονό τους και την συμμετοχή τους στην ιστορική σύναξη στου Μαγεμένου.

     Ο Μπουκουβάλας δέχεται τον Θεοδωράκη Γρίβα αλλά δεν του δίνει το άσυλο που ζητά. Η παραμονή του Θεοδωράκη στα Αγραφα  δεν έμεινε κρυφή. Πολύ σύντομα την πληροφορήθηκε ο Αλή Πασάς, ο οποίος εκείνη την περίοδο είχε πληροφορίες περί δημιουργίες μετώπου επίθεσης από τα Ιόνια νησιά.
        Ο Αλή Πασάς φοβούμενος την επίθεση στα Ηπειρωτικά παράλια, από τον Δράκο Γρίβα, ζητά ως εγγύηση και όμηρο στα Γιάννενα τον γιό του, τον Θοδωρή. Ο Δράκος βεβαιώνει τον Αλή Πασά ότι οι Ελληνικές Λεγεώνες που εδρεύουν στη Κέρκυρα  δεν έχουν σκοπό να επέμβουν στην δική του περιοχή. Ο Αλή Πασάς πάντα φοβάται την Υψηλή Πύλη και τις τυχόν συμφωνίες που θα μπορούσε να κάνει με οποιαδήποτε άλλη δύναμη, αρκεί να απαλλαγεί από την επικείμενη ανακήρυξη ανεξάρτητου κράτους από τον Αλή. Παρά τις διαβεβαιώσεις του Δράκου Γρίβα, ο Αλή Πασάς δεν πείθεται ή δείχνει να μην πείθεται. Ζητά από τον Δράκο Γρίβα να του παραδώσει τον Θεοδωράκη ως όμηρο, στα Γιάννενα.

         Ο Αλής, κατά την προσφιλή του τακτική δεν επιθυμεί να έχει εκεί ένα Γρίβα σαν όμηρο, θέλει ένα Γρίβα για να τον μυήσει στην νοοτροπία του, στη θρησκεία του και να γίνει ένας καλός και έμπιστος αξιωματικός του. Ενας Γρίβας στην αυλή του Αλή, θα είναι η σταθερή επικράτηση του Αλή στα αρματολίκια του Λούρου και της Βόνιτσας.
       Ο Δράκος Γρίβας  δίνει την συγκατάβασή του, ώστε ο Θεοδωράκης να μείνει στα Γιάννενα ως όμηρος, αλλά ο Θεοδωράκης έχει άλλη γνώμη,  δεν συμφωνεί. 
    Φεύγει κρυφά από την περιοχή που έλεγχε ο Μπουκουβάλας και εντάσσεται στην δύναμη του αρματολού Πανουργιά. 
      Το 1811, ο Αλή Πασάς καλεί από τη Κέρκυρα τον Δράκο Γρίβα για να αναλάβει το αρματολίκι της Βόνιτσας, και ο Δράκος παραδίδει την αρχηγία των Ελληνικών ταγμάτων της Κέρκυρας στον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη. 
       Ο Δράκος Γρίβας εισέρχεται πλέον ως κυρίαρχος στο αρματολίκι της Βόνιτσας. Ένα όνειρο που είχε από παιδί, τώρα το πραγματοποιεί. Όλα κρατούν καλά μέχρι το 1812, όπου ο Αλή Πασάς αποφασίζει να καταστρέψει το Γαρδίκι. Ζητά από τον Δράκο Γρίβα να ηγηθεί της εκστρατείας αλλά ο Δράκος (για άγνωστους μέχρι σήμερα λόγους) αρνείται. Ο Αλή Πασάς προτάσσει την δικαιολογία για το χάλασμα του Γαρδικιού  «τα δεινά της μητέρας του, της Χάμκω, από τους Γαρδικιώτες», αλλά αυτό δεν πείθει τον Δράκο Γρίβα. 
     Σε αυτό το σημείο ας μας επιτραπεί μια ιστορική παρένθεση. 

        Πρίν ο Αλή πασάς αναλάβει το Πασαλίκι,  είχε δικές του ομάδες με τις οποίες προσπαθούσε να ελέγξει την περιοχή της σημερινής κάτω Αλβανίας. Σε μια από αυτές τις ομάδες, στην οποία ήταν η αδελφή του και η μάνα του, σε παγίδα από τους Γαρδικιώτες, συλλαμβάνονται. Αντί να φυλακιστούν και να περιμένουν τη καταβολή των λύτρων από τον Αλή, οι Γαρδικιώτες εφαρμόζουν στις δύο γυναίκες τον ομαδικό βιασμό και μάλιστα στη πλατεία του χωριού. 
      Όταν καταβλήθηκαν τα λύτρα και απελευθερώθηκαν, η Χάμκω (η μάνα του)  ποτέ δεν έπαυσε να θυμίζει στον γιό της τα δεινά της στο Γαρδίκι. Κάθε πρωί και την ώρα που αυτή ξυπνούσε τον Αλή, η πρώτη κουβέντα της ήταν μια εκδίκηση για όσα τράβηξε στο Γαρδίκι. Όταν η Χάμκω πέθαινε, ζήτησε με όρκο από τον γιό της τον Αλή, να «πάρει τα χάκια του».
     Ο Αλής το 1812 αποφάσισε να καταστρέψει το ισχυρό Γαρδίκι, ένα χωριό μέσα στη σημερινή Αλβανία. 
        Δίνει εντολή στον Δράκο Γρίβα να συνδράμει στην επιχείρηση. Ο Δράκος αρνείται και η δυσμένεια του Αλή αποδεικνύεται έτσι όπως έκανε και στον αγαθό Αβδουλάχ, τον δηλητηριάζει.
      Την εκστρατεία την αναλαμβάνει ο Θανάσης Βάγιας, σταυραδελφός της αγαπημένης του Αλή, της Βασιλικής. Λίγες ημέρες πρίν την είσοδο των στρατευμάτων στο Γαρδίκι και την καταστροφή του, ο Θανάσης Βάγιας πληγώνεται σοβαρά και μεταφέρνεται στα Γιάνεννα, από τον Οδυσσέα Ανδρούτσο.
Παναγιώτης Λαϊος

1816. Περνούν 4 έτη και ο Θεόδωρος Γρίβας μπαίνει σε νέες περιπέτειες.
      Ο Αλή Πασάς στέλνει τον Οδυσσέα Ανδρούτσο να αναλάβει την περιοχή του Πανουργιά. Ο Πανουργιάς συνεργάζεται και το επόμενο βήμα είναι η συμφωνία για να παραδοθεί ο Θεόδωρος Γρίβας στον Αλή Πασά. Ο Θεοδωράκης αντιλαμβάνεται την συμφωνία, φτιάχνει την πρώτη δική μου ομάδα από 5 παλικάρια και περνάει  στα βουνά σαν κλέφτης.
      Σε μάχη με τους Τούρκους, συλλαμβάνεται αφού έχει πληγωθεί σοβαρά στα  χέρια και τα πόδια. Αλυσοδεμένος μεταφέρεται στα Γιάννενα και δίνεται εντολή να απαγχονιστεί. 
        Στα Γιάννενα, στις φυλακές του Αλή Πασά στήνεται η αγχόνη. Την στιγμή του απαγχονισμού ο Γρίβας καλύπτει το κεφάλι του με το πανωφόρι του. 
Ο Αλής τον προκαλεί: 
 -Γιατί σκέπασες το κεφάλι σου Γρίβα; Φοβήθηκες τον θάνατο; Δεν ήξερες ότι αφού ακολούθησες την δουλειά του πατέρα σου, αυτή θα ήταν και η ιδική σου τύχη;
 -Δεν φοβήθηκα τον θάνατο, αποκρίνεται ο Γρίβας, τον θάνατο τον άφησα στην κοιλιά της μάνας μου, ούτε θα μείνω χωρίς εκδίκηση, έχω 4 αδελφούς.
Δείχνοντας τους δήμιους συνέχισε:
-«Μα ντρέπομαι τον κόσμο που θα με δεί να πεθαίνω έτσι, από τα χέρια τέτοιων παλιανθρώπων».
-«Εζήτησα το θάνατο όπου έπρεπε, αλλά αυτός (δηλ. ο δήμιος) με αρνήθηκε.»

        Ο Αλή Πασάς, δίνει εντολή να μην πραγματοποιηθεί ο απαγχονισμός και να συνεχιστεί η φυλάκιση του Θεοδωράκη. Η φυλάκιση συνεχίστηκε μέχρι το 1819.

1819, Ομέρ Βρυώνης, Αποφυλάκιση
         Με την  μεσιτεία του Ομέρ Βρυώνη (πολύ καλός φίλος του πατέρα του), όχι μόνο αποφυλακίζεται αλλά μετά από 6 μήνες κατατάσσεται  στους σωματοφύλακες του Αλή, στη κενή θέση, του εξαδέλφου του, από τη μητέρα του, Οδυσσέα Ανδρούτσου.
      Σε αυτό το σημείο της εργασίας πρέπει να προσθέσουμε ότι η σχέση του Ομέρ Βρυώνη με τους Έλληνες της αυλής του Αλή Πασά, δεν ήταν μόνο «η υπηρέτηση των συμφερόντων του Αλή» αλλά και η προώθηση της Θρησκείας του Χατζή-Μπεκτάς. Μια θρησκεία, που κατά την δική μας γνώμη είναι αρκετά κοντά στα Χριστιανικά πρότυπα. Αναφέρεται σε τριαδικό Θεό, δεν έχει την νηστεία του Ραμαζανιού αλλά μόνο νηστεία στην εορτή των Αγίων Αποστόλων, δεν κάνουν περιτομή, έχουν αρκετούς Αγίους της Χριστιανικής θρησκείας (Άγιο Χαράλαμπο, Αγιο Γεώργιο κλπ). Πράγματι σε αυτή την περίοδο οι Μπεκτασίδες κυριαρχούν στην Ηπειρο. Πολλοί χριστιανοί ασπάστηκαν τον Χατζή Μπεκτάς, άλλοι με την θέλησή τους, άλλοι με την βία και οι περισσότεροι από συμφέρον αφού φορολογικά εντάσσονταν ως μουσουλμάνοι στην φορολογία της δεκάτης, απέφευγαν τις αναγκαστικές στρατεύσεις, τις αγγαρείες, τις έκτακτες φορολογίες. 
        Τα μοναστηριακά τάγματα (δερβίσηδες) ελέγχουν την περιοχή και κατασκευάζουν σε πολλά μέρη τα μοναστήρια τους, τους Τεκέδες. Στην δική μας περιοχή έχουμε τον ΤΕΚΕ της Περατιάς.
        Την έρευνα για τον ΤΕΚΕ της Περατιάς, την είχε αναλάβει η 5η ομάδα εργασίας. Το αποτέλεσμα της έρευνας δεν παρουσιάστηκε στην εκδήλωση του Γρίβα (λόγω προσπάθειας σύντμησης του χρόνου παρουσίασης) και διανεμήθηκε στους επισκέπτες μετά το τέλος της εκδήλωσης.
     Σε αυτό το σημείο παρεμβάλουμε την εργασία των σπουδαστών:

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΗΡΙΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΒΟΝΙΤΣΑΣ
ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕΛΕΤΗ «ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ ΤΟΥ ΤΕΚΕ»
«Η περιοχή του κάστρου ΤΕΚΕ – βιλαέτι Γρίβα -χάρτες του Coronelli»

Σπουδαστές 5ης Ομάδας εργασίας:
ΑΠΟΣΤΟΛΑΚΗΣ Νικόλαος του Θεόδωρου-Γεωργίου
ΓΟΥΡΟΥΝΑΣ Σπυρίδων του Γεωργίου
ΛΑΣΚΑΡΗΣ Γεώργιος του Δημητρίου
ΜΠΟΥΚΟΥΡΑΝΗ Λευκοθέα του Νικολάου
ΠΡΟΔΡΟΜΙΤΗ Ισμήνη του Σπυρίδωνα
ΠΡΟΔΡΟΜΙΤΗ Καλλιόπη του Αρη
Υπεύθυνος ομάδας: Ντίνος Στυλιανός

Σπυρίδων Γουρούνας

ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ ΤΟΥ ΤΕΚΕ
       Διαβαίνοντας τον δρόμο από την Βόνιτσα για την Λευκάδα, αφού περάσουμε το χωριό Άγιος Νικόλαος, ακριβώς πάνω στην διασταύρωση για τα χωριά Περατιά και Πλαγιά, ορθώνεται ένα κάστρο, κτισμένο πάνω σε ένα συμπαγή πέτρινο όγκο. Είναι κάτω από τον ίσκιο του όρους «Λάμια», με ένα τελικό ύψος από την θάλασσα, περίπου τα 100 μέτρα. Σε πολλούς είναι γνωστό με την ονομασία Κάστρο του Τεκέ και σε άλλους ως κάστρο του Γρίβα.
      Στο πλαίσιο της μελέτης-εργασίας «Θεοδωράκης Γρίβας, ο σταυραετός της Λάμιας», συστήθηκε η 5η ομάδα εργασίας, με αντικείμενο «Η περιοχή του κάστρου ΤΕΚΕ – βιλαέτι Γρίβα -χάρτες του Coronelli».
     Η ονομασία «Κάστρο του Γρίβα» αποδόθηκε επειδή από το χρονικό σημείο της επιστροφής του Θεοδωράκη Γρίβα στην περιοχή της Περατιάς (το 1830), μέσα στην ακίνητη περιουσία που του αποδόθηκε από το Ελληνικό Κράτος, ήταν και το κάστρο του Τεκέ.
       Για τον Θεοδωράκη Γρίβα και τον πολυτάραχο βίο του, το κάστρο αυτό του ήταν απαραίτητο όχι μόνο για τον ίδιο και την οικογένειά του αλλά και για το πολυεθνικό στράτευμα που με δικά του χρήματα συντηρούσε. Οι συχνές επιθέσεις, τόσο από διάφορους οπλαρχηγούς του Βάλτου ή του Ξηρομέρου, όσο και οι πολιορκίες από τα στρατεύματα του Οθωνα, χρειάζονταν ένα κάστρο ως «βίγλα». Η κύρια άμυνα των στρατευμάτων του Αλή, πραγματοποιούνταν σε άλλα σημεία της Περατιάς, σημεία που έδειναν το πλεονέκτημα της διαφυγής στην Λευκάδα 

Γιατί ονομάζεται κάστρο του Τεκέ;
       Το κάστρο κατασκευάστηκε από τον Αλή Πασά στα τέλη της 1ης δεκαετίας του 19ου αιώνα. Ήταν η περίοδος που ο Αλή Πασάς κατέλαβε για 2η φορά την Βόνιτσα, καταλύοντας αυτή την φορά την αυτόνομο «συμπολιτεία του Ακρωτηρίου».  Τότε έστρεψε την προσοχή του στην Λευκάδα που την κατείχαν οι Ρώσοι. Έτσι στις αρχές του 1807 αφού εγκατέστησε ισχυρές στρατιωτικές μονάδες στην περιοχή του σημερινού κάστρου, διέταξε τις πολυάριθμες ομάδες των τεχνιτών που είχε στην Πρέβεζα (σύμφωνα με άλλες μελέτες οι τεχνίτες που χρησιμοποιούσε ο Αλής ήταν γύρω στα 2000 άτομα), να περάσουν στην Ηπειρωτική ακτή και να αρχίζουν να κτίζουν το κάστρο. 
     Ο Αλή Πασάς είχε ένα πλεονέκτημα για την κατασκευή του κάστρου, μια δικαιολογία έναντι των αντιρρήσεων των Ρώσων που κατείχαν την Λευκάδα. Ο Αλής δεν παραβίαζε καμιά συμφωνία, αλλά ούτε και η κατασκευή του κάστρου θα είχε επιθετικούς σκοπούς (ως ψευδώς ισχυρίζονταν). Το κάστρο αυτό θα προστάτευε το μοναστήρι που υπήρχε εκεί, το μοναστήρι των Μπεκτασίδων.
       Οι Μπεκτασίδες ήταν πιστοί μιας μωαμεθανικής αίρεσης, που η πίστη τους ήταν πολύ κοντά στα χριστιανικά καθημερινά δρώμενα. Δεν είχαν την νηστεία του ραμαζανιού αλλά έκαναν την νηστεία τους στις εορτές των Αγίων Αποστόλων, ήταν φανατικοί στο ποτό, στην ελευθερία των γυναικών, στο χοιρινό κρέας κλπ.
      Μέσα από αυτό το θρησκευτικό καθεστώς ξεπήδησε ένα ιμπεριαλιστικό δεδομένο και δημιουργήθηκαν τα τάγματα των Μπεκτασί, με τους Δερβίσιδες και τους Μπάμπα αλλά και με ανυπακουή στους θρησκευτικούς μωαμεθανούς ηγέτες.
      Ενώ οι μωαμεθανοί δεν είχαν μοναστήρια, οι Μπεκτασίδες όχι μόνο είχαν, αλλά αυτά χρησιμοποιούνταν και ως στρατώνες.  
      Το τελετουργικό των Μπεκτασίδων ήταν  καλυμμένο με απόλυτη μυστικότητα, γεγονός που έχει τροφοδοτήσει τους ερευνητές με μεγάλη περιέργεια. Κατά την διάρκεια της μυσταγωγίας καίγονταν διάφορα αρωματικά φυτά. Αυτό δεν είναι μια ιδιαιτερότητα στα τελετουργικά των διάφορων θρησκειών. Σχεδόν στο σύνολό τους οι θρησκείες χρησιμοποιούν διάφορα αρωματικά υλικά που η μυρουδιά τους αναδύεται με παρομοίωση της ανόδου της προσευχής των πιστών προς τον Θεό που λατρεύουν. 
      Το 1808 ο σουλτάνος Σελίμ ο Γ’, έθεσε στην παρανομία την θρησκευτική αίρεση των μπεκτασίδων, οι οποίοι βρήκαν καταφύγιο στα δυτικά σύνορα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, την Αλβανία και κυρίως στην αυλή του Αλή Πασά. 
      Το μοναστήρι των Μπεκτασίδων, ο Τεκές της Περατιάς, είχε κτιστεί τουλάχιστον πριν το 1688. Αυτό συνάγεται από τις περιγραφές του μοναδικού, για εκείνα τα χρόνια περιηγητή, του Εβλιγιά Τσελεμπή. Ο Εβλιγιά το 1688 ερχόμενος από τον Αχελώο επισκέφτηκε την Βόνιτσα. Ενώ ήταν έτοιμος να επισκεφτεί την Λευκάδα, προχώρησε προς τα παράλια της Ακαρνανίας στο Ιόνιο και επέστρεψε πίσω στην Ναύπακτο. Μετά από λίγους μήνες έχοντας πορεία προς την Λευκάδα, φτάνει στην σημερινή διασταύρωση προς Περατιά-Πλαγιά και περιγράφει το μοναστήρι των Μπεκτασίδων. Αναφέρει για τα τζαμιά που είχε το μοναστήρι αλλά φυσικά και για μεγάλο πλήθος κελιών. Η περιγραφή των κελιών και η αναφορά στον αριθμό αυτών, την θεωρούμε φυσική αφού οι Τεκέδες εκτός των λόγων θρησκευτικής λατρείας, ήταν και χώροι στρατωνισμού των ταγμάτων Μπεκτασί.
    Για τις ανάγκες της απαραίτητης ύδρευσης  του μοναστηριού, θεωρούμε (χωρίς να υπάρχουν στοιχεία απόδειξης) ότι πρέπει να μεταφέρονταν νερό από την μεγάλη πηγή που υπήρχε (και σήμερα μπορεί να υπάρχει αλλά η πυκνή και αδιαπέραστη βλάστηση εμποδίζει την προσπέλαση). Στους χάρτες του Coronelli είναι σημειωμένο ένα τοπωνύμιο με την λέξη «Fontana», δηλ. σιντριβάνι – πηγή. Τουλάχιστον σε 7 με 8 χάρτες της τότε περιοχής υπάρχει η σχετική ένδειξη. Η «Fontana» βρίσκεται  ακριβώς δίπλα και πάνω από το μοναστήρι του Τεκε.
    Το 1684 οι Ενετοί πολιορκούν την Λευκάδα και χρησιμοποιούν το ύψωμα που βρίσκεται το μοναστήρι του Τεκέ, για τις πολεμικές τους ανάγκες. Για την τύχη του μοναστηριού, επί ενετικής κατοχής, δεν υπάρχουν πληροφορίες.
     Υπάρχει η σκέψη ότι το μοναστήρι των Μπεκτασίδων καταστράφηκε, με βάση το εθιμικό δίκαιο εκείνης της εποχής, ώστε στην θέση του να κτιστεί ένα χριστιανικό μοναστήρι. Αυτή η σκέψη προσκρούει πάνω στα γεγονότα που ακολούθησαν την Ενετική κατάληψη της Λευκάδας. Ας δούμε αυτές τις σκέψεις:

-Ο Coronelli στους χάρτες που σχεδίασε για την περιοχή, εμφανίζει κτιριακές υποδομές στην περιοχή του Τεκέ. Το λεκτικό που υπάρχει στον χάρτη αναφέρεται ως κάστρο- λόφος του Δερβίση (δερβίσης είναι μια ανάμεικτη στρατιωτική-θρησκευτική βαθμίδα στην αίρεση-τάγματα των Μπεκτασίδων). Οι χάρτες αυτοί παρουσιάστηκαν περίπου 10 χρόνια μετά την Ενετική κατοχή. Αν υπήρξε καταστροφή του μοναστηριού των Μπεκτασίδων και αντίστοιχα δημιουργία Χριστιανικού μοναστηριού,  η σύνηθες τακτική της αποσιώπησης-εξαφάνισης τοπωνυμίων που είχαν σχέση με τους άπιστους, θα είχε λειτουργήσει.
-Η ίδια φιλοσοφία θα έπρεπε να λειτουργήσει για την διατήρηση ή μη του τοπωνυμίου 150 χρόνια μετά, δηλ. την εποχή που η περιοχή ανήκει στον Αλή Πασά.

       Τα ανωτέρω γεγονότα, αλλά και η κατασκευή του κάστρου από τον Αλή, αλλά και η παραμονή, επί τόσα έτη μέχρι σήμερα, της ονομασίας του κάστρου και γενικότερα της περιοχής ως ΤΕΚΕ, μπορεί να σημαίνει ότι το μοναστήρι των Μπεκτασίδων λειτουργούσε (έστω και με την μικρότερη, που θα μπορούσε να έχει, δραστηριότητα) μέχρι τα χρόνια του Αλή Πασά.
    Υπάρχει η πιθανότητα να είχε καταστραφεί το μοναστήρι των Μπεκτασίδων και με την κυριαρχία του Μπεκτασί Αλή Πασά στην περιοχή, να επαναδραστηριοποιήθηκε. 
      Ο μύθος αναφέρει ότι το κάστρο του Τεκέ κτίστηκε σε μια νύχτα. Είναι μύθος αλλά δεν απέχει πολύ από την πραγματικότητα. Ο Αλή Πασάς είχε κατανοήσει ότι το μελλοντικό του κράτος έπρεπε να έχει οχυρές θέσεις σε όλα τα κύρια σημεία της επικράτειας. Κυρίως με Γάλλους μηχανικούς αλλά και με μια μεγάλη ομάδα Ηπειρωτών «πετράδων» άπλωσε σε όλα τα σημεία της επικράτειας ισχυρά κάστρα. Η πολυάριθμη ομάδα (έφτασε μια περίοδο στην Πρέβεζα να αριθμεί 2000 τεχνίτες) είχε την δυνατότητα να κατασκευάσει το κάστρο του Τεκέ, σε πολύ σύντομο διάστημα, για να έλθει ο μύθος να ταυτίσει το μικρό χρονικό διάστημα με την μια νύχτα.
        Όμως η ταχύτατη κατασκευή του κάστρου αλλά και η συγκέντρωση ισχυρών στρατευμάτων σε αυτό, θορύβησε τους Ρώσους της Λευκάδας. Τα πρώτα επεισόδια έγιναν στο τέλος Μαρτίου του 1807, όταν οι Ρώσοι με μέτωπο από την Λευκάδα και οι οπλαρχηγοί του ξηρομέρου (που είχαν τις οικογένειές τους μέσα στην Λευκάδα) με μέτωπο από τα ανατολικά, επιτέθηκαν στο κάστρο. Η άμυνα των ανδρών του Αλή Πασά ήταν τέτοια που απώθησε και τα δύο μέτωπα.
     Στα χρόνια της Ελληνικής επανάστασης το κάστρο του Τεκέ καταλήφθηκε από Έλληνες επαναστάτες, και από τα χρόνια της μόνιμης επιστροφής του Γρίβα στη Περατιά, το κάστρο ήταν η ασπίδα του στις συχνές επιθέσεις που δέχονταν από άλλους οπλαρχηγούς, που εκτελούσαν εντολές του Οθωνα.
       Μετά τον θάνατο του Θ. Γρίβα, δεν έχουμε γραπτά στοιχεία για το κάστρο. Από την εργασία άλλων σπουδαστών με θέμα «οι πρώτες ημέρες εγκατάστασης των ποντίων στον Αγιο Νικόλαο», συγκεντρώθηκαν ανεξάρτητες πληροφορίες που είχαν σχέση με το κάστρο του Τεκέ.
       Με την κατάληψη της Ελλάδας από τους Γερμανούς, στο κάστρο εγκαταστάθηκαν Ιταλοί. Με την ανάληψη της κατοχής από τους Γερμανούς, ο διοικητής της περιοχής έμενε στον Αγιο Νικόλαο, ενώ το στρατηγείο του ήταν στο κάστρο του Τεκέ.
     Στα χρόνια του εμφυλίου πολέμου, στο κάστρο είχε εγκατασταθεί μονάδα του ΕΛΑΣ. Από διήγηση του στρατιωτικού κ. Σωκράτη Βρακατσέλη, δίνεται η εξήγηση για τις δύο μεγάλες οπές που έχει το τείχος στην βόρεια πλευρά του. Όπως μας διηγήθηκε, οι του ΕΛΑΣ προσπάθησαν με όλμους να χτυπήσουν ένα Αγγλικό καράβι που περνούσε έξω από το κάστρο της Αγίας Μαύρας, και προς το μέρος του κάστρου. Το Αγγλικό πλοίο ανταπάντησε με κανονιοβολισμούς, που δύο από αυτούς χτύπησαν τα πλευρά του κάστρου.

     Σήμερα το κάστρο είναι επισκέψιμο αλλά δεν έχει αξιοποιηθεί για να δίνει στον επισκέπτη την εικόνα και την σημασία που είχε στα χρόνια που πέρασαν. Μένει όμως αναλλοίωτη η θέα που δίνει στον επισκέπτη, σε όποιο σημείο και αν σταθεί, πάνω στα τείχη.
       Στο πρόσφατο παρελθόν, οι κάμερες κινηματογραφικών συνεργείων, στήθηκαν εκεί για τις ανάγκες κινηματογραφικών ταινιών. Από διηγήσεις των γονιών μας μάθαμε για την ταινία με πρωταγωνίστρια την Νίκη Τριανταφυλλίδη και για τις απίθανες σκηνές του σκηνοθέτη Θεόδωρου Αγγελόπουλου.
υποστήριξη εργασίας: ΑΜΦΙΚΤΙΟΝΙΑ ΑΚΑΡΝΑΝΩΝ


       Επιστρέφουμε στην εξιστόρηση της ζωής του Θεοδωράκη  Γρίβα. Είχαμε σταματήσει στο σημείο που η μεσολάβηση του Ομέρ Βρυώνη, τον αποφυλακίζει και ταυτόχρονα τον τοποθετεί στα έμπιστα τάγματα του Αλή Πασά.

Βασιλική Μπαλάσκα

        Ο Θεόδωρος Γρίβας παρουσιάζει μέσα από τον ατίθασο χαρακτήρα του, την άγνοια στον κίνδυνο και τον θάνατο.
      Ανεβαίνει στα αξιώματα της αυλής του Αλή Πασά, αλλά αντιδρά στις αυθαιρεσίες των Τούρκων της αυλής, σε βάρος των Ελλήνων και των Αρβανιτών της πόλης των Ιωαννίνων.
         Όταν ο Οδυσσέας Ανδρούτσος ανεβαίνει στα Γιάννενα, συναντιέται με τον εξάδελφό του τον Θεοδωράκη και όλοι στην αυλή του Αλή αισθάνονται τον φόβο να τους ακολουθεί. Το δίδυμο των δυο ξαδελφιών συνδυάζει την πονηριά και το ξαφνικό της αντίδρασης του Γρίβα, με την γνώση των καταστάσεων  από τον Ανδρούτσο.
     Επί πλέον ο Ανδρούτσος, πρίν πολλά χρόνια,  έχει ασπαστεί τον Αλεβισμό της Ηπείρου (Χαντζή-Μπεκτάς) και έχει προνόμια στην επικρατούσα, στην αυλή του Αλή, θρησκεία.
         Όταν τα άσχημα μαντάτα για τις πράξεις του Γρίβα και του Ανδρούτσου φτάνουν στον Αλή Πασά, ο Γρίβας πάντα επικαλείται την μεσιτεία του «μπάμπα» (τίτλος ιεραρχίας στους Μπεκτασίδες). Μπάμπα  αποκαλούσε τον Ομέρ Βρυώνη, ο Θ. Γρίβας.
       Στο διήγημα «Η Δέσπω του Τέμα», του Κων/νου Ράμφου, περιγράφονται τα ανδραγαθήματα του Γρίβα-Ανδρούτσου, που σώζουν από την σκλαβιά, μια Ελληνίδα (την Δέσπω) .


        Ο πόλεμος της Υψηλής Πύλης με τον Αλή Πασά έχει αρχίσει. Ο Αλή Πασάς προσπαθεί να υποκινήσει τοπικές επαναστάσεις των Ελλήνων κατά των Τούρκων. 
       Ο Αλής στέλνει τον Θεόδωρο Γρίβα προς τα νότια, για να δημιουργήσει επαναστάσεις κατά των Τούρκων, ώστε να ξεσφίξει λίγο η θηλιά που είχε από τα Τούρκικα στρατεύματα. 
     Ο Γρίβας όμως ενεργεί για λογαριασμό της Φιλικής εταιρείας, που γρηγορότερα τον έχει μυήσει σε αυτή ο Αλέξης Νούτσος, όταν και αυτός  υπηρετούσε στην αυλή του Αλή.
Το 1821,  ξεσπά η επανάσταση.

      Ο Ομέρ Βρυώνης δίνει εντολή στους δικούς του Έλληνες, να ενεργήσουν κάτω από τις διαταγές του. Ο Γρίβας προσποιείται ότι ακολουθεί την εντολή του Ομέρ Βρυώνη. 
      Χωρίς να γνωρίζει κανείς, κρυφά χτυπά την δύναμη των Τούρκων που περνά το Μακρυνόρος με πορεία για το Αγρίνιο.  Άμεσα πορεύεται στο Αγρίνιο, εισέρχεται σαν έμπιστος του Ομέρ Βρυώνη και για μια εβδομάδα κατασκοπεύει τις αμυντικές θέσεις του Βραχωρίου.
      Στις 10 Μαΐου βγάζει κρυφά την ομάδα του από το Βραχώρι και αφού συναντιέται με τους Οπλαρχηγούς Σαδήμα, Μακρή, Βλαχόπουλο και Βαλτινό, τους προτείνει να τους βοηθήσει στην πολιορκία και την κατάληψη του Βραχωρίου, αρκεί να λάβει το 50% από τα λάφυρα. Οι άλλοι οπλαρχηγοί συμφωνούν αφού η μέχρι τότε πολιορκία δεν είχε αποδώσει. 
      Εν τω μεταξύ στο στρατόπεδο των Ελλήνων, φτάνουν και τα στρατεύματα του Βαρνακιώτη.


        Την 8η ημέρα της πολιορκίας το βραχώρι καταλαμβάνεται. Βέβαια το μεγαλύτερο μέρος από τα λάφυρα τα έλαβε η ομάδα του Γρίβα.
     Ο Θεοδωράκης φεύγει γρήγορα από το Αγρίνιο για να βοηθήσει τις ομάδες του Ισκου που φύλαγαν τα στενά του Μακρυνόρους.
      Η έλευση του Γρίβα δεν ήταν μόνο παρουσία στην κρίσιμη στιγμή της μάχης, αλλά το άκουσμα της φωνής του ήταν τέτοιο που θύμιζε στους Τούρκους των Ιωαννίνων, το τι ανελέητο είχαν τραβήξει όταν ήταν στην αυλή του Αλή.
      Η νίκη ήταν αναπόφευκτος αλλά και πάλι η ομάδα των παλικαριών του Γρίβα μέσα σε μια νύχτα βρίσκεται στο Λουτράκι, να περιμένει την απόβαση Τούρκικων αρμάδων.

Λουτράκι Ακαρνανίας
      Σκληρή μάχη και οι εναπομείναντες Τούρκοι επιβιβάζονται στα πλοία και αναχωρούν για να ενταχθούν στην άλλη ομάδα Τούρκων που ετοιμάζονται για αποβίβαση στο Ακτιο.

Ιωάννης Λέκκας

        Ο Γρίβας αντιλαμβάνεται ότι αν η τουρκική απόβαση έφτανε στο υπό Τούρκικη κατοχή Κάστρο της Βόνιτσας, τότε κάθε επόμενη επαναστατική ενέργεια στην περιοχή της Βόνιτσας, δεν θα είχε τύχη. Η νύχτα  με το τρέξιμο γίνεται ένα, και το πρωινό η ομάδα του Γρίβα φτάνει στον Πλατανιά Βόνιτσας. Μέσα σε μια μέρα, δύο νικηφόρες μάχες.
     Η κούραση της βραδιάς δεν επηρέασε τα παλικάρια του Γρίβα. Νικούν την Τουρκική ομάδα και γρήγορα κατευθύνονται στο Κατάκολο, 5 χιλιόμετρα έξω από την Βόνιτσα, προς την πλευρά του Ακτίου. Εκεί βρίσκονται, εξαντλημένες από τις μάχες, οι ομάδες των παλικαριών του Τσόγκα. Το βράδυ βρήκε την Τουρκική στρατιά ηττημένη, να παίρνει τον δρόμο για το επίνειο του Ακτίου και από εκεί με πλοία στην Πρέβεζα.

Χειμώνας του 1821. Πάτρα-Τρίπολη- Υψηλάντης.
       Οι αρχές του χειμώνα του 1821 βρίσκουν τις ομάδες του Γρίβα να πολιορκούν χωρίς αποτέλεσμα την Πάτρα, ενώ ο Υψηλάντης ζητά την παρουσία του Γρίβα στην πολιορκία της Τρίπολης, για να διαπραγματευθεί με τους έγκλειστους Αρβανίτες, που ορισμένοι από αυτούς ήταν στην αυλή του Αλή.
Μόλις φτάνει στην Τρίπολη ο Γρίβας προσβάλετε από τύφο. 

Δεκέμβριος του 1821. Ο Θεοδωράκης μεταφέρεται στο Μεσολόγγι όπου και αναρρώνει.  

Ιούνιος του 1822, Κομπότι Αρτας
    Οι Οπλαρχηγοί ετοιμάζονται κατά της Αρτας και στρατοπεδεύουν στην πεδιάδα του Κομποτίου. Το στρατηγικό λάθος το εκμεταλλεύονται οι Τούρκοι της Αρτας και με μεγάλη δύναμη πεζών και ιππικού επιτίθενται. 
   Την κατάσταση σώζει ο Γρίβας με την εντολή του στα στρατεύματα των άλλων οπλαρχηγών «στον τόπο παιδιά, κανείς να μην σαλέψει και όπου βρίσκεται να τουφεκίζει». Ο Γρίβας δικαιώνεται και οι Τούρκοι επιστρέφουν στην Αρτα, με μεγάλες απώλειες και αυτοί και οι Ελληνες..
     Στην μάχη συμμετείχε και ο Μαυροκορδάτος, που συνελήφθηκε από ένα Τούρκο. Δεν μπόρεσε να διακρίνει την προέλευσή του και του ζήτησε:
«άφες με φίλε, σώζομαι μόνος μου, μη με σύρεις».
     Το επεισόδιο έληξε με την φόνευση του Τούρκου και την απελευθέρωση του Μαυροκορδάτου. Ο Γρίβας όμως στις συζητήσεις του, όπου και αν βρίσκονταν, έφερνε στην συζήτηση την φράση του Μαυροκορδάτου και πλέον αυτή είχε γίνει το ανέκδοτο. Ο Γρίβας ηθελημένα ή άθελα, πλέον βρίσκεται στην μήνι του Μαυροκορδάτου.

Μακρυνόρος-Λουτράκι- Ακτιο
Ο Γρίβας προστατεύει την διάβαση του Μακρυνόρους όταν ειδοποιείται ότι οι Τούρκοι κάνουν διπλή απόβαση στο Λουτράκι και στα Ακτιο. Επαναλαμβάνει νικηφόρα την εκστρατεία με συντριπτική νίκη στην θέση Αγία Άννα, λίγο έξω από την Βόνιτσα.

Αλληλογραφία Γρίβα - Βαλαωρίτη
Μετά την καταστροφή στο Πέτα, οι Τούρκοι βρήκαν την αλληλογραφία του με τον Στρατηγό Θεόδωρο Γρίβα και τον κατήγγειλαν στις αγγλικές αρχές. Ο Ιωάννης Βαλαωρίτης εξορίζεται. 

Σκέψεις Οπλαρχηγών για συνθηκολόγηση.
Η καταστροφή στο Πέτα έφερε το αίσθημα της ηττοπάθειας.
Ο Ομέρ Βρυώνης ζητά από την Αγγλική διπλωματία να διώξουν τα γυναικόπαιδα των οπλαρχηγών, που ήταν προστατευμένα στον Κάλαμο, απέναντι από τον Μύτικα Ακαρνανίας.
Στην καταστροφή των Ελληνικών στρατευμάτων στο Πέτα, τα Τουρκικά στρατεύματα του Κιουταχή, είχαν τον πρώτο λόγο. Αυτό ανεβαζει την εκτίμηση που πρέπει να απολαμβάνει ο Κιουταχής από την Υψηλή Πύλη. Ο Ομέρ Βρυώνης έρχεται σε δεύτερη μοίρα.

Κωνσταντίνα Χρόνη

        Πλέον τα τουρκικά στρατεύματα περνούν στην επίθεση. Πρέπει να ανακαταλάβουν τα χαμένα για αυτούς εδάφη στο Ξηρόμερο και κυρίως το Μεσολόγγι. Στράτευμα 7000 ανδρών, με αρχηγό τον Κιουταχή, αποβιβάζεται  στο Λουτράκι. Η επανάσταση του 1821 βρίσκεται σε επικείμενη άδοξη λήξη. Αν ο Κιουταχής περάσει την Ακαρνανία και φτάσει στην Πελοπόννησο, όλα θα έχουν τελειώσει.
          Τα Ελληνικά στρατεύματα βρίσκονται στην Τρύφο, με οπλαρχηγούς τον Βαρνακιώτη, τον Τσόγκα, τον Μάρκο Μπότσαρη, και τον Θεοδωράκη τον Γρίβα. Ο Γρίβας σκέφτηκε να εφαρμόσει τον νυχτερινό κλεφτοπόλεμο. Οι άνδρες του Κιουταχή γνώριζαν τις συνήθειες του «παιδιού του Ομέρ Βρυώνη», τον περίμεναν και ο Γρίβας αποχωρεί με  σημαντικές απώλειες.
      Το πρωί της επόμενης ημέρας, οι οπλαρχηγοί, καταλαμβάνουν τα υψώματα στους λόφους (Προφήτης Ηλίας και Άγιος Νικόλαος) πριν το χωριό Αετός.

Λουτράκι 9 Ιουνίου 1822 
    Έχει πραγματοποιηθεί το σύνολο της απόβασης της μεγαλύτερης στρατιάς που είχε να δεί η περιοχή, από το 1714 (όταν οι Τούρκοι με 18.000 στράτευμα σάρωσαν τις Ενετικές κτήσεις, φτάνοντας μέχρι έξω από την Κέρκυρα).

Κατούνα 11-18 Ιουνίου 1822. Σφαγές και πυρπολήσεις περιουσιών από την Τούρκικη στρατιά. Οι καπνοί της λεηλατημένης πόλης της Κατούνας, είναι ορατοί από τα μικρά υψώματα του Προφήτη Ηλία και του Αγίου Νικολάου. Τα Ελληνικά στρατεύματα περιμένουν στα στενά των δύο υψωμάτων, στα στενά του Αετού.
19 Ιουνίου 1822.  Ο εχθρός πρό των πυλών. 
Το συμβούλιο των Οπλαρχηγών δίνει την εντολή στους Γρίβα – Τσόγκα και Μπότσαρη να βγούν στην πεδιάδα και να συγκρουστούν  ανοικτά με την τούρκικη στρατιά.
    Ο Γρίβας μπαίνει μπροστά και η ομάδα του κτυπιέται με την εμπροσθοφυλακή των Τούρκων.  Οι Ομάδες Τσόγκα και Μπότσαρη βλέποντας τον όγκο και την ορμή της μεγαλύτερης μέχρι τότε στρατιάς, οπισθοχωρούν μέχρι τον λόφο του Αγίου Νικολάου.
       Η φυγή παρασύρει μεγάλο μέρος από την ομάδα Γρίβα. Ο Γρίβας γνωρίζει ότι ο Βαρνακιώτης δεν θα προδώσει τα νώτα του. Μένει μαχόμενος με λίγους εναπομείναντες από την ομάδα του. Αντιλαμβάνεται ότι στον λόφο του Αγίου Ηλία υπάρχει ο έμπιστος Βαρνακιώτης με την ομάδα του. 
       Πολεμάει για να  φτάσει στους πρόποδες του λόφου, όπου εκεί οι ταμπουρωμένοι του Βαρνακιώτη έχουν το καλύτερο βόλι για τους επιτιθέμενους και ανυποψίαστους Τούρκους.
     Εχει μείνει μόνο με 80 παλικάρια στην πεδιάδα, στους πρόποδες του λόφου. Η μόνη βοήθεια που έχει είναι οι τουφεκιές από τα παλικάρια του Βαρνακιώτη. Η στιγμή είναι κρίσιμος. Το ανέβασμα στον λόφο ήταν σίγουρος θάνατος αφού θα δώσει  το καλύτερο βόλι για τους Τούρκους.
         Ο Γρίβας μπήγει το ξίφος στο χώμα και φωνάζει «εδώ, όσοι θέλουν να πεθάνουν μαζί μου». Τα 80 παλικάρια του, γνωρίζοντας την τακτική τους, φτιάχνουν κύκλο, και οπισθοχωρούν πολεμώντας μέχρι να πατήσουν την ρίζα του λόφου.
   Από πλευράς των Τουρκικών στρατευμάτων πραγματοποιείται μια μικρή οπισθοχώρηση. Ορισμένοι ιστορικοί θεωρούν ότι ήταν μια στρατιωτική κίνηση των Τούρκων για να παρασύρουν τον Γρίβα στο λάθος, ώστε  να ανέβει ακάλυπτος στον λόφο. Άλλοι ιστορικοί μιλούν για διακοπή της επίθεσης λόγω της θεσμοθετημένης ώρας για προσευχή από τα τουρκικά στρατεύματα. .
       Ο Γρίβας δεν πέφτει στην παγίδα να ανεβεί στον λόφο αλλά δίνει εντολή με πέτρες να φτιάξουν οχυρώματα.
      Ακολουθεί 9ωρη συμπλοκή στην οποία η συνεργασία Γρίβα και Βαρνακιώτη ήταν ιστορική. Το βράδυ οι Τούρκοι υποχωρούν. Ο Κιουταχής γνώριζε καλά την στρατηγική του «παιδιού του Ομέρ» και για πρώτη φορά κατάλαβε ότι 
ΕΚΕΙΝΗ ΤΗΝ ΦΟΡΑ Ο ΓΡΙΒΑΣ ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΜΟΝΟΣ. 
      Υπήρχε ένας Βαρνακιώτης που και αυτός είχε θητεύσει στην αυλή του Ομέρ Βρυώνη.  Ο Κιουταχής γνώριζε την ανδρεία του Βαρνακιώτη και κατάλαβε το δέσιμο των δύο ανδρών τόσο για την πατρίδα αλλά και για την θρησκεία.
Ο Κιουταχής αποσύρεται πίσω στο Λουτράκι.
Η μάχη του Αετού ήταν το φιλί της ζωής για το πτοημένο ηθικό, μετά την καταστροφή στο Πέτα.
Ο Σούτσος Αλέξανδρος, γράφει: 
Τουρκομάχος Ελλάς, ασμα 3ο
Π.Σούτσος, δράμα «Καραισκάκης»

Πλήν εις τον Αετόν, πασά! σεις μετά τρείς ημέρας 
Το βάρος της Ελληνικής αισθάνθητε μαχαίρας.
Με τα οστά σας ύψωσε πυραμιδίνους στίβας
Ο της Κομβότης νικητής Θεόδωρος ο Γρίβας.

      Οι πολεμιστές της μάχης του Αετού (Γρίβας-Βαρνακιώτης), αργότερα θα κατηγορηθούν επειδή δεν χτύπησαν (κυνήγησαν) την Τούρκικη στρατιά στο Λουτράκι.
    Οι καρεκλοκένταυροι  έκλεισαν τα μάτια μπροστά στην οπισθοχώρηση των άλλων οπλαρχηγών, και ζητούσαν από μια δύναμη 200 ανδρών, να είχε ενεργήσει με ανοικτό μέτωπο στην κοιλάδα του Λουτρακίου, με την στρατιά των 7000 ανδρών 
        Αντί για συγχαρητήρια, ο Μαυροκορδάτος συκοφαντεί. Ο Μαυροκορδάτος δεν απασχολήθηκε με την εγκατάλειψη της μάχης από τους Μπότσαρη – Τζόγκα – κλπ, αλλά σε επιστολή του προς τον Καραϊσκάκη κατηγορεί τον Βαρνακιώτη ότι έπρεπε να κυνηγήσει του Τούρκους, μετά την μάχη. 
     Ο Καραϊσκάκης κάνει βούκινο τον Μαυροκορδάτο. Εστειλε την επιστολή του Μαυροκορδάτου στον Βαρνακιώτη και στην διαμαρτυρία του Βαρνακιώτη, ο Μαυροκορδάτος προσπάθησε να δικαιολογηθεί, χωρίς όμως αντίκρισμα.
      Ο  Καραϊσκάκης θα πληρώσει ακριβά και για αυτή την ενέργειά του, αργότερα ο Μαυροκορδάτος θα τον δικάσει ως προδότη.
Σήμερα στον τόπο της μάχης, οι Ξηρομερίτες των Αθηνών έστησαν αναμνηστική μαρμάρινη στήλη. 


Ο Ομέρ Βρυώνης περνά το Μακρυνόρος.
   Οι οπλαρχηγοί βλέποντας να κινδυνεύει το Μεσολόγγι καταλαβαίνουν τα σφάλματα της άσκοπης και άδικης κατηγορίας. Ο Γρίβας βρίσκεται γρήγορα μετά το Αγρίνιο και απωθούμενος δίνει μάχες έξω από το Κεφαλόβρυσο.
    Η συνέλευση των Οπλαρχηγών δίνει εντολή στον Γρίβα να μεταβεί στην Πελοπόννησο για να ζητήσει βοήθεια. 
     Οι Πελοπονήσιοι είναι αρνητικοί για την παροχή βοήθειας επειδή στην Στερεά Ελλάδα υπήρχε μεγάλη λιποταξία προς τους Πασάδες. 
       Ο Γρίβας τους πείθει με την φράση «οι 20000 του Βρυώνη, όταν περάσουν το Μεσολόγγι, θα έλθουν μέσα στην καρδιά της Πελοποννήσου». Ετσι Πελοποννησιακή δύναμη 2000 φτάνει στο Μεσολόγγι στην πιο κρίσιμη στιγμή, την ημέρα της προγραμματισμένης παράδοσης του Μεσολογγίου από τον Μαυροκορδάτο. Ο Μαυροκορδάτος είχε ετοιμάσει και το πλοιάριο που θα έφευγε.  Τώρα ο Γρίβας είναι στο στόχαστρο του Μαυροκορδάτου.
     Ο Μαυροκορδάτος είτε μόνος του, είτε μέσω της ομάδας του, αρχίζει να συκοφαντεί το Γρίβα, να μετατρέπει τον άγριο χαρακτήρα του Γρίβα, ως επιζήμιο για το Έθνος.
 Ευάγγελος Τσόλης

Εδώ τελειώνει το δεύτερο μέρος του άρθρου. Στο τρίτο μέρος θα συνεχίσουμε την εξιστόρηση της ζωής του Θεοδωράκη Γρίβα.

ΑΜΦΙΚΤΙΟΝΙΑ ΑΚΑΡΝΑΝΩΝ
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

ΔΕΙΤΕ ΤΟ 1ο ΜΕΡΟΣ
ΠΑΤΗΣΤΕ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τι λες γι αυτό αγαπητό Ξηρόμερο