Κυριακή 26 Ιανουαρίου 2014

Το ρολόι

Γράφει ο: Βασίλης Ζαγκότας

     Το παλιό επιτοίχιο μεταλλικό ρολόι της γιαγιάς μου βρίσκεται ακόμη ξεκούρδιστο στον τοίχο του πατρικού σπιτιού της οικογένειας, σε ένα παλιό κεφαλοχώρι του μακεδονικού κάμπου. 
      Είναι ολοστρόγγυλο, γυαλιστερό και ευτελούς αξίας, από εκείνα που πουλάνε τώρα με το σωρό. Ο μακαρίτης ο παππούς μου δεν έκανε δα και καμία επένδυση. Το έβλεπε σαν ένα εργαλείο που, όταν χαλούσε, θα πεταγόταν. Όμως το ρολογάκι άντεξε. Το είχε βάλει μάλιστα και σε ένα μικρό τζαμένιο κουβούκλιο για να προστατεύεται από τη φθορά του χρόνου, εκείνο που μέτραγε τις ώρες και τα λεπτά και σήμαινε πότε τον μόχθο και πότε την ανάπαυση.
        Τις προάλλες μπήκα στο πατρικό σπίτι, ανέβηκα τα παλιά ξύλινα σκαλιά -με κάποια επιφύλαξη, είναι αλήθεια- και ήρθα αντιμέτωπος με παλιά έπιπλα σκεπασμένα με σεντόνια σαν σάβανα, σκονισμένα κάδρα και ξεθωριασμένες κουρτίνες. 
     Και, φυσικά, με το παλιό ρολόι στον τοίχο με τους παγωμένους δείκτες του που έδειχναν να είχαν σταματήσει αυτοί τον χρόνο και όχι ο χρόνος αυτούς. Λες και οι στιγμές από το φιλμ της ζωής του σπιτιού μας μπορούσαν να ξαναζωντανέψουν εκεί μπροστά δίνοντας σάρκα και οστά στους αγαπημένους μας..........



      Φαντάστηκα λοιπόν την οικογένεια να περνά καπνό στο χαγιάτι τραγουδώντας παλιά, ξεχασμένα πια, τραγούδια.
       Τα πρώτα παιδικά κλάματα -ανάμεσα στα οποία ήταν και της μητέρας μου- να αντηχούν από τοίχο και σε τοίχο και από αυλή σε αυλή. Τη μητέρα μου να τραντάζεται στην αγκαλιά της γιαγιάς μου καθώς η τελευταία έτρεχε να βρει καταφύγιο διωγμένη από το σπίτι από τους Βούλγαρους στρατιώτες, όσο ο παππούς επέστρεφε από το μέτωπο. 
    Τα υπνοδωμάτια που άλλοτε φιλονεξούσαν τους κατάκοπους γεωργούς, τώρα να είναι γεμάτα γραφεία στα οποία υπογράφονται και σφραγίζονται αποφάσεις, ποινές, εκτελέσεις. Και το παλιό ρολόι να τα κοιτά όλα αυτά, βουβός μάρτυρας-καταγραφέας, τι σόι κουμάσια ήταν αυτοί οι κατακτητές, αλλά κανείς να μην του δίνει σημασία μέσα στην ευτέλειά του. Να φανταστώ πώς ούτε και η οικογένεια τού 'δωσε σημασία όταν με το καλό ο εχθρος τσακίστηκε πίσω στα λημέρια του.
       Όμως αυτό συνέχισε να μετράει τις στιγμές και να καταχωρεί στα κατάστιχα του την ιστορία της οικογένειας. Μέχρι που τα αφεντικά του σφάλισαν πια τα μάτια και το ρολογάκι δεν το ξανακούρδισε κανείς.
         Πήρα τη μητέρα μου να δούμε το σπίτι μας. Το σπίτι της. Καθήσαμε λίγο και μέσα σε αυτό το λίγο την παρατηρήσα να κοιτά επίμονα το σταματημένο παλιό ρολόι. 
      Τι να σκεφτόταν άραγε; τα χρόνια της ξεγνοιασιάς που δεν ήταν καθόλου ξέγνοιαστα μιας και η παραγωγή καθόριζε την επιβίωση ή μήπως τις φορές που άφηνε το σπίτι για ν' ανοίξει τα φτερά της; Ή, ακόμη, τη μέρα που κατέβηκε την μεγάλη σκάλα ντυμένη νύφη; 
      Δεν τη ρώτησα, όχι επειδή δεν θα μου έλεγε, αλλά επειδή ένιωσα ότι υπήρχε κάτι εκεί που όσο και να το μοιραστείς δεν γίνεται ποτέ "τ' αλλουνού". 
      Ξέρω πάντως ότι φεύγοντας, έκλεισε τη βαριά σιδερένια πόρτα με προσοχή και επιμέλεια, προσέχοντας να κλειδώσει καλά, λες και κινδύνευε κανείς να μπει και να της κλέψει τις αναμνήσεις. 
    Το παλιό μεταλλικό ρολόι σκέφτηκα να το πάρω από εκεί και να το πάω στο δικό μου πατρικό σπίτι, να το ξανακουρδίσω και να το γυαλίσω στην παλιά του αίγλη, αλλά η μητέρα μου με απέτρεψε
     "Μερικές φορές" μου αποκρίθηκε, "είναι καλό οι δείκτες να μένουν ακίνητοι για πάντα: σου δίνουν την ψευδαίσθηση ότι ο χρόνος σταμάτησε το Όμορφο Χθες".


http://zagkotas.blogspot.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τι λες γι αυτό αγαπητό Ξηρόμερο