Πέμπτη 16 Μαΐου 2013

Juliet: «Έτσι γλίτωσα τον λιθοβολισμό»!



         «Περπατούσα ολομόναχη επί μέρες. Έτρωγα μόνο ψωμί και κοιμόμουν όπου έβρισκα. Τις πολυήμερες οδοιπορίες διαδέχονταν ταξίδια με μικρές βάρκες, όπου επιβιβαζόμουν μαζί με άλλους πολιτικούς πρόσφυγες από την Αφρική. 
     Στην αρχή πλήρωσα 350 δολάρια, όσα χρήματα είχα, αλλά στη συνέχεια, απένταρη, στοιβαζόμουν παράνομα σε μικρά πλοία. Φθάσαμε στην Αίγυπτο και από εκεί ένα μικρό πλοιάριο μας μετέφερε στην Τουρκία
    Ο πιο κοντινός προορισμός πια ήταν η Ελλάδα. Τη σχέση μου με τον μουσουλμάνο δεν τη γνώριζε ούτε η οικογένειά μου, ούτε του φίλου μου. 
       Όταν έμεινα έγκυος, για τη δική μου ασφάλεια, αλλά και του παιδιού, έπρεπε να φύγω. Είμαι ορθόδοξη χριστιανή και δεν ήθελα να αλλάξω θρησκεία. 
     Κινδύνευα να χάσω τη ζωή μου ή στην “καλύτερη” περίπτωση τα χέρια μου. Αυτή είναι η “τύχη” πολλών γυναικών στον τόπο μου, όπου δικαιώματα έχουν μόνον οι άνδρες».
        Η 27χρονη Νιγηριανή με το όνομα Τζουλιέτ, θα μπορούσε να έχει την τύχη της Αμίνα Λαουάλ, μιας γυναίκας που πριν χρόνια είχε συγκινήσει με την περιπέτεια της την παγκόσμια κοινότητα, καθώς ως χριστιανή ορθόδοξη ερωτεύτηκε έναν μουσουλμάνο........



      Ο καρπός από τη δίχρονη σχέση της, πριν ακόμη γίνει αντιληπτός στη διχασμένη θρησκευτικά και κοινωνικοοικονομικά τριτοκοσμική κοινωνία που ζούσε, δεν της άφηνε περιθώρια επιλογής. 
      Ή έπρεπε να μείνει στη χώρα της διακινδυνεύοντας τη ζωή της ή έπρεπε να αλλαξοπιστήσει. Δεν ήθελε να ασπαστεί τη μουσουλμανική θρησκεία, κάτι που θα απλοποιούσε τα πράγματα. 
    Έτσι, η μόνη λύση που της απέμενε ήταν να φέρει στον κόσμο το παιδί του «απαγορευμένου έρωτα» σε μια ελεύθερη χώρα.

        Αναμφισβήτητα, η παράνομη μετανάστευση αποτελεί από τα πιο καυτά θέματα της ελληνικής πολιτικής σκηνής. Και μόνο το γεγονός ότι η Χ.Α. κατάφερε εδώ και περίπου δύο χρόνια να εμφανιστεί ως πολιτική δύναμη και εξακολουθεί να διατηρεί μια αξιοζήλευτη πολιτική παρουσία, το οφείλει κατά μεγάλο μέρος στην αξιοποίηση της οργής του ελληνικού λαού κατά των παράνομων μεταναστών που καταφεύγουν σε εγκληματικές ενέργειες.
        Είναι όμως όλοι οι λαθρομετανάστες εγκληματίες; Ήρθαν εδώ και θεωρούμε ότι θα παρανομήσουν a priori; Η ότι ακόμα, θα αρπάξουν μεροκάματα από τους γηγενείς πληθυσμούς;
Σαφώς και όχι…

        Η περίπτωση που αναφέραμε παραπάνω αποδεικνύει πόσο άδικη είναι η γενίκευση, ειδικότερα στον τομέα της μετανάστευσης. Δεν είναι όλοι οι παράνομα εισελθόντες στην Ελλάδα εν δυνάμει εγκληματίες. 
        Πολλοί εξ αυτών είναι πολιτικοί πρόσφυγες, άνθρωποι που σε καμία περίπτωση δεν επιδιώκουν ή αποσκοπούν στην καταφυγή εγκληματικών ενεργειών. 
       Άνθρωποι που χρειάζονται τη βοήθειά μας, που την έχουν ανάγκη και, γι’ αυτό τον λόγο, επιλέγουν έναν τρόπο, όχι ακριβώς νόμιμο, για να βρουν έναν καλύτερο τόπο γι’ αυτούς και την οικογένειά τους.
        Μη ξεχνάμε όμως ότι το «κατά γράμματα άρχειν ηλίθιον» και ότι το ηθικό και ανθρώπινο οφείλει να στέκεται υπεράνω μιας δήθεν «νόμιμης» κατάστασης. Χρειάζεται να αναδιατυπώσουμε κάποια πράγματα με σοβαρότητα κι όχι να προβαίνουμε από τη μια στη βία, ούτε από την άλλη στην απαξίωση του προβλήματος.

        Θα συμφωνούσα οπωσδήποτε με τις απόψεις εκείνων που δικαίως βοούν για καλύτερη οργάνωση του κράτους, για προσεκτικότερη αντιμετώπιση του φαινομένου, για διαχωρισμό προβάτων από ερίφια.
        Θα διαφωνούσα σαφέστατα, με εκείνους που ζητούν την χωρίς προϋποθέσεις και κριτήρια, πλήρη νομιμοποίηση όλων όσων είδαν φως και μπήκαν, που δυστυχώς είναι μια πολιτική παράταξη, η οποία παραλίγο να κληθεί να κυβερνήσει τον τόπο και ακούει στο όνομα ΣΥΡΙΖΑ.

         Αν λοιπόν, η συντεταγμένη πολιτεία δεν λύσει άμεσα αυτό το ζήτημα, σίγουρα, αύριο – μεθαύριο, θα το διαχειριστούν, είτε η Χρυσή Αυγή με τον πιο απάνθρωπο τρόπο η, ο ΣΥΡΙΖΑ, με την ανευθυνότητα που τον διακρίνει κι όποιον πάρει ο χάρος.

Υ.Γ.: Για την ιστορία, αξίζει ν’ αναφερθεί ότι η Τζουλιέτ είναι μία μόνο από τις περίπου εκατό περιπτώσεις, που κατόρθωσε να της χορηγηθεί πολιτικό άσυλο στην πατρίδα μας και, βάσει μιας πρόχειρης έρευνας που έκανα, σήμερα πρέπει να ζει στην Θεσσαλονίκη.

1 σχόλιο:

  1. Αφού μας είπατε την ιστορία της κυνηγημένης κοπέλας, να σας πω κι εγώ την ιστορία του παλιού μου συναδέλφου, του Μάνθου.
    Τον γνώρισα γύρω στο 2000, όταν προσληφθηκε στην εταιρεία που δούλευα.
    Παντρεμένος, με ένα παιδί.
    Έφυγα εγώ, έφυγε και εκείνος μερικά χρόνια αργότερα, για καλύτερα.
    Και ήρθε η κρίση, και βρεθήκαμε έξω και μιλήσαμε κοντά στα Χριστούγεννα. Δούλευε ακόμα, αλλά δεν πληρωνόταν.
    Είχε ήδη 5 μήνες απλήρωτος, δεν είχε να πάρει ούτε καφέ.
    Αντί λοιπόν να κοιτάτε πως θα βοηθήσετε την δυστυχία του κόσμου, θα έπρεπε να θυμηθείτε την παροιμία "όταν διψάει ο κήπος σου, αλλού να μην το δώσεις".
    Αλλά κακά τα ψέματα, οι λαθρομετανάστες είναι απαράιτητοι. Ποιος θα έκανε μαύρη εργασία, αν δεν ήταν αυτοί, για να θησαυρίσουν οι γνωστοί-άγνωστοι;
    Αυτό είναι το πρόβλήμά σας, και όλα τα άλλα είναι άλλα λόγια να αγαπιόμαστε.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Τι λες γι αυτό αγαπητό Ξηρόμερο