Τετάρτη 6 Φεβρουαρίου 2013

Ομιλία Νίκης Φούντα στη Βουλή για διατήρηση αποθεμάτων αργού πετρελαίου


Ομιλία Νίκης Φούντα, βουλευτού Αιτωλοακαρνανίας, στην Ολομέλεια της Βουλής, για το σχέδιο νόμου του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής «Διατήρηση ενός ελάχιστου επιπέδου αποθεμάτων αργού πετρελαίου ή/και προϊόντων πετρελαίου και άλλες διατάξεις»
-Αθήνα,  5 Φεβρουαρίου 2013-

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
     Χωρίς αμφιβολία, με το σχέδιο νόμου που συζητούμε σήμερα προσαρμόζεται η εθνική νομοθεσία στην Ευρωπαϊκή Οδηγία 2009/119/ΕΚ «σχετικά με την υποχρέωση διατήρησης ενός ελάχιστου επιπέδου αποθεμάτων αργού πετρελαίου ή / και προϊόντων πετρελαίου από τα κράτη-μέλη». Ειδικότερα, συμπληρώνεται το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο και, πιο συγκεκριμένα, τα άρθρα 12 και 13 του νόμου 3054/2002 «Οργάνωση της αγοράς πετρελαιοειδών και άλλες διατάξεις». Με αυτόν τον τρόπο εξασφαλίζεται η συμμετοχή της Ελλάδας στο νέο, πιο ενισχυμένο ευρωπαϊκό πλαίσιο ασφάλειας ενεργειακού εφοδιασμού, κάτι ιδιαίτερα σημαντικό για μια χώρα σαν τη δική μας, με μια Οικονομία η οποία παρουσιάζει αυξημένη εξάρτηση από το πετρέλαιο.....

  
      Να σημειωθεί ότι η συγκεκριμένη ευρωπαϊκή οδηγία εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο της ενεργειακής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως αυτή αποτυπώθηκε στην Πράσινη Βίβλο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της 29ης Νοεμβρίου 2000, με την οποία υπογραμμίστηκε η ανάγκη διαμόρφωσης μιας συνεκτικής κοινοτικής ενεργειακής στρατηγικής για την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού, που θα έχει ως στόχο την μείωση των  οικονομικών, κοινωνικών, οικολογικών και φυσικών κινδύνων που συνδέονται με την εξωτερική εξάρτηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε ορυκτά καύσιμα (κυρίως, πετρέλαιο και φυσικό αέριο). Να υπενθυμίσουμε ότι η ανάγκη πρόληψης ενδεχόμενων ελλείψεων σε πετρέλαιο είναι ένα θέμα το οποίο είχε απασχολήσει από πολύ νωρίς την Ευρωπαϊκή Ένωση, γι’ αυτό και πριν την Οδηγία 119/2009 είχαν προηγηθεί – ήδη από το 1968 – άλλες νομοθετικές πρωτοβουλίες που αποσκοπούσαν στην καλύτερη αντιμετώπιση των δυσχερειών στον εφοδιασμό πετρελαιοειδών.  

        Σε κάθε περίπτωση, πάντως, και παρά τις πολιτικές που έχουν εφαρμοστεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο προς την κατεύθυνση της μείωσης της κατανάλωσης ενέργειας και της προώθησης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, η εξάρτηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τις εισαγωγές πετρελαίου παραμένει ακόμη ιδιαίτερα υψηλή. Είναι χαρακτηριστικό ότι σήμερα η Ευρώπη εισάγει το 80% του πετρελαίου που καταναλώνει, ποσοστό το οποίο υπολογίζεται ότι μπορεί να ανέλθει ακόμη και στο 95% έως το 2030, ενώ ταυτόχρονα τα συμβατικά αποθέματα πετρελαίου τείνουν να συγκεντρώνονται ολοένα και περισσότερο στις χώρες του λεγόμενου «ελλειπτικού τόξου» (δηλαδή στην περιοχή που εκτείνεται από τη Μέση Ανατολή μέχρι τη Δυτική Σιβηρία). Τα δεδομένα αυτά σε συνδυασμό τόσο με τον αυξανόμενο ανταγωνισμό που δημιουργείται στο επίπεδο της ζήτησης, όσο και με την μεγάλη συχνότητα γεωπολιτικών κρίσεων και πολεμικών συρράξεων στην συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, δημιουργούν σοβαρές αβεβαιότητες στον εφοδιασμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

      Συνεπώς, είναι απολύτως αναγκαίο και οφείλουμε να στηρίξουμε ενεργά την δημιουργία ενός ευρωπαϊκού μηχανισμού εξασφάλισης ενεργειακού εφοδιασμού, όπως αυτόν που προωθεί η Ευρωπαϊκή Οδηγία 119/2009.  Η δε συμμετοχή της Ελλάδας σ’ αυτόν τον μηχανισμό είναι κρίσιμη, αν λάβουμε υπόψη μας, αφενός ότι το πετρέλαιο εξακολουθεί να αποτελεί το βασικό αγαθό του ενεργειακού συστήματος της χώρας και, αφετέρου, ότι η χώρα βασίζεται σχεδόν αποκλειστικά – σε ποσοστό που υπερβαίνει το 99% – στις εισαγωγές πετρελαίου, κατά κύριο λόγο από χώρες της Μέσης Ανατολής και τη Ρωσία προκειμένου να καλύψει τις ανάγκες της. Για να κατανοήσουμε το μέγεθος της εξάρτησης της χώρας μας από το πετρέλαιο αρκεί να αναλογιστούμε ότι κάθε Έλληνας καταναλώνει κατά μέσο όρο 70% περισσότερο πετρέλαιο τον χρόνο απ’ ότι οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι. Από όλα αυτά, γίνεται πιστεύουμε αντιληπτό ότι είναι προς το συμφέρον της χώρας μας η ορθή και πλήρης εφαρμογή της Οδηγίας 119/2009.

       Να συμπληρώσουμε, επίσης, ότι η συγκεκριμένη οδηγία που εντάσσεται, όπως είπαμε, στην Πράσινη Βίβλο, περιλαμβάνει τρεις βασικούς στόχους για την Ευρωπαϊκή ενεργειακή πολιτική: Πρώτος στόχος είναι η βιωσιμότητα για την καταπολέμηση της αλλαγής του κλίματος, με την προώθηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και της ενεργειακής απόδοσης. Ένας άλλος στόχος είναι η ανταγωνιστικότητα για τη βελτίωση της απόδοσης του ευρωπαϊκού δικτύου μέσω της ολοκλήρωσης της εσωτερικής αγοράς ενέργειας. Τέλος, άλλος στόχος είναι η ασφάλεια του εφοδιασμού, ιδίως όσον αφορά τα αποθέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου, για τον καλύτερο συντονισμό της ζήτησης και της προσφοράς ενέργειας εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και στο διεθνές περιβάλλον. 

Σε ότι αφορά τα επιμέρους άρθρα του σχεδίου νόμου, θα θέλαμε να επαναλάβουμε ορισμένους προβληματισμούς τους οποίους θέσαμε και στο πλαίσιο των συνεδριάσεων της Επιτροπής Παραγωγής και Εμπορίου:

·Πρώτον, δεν έχει αιτιολογηθεί επαρκώς από την πλευρά του Υπουργείου ΠΕΚΑ για ποιον λόγο προτιμήθηκε η σύσταση ενός Κεντρικού Φορέα Διατήρησης Αποθεμάτων, και μάλιστα με την νομική μορφή της Ανώνυμης Εταιρείας, και όχι η δημιουργία μιας Υπηρεσίας Διατήρησης Αποθεμάτων εντός του Υπουργείου. Όπως επισημάνθηκε από πολλούς συναδέλφους αλλά και στην ίδια την αιτιολογική έκθεση του σχεδίου νόμου, η σύσταση του Κεντρικού Φορέα Διαχείρισης Αποθεμάτων αποτελεί μια ιδιαίτερα κοστοβόρα διαδικασία, η οποία, όπως παραδεχθήκατε και εσείς κύριε Υπουργέ, θα μετατεθεί σε μεταγενέστερο χρόνο όταν η χώρα θα είναι σε θέση να αναλάβει το οικονομικό βάρος που συνεπάγεται η ίδρυση ενός νέου οργανισμού. Αφού είναι έτσι, τότε γιατί το Υπουργείο δεν προκρίνει την άλλη εναλλακτική, τη δημιουργία δηλαδή μιας Υπηρεσίας η οποία θα εξασφάλιζε και χαμηλότερο κόστος λειτουργίας και αμεσότερη κρατική εποπτεία; Εφόσον η Οδηγία παρέχει αυτή τη δυνατότητα, στο άρθρο 7, δεν είναι αργά, κύριε Υπουργέ, να τροποποιήσετε  έστω και τώρα το συγκεκριμένο σημείο. Μια τέτοια ενέργεια, εξάλλου, θα συμβάδιζε και με την γενικότερη προσπάθεια που καταβάλλεται αυτή την περίοδο για δραστική μείωση του αριθμού των φορέων της Δημόσιας Διοίκησης.

·Δεύτερον, θα θέλαμε να θίξουμε το ζήτημα του ποσοστού διατήρησης αποθεμάτων εκτός Εθνικής Επικράτειας, το οποίο σύμφωνα με τις προβλέψεις του σχεδίου νόμου μπορεί να φτάσει μέχρι και το 30%.  Πιο συγκεκριμένα, εάν λάβουμε υπόψη ότι:

-η Οδηγία 119/2009 προβλέπει σταδιακή αύξηση του εν λόγω ποσοστού, από το 10% στο 30%, μέχρι τις 31/12/2017, οπότε δεν υφίσταται καμία νομική υποχρέωση από πλευράς της χώρας μας για κατευθείαν δέσμευση στο μέγιστο ποσοστό,
-τις ανησυχίες που εκφράστηκαν, τόσο από την Δημοκρατική Αριστερά, όσο και από συναδέλφους άλλων κομμάτων, σχετικά με την δυσκολία τήρησης της αρχής της «φυσικής προσβασιμότητας και διαθεσιμότητας των αποθεμάτων», εξαιτίας της απομακρυσμένης γεωγραφικής θέσης και του νησιωτικού χαρακτήρα της χώρας μας,
-αλλά και  το γεγονός ότι μέχρι τη σύσταση του Κεντρικού Φορέα ή της Υπηρεσίας Διατήρησης των Αποθεμάτων – διαδικασία η οποία παραπέμπεται στο μέλλον –, δεν θα υπάρχει ελεγκτικός μηχανισμός που να διασφαλίζει την επαρκή παρακολούθηση και ανατροφοδότηση του συστήματος αποθεμάτων,
      θεωρούμε ότι είναι παρακινδυνευμένο να επιτραπεί άμεσα η τήρηση αποθεμάτων πετρελαίου στο εξωτερικό στο μέγιστο προβλεπόμενο ποσοστό (30%). Αντ’ αυτού, προτείνουμε, το ποσοστό τήρησης αποθεμάτων να παραμείνει στο ελάχιστα προβλεπόμενο ποσοστό, δηλαδή στο 10%, τουλάχιστον μέχρι και τη σύσταση της υπηρεσίας/φορέα διατήρησης αποθεμάτων. Εννοείται ότι μετά τις 31/12/2017, η χώρα θα τηρήσει επακριβώς τις υποχρεώσεις της.  

·Τέλος, θεωρούμε θετικές τις τροποποιήσεις του άρθρου 24, σε σχέση με τους φωτοβολταϊκούς σταθμούς, οι οποίες εισάγονται με την Υπουργική Τροπολογία 210/16-29.01.2013. Ειδικότερα, η αναδιατύπωση της παραγράφου 1 είναι ορθή διότι με αυτόν τον τρόπο εξασφαλίζεται η τιμή αναφοράς που ίσχυε κατά τον χρόνο σύναψης συμβάσεων πώλησης, για περιπτώσεις φωτοβολταϊκών σταθμών για τους οποίους ενώ είχε υποβληθεί αίτημα ενεργοποίησης της σύνδεσής τους, τούτη δεν πραγματοποιήθηκε εγκαίρως, χωρίς να ευθύνονται γι’ αυτήν την καθυστέρηση οι συγκεκριμένοι παραγωγοί. Ομοίως, θετικά αποτιμάται και η προσθήκη της νέας παραγράφου 5 στο άρθρο 24, σχετικά με φωτοβολταϊκούς σταθμούς κατ’ επάγγελμα αγροτών ισχύος έως 100 KW. Κι αυτό γιατί με τον τρόπο αυτόν, εξασφαλίζεται τόσο η αρχική τιμή αναφοράς που ίσχυε κατά την ημερομηνία σύναψης της σύμβασης, όσο και τρίμηνη παράταση, οπότε αίρονται οι δυσμενείς συνέπειες τις οποίες είχαν υποστεί οι συγκεκριμένοι παραγωγοί-κατ’ επάγγελμα αγρότες, από την μη εμπρόθεσμη ενεργοποίηση της σύνδεσής τους, εξαιτίας καθυστερήσεων των τραπεζών ως προς την ολοκλήρωση των διαδικασιών χρηματοδότησης της επένδυσής τους. 
       Ωστόσο, κύριε Υπουργέ, είναι άδικο να παραμένουν εκτός της συγκεκριμένης ρύθμισης οι υπόλοιποι μικροεπενδυτές. Για λόγους, λοιπόν, ισονομίας και επειδή όλοι, και όχι μόνο οι κατ’ επάγγελμα αγρότες, αντιμετώπισαν παρόμοια προβλήματα κατά την διαδικασία υλοποίησης της επένδυσής τους, η Δημοκρατική Αριστερά, κατέθεσε σχετική τροπολογία με την οποία εντάσσονται και οι λοιποί μικροεπενδυτές στην παραπάνω ρύθμιση.  

       Να πω δυο λόγια μόνο για τις τροπολογίες. Για την τροπολογία για το ΤΑΙΠΕΔ, κύριε Υπουργέ, ζητούμε περαιτέρω εξηγήσεις και διευκρινίσεις που, στην ουσία, μόνον ο Υπουργός Οικονομικών μπορεί να δώσει. Γιατί, αν και κατανοούμε το αυτονόητο του ελέγχου και της διαφάνειας για όλα όσα αφορούν μια επένδυση που κάθε επενδυτής οφείλει να γνωρίζει τους όρους της, δεν κατανοούμε πως μπορεί να διασφαλιστεί το απόρρητο των πληροφοριών, ένα απόρρητο που μέχρι τώρα προασπίζεται και προστατεύεται από τον νόμο. Και μια ερώτηση, σε σχέση με αυτό το σημείο: μια ιδιωτική εταιρεία που βρίσκεται σε στάδιο πώλησης, αυτά τα στοιχεία μπορεί να τα παραχωρεί; Προφανώς, όχι. Διατηρούμε επιφυλάξεις, λοιπόν, γι’ αυτήν την τροπολογία μέχρι να δοθούν οι απαραίτητες εξηγήσεις.

      Να ολοκληρώσω την εισήγησή μου με μια διαπίστωση - ερώτηση προς τα κόμματα που αυτοαποκαλούνται ευρωπαϊκά και καταψηφίζουν σήμερα αυτό το σχέδιο νόμου. Έχουμε μιλήσει νομίζω όλοι για την ανάγκη δημιουργίας μιας άλλης Ευρώπης. Μιας Ευρώπης που θα μιλάει για κράτη-μέλη με κοινά οράματα και κοινούς στόχους, με κοινά «θέλω», με ενισχυμένο ευρωπαϊκό κοινό πλαίσιο στρατηγικής πολιτικής. Η ένσταση σε αυτό το σχέδιο νόμου – προσαρμογή στην Ευρωπαϊκή Οδηγία, αναρωτιόμαστε, επί της αρχής, που βασίζεται. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τι λες γι αυτό αγαπητό Ξηρόμερο